«Μεγάλοι δρόμοι»: κριτική θεάτρου
Ο Γιάννης Μόσχος γράφει κριτική για την παράσταση «Μεγάλοι δρόμοι» που παρουσιάζεται στο Θέατρο του Νέου Κόσμου από τη νεοσύστατη θεατρική ομάδα T.d.S.
Η Λένα Κιτσοπούλου είναι το φαινόμενο της εποχής μας στο θέατρο. Η ιδιαίτερη προοπτική της που αντιμετωπίζει κατά μέτωπο τις παθογένειες της ελληνικής κοινωνίας βρίσκει ανταπόκριση στο κοινό και αυτό οδηγεί σε όλο και περισσότερες παραστάσεις που επιχειρούν να ενσωματώσουν την αιχμηρή ματιά της. Το να ξεκινά λοιπόν μια νέα θεατρική ομάδα ανεβάζοντας κείμενα της Κιτσοπούλου είναι σίγουρα έξυπνη κίνηση όσον αφορά την επικαιρότητα, μπορεί ωστόσο να ξεφύγει εύκολα προς τα άκρα αφού το μέτρο είναι το κύριο ζητούμενο αυτής της νέας τάσης.
Ο λόγος γίνεται για τη νεοσύστατη ομάδα T.d.S. (Terre de semis) που επέλεξε να ανεβάσει στο Θέατρο του Νέου Κόσμου δύο διηγήματα της Λένας Κιτσοπούλου, το «Αθήνα, εννέα Δεκεμβρίου» από τη συλλογή «Νυχτερίδες» και τους «Μεγάλους Δρόμους» που δανείζουν και το όνομά τους στην παράσταση. Πρόκειται για δύο ιστορίες αντιφατικές που ωστόσο διαδραματίζονται κάτω από τον ίδιο ουρανό.
Η επιλογή των διηγημάτων είναι εύστοχη και ταιριάζει και με την αισθητική και τις ικανότητες της ομάδας. Σωστή είναι επίσης και η σειρά που παρουσιάζονται οι δύο ιστορίες. Αρχικά το «Αθήνα, εννέα Δεκεμβρίου» ώστε να σε γραπώσει και έπειτα οι «Μεγάλοι δρόμοι» που στηρίζονται κατά βάση στο συναίσθημα. Στην πρώτη ιστορία κυριαρχεί η ματαίωση που προκύπτει από την έλλειψη θάρρους και πρωτοβουλιών και στη δεύτερη η συντριβή των ονείρων έρχεται ήδη από την αρχή, δεν εμποδίζει όμως την ολοκλήρωση μέσα από ένα μοναχικό αλλά θαρραλέο μονοπάτι.
Το ανέβασμα του «Αθήνα, εννέα Δεκεμβρίου» έχει κάτι από το πνεύμα των φετινών Vasistas στα «Αίματα», εκφράζοντας παραστατικά και με μαύρο χιούμορ τον ψυχισμό του πρωταγωνιστή και τις αρρωστημένες καταστάσεις τέλματος που μπορεί να δημιουργήσει η παρατεταμένη ατολμία. Η ανάγνωση ποτέ δεν ξεφεύγει προς το εύκολο ή φθηνό χάριν εντυπωσιασμού και το μόνο που μαρτυρά πως αυτή είναι η παρθενική παράσταση μιας νέας ομάδας είναι το πάθος για το έργο που επιδεικνύουν οι τρεις ηθοποιοί (Ειρήνη Φαναριώτη, Άρης Λάσκος, Μυρτώ Γράψα).
Στους «Μεγάλους δρόμους» η αέναη αναζήτηση μιας κοπέλας για τον αγαπημένο της αλλάζει την αφήγηση σε κάτι λιγότερο έντονο και πιο γήινο που συσσωρεύει υπόκωφα ενέργεια και με την τελευταία φράση του κειμένου οδηγεί σε μια έκρηξη συναισθημάτων. Το φινάλε είναι και η πιο σουρεαλιστική πινελιά της παράστασης που όμως δεν έρχεται κατά τύχη ως τολμηρή προσθήκη μα έχει κερδηθεί επάξια.
Οι δύο αυτές μικρές και καθημερινές ιστορίες συμπυκνώνουν εν γένει ολόκληρη τη σφαίρα της ζωής. Γιατί οι δύο ήρωες μπορεί να είναι εκ διαμέτρου διαφορετικοί άνθρωποι, έχουν ωστόσο όνειρα και επιμένουν σε αυτά ακόμη και αν σημαίνει ότι αυτά ρουφάνε ο,τιδήποτε άλλο συμβαίνει γύρω τους σαν μαύρη τρύπα. Οι τάσεις φυγής γίνονται η ίδια η φυγή από μια πεζή πραγματικότητα που δεν αφήνει και πολλά στη φαντασία. Η έννοια της αγάπης καθίσταται κινητήρια δύναμη, ώστε από ένα σημείο και έπειτα γίνεται τρόπος ζωής και ένα αφηρημένο μονοπάτι προς την ευτυχία που ξεπερνά ακόμη και το συγκεκριμένο πρόσωπο του αγαπημένου. Οι δύο ήρωες αντιμετωπίζουν τις αναποδιές που τους τυχαίνουν διαφορετικά, τα κίνητρά τους πάντως είναι πανομοιότυπα σε σημείο να πιστέψεις ότι θα μπορούσαν να είναι το Γιν και το Γιάνγκ που χωρίζονται από έναν καθρέφτη που τους απαγορεύει να αντικρύσουν ο ένας τον άλλο.
Οι «Μεγάλοι δρόμοι» του Νέου Κόσμου είναι ένα ταξίδι σε όνειρα και συναισθήματα που εξερευνά τη ματαιότητα και ταυτοχρόνως τη σπουδαιότητα της ανθρώπινης φύσης. Είναι σύγχρονο θέατρο με άποψη και υπόσταση, με καλή αισθητική και μεράκι, φτιαγμένο από νέους ανθρώπους που δε δείχνουν διάθεση να συμβιβαστούν. Κάπως έτσι το όνομα της Λένας Κιτσοπούλου διατηρείται στην επικαιρότητα αναμένοντας και τη νέα της δουλειά τον Φεβρουάριο στο Θέατρο Τέχνης, ενώ οι T.d.S. μπαίνουν γερά στο χάρτη και περιμένουμε να δούμε τι έχουν να μας προσφέρουν στη συνέχεια.
Γιάννης Μόσχος
[email protected]