Κριτική: Αποδυναμωμένη και απλοϊκή η... Ελληνίδα «Μιράντα»

miranta
ΔΕΥΤΕΡΑ, 25 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2016

Η Ελένη Πετάση είδε την ελληνική προσαρμογή της παράστασης "Μιράντα" και μας μεταφέρει εντυπώσεις, σκέψεις και συναισθήματα.

Οταν ο Οσκάρας Κορσουνόβας ανέβασε στο Βίλνους της Λιθουανίας τη «Μιράντα», τη δική του διασκευή στην «Τρικυμία» (1610) του Σαίξπηρ, ακολούθησε, όπως δηλώνει, την ερμηνεία του Γιαν Κοτ και μέσα απ’ αυτήν επιχείρησε να αποτυπώσει την προσωπική του εμπειρία από το απολυταρχικό καθεστώς της Σοβιετικής Ενωσης. Εμπειρία βίαιη που ακόμα πλανάται «ζωντανή» στη χώρα του.

Στην ελληνική προσαρμογή της παράστασης ο διακεκριμένος σκηνοθέτης -είχα πραγματικά εντυπωσιαστεί πριν από μερικά χρόνια όταν παρουσίασε τον «Οιδίποδα Τύραννο» στο φεστιβάλ της Πάτρας- χρησιμοποίησε ως αναφορά τη δικτατορία των συνταγματαρχών, θέλοντας να κάνει την άποψή του πιο οικεία στους Ελληνες θεατές.

Ωστόσο, αφενός η εξαιρετική ανάλυση του Γιαν Κοτ για το έργο δεν περιορίζεται «σε ένα κοινωνικό δράμα περί της αέναης και παράλογης πάλης για την εξουσία», όπως επισημαίνει ο σκηνοθέτης στο πρόγραμμα της παράστασης. Και αφετέρου το σχόλιο για την επταετία που αρθρώνεται σχηματικά μέσα από τηλεοπτικές και ραδιοφωνικές εκπομπές, «στενεύει» το πολιτικό του επιχείρημα.

Το ίδιο ισχύει και για το στιγμιότυπο από τη «Λίμνη των Κύκνων» με τη Μάγια Πλισέτσκαγια (η ίδια ασφυκτιούσε στη Σοβιετική Ενωση) από το θέατρο Μπολσόι (σύμβολο της σοβιετικής δύναμης) που προβάλλεται στη μικρή οθόνη. Επιπλέον, για όποιον αγνοεί τις παραπάνω παραμέτρους, η θέση του Κορσουνόβας δεν γίνεται κατανοητή.

Από την άλλη, η δραματουργία του αγγίζει τα όρια της απλοϊκότητας.

Ενας αντιφρονών, αυτοεξόριστος πατέρας και η παραπληγική κόρη του ζουν απομονωμένοι στο διαμέρισμά τους -μια νησίδα πνευματικής αντίστασης- βρίσκοντας καταφύγιο από την πραγματικότητα στον φανταστικό κόσμο των βιβλίων. Η ανάγνωση της σαιξπηρικής «Τρικυμίας» και η ερμηνεία των βασικών προσώπων της αποτελεί την καθημερινή απαίτηση του νεαρού κοριτσιού.

Κατ’ επέκταση, επιλέγοντας σημεία του πρωτότυπου κειμένου και χρησιμοποιώντας τα αντικείμενα του δωματίου (ενίοτε με φαντασία), ο πατέρας μεταμορφώνεται σε Πρόσπερο, Φερντινάντο, Κάλιμπαν κ.ά., και εκείνη σε Μιράντα και Αριελ. Θέατρο μέσα στο θέατρο, πληθωρισμός αυτοσχεδιασμών, μικροευρήματα - άλλοτε επιτυχημένα και άλλοτε όχι. Το πρόβλημα ξεκινά από την παρατεταμένη, κακοσχεδιασμένη πρώτη σκηνή της παράστασης που καταγράφει την καθημερινή δυσκολία επικοινωνίας πατέρα και κόρης (εκείνη δεν τρώει και τραυλίζοντας ζητά να ακούσει την Τρικυμία).

Επιπλέον η αναπηρία της αποδίδεται από την Ιωάννα Παππά με υπερβολικές σπασμωδικές κινήσεις και κραυγές, διόλου πειστικές έως ενοχλητικές. Ο Λαέρτης Μαλκότσης, παρόλη τη φλυαρία των ρόλων που υποδύεται, φλέγεται από ενέργεια και καταφέρνει να κρατήσει την προσοχή μας. Την προσοχή, φυσικά, όσων γνωρίζουν το παραμυθόδραμα και μπορούν να ανασυντάξουν την ποιητική του πλοκή μέσα από την αποσπασματικότητά του.

Ελένη Πετάση
[email protected]