Τι είναι τα BCAA που συναντάμε σε συμπληρώματα διατροφής και πώς μπορούν να μας βλάψουν;
Η Κλινική Διαιτολόγος-Διατροφολόγος με εξειδίκευση στα αυτοάνοσα και την κλινική διατροφή και μετεκπαίδευση στη φυτοφαγία, Δέσποινα Μαρσέλου, μιλά για το κυνήγι πρωτεΐνης που κυριαρχεί σήμερα και μας οδηγεί σε συμπληρώματα και ουσίες που μπορεί να μας επηρεάζουν αρνητικά.
Ίσως να μην τα έχετε ακούσει με αυτή την ονομασία, πιθανόν όμως να τα έχετε δει ως BCAA σε συμπληρώματα διατροφής στο πλαίσιο αύξησης της πρωτεΐνης στον οργανισμό για χτίσιμο μυών, κάψιμο λίπους, απώλεια βάρους κ.ο.κ. Μέσα σε όλο αυτό το τρελό κυνήγι πρωτεΐνης από παντού, όμως, μπορεί και να μη βγαίνουμε κερδισμένοι αν ξεπερνάμε τη συνιστώμενη ημερήσια δόση. Θα έχετε παρατηρήσει ότι ως διαιτολόγος-διατροφολόγος με εξειδίκευση στα αυτοάνοσα και την κλινική διατροφή και μετεκπαίδευση στη φυτοφαγία που ακολουθώ κι εγώ η ίδια, έχω μιλήσει πολλές φορές για το πόσο υπερβολικοί είμαστε με την πρωτεΐνη τη σημερινή εποχή, χωρίς λόγο. Ας δούμε, όμως, τι ακριβώς συμβαίνει με τα συγκεκριμένα αμινοξέα, στα οποία στρέφονται πολλοί για ένα καλύτερο σώμα και τι σχέση έχουν με το λίπος και τον διαβήτη.
Ο διαβήτης δεν αφορά μόνο την ποσότητα του λίπους, αλλά και την κατανομή του στο σώμα. Υπάρχει το υποδόριο λίπος, το λίπος δηλαδή κάτω από το δέρμα, το λίπος μεταξύ των μυών και το λίπος που διεισδύει στο μυ. Αυτά τα διαφορετικά είδη λίπους, λοιπόν, έχουν να κάνουν με την κατανομή του στο σώμα κι αυτός φαίνεται να είναι ο κρίσιμος παράγοντας όσον αφορά τον προσδιορισμό της αντίστασης στην ινσουλίνη, την αιτία του διαβήτη τύπου 2. Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι ο υποδόριος λιπώδης ιστός, το λίπος ακριβώς κάτω από το δέρμα, δεν σχετίζεται με την αντίσταση στην ινσουλίνη. Το λίπος που διεισδύει στον μυ, όμως, μπορεί να κάνει κακό.
Φυτοφαγία και… καλή καρδιάΔείτε ακόμα
Πράγματι, μια χορτοφαγική διατροφή μπορεί να επηρεάσει σημαντικά σε σχέση με μια συμβατική διαβητική διατροφή την κατανομή του λίπους στους μηρούς σε ασθενείς με διαβήτη τύπου 2. Οι ερευνητές μελέτησαν 74 άτομα με διαβήτη και τους ανέθεσαν τυχαία να ακολουθήσουν είτε μια χορτοφαγική δίαιτα, είτε μια συμβατική διαβητική. Και οι δύο δίαιτες ήταν περιορισμένες θερμιδικά κατά τον ίδιο αριθμό θερμίδων. Η χορτοφαγική δίαιτα δεν περιείχε επίσης αυγά και τα γαλακτοκομικά περιορίστηκαν σε μια μερίδα γιαούρτι χαμηλών λιπαρών το πολύ την ημέρα. Τι διαπίστωσαν, λοιπόν, οι ερευνητές; Η μείωση του πιο καλοήθους υποδόριου λίπους ήταν συγκρίσιμη- ήταν περίπου η ίδια και στις δύο ομάδες. Ωστόσο, το πιο επικίνδυνο λίπος -το λίπος που βρίσκεται μέσα στον ίδιο τον μυ- μειώθηκε μόνο στη χορτοφαγική διατροφή. Έτσι, ακόμη και αν λαμβάνουμε τον ίδιο αριθμό θερμίδων, μπορεί να υπάρξει μια πιο υγιής απώλεια βάρους σε μια χορτοφαγική διατροφή.
Όσοι ακολουθούσαν μια αυστηρά φυτοφαγική διατροφή είχαν επίσης χαμηλότερα επίπεδα λίπους στις μυϊκές ίνες, γεγονός που μπορεί να εξηγήσει γιατί οι χορτοφάγοι έχουν συχνά τις χαμηλότερες πιθανότητες εμφάνισης διαβήτη. Δεν είναι μόνο επειδή είναι γενικά πιο αδύνατοι, αλλά απ’ ό,τι φαίνεται υπάρχει σημαντικά λιγότερο λίπος μέσα στα μυϊκά κύτταρα των vegan σε σύγκριση με τους παμφάγους. Αυτό είναι καλό, καθώς η αποθήκευση λίπους στα μυϊκά κύτταρα μπορεί να είναι μία από τις κύριες αιτίες της αντίστασης στην ινσουλίνη, η οποία βρίσκεται πίσω τόσο από τον προδιαβήτη όσο και από τον διαβήτη τύπου 2. Από την άλλη, αν κάποιος ακολουθήσει μια διατροφή με υψηλή περιεκτικότητα σε λιπαρά, το λίπος στα μυϊκά του κύτταρα εκτοξεύεται κατά 54% μέσα σε μία μόνο εβδομάδα.
Τι συμβαίνει με μια διατροφή υψηλή σε πρωτεΐνη;
Μια τέτοια διατροφή φαίνεται ότι ίσως υπονομεύει ένα από τα κύρια οφέλη της απώλειας βάρους: την εξάλειψη της βελτίωσης της αντίστασης στην ινσουλίνη που προκαλείται από την απώλεια βάρους. Οι ερευνητές, λοιπόν, έκαναν το εξής: Περιόρισαν τις θερμίδες σε παχύσαρκα άτομα -λιγότερες από 1.400 θερμίδες την ημέρα- μέχρι να χάσουν το 10% του σωματικού τους βάρους. Οι μισοί από τους συμμετέχοντες λάμβαναν παραπάνω από τη συνιστώμενη ημερήσια πρόσληψη πρωτεΐνης (73 γραμμάρια ημερησίως) και οι άλλοι μισοί ακόμη περισσότερο, φτάνοντας περίπου τα 105 γραμμάρια ημερησίως. Σημειώστε εδώ ότι αν χάσετε 10% του σωματικού σας βάρους, η αντίσταση στην ινσουλίνη βελτιώνεται -αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο είναι τόσο κρίσιμο για τα παχύσαρκα άτομα με διαβήτη τύπου 2 να χάσουν βάρος. Ωστόσο, η ευεργετική επίδραση της απώλειας βάρους κατά 10% εξαλείφθηκε από την υψηλή πρόσληψη πρωτεΐνης. Αυτά τα επιπλέον 32 γραμμάρια πρωτεΐνης την ημέρα κατάργησαν το όφελος από την απώλεια βάρους. Συνοψίζοντας, οι ερευνητές κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι το πρωτεϊνικό περιεχόμενο μιας δίαιτας απώλειας βάρους μπορεί να έχει βαθιά αποτελέσματα στη μεταβολική λειτουργία.
Ισχύει, όμως, αυτό για κάθε πρωτεΐνη; Η απάντηση είναι όχι, αφού η πρόσληψη ζωικής πρωτεΐνης συνδέεται με αυξημένο κίνδυνο διαβήτη στις περισσότερες μελέτες, ενώ η πρόσληψη φυτικής πρωτεΐνης φαίνεται να έχει είτε ουδέτερη, είτε ακόμη και προστατευτική συσχέτιση με τον διαβήτη. Κι εδώ μπαίνουν τα αμινοξέα διακλαδισμένης αλυσίδας που συγκεντρώνονται στην ζωική πρωτεΐνη, που φαίνεται να ευθύνονται για όλο αυτό. Τα υψηλότερα επίπεδα στην κυκλοφορία του αίματος συνδέονται με την παχυσαρκία και την ανάπτυξη αντίστασης στην ινσουλίνη.
Ερευνητές σε μελέτη με τίτλο «Η μειωμένη κατανάλωση αμινοξέων διακλαδισμένης αλυσίδας βελτιώνει τη μεταβολική υγεία» απέδειξαν ότι μια μέτρια μείωση της συνολικής διατροφικής πρωτεΐνης ή επιλεγμένων αμινοξέων μπορεί να βελτιώσει γρήγορα τη μεταβολική υγεία και αυτό περιλάμβανε τη βελτίωση του ελέγχου του σακχάρου στο αίμα, ενώ παράλληλα μειωνόταν ο δείκτης μάζας σώματος (ΔΜΣ) και το σωματικό λίπος. Στο πλαίσιο της μελέτης, η ομάδα με τον περιορισμό των πρωτεϊνών κατανάλωνε εκατοντάδες περισσότερες θερμίδες την ημέρα, σημαντικά περισσότερες θερμίδες από την ομάδα ελέγχου, οπότε θα έπρεπε να έχει πάρει βάρος. Συνέβη, όμως, το αντίθετο. Έπειτα από περίπου 1,5 μήνα, κατανάλωναν περισσότερες θερμίδες αλλά έχασαν περισσότερο βάρος – περίπου πέντε κιλά περισσότερα από τους συμμετέχοντες στην ομάδα ελέγχου που έτρωγαν λιγότερες θερμίδες. Επιπλέον, ο πρωτεϊνικός περιορισμός περιόρισε τους ανθρώπους να τρώνε τη συνιστώμενη ποσότητα πρωτεΐνης ανά ημέρα, περίπου 56 γραμμάρια ημερησίως, κι όχι παραπάνω.
Σύμφωνα, λοιπόν, με τα στοιχεία που έχουμε στα χέρια μας, ο περιορισμός ζωικής πρωτεΐνης μπορεί να βοηθήσει σημαντικά στον διαβήτη τύπου 2, ενώ θετικά αποτελέσματα μπορεί να φέρει και η στροφή σε μια κατά βάση φυτοφαγική διατροφή. Δεν έχετε παρά να το δοκιμάσετε.
Πηγή
https://nutritionfacts.org/blog/are-branched-chain-amino-acids-good-for-us/
https://pubmed.ncbi.nlm.nih.gov/27346343/
Δέσποινα Μαρσέλου
Κλινική διαιτολόγος με εξειδίκευση στα αυτοάνοσα
Αλκιβιάδου 185, Πειραιάς
www.getactive.gr, www.createhealth.gr
fb page getactive
Instagram @feedyourimmunity / @createhealthbymarselou