Who is who: Τζέσικα Λανγκ
Το αρσενικό φύλο δεν μπορεί εύκολα να ξεχάσει την καλοβαλμένη σιλουέτα της στο «King Kong» και παρ’ όλο που πλέον έχει περάσει από δεκάδες ρόλους, το ταλέντο της παραμένει αναλλοίωτο και το παρουσιαστικό της σικάτο. Απ’ ό,τι φαίνεται, η Τζέσικα Λανγκ διατηρείται μια… κυρία του κινηματογράφου.
Στις 20 Απριλίου 1949, στο Κλοκέτ της Μινεσότα, ήρθε στον κόσμο η Τζέσικα Φίλις Λανγκ, το τρίτο από τα τέσσερα παιδιά της οικογένειας Λανγκ. Η μητέρα της ήταν η Ντόροθι Φλόρενς, την οποία έχασε το 1998 και ο πατέρας της ο Άλμπερτ Τζον Λανγκ, δάσκαλος και πωλητής, που έφυγε από τη ζωή από το 1989.
Με φινλανδικές, γερμανικές και ολλανδικές ρίζες, η Λανγκ μεγάλωσε με την οικογένειά της, η οποία συχνά μετακόμιζε λόγω της δουλειάς του πατέρα της, μέχρι να επιστρέψουν και να τακτοποιηθούν μόνιμα στη Μινεσότα.
Όταν τέλειωσε το σχολείο, η νεαρή Τζέσικα σπούδασε με υποτροφία στο Πανεπιστήμιο της Μινεσότα Τέχνη και Φωτογραφία και τότε ήταν που γνώρισε το φωτογράφο Φρανσίσκο Γκράντε με τον οποίο παντρεύτηκε το 1970, σε ηλικία 21 ετών. Ο γάμος κράτησε θεωρητικά 11 ολόκληρα χρόνια μέχρι το 1981 που βγήκε και το διαζύγιό τους, αλλά οι δυο τους είχαν χωρίσει από πολύ νωρίτερα.
Στην αρχή του γάμου τους, η Λανγκ παράτησε το Πανεπιστήμιο και ταξίδεψε μαζί του ζώντας μποέμικη ζωή σε όλες τις Ηνωμένες Πολιτείες, ενώ στη συνέχεια μετακόμισαν στο Παρίσι. Εκεί, η νεαρή Τζέσικα έκανε μαθήματα μιμικής τέχνης και το 1973 επέστρεψε στη Νέα Υόρκη, έχοντας ήδη χωρίσει από τον Γκράντε.
Εκεί δούλεψε ως σερβιτόρα και έμενε στο ίδιο σπίτι με τη Τζέρι Χολ και τη Γκρέις Τζόουνς, ενώ λίγο αργότερα ξεκίνησε να δουλεύει ως μοντέλο για ένα σύντομο χρονικό διάστημα, μέχρι να την ανακαλύψει ο παραγωγός του Χόλιγουντ, Ντίνο Ντε Λορέντις. Αυτός ήταν που έκανε πραγματικότητα τον πρώτο της ρόλο, ο οποίος, την έκανε γνωστή.
Η αγαπημένη του Κινγκ Κονγκ και του κόσμου
Το ντεμπούτο της στον κινηματογράφο έγινε το 1976 με τη διάσημη ταινία «King Kong», η οποία μάλιστα κυκλοφόρησε σε ριμέικ το 2005 με τη Ναόμι Γουότς. Η Τζέσικα Λανγκ υποδύθηκε την ανερχόμενη στάρλετ που… ερωτεύτηκε ένας τεράστιος γορίλας, ο Κινγκ Κονγκ, ο οποίος ανακαλύφθηκε σε ένα ερημικό νησί του Νότιου Ειρηνικού και μεταφέρθηκε στη Νέα Υόρκη, όπου κατάφερε να αποδράσει…
Στο πλευρό της Λανγκ βρίσκεται και ο Τζεφ Μπρίτζες σε ρόλο παλαιοντολόγου, και παρ’ όλο που η ταινία σημειώνει μεγάλη εμπορική επιτυχία, οι κριτικές –ως επί το πλείστον- για τη Τζέσικα Λανγκ υπήρξαν αυστηρές και αρνητικές, αλλά η Χρυσή Σφαίρα κατάφερε να φτάσει στα χέρια της.
Η ταινία μπήκε στην 5η θέση των πιο εμπορικών ταινιών του 1976, αλλά η Λανγκ, παρά τη βράβευσή της δεν κατάφερε να «κλείσει» άλλη δουλειά για τα επόμενα 3 χρόνια. Ωστόσο, ήταν αποφασισμένη να ακολουθήσει το δρόμο της υποκριτικής, γι’ αυτό και συνέχισε να δουλεύει ως σερβιτόρα, παρακολουθώντας ταυτόχρονα μαθήματα υποκριτικής στο Actors Studio του Γκρίνουιτς Βίλατζ.
Η επόμενή της δουλειά έρχεται το 1979 με το βραβευμένο με 4 Όσκαρ μιούζικαλ «All that jazz» του Μπομπ Φος, με τον οποίο, μάλιστα, γίνεται ζευγάρι. Ο Φος, λέγεται ότι έγραψε το ρόλο της Αντζελίκ σκεπτόμενος τη Λανγκ, η σχέση τους όμως λήγει σύντομα και η ανερχόμενη τότε ηθοποιός, βρίσκεται στην αγκαλιά του διάσημου χορευτή Μιχαήλ Μπαρίσνικοφ, με τον οποίο αποκτά και την πρώτη της κόρη το 1981. Από το 1982 κι έπειτα, η καρδιά της ανήκει στον ηθοποιό Σαμ Σέπαρντ, με τον οποίο αποκτά άλλα δυο παιδιά, μένοντας μαζί του μέχρι το 2009.
Οι επιτυχίες ξεκινούν
Έχοντας περάσει από οντισιόν για το «Goin’ South», το σκηνοθετικό ντεμπούτο του Τζακ Νίκολσον, η Λανγκ μπορεί να μην κέρδισε το ρόλο, αλλά εντυπωσίασε τον Νίκολσον, ο οποίος εξέφρασε το ενδιαφέρον να δουλέψει μαζί της, πράγμα που γίνεται το 1981 στο «Ο ταχυδρόμος χτυπάει πάντα δυο φορές», ριμέικ του κλασσικού φιλμ νουάρ. Ο σκηνοθέτης Μπομπ Ράφελσον, της προσέφερε τον πρωταγωνιστικό ρόλο απέναντι στον Νίκολσον, ο οποίος γοητεύτηκε τόσο από την ομορφιά της, όσο και από το ταλέντο της. Και παρ’ όλο που η ταινία έλαβε ανάμεικτες κριτικές, η ερμηνεία της Λανγκ χαρακτηρίστηκε θετικά από τους κριτικούς, με πολλούς να αναφέρουν ότι αυτή η ταινία είναι το πραγματικό της ντεμπούτο.
Ζώντας ένδοξες στιγμές στην καριέρα της, η Λανγκ το 1982 βρίσκεται στην πασίγνωστη ταινία «Tootsie» του Σίντνεϊ Πόλακ, με τον Ντάστιν Χόφμαν να μεταμορφώνεται σε γυναίκα για τις ανάγκες του ρόλου και να ερωτεύεται τη Τζέσικα Λανγκ. Η ταλαντούχα ηθοποιός στο ρόλο… ηθοποιού, μητέρας και αντικειμένου πόθου κερδίζει το Όσκαρ β’ γυναικείου ρόλου, Χρυσή Σφαίρα και πλήθος άλλων βραβεύσεων, όπως και την επιδοκιμασία των κριτικών, ενώ η ταινία μπαίνει δεύτερη στη λίστα των πιο εμπορικών ταινιών του 1982 (με πρώτη το «E.T. ο εξωγήινος» του Σπίλμπεργκ). Η ίδια πάντως παραδέχεται ότι αρχικά ήταν διστακτική στο να δεχτεί το ρόλο κι ότι ο Σίντνεϊ Πόλακ χρειάστηκε αρκετό καιρό για να την πείσει.
Την ίδια χρονιά την είδαμε και στη βιογραφική ταινία «Φράνσις, μια αδέσμευτη γυναίκα» να υποδύεται την ασυμβίβαστη ηθοποιό της δεκαετίας του ’30, Φράνσις Φάρμερ και την πορεία ανόδου και καθόδου της. Ο ρόλος την έφερε κοντά στο Όσκαρ α’ γυναικείου ρόλου και τη Χρυσή Σφαίρα, αλλά δεν κατάφερε να της τα εξασφαλίσει. Παρ΄ όλ’ αυτά αποτέλεσε μια μεγάλη εμπειρία για την ίδια, η οποία αναφέρει πως έφτασε στα άκρα για την ερμηνεία του ρόλου, ενώ στα γυρίσματα της ταινίας είναι που γνώρισε και τον σημαντικό άντρα της ζωής της, Σαμ Σέπαρντ. Λίγο αργότερα, κάνει το ντεμπούτο της και στην τηλεόραση, με την τηλεοπτική ταινία «Λυσσασμένη γάτα», βασισμένη στο έργο του Τενεσί Ουίλιαμς.
Η Τζέσικα Λανγκ φαίνεται πως έχει πάρει… φόρα και βρίσκεται υποψήφια για Όσκαρ και Χρυσή Σφαίρα και στην επόμενή της ταινία «Πικρή γη» το 1984, στην οποία, μάλιστα, βρίσκεται και στην παραγωγή. Έχοντας κατακτήσει πλέον κοινό και κριτικούς, λαμβάνει προτάσεις για διάφορες ταινίες που αποδείχτηκαν εμπορικές επιτυχίες (όπως το «Κυνηγώντας το πράσινο διαμάντι» το 1984 με τον Μάικλ Ντάγκλας και την Καθλίν Τέρνερ, το «Γορίλες στην ομίχλη» το 1988 με τη Σιγκούρνι Γουίβερ κ.ά.) τις οποίες δεν αποδέχεται και συνεχίζει την πορεία της στη δεκαετία με πιο low-profile ταινίες, όπως το «Sweet dreams» το 1985 με τον Εντ Χάρις, όπου υποδύεται τη διάσημη αμερικανίδα τραγουδίστρια Πάτσι Κλάιν, βάζοντας ξανά το όνομά της στις υποψηφιότητες για Όσκαρ –με τη Μέριλ Στριπ να δηλώνει, μάλιστα, ότι ικέτευε το σκηνοθέτη Κάρελ Ράις γι’ αυτό το ρόλο-, το «Εγκλήματα καρδιάς» του Μπρους Μπέρεσφορντ το 1986, το «Far North» το 1988 του τότε συντρόφου της Σαμ Σέπαρντ και το «Music box» το 1989 του Κώστα Γαβρά, το οποίο της χάρισε την πέμπτη της υποψηφιότητα για Όσκαρ και την έκτη για Χρυσή Σφαίρα.
Στις αρχές της επόμενης δεκαετίας, η Τζέσικα Λανγκ κάνει πιο σποραδικές δουλειές καθώς αφιερώνει χρόνο στο μεγάλωμα των παιδιών της. Το 1990 συναντά την Κάθι Μπέιτς στη δραματική ταινία του Πολ Μπρίκμαν «Men don’t leave» και το 1991 ζει παρανοϊκές καταστάσεις στο «Ακρωτήρι του φόβου» του Μάρτιν Σκορτσέζε με τον Νικ Νόλτε, τον Ρόμπερτ Ντε Νίρο και τη Τζούλιετ Λιούις, μια ταινία που σημειώνει εμπορική επιτυχία και πολύ καλές κριτικές.
Τον Ρόμπερτ Ντε Νίρο συναντά ξανά το 1992 στο «Night and the city» και την ίδια χρονιά κάνει το ντεμπούτο της στο Μπρόντγουεϊ ως Μπλανς Ντιμπουά στο «Λεωφορείον ο Πόθος» του Τενεσί Γουίλιαμς. Οι κριτικές, όμως, χαρακτηρίζουν την ερμηνεία της ως πολύ «κινηματογραφική» και την κατακρίνουν για έλλειψη θεατρικής τεχνικής, αν και κάποιοι κριτικοί της δίνουν τα εύσημα για μια από τις καλύτερες ερμηνείες του χαρακτήρα.
Το 1994 κερδίζει το δεύτερο Όσκαρ της καριέρας της (το οποίο αφιερώνει στα παιδιά της και το σκηνοθέτη Τόνι Ρίτσαρντσον που πρόσφατα είχε χάσει τη μάχη με τη ζωή) και άλλη μια Χρυσή Σφαίρα, με την ερμηνεία της ως μανιοκαταθλιπτική σύζυγος του Τόμι Λι Τζόουνς στην ταινία «Blue sky» του Ρίτσαρντσον και το 1995, άλλη μια Χρυσή Σφαίρα φτάνει στα χέρια της για την ερμηνεία της και πάλι ως Μπλανς Ντιμπουά, αυτή τη φορά στην τηλεοπτική μεταφορά του «Λεωφορείον ο Πόθος», με τον Άλεκ Μπόλντουιν και τον Τζον Γκούντμαν.
Το 1997 συμπρωταγωνιστεί με τη Μισέλ Φάιφερ στην αισθηματική, δραματική ταινία «Τα χίλια εκτάρια» κερδίζοντας την 9η υποψηφιότητα για Χρυσή Σφαίρα και βράβευση από το Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Βερόνα, το 1998, όμως, βρίσκεται για πρώτη φορά υποψήφια για Χρυσό Βατόμουρο χειρότερης ηθοποιού με την ταινία «Ένοχη σιωπή», στο ρόλο της πεθεράς της Γκουίνεθ Πάλτροου, που κάνει όλες τις άλλες πεθερές του κόσμου να μοιάζουν… αγγελούδια. Τη δεκαετία «κλείνει» το 1999 με το «Titus» σκηνοθεσίας Τζούλι Τέιμορ, από το έργο του Ουίλιαμ Σαίξπηρ, με τον Άντονι Χόπκινς ως Τίτο Ανδρόνικο και τη Λανγκ ως βασίλισσα Ταμόρα.
Η Λανγκ των τελευταίων χρόνων
Η νέα δεκαετία τη βρίσκει με υποψηφιότητα για βραβείο Λόρενς Ολίβιε με την ερμηνεία της στη θεατρική παράσταση «Long day’s journey into night» του Ευγένιου Ο’ Νηλ, ενώ κινηματογραφικά εμφανίζεται το 2001 στο «Prozac nation», βασισμένο στο μυθιστόρημα της Ελίζαμπεθ Βέρτζελ, με την Κριστίνα Ρίτσι.
Στη συνέχεια δίνει αξιόλογες ερμηνείες σε διάφορες ταινίες, όπως στη δραματική/μουσική κομεντί «Masked and anonymous» (2003) με τον Μπομπ Ντίλαν και τον Τζον Γκούντμαν, στο επιτυχημένο «Big fish»(2003) του Τιμ Μπάρτον με τον Γιούαν Μακ Γκρέγκορ και την Έλενα Μπόναμ Κάρτερ, στα «Τσακισμένα λουλούδια» (2005) του Τζιμ Τζάρμους με τον Μπιλ Μάρεϊ, στη δραματική, μουσική ταινία «Μην ξαναγυρίσεις» σκηνοθεσίας Βιμ Βέντερς κ.ά.
Το 2006 συναντά ξανά την Κάθι Μπέιτς στη δραματική κομεντί «Bonneville», η δημοτικότητά της, όμως, δεν βρίσκεται πια σε υψηλά επίπεδα και αφήνει για λίγο τον κινηματογράφο, αφιερώνοντας χρόνο στο θέατρο και την τηλεόραση. Η τηλεταινία «Grey gardens» (2009), μάλιστα, θα δώσει στην καριέρα της το φιλί της ζωής, χαρίζοντάς της το πρώτο της βραβείο Emmy, το οποίο αφιέρωσε κατά το ήμισυ στη συμπρωταγωνίστριά της Ντρου Μπάριμορ.
Το 2011 μπήκε στο καστ της τηλεοπτικής σειράς «American horror story», η οποία της χάρισε άλλη μια Χρυσή Σφαίρα για τη… συλλογή της και το Φεβρουάριο που μας πέρασε την είδαμε στο «Έρωτας από την αρχή» με τη Ρέιτσελ Μακ Άνταμς και τον Τσάνινγκ Τέιτουμ, ως τη μητέρα της πρώτης, σε μια ταινία με εμπορική επιτυχία, που δεν κατάφερε να κατακτήσει τους κριτικούς.
Προς το παρόν, η Τζέσικα Λανγκ βρίσκεται στα γυρίσματα της ταινίας «Τερέζα Ρακέν» που αποτελεί κινηματογραφική μεταφορά από το έργο του Εμίλ Ζολά, αντικαθιστώντας την Γκλεν Κλόουζ, η οποία είχε αρχικά το ρόλο της Μαντάμ Ρακέν.
Εκτός από την υποκριτική, η Τζέσικα Λανγκ εμπλέκεται και σε ανθρωπιστικές δραστηριότητες, αφού είναι Πρέσβειρα Καλής Θελήσεως της Unicef, ενώ αναπτύσσει δράση και στην προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των βουδιστών μοναχών στο Νεπάλ.
Το 2008, κυκλοφόρησε την πρώτη της συλλογή με ασπρόμαυρες φωτογραφίες με τίτλο «50 Photographs» και το 2010 τη δεύτερη, ονομάζοντάς την «In Mexico», ενώ μέσα στο 2009 βραβεύτηκε με το πρώτο της George Eastman House Honors Award, καθώς η δουλειά της παρουσιάστηκε στο παλιότερο μουσείο φωτογραφίας και κινηματογράφου του κόσμου, το George Eastman House.
Ενδεικτική φιλμογραφία: «King Kong» (1976), «All that jazz» (1979), «How to beat the high cost of living» (1980), «The postman always rings twice» (1981), «Tootsie» (1982), «Frances» (1982), «Country» (1984), «Sweet dreams» (1985), «Crimes of the heart» (1986), «Far north» (1988), «Everybody’s All-American» (1988), «Music box» (1989), «Men don’t leave» (1990), «Cape fear» (1991), «Night and the city» (1992), «Blue sky» (1994), «Losing Isaiah» (1995), «Rob Roy» (1995), «A thousand acres» (1997), «Hush» (1998), «Cousin Bette» (1998), «Titus» (1999), «Prozac nation» (2001), «Masked and anonymous» (2003), «Big fish» (2003), «Broken flowers» (2005), «Don’t come knocking» (2005), «Neverwas» (2005), «Bonneville» (2006), «The vow» (2012).
Φωτογραφίες: www.imdb.com