Τέσσερα συν και τέσσερα πλην από την πρώτη σεζόν του «The Defenders»
Η νέα πολυαναμενόμενη υπερηρωική σύμπραξη streamάρει στο Netflix και εμείς συμπυκνώνουμε τι μας άρεσε αλλά και τι μας χάλασε σε αυτή.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΟΣΧΟΣ / [email protected]
Αφού κατέκτησαν το σινεμά κυριαρχώντας και στο μποξ όφις, οι σούπερ ήρωες πλέον έρχονται και στην τηλεόραση, με όλο και περισσότερες υπερηρωικές σειρές να κάνουν την εμφάνισή τους. Το Netflix αποδεικνύεται ιδιαίτερα φιλόξενη γωνιά για αυτή την τάση, αφού με τη συνδρομή της Marvel έχουμε δει ήδη δύο σεζόν από τις περιπέτειες του Daredevil και μία από αυτές των Jessica Jones, Luke Cage και Iron Fist. Έφτασε λοιπόν η ώρα να δούμε όλους αυτούς τους ήρωες μαζί, καθώς είτε στο σινεμά ή στην τηλεόραση, η κλιμάκωση αυτών των ιστοριών είναι κοινή και οδηγεί σε τέτοιες συμπράξεις.
Το «The Defenders» λοιπόν είναι μια μίνι σειρά οκτώ επεισοδίων που φέρνει κοντά αυτούς τους τέσσερις υπερήρωες, οι οποίοι καλούνται να σώσουν την Νέα Υόρκη από τις βλέψεις της πανάρχαιας μυστικής οργάνωσης The Hand, τα μέλη της οποίας είναι αθάνατα και έχουν τη δυνατότητα να επαναφέρουν ανθρώπους πίσω στη ζωή. Είχαμε πάρει μια γεύση από τη δράση της συγκεκριμένης οργάνωσης στη δεύτερη σεζόν του «Daredevil» και στο «Iron Fist», ικανή ώστε να καταλάβουμε για ποιο λόγο χρειάζονται μια ομάδα υπερηρώων για να τα βάλει μαζί της.
Και τα οκτώ επεισόδια του «The Defenders» είναι ήδη διαθέσιμα στο Netflix από τις 18 Αυγούστου και μιας και είδαμε τη σεζόν μέσα στο Σαββατοκύριακο, καταπολεμώντας έτσι την καλοκαιρινή ανία, ας δούμε τι θέλουμε να κρατήσουμε από αυτή την πολυαναμενόμενη σειρά και τι θέλουμε να αφήσουμε πίσω.
+ Τίποτα δε θα λειτουργούσε σωστά χωρίς την παρουσία της Jessica Jones. Είναι μακράν η πιο ενδιαφέρουσα ηρωίδα της κατάστασης που έχει δημιουργήσει η Marvel στο Netflix και η πρώτη της σεζόν ήταν ό,τι καλύτερο έχουμε δει από αυτούς τους τέσσερις σούπερ ήρωες πριν το «The Defenders». Η Krysten Ritter είναι φανταστική στο ρόλο της, πείθοντάς σε ότι δε δίνει δεκάρα για ό,τι συμβαίνει και ότι τίποτα δεν την εκπλήσσει και την ίδια στιγμή διαθέτει έναν δυναμισμό που δεν προκύπτει από τις υπερδυνάμεις που διαθέτει αλλά από τον ισχυρό και περίπλοκο χαρακτήρα της. Ειδικά στα πρώτα δύο επεισόδια, όταν η δράση είναι ανύπαρκτη και παρακολουθούμε τέσσερις παράλληλες ιστορίες, οι πάντα εύστοχες ατάκες της Jessica Jones βοηθούν πάρα πολύ στο να μείνουμε προσηλωμένοι για τη συνέχεια. Στην τελική η Jessica Jones είναι η μοναδική χαρακτήρας από όσους έχουν μαζευτεί σε αυτή τη σειρά που δεν ξέρει ασιατικές πολεμικές τέχνες και αυτό είναι αναζωογονητικό από μόνο του. Αν πετυχαίνει κάτι το «The Defenders», αυτό είναι σίγουρα να μας κάνει να θέλουμε το συντομότερο δυνατό μια δεύτερη σεζόν «Jessica Jones».
+ Μπορεί τα φώτα να τα έκλεψε ο Punisher, αποκτώντας έτσι και δική του σειρά, αλλά από τη δεύτερη χαοτική και μπερδεμένη σεζόν του «Daredevil» αγαπήσαμε περισσότερο την Elektra, η οποία στο πρόσωπο της Elodie Yung βρήκε τη σωστή μεταφορά της στην οθόνη, ξεπλένοντας την ντροπή της πολύ κακής ταινίας με την Jennifer Garner. Όχι μόνο ο χαρακτήρας της αποδόθηκε όπως έπρεπε, αλλά και η σχέση της με τον Daredevil λειτούργησε εξίσου καλά και το αποτέλεσμα ήταν να ενδιαφερθούμε και για τους δύο και έτσι και για την ίδια τη σεζόν. Η Elektra επιστρέφει από τους νεκρούς στην πλευρά του The Hand και είναι η καρδιά και το επίκεντρο όλης της σεζόν. Είναι ο πιο πολύπλοκος χαρακτήρας του «The Defenders», ακριβώς επειδή βρίσκεται ανάμεσα στο υπερόπλο που έχει γίνει στο παρόν και στο παρελθόν της ως καλή ηρωίδα στο πλευρό του Daredevil. Η διαδρομή που διανύει σε αυτά τα οκτώ επεισόδια είναι πιο μεγάλη από οποιονδήποτε άλλον και το φινάλε της ιστορίας της είναι αντάξιο της πορείας της.
+ Και επειδή μόνο οι γυναίκες ήταν αυτές που ξεχώρισαν από αυτή την υπερηρωική σύμπραξη του Netflix, η παρουσία της Sigourney Weaver στο ρόλο της επικεφαλής του The Hand ανέβασε σίγουρα ένα επίπεδο την αξία του πρότζεκτ. Στην τελική η Weaver είναι μια σταρ του σινεμά και ακόμη και στα 67 της χρόνια καταφέρνει να μαγνητίζει την οθόνη. Χωρίς να της δίνονται πολλά να κάνει και με το πρόβλημα του villain που έχει η Marvel να παραμένει, με την εμπειρία της και το εκτόπισμά της καταφέρνει να ξεπεράσει τα στενά όρια του χαρακτήρα της και για όσο εμφανίζεται να δικαιώσει ως ένα βαθμό το hype για αυτή τη σειρά.
+ Το καλύτερο πράγμα όμως στη σεζόν είναι το παιχνίδι με τα χρώματα που κάνει η φωτογραφία, δίνοντας έτσι μια καλλιτεχνική αίσθηση που σίγουρα την είχε ανάγκη η σειρά, μιας και έχουμε συνηθίσει τις ταινίες και σειρές με σούπερ ήρωες σπάνια να σπάνε το ρομποτικά υπολογισμένο καλούπι στο οποίο έχουν μπει. Η ιστορία του Daredevil λοιπόν έχει ως φόντο το κόκκινο χρώμα, της Jessica Jones το μπλε (έχοντας απαλλαγεί πλέον από το μωβ που συνόψιζε την επιρροή που είχε πάνω της ο Kilgrave), του Luke Cage το κίτρινο και του Iron Fist το πράσινο. Ακόμη και η Sigourney Weaver έχει το δικό της χρώμα, το απόλυτο λευκό. Και ακόμη μεγαλύτερο ενδιαφέρον υπάρχει όταν αυτοί οι ήρωες έρχονται μαζί, με τη χρωματική παλέτα της φωτογραφίας να αναμιγνύεται, δίνοντάς σου μια ιδέα για το ποιος βρίσκεται μέσα στην ιστορία ποιου. Χωρίς καμία αμφιβολία αυτή η σκηνοθετική άποψη του «The Defenders» ήταν και το μοναδικό στοιχείο που του επιτρέπει να αναπτύξει μια υποτυπώδη προσωπικότητα.
- Ας έρθουμε όμως τώρα στα αρνητικά, ξεκινώντας από τον Iron Fist που τον περιμέναμε να είναι η αχίλλειος πτέρνα αυτής της μάζωξης. Μπορεί να είναι ο πιο σημαντικός κρίκος αυτής της σεζόν, μιας και η δική του ιστορία αποτελεί τη βάση για να τεθούν σε κίνηση οι τροχοί της ιστορίας, αλλά καθώς η δική του σειρά είναι σίγουρα η πιο κακή που έχουμε δει από την επέλαση των σούπερ ηρώων στην τηλεόραση και έγινε πρόχειρα μόνο και μόνο για να οδηγήσει στο «The Defenders», η παρουσία του εδώ είναι το ίδιο βαρετή. Ευτυχώς η σειρά το καταλαβαίνει αυτό και τον αφήνει στην άκρη συγκριτικά με τους άλλους τρεις της παρέας, είναι όμως εμφανές πως έχει δουλευτεί πολύ λιγότερο συγκριτικά με τους χαρακτήρες γύρω του.
- Τόσες σκηνές δράσης υπάρχουν από το τρίτο επεισόδιο, όταν και γίνεται πράξη η ένωση των Defenders, μέχρι και το φινάλε και ούτε μια δεν είναι αξιομνημόνευτη. Μπορεί να περνάς καλά και ο γρήγορος ρυθμός να ευνοεί τη σειρά στο binge watching, όσο γρήγορα την καταναλώνεις όμως άλλο τόσο γρήγορα και την ξεχνάς. Και ίσως αυτό να είναι και το ζητούμενο εν τέλει, μιας και όλα εδώ έγιναν με τη λογική φαστ φούντ, αλλά είναι πραγματικά άσχημο από μια τέτοια κλιμάκωση να μην έχεις να κρατήσεις μια αξιόλογη και πρωτοποριακή σκηνή δράσης, με την τελική μάχη να γίνεται μέσα στο σκοτάδι και να μοιάζει με οποιαδήποτε άλλη έχεις δει στις ξεχωριστές σειρές των υπερηρώων που απαρτίζουν αυτή την ένωση.
- Η διάρκεια των οκτώ επεισοδίων της σειράς είναι πολύ καλή εξέλιξη, αφού τόσο στο «Luke Cage» και ειδικά στο «Iron Fist» έγινε εμφανές πως δεν χρειάζονται όλες οι ιστορίες οπωσδήποτε να διαρκούν 13 ωριαία επεισόδια. Από την άλλη όμως, περισσότερο από σειρά. Το «The Defenders» μοιάζει με μια 8ωρη b-movie της Marvel. Το αποτέλεσμα είναι για παράδειγμα τα δύο πρώτα επεισόδια να λειτουργούν σαν πρόλογος μιας κινηματογραφικής υπερηρωικής ιστορίας και το φινάλε δε διαφέρει από οποιαδήποτε αντίστοιχη ταινία του είδους στο σινεμά. Δηλαδή, όσο και αν στηρίζουμε την απόφαση για οκτώ επεισόδια αντί για 13, είναι τέτοια η διαχείρισή τους ώστε να νιώθεις ότι θα μπορούσαν να είναι ακόμη λιγότερα.
- Ας έρθουμε και στο φινάλε, το οποίο αφήνει την τύχη ενός χαρακτήρα μετέωρη, αφήνοντάς σε να ανησυχήσεις για αυτόν, μόνο για να επανέλθει πριν πέσουν οι τίτλοι τέλους και να ξεδιαλύνει το μυστήριο γύρω από αυτόν. Είναι ένα κλισέ στο οποίο έχει κολλήσει το υπερηρωικό είδος τόσο στο σινεμά όσο και στην τηλεόραση (ένα παράδειγμα μόνο είναι το «Batman v Superman») και μόνο και η ιδέα ότι μπορεί να οι δημιουργοί να νομίζουν πως πράγματι πιστέψαμε το κόλπο τους μυρίζει ναφθαλίνη. Δεν περιμέναμε το «The Defenders» να έρθει και να ανοίξει νέους δρόμους, αλλά σίγουρα δεν ξεχωρίζει για το πόσο έξυπνο είναι σεναριακά.