Με το «Suburbicon» ο George Clooney φαντάζει πια ξεπερασμένος

suburbicon
ΠΕΜΠΤΗ, 26 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2017

Η νέα σκηνοθετική απόπειρα του Clooney προσπαθεί ανεπιτυχώς να μιμηθεί το στυλ των αδερφών Coen.

Σε μια από τις πιο δημοφιλείς στιχομυθίες του «Trainspotting», ο Sick Boy εκφράζει την άποψη ότι ο καθένας είναι επίκαιρος και συγχρονισμένος με την εποχή του για κάποια στιγμή στη ζωή του, έως ότου χάσει αυτή την αίσθηση και η οποία δεν επανέρχεται ποτέ ξανά στη ζωή σου. Αυτό συμβαίνει σε όλους σχεδόν τους δημιουργούς, αφού είναι δύσκολο να έχεις διαρκώς επαφή με το τι είναι επίκαιρο και τα έργα σου να αποτελούν με αυθεντικό τρόπο μέρος αυτής της πραγματικότητας σε διαφορετικές εποχές. Πρόκειται για μια γλυκόπικρη σκέψη, αφού προϋποθέτει ότι το δημιουργικό peak σου δε διαρκεί για πάρα πολύ, αλλά ταυτόχρονα είναι και σημαία αλλαγής. Κάποιος θα ξεπεραστεί γιατί έχει έρθει κάποιος καινούριος να πάρει τη θέση του.

Ας πούμε ότι ο George Clooney έχει πλέον χάσει μια και καλή την επαφή με τις τάσεις της εποχής του και την ικανότητα να είναι σχετικός με τα κινηματογραφικά τεκταινόμενα. Κοιτάζοντας πίσω στην καριέρα του, μάλλον θα ορίζαμε το δημιουργικό του τέλος ως το κινηματογραφικό 2011, χρονιά κατά την οποία κυκλοφόρησαν το «The Ides of March», σε σκηνοθεσία του ίδιου και το «The Descendants» του Alexander Payne, στο οποίο έδωσε την τελευταία μέχρι σήμερα πραγματικά αξιόλογη ερμηνεία του. Έκτοτε τον είδαμε σε διάφορες ταινίες που όσες από αυτές πέτυχαν τους στόχους τους, σίγουρα δεν το έκαναν χάρη στον Clooney, ενώ το «The Monuments Men» που κυκλοφόρησε με τον ίδιο σε ρόλο σκηνοθέτη, σεναριογράφου, παραγωγού και πρωταγωνιστή, ήταν μια παταγώδης αποτυχία από κάθε άποψη που ανήκει ήδη στη λήθη. Υπό αυτή την έννοια, δε θα έπρεπε να μας κάνει καθόλου εντύπωση το πόσο κακή ταινία είναι πραγματικά το «Suburbicon», με το οποίο ο Clooney επιστρέφει στη σκηνοθεσία (αλλά όχι και μπροστά από την κάμερα).

Το «Suburbicon» έπαιξε στο Φεστιβάλ της Βενετίας, χωρίς να αποσπάσει καθόλου καλές κριτικές, ωστόσο το περιμέναμε με μια υποψία τα πράγματα να μην είναι τόσο άσχημα, κυρίως λόγω των πολλών αναφορών στους αδερφούς Coen. Ο Clooney έχει συμμετάσχει σε ταινίες των Coen και εδώ έχει την τύχη οι ίδιοι να του υπογράφουν το σενάριο, σε μια ιστορία που τοποθετείται σε ένα ήσυχο και ευκατάστατο προάστιο της Αμερικής των 50s και στο οποίο ξεσπά ξαφνικά ένα κύμα βίας όταν ένας άνδρας (Matt Damon) αποφασίζει να κάνει τα πάντα ώστε να διαφυλάξει την ακεραιότητα της οικογένειάς του. Φυσικά τα πράγματα δεν είναι ακριβώς όπως φαίνονται αρχικά και τα όρια της ανθρώπινης ανοησίας τίθενται στο μικροσκόπιο, χωρίς όμως να απεικονίζεται ούτε κατά διάνοια η μεθοδικότητα και το αειθαλές στυλ των Coen και στην οθόνη.

Παρά το ελκυστικό χολιγουντιανό καστ που διαθέτει ονόματα όπως ο Matt Damon, η Julianne Moore και ο Oscar Isaac, όλα στην ταινία φαίνονται ξεπερασμένα, ξεφτισμένα, αδιάφορα και χαοτικά και ειδικά όταν ο Clooney προσπαθεί να χωρέσει μέσα κοινωνική σάτιρα και σχόλιο για τον ρατσισμό, αλλά και θέλει να ακολουθήσει μέχρι τέλους τη βία της κεντρικής πλοκής, μπλέκει τόσο πολύ τις θεματικές, ώστε δεν αναπτύσσει πραγματικά καμία και έχει ακριβώς το αντίθετο αποτέλεσμα από αυτό που επιθυμεί. Μόνο το πέρασμα του απολαυστικού Isaac καταφέρνει να ξεχωρίσει, αλλά είναι αρκετά μικρό για να αλλάξει κάτι στη ροή του φιλμ.

Το πρωτόλειο υλικό θυμίζει σε σημεία το «A Serious Man» και σίγουρα θα μπορούσε να αναπτυχθεί πολύ καλύτερα υπό την αιγίδα των ίδιων των Coen, αλλά ο Clooney θέλει να πει τόσα πολλά και είτε αυτά που θέλει να πει είναι ξεπερασμένα ή υπάρχουν άλλοι που σήμερα τα λένε πολύ καλύτερα ή απλά δεν έχει τον τρόπο να περάσει τα μηνύματά του. Το αποτέλεσμα είναι μια βαρετή, αδιάφορη και άνοστη ταινία που θα ξεχαστεί πολύ γρήγορα, με τον 56χρονο Clooney να πρέπει να προσπαθήσει πολύ περισσότερο αν θέλει να μην ξεπεραστεί από την νέα εποχή του Χόλιγουντ, του κινηματογράφου, αλλά και της κοινωνίας.

Η ταινία κυκλοφορεί στις αίθουσες από την Odeon.

ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΟΣΧΟΣ / [email protected]