Who is who: Αλφρεντ Χίτσκοκ

who-is-who-alfrent-xitskok

Φωτογραφίες:ΙΜDb: ο μετρ του σασπένς Άλφρεντ Χίτσκοκ

ΚΥΡΙΑΚΗ, 03 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2013

«Πάντα να κάνεις το κοινό να υποφέρει όσο το δυνατόν περισσότερο». Αυτή είναι η συμβουλή του σπουδαιότερου ίσως σκηνοθέτη ταινιών τρόμου. Κι ακόμα κι αν ο ίδιος πίστευε ότι η ουσία δεν βρίσκεται στο ίδιο γεγονός αλλά στην αναμονή του, το click@Life, χωρίς καθυστέρηση σας παρουσιάζει τον άρχοντα του σασπένς, Άλφρεντ Χίτσκοκ.

Γεννημένος τον Αύγουστο του 1899, ο Άλφρεντ είναι το νεαρότερο από τα τρία παιδιά της οικογένειας του Γουίλιαμ και της Έμα Χίτσκοκ. Μεγαλώνοντας σε μια βαθιά θρησκευόμενη οικογένεια, η φοίτησή του σε αυστηρό καθολικό σχολείο, ήταν αναμενόμενη. Ωστόσο ο ίδιος, καταπιεσμένος, θα απομακρυνθεί από την θρησκεία και τις πρακτικές της και θα επιστρέψει σε αυτήν λίγο πριν το θάνατό του.

Στα δεκατέσσερά του χάνει τον πατέρα του κι εγκαταλείπει το σχολείο, άλλωστε όπως έχει δηλώσει κι ο ίδιος , δεν διασκέδαζε ιδιαίτερα μιας και έπεφτε συχνά θύμα χλευασμού λόγω του βάρους του, το οποίο θα του στερήσει και την στρατιωτική θητεία στον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο.

Τα πρώτα φιλμς

Τη δεκαετία του ’20 ο Χίτσκοκ κάνει τα πρώτα σκηνοθετικά του βήματα, τα οποία όμως δε στέφονται με επιτυχία. Τελικά το 1926 η τύχη του άλλαξε με την ταινία «Ο Ενοικιαστής» η οποία πήγε πολύ καλά στη Βρετανία. Το 1929, ξεκινά να δουλεύει την ταινία «Σκότωσα για την τιμή μου». Η ταινία θεωρείται από τους κριτικούς ταινία σταθμός μιας και είναι η πρώτη βρετανική ομιλούσα αλλά και μία από τις πρώτες γενικά στην ιστορία του κινηματογράφου. Την περίοδο 1934-1935, ο σκηνοθέτης πραγματοποιεί δύο από τα πιο γνωστά και σημαντικά έργα της καριέρας του «Ο άνθρωπος που γνώριζε πολλά», το οποίο θα ξανασκηνοθετήσει το 1956, και τα «39 Σκαλοπάτια». Στο τελευταίο μάλιστα ο Χίτσκοκ εισήγαγε στην κινηματογραφική αφήγηση και το «MacGuffin». Το «MacGuffin» είναι ένα στοιχείο- αντικείμενο της πλοκής, πολύ βασικό για τους πρωταγωνιστές αλλά άσχετο για το κοινό, που συχνά δεν μαθαίνει και τι ακριβώς είναι. Θα μπορούσε να θεωρηθεί η κινητήριος δύναμη της ταινίας. Το τρικ αυτό ενέπνευσε πολλούς σκηνοθέτες, όπως ο Ταραντίνο με το περίφημο περιεχόμενο του χαρτοφύλακα στο Pulp Fiction. Οι επιτυχίες και η αναγνώριση συνεχίζονται για τον Άγγλο σκηνοθέτη που σταδιακά γίνεται διάσημος και στην Αμερική. Οι New York Times θα τον χαρακτηρίσουν ως τον «σπουδαιότερο σκηνοθέτη μελοδραμάτων του κόσμου» και το έγκυρο Variety ως τον «καλύτερο Βρετανό σκηνοθέτη».

To Χόλιγουντ

Αν και αρχικά η αμερικανική βιομηχανία του θεάματος τον είχε απορρίψει, μιας και οι εταιρείες δεν πίστευαν ότι ο Χίτσκοκ είχε τη δυνατότητα να φτιάξει ένα φιλμ άξιο των χολιγουντιανών στάνταρ, το Μάρτιο του ’39 υπογράφει συμβόλαιο με τον D. Selznick. Από τους πιο δύστροπους παραγωγούς, ο Selznick είχε δηλώσει ότι ο Χίτσκοκ είναι ο μοναδικός σκηνοθέτης στον οποίο θα εμπιστευόταν τη δημιουργία μιας ταινίας.

Εντυπωσιασμένος από τις τεχνικές και οικονομικές δυνατότητες που έχει πλέον, ο Χίτσκοκ γυρίζει την πρώτη του ταινία σε αμερικανικό έδαφος , το «Ρεβέκκα», το οποίο κέρδισε το Όσκαρ καλύτερης ταινίας, αλλά όχι σκηνοθεσίας. Ο ίδιος μάλιστα δεν έχει βραβευτεί ποτέ με Όσκαρ εκτός από το 1967 όπου πήρε το τιμητικό και έδωσε το συντομότερο στην ιστορία του θεσμού ευχαριστήριο λόγο, λέγοντας απλά «Ευχαριστώ». Το 1941, συνεργάζεται με τον αγαπημένο του ηθοποιό, όπως θα δηλώσει, τον Κάρι Γκραντ στο έργο «Υποψίες». Στο πρωτότυπο σενάριο ο χαρακτήρας του Γκραντ είναι δολοφόνος αλλά προκειμένου να μη χαλάσει η εικόνα του ηθοποιού, ο Χίτσκοκ συμφώνησε να δώσει ένα διφορούμενο τέλος. Δύο χρόνια αργότερα γυρίζει «Το Χέρι που Σκοτώνει», την αγαπημένη του ταινία σύμφωνα με τον ίδιο.

Για τις επόμενες δεκαετίες θα συνεχίσει την επιτυχημένη πορεία του, δίνοντας σκηνοθετικές οδηγίες σε ηθοποιούς όπως ο Γκρέγκορι Πεκ, ο Τζέιμς Στιούαρτ, η Μάρλεν Ντίτριχ, η Ίνγκριντ Μπέργκμαν και η Γκρέις Κέλλυ, δείχνοντας ότι προτιμά τις ξανθιές. «Είναι τα καλύτερα θύματα», θα δηλώσει, επιμένοντας ότι σε αυτές ο θάνατος γράφει τόσο καλά όσο το «αίμα στο κατάλευκο χιόνι».

Στις αρχές του 1960 θα συνεργαστεί με την Paramount, μια από τις μεγαλύτερες εταιρείες παραγωγής και θα γυρίσει το γνωστότατο «Ψυχώ». Σήμερα η συγκεκριμένη ταινία είναι γνωστή ως «Ψυχώ του Χίτσκοκ», προς τιμήν του. Μια από τις πιο τρομακτικές ταινίες, που ενέπνευσε και αντιγράφτηκε όσο λίγες, το «Ψυχώ» στέρησε την ευκαιρία στον σκηνοθέτη να κάνει γύρισμα στη Ντίσνεϋλαντ, μιας κι ο Γουόλτ Ντίσνεϊ τη βρήκε «αποκρουστική». Δεν θα ήταν όμως αυτό το τέλος του Χίτσκοκ με τα θεματικά πάρκα, αφού είναι η φωνή στο παιχνίδι «Τα σαγόνια του καρχαρία» των στούντιο της Universal.

Τα Cameos

Σχεδόν σε κάθε του ταινία, ο Χίτσκοκ κάνει ένα μικρό πέρασμα. Στην πορεία, καθιέρωσε η μικρή αυτή εμφάνιση να γίνεται στην αρχή γιατί το κοινό τον αναζητούσε, και δεν ήθελε να τους αποσπά την προσοχή από την πλοκή. Είτε είναι ένας επιβάτης του τρένου (Ο Άγνωστος του Εξπρές), είτε βγάζει βόλτα τα σκυλιά του (Τα Πουλιά), είτε απλά κάθεται σε ένα τραπέζι (Τηλεφωνήσατε Ασφάλεια Άμεσου Δράσεως). Ο Χίτσκοκ είναι εκεί ενισχύοντας τη πρακτική του να παίζει με τους θεατές και να τους αντιμετωπίζει ως ηδονοβλεψίες.

Η τελευταία του ταινία, «The Short Night» δεν ολοκληρώθηκε ποτέ. Στις 29 Απριλίου 1980, ο σκηνοθέτης άφησε την τελευταία του πνοή μαζί με μια ανεκτίμητη κι αξεπέραστη κινηματογραφική κληρονομιά.

Ενδεικτική Φιλμογραφία: «Ο Ενοικιαστής» (1927), «Σκότωσα για την τιμή μου» (1929), «Ο άνθρωπος που ήξερε πολλά» (1934), «39 Σκαλοπάτια» (1935), «Η εξαφάνιση της κυρίας» (1938), «Ρεβέκκα» (1940), «Υποψίες» (1941), «Το χέρι που σκοτώνει» (1943), «Υπόθεση Νοτόριους» (1946), «Ο Βρόγχος» (1948), «Ο Άγνωστος του Εξπρές» (1951), «Τηλεφωνήσατε Ασφάλεια Άμεσου Δράσεως» (1954), «Σιωπηλός Μάρτυς» (1954), «Το Κυνήγι του Κλέφτη» (1955), «Δεσμώτης του Ιλίγγου» (1958), «Στη σκιά των τεσσάρων γιγάντων» (1959), «Ψυχώ» (1960), «Τα Πουλιά» (1963), «Σχισμένο Παραπέτασμα» (1966), «Topaz» (1969), «Φρενίτις» (1972), «Οικογενειακή Συνομωσία» (1976).

Πληροφορίες: Η ταινία «Hitchcock», με πρωταγωνιστή τον Άντονι Χόπκινς θα προβληθεί στις ελληνικές αίθουσες στις 7/2/2013.

NANTIA KAΚΛΗ