Κριτική ταινίας:«Μεγάλες Προσδοκίες»
Το κλασικό μυθιστόρημα του Charles Dickens «Μεγάλες Προσδοκίες» (1861) γνωρίζει μια νέα προσαρμογή για τη μεγάλη οθόνη από το βραβευμένο Μάικ Νιούελ («Τέσσερις Γάμοι και μια Κηδεία», «Ο Χάρι Πότερ και Το Κύπελο της Φωτιάς»).
«Μεγάλες Προσδοκίες»
Ο Νιούελ κάνει μια ανασύσταση της εποχής αποτυπώνοντας τη σκυθρωπή ατμόσφαιρα της βικτωριανής περιόδου και με ένα καθαρά επιτηδευμένο ύφος αποδίδει τη γνωστή ιστορία του ορφανού Πιπ.
«Οι Μεγάλες Προσδοκίες» έχουν διασκευαστεί κινηματογραφικά αρκετές φορές, με αντιπροσωπευτική και αξιομνημόνευτη την ομώνυμη ταινία του Ντέιβιντ Λιν το 1946.
Ο συγγραφέας, έχοντας μια τραυματική εμπειρία της φτώχειας και της αδικίας κατά την παιδική του ηλικία, πλάθει χαρακτήρες και γεννά με τη φαντασία του καταστάσεις που αντικαθρεπτίζουν τη βρετανική κοινωνία των βικτοριανών χρόνων.
Ο πλούτος έρχεται σε αντίθεση με τη μιζέρια και τη μεγάλη φτώχεια, ο έρωτας βρίσκεται σε συνεχή διαμάχη με την απόρριψη, ο σνομπισμός με την πίκρα των περιφρονημένων, το δίκαιο με το άδικο. Στο τέλος νικά η καλοσύνη, η καλή πλευρά του ανθρώπου έρχεται στην επιφάνεια ενώ ο σκοταδισμός και το κακό περιορίζονται. Στις «Μεγάλες Προσδοκίες», μάλιστα, ο συγγραφέας εμβαθύνει περισσότερο στην ψυχολογική ανάλυση των προσώπων του σε σχέση με άλλα έργα του.
Ο βρετανός σκηνοθέτης Μάικ Νιούελ καταφέρνει να αποδώσει το πνεύμα του Dickens, όπως αυτό παρουσιάζεται μέσα στο μυθιστόρημα; Σε γενικές γραμμές όλες οι παραπάνω ιδέες αναπαρίστανται μέσα στην ταινία «Μεγάλες Προσδοκίες», ωστόσο, αυτή η νέα βερσιόν του 2012 μένει στην επιφάνεια χωρίς να εμβαθύνει στα πρόσωπα.
Για όσους δεν γνωρίζουν την ιστορία, ο Πιπ (Tόμπι Ίρβιν) είναι ένα ορφανό δεκάχρονο αγόρι που μένει με την αυταρχική αδελφή του και τον άνδρα της σε μια επαρχία της Βρετανίας. Μια μέρα θα γνωρίσει τη Μις Χάβισαμ (Έλενα Μπόναμ Κάρτερ), μια εκκεντρική και παράξενη κυρία που μένει απομονωμένη σε έναν πύργο, παθολογικά προσκολλημένη σε ένα χαμένο έρωτα.
Ο Πιπ θα αναλάβει να κάνει παρέα στην προστατευόμενή της, τη μικρή Εστέλα (Έλενα Μπάρλοου). Θα την ερωτευτεί και θα συνεχίσει να την αγαπά για όλη του τη ζωή. Έπειτα γίνεται ένα χρονικό άλμα στη διήγηση και μεταφερόμαστε αρκετά χρόνια μετά, όταν νεαρός πια, ο Πιπ (Τζέρεμι Ίρβιν) μαθαίνει ότι έχει κληρονομήσει μια μεγάλη περιουσία από κάποιον άγνωστο. Πηγαίνει από την επαρχία στο Λονδίνο και μεταμορφώνεται σε τζέντλεμαν. Κάποια στιγμή συναντά την Εστέλα (Χόλιντεϊ Γκρέιντζερ). Λίγο αργότερα, μαθαίνει ότι ο «ευεργέτης» του είναι μια παλιά του γνωριμία.. Στη συνέχεια, νέες εξελίξεις δίνουν στην πλοκή ένα περιπετειώδη χαρακτήρα.
Ο σκηνοθέτης σκιαγραφεί με έντονα χρώματα τις κοινωνικές διακρίσεις στην Αγγλία στα μέσα του 19ου αιώνα. Διάφορα περιστατικά μεταξύ φτωχών και πλουσίων εκτίθενται στην οθόνη, όπως και ανταγωνισμοί ή μαθήματα καλής συμπεριφοράς («savoir-vivre»). Οι εικόνες από το σιδεράδικο όπου δουλεύει ο ανήλικος Πιπ έρχονται σε αντίθεση με το αριστοκρατικό περιβάλλον της αγροτικής έπαυλης.
Από την άλλη, το σαλόνι στο οποίο φαίνεται να έχει ακινητοποιηθεί για όλη της τη ζωή η δυστυχισμένη Μις Χάβισαμ είναι γεμάτο αράχνες και σκόνη. Διάφορα ποντίκια περπατάνε πάνω σε ένα παλιό γαμήλιο τραπέζι υποδεικνύοντας τη σήψη και τη φθορά του μυαλού της κυρίας.
Η Μις Χάβισαμ, ενδεδυμένη με μια τουαλέτα αντίστοιχα σκονισμένη και πίσω από ένα πλήθος από τούλια, μοιάζει να συμπληρώνει το ντεκόρ, συνιστώντας μια φιγούρα ξωτικού, αναπόσπαστου από το σύνολο. Η ζωή της κυρίας «σταμάτησε» όταν την εγκατέλειψε ο αρραβωνιαστικός της. Αυτό το γεγονός υποδηλώνεται με ένα έξυπνο πλάνο που δείχνει σε flash-back τη Μις Χάβισαμ νέα, ντυμένη νύφη και θλιμμένη. Το πλάνο κλείνει με δύο κουρτίνες που πέφτουν, όπως πέφτει η αυλαία στο θέατρο.
Οι ερμηνείες των προσώπων γίνονται με έναν πομπώδη τρόπο, με φράσεις γεμάτες στόμφο και με ένα εμφαντικό τονισμό, αρκετά ενοχλητικό. Η απροκάλυπτη προσποίηση προσθέτει μία επιπλέον αδυναμία στο, ούτως ή άλλως, επιδεικτικό ύφος της ταινίας. Η ψυχολογική εξέλιξη των προσώπων παραμελείται και οι χαρακτήρες δίνονται με αδρές πινελιές. Για παράδειγμα, ο Πιπ αλλάζει ξαφνικά status, από φτωχό παιδί του χωριού γίνεται τζέντλεμαν. Αυτή η μεγάλη αλλαγή στη ζωή του γίνεται αντιληπτή στο θεατή μόνο από τα κοστούμια που αυτός αλλάζει και από το διαφορετικές του συνήθειες. Η δραματουργική μελέτη του αρχικού κειμένου δεν φαίνεται να πολύ-απασχολεί το Μάικ Νιούελ.
Χωρίς να φθάνει τον αφελή και συναρπαστικό λυρισμό της προηγούμενης προσαρμογής του Αλφόνσο Κουαρόν, η ταινία «Μεγάλες Προσδοκίες» του Νιούελ προσφέρει ένα ευχάριστο θέαμα και μια γραφική αναπαράσταση του περιβάλλοντος μέσα στο οποίο δρουν οι ήρωες του Dickens.
Παίζουν: Ρέιφ Φάινς, Tόμπι Ίρβιν, Έλενα Μπόναμ Κάρτερ, Έλενα Μπάρλοου, Τζέισον Φλέμινγκ, Tζέρεμι Ίρβιν, Χόλιντεϊ Γκρέιντζερ, Σάλι Χόκινς. Η ταινία προβάλλεται από την Odeon.
ΔΗΜΗΤΡΑ ΓΙΑΝΝΑΚΟΥ