Κριτική ταινίας:«Trance»

kritiki-tainiastrance

ΠΕΜΠΤΗ, 09 ΜΑΙΟΥ 2013

Η νέα ταινία «Trance» του Danny Boyle είναι ένα θρίλερ βίαιο και σκοτεινό, γεμάτο απρόσμενες εξελίξεις και μεταστροφές καταστάσεων όπου η πραγματικότητα και το όνειρο αλλάζουν διαδοχικά θέσεις παρασύροντας το θεατή σε ένα ταξίδι στα βάθη της μνήμης.

«Trance»

Ο Danny Boyle, αφού μάζεψε αρκετά βραβεία από τις προηγούμενες ταινίες του και αφού ανέλαβε την οργάνωση της τελετής έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων του 2012 στο Λονδίνο, αποφάσισε να πραγματοποιήσει ένα project που του είχε προταθεί πριν από είκοσι περίπου χρόνια: τη μεταφορά στη μεγάλη οθόνη του «Trance». Η επινόηση της ιστορίας είναι του Joe Aheame ο οποίος τη διασκεύασε για την τηλεόραση το 2001. Το σενάριο τώρα υπογράφεται από τον John Hodge, σεναριογράφο και των τεσσάρων πρώτων ταινιών του σκηνοθέτη.

Η δομή, η πλοκή και η δραματικές τεχνικές του «Trance» παραπέμπουν σε άλλες ταινίες. Παρακολουθώντας την εξέλιξη των γεγονότων, δεν μπορεί να μην μας έρθει στο μυαλό το «Inception» του Κρίστοφερ Νόλαν. Οι ιδέες της κλοπής, της παρανομίας, της ύπνωσης και του ασυνειδήτου που βγαίνει στην επιφάνεια και αποκαλύπτει καλά κρυμμένες αλήθειες διαποτίζουν τα δύο έργα, τοποθετώντας τα στην κατηγορία των ταινιών που «παίζουν» με τα όρια ύπνου και αφύπνισης, φαντασιακού και πραγματικού. Αρκετές παραγωγές δε, τα τελευταία χρόνια δείχνουν μια προτίμηση στο παραπάνω είδος.

Ο Φρανκ (Vincent Cassel) και οι συνεργάτες του στήνουν ένα καλομελετημένο πλάνο ληστείας ενός πανάκριβου πίνακα του Γκόγια, τον «Witches in Flight» που αναπαριστά το πέταγμα μερικών μαγισσών. Ένα έργο τέχνης του οποίου η θεματολογία και η αισθητική θα ενέπνευσε τον Aheame όταν έγραψε το αρχικό σενάριο. Ο Σάιμον (James McAvoy) είναι ένας ειδικός σε έργα τέχνης καθώς εργάζεται σε έναν οίκο δημοπρασιών. Ο Σάιμον θα γίνει συνεργός στo όχι και τόσο τέλειο έγκλημα. Έπειτα από ένα βίαιο χτύπημα που δέχεται στο κεφάλι, παθαίνει διάσειση. Όταν ξυπνά, δεν θυμάται σε ποιο σημείο έκρυψε τον πολύτιμο πίνακα. Η υπόλοιπη συμμορία θα δοκιμάσει όλες τις τεχνικές για να του επαναφέρει τη μνήμη. Θα φθάσει, μάλιστα, στο σημείο να επισκεφτεί μια έμπειρη υπνoθεραπεύτρια, την Ελίζαμπεθ (Rosario Dawson) για να ανασύρει την απάντηση και την αλήθεια μέσα από τα άδυτα του μυαλού του Σάιμον…

Η δραματική δομή αυτού του εγχειρήματος του Boyle μας οδηγεί στα χνάρια του πρώτου του φιλμ «Μικρά Εγκλήματα Μεταξύ Φίλων», όπου και εκεί η ίντριγκα περιστρέφεται γύρω από τρία πρόσωπα (στο «Trance», γύρω από το Σάιμον, το Φρανκ και την Ελίζαμπεθ).

Η δυναμική της ιστορίας καθίσταται ενδιαφέρουσα όλο και πιο πολύ καθώς δεν γίνεται σαφές για ποιο από τα τρία βασικά πρόσωπα έχει συντεθεί ο μύθος. Ο σκηνοθέτης δείχνει να αρέσκεται στο να «παίζει» με τις αναμονές του κοινού και να το ξαφνιάζει, εφόσον αρχικά νομίζουμε ότι παρακολουθούμε ένα φιλμ πάνω σε μια απάτη και μια ληστεία ενώ στη συνέχεια γινόμαστε θεατές μιας «μάχης» μεταξύ ασυνείδητου και πραγματικότητας.

Ζητήματα ταυτότητας έρχονται στην επιφάνεια κατά το ρου της ιστορίας, ερωτήματα πάνω στις προθέσεις, τις αθέατες πλευρές του χαρακτήρα και τα κίνητρα των πράξεων των προσώπων. Ερωτήματα που θα μπορούσε να θέσει κανείς και για τον ίδιο τον Danny Boyle, ένα σκηνοθέτη άστατο και ακραίο, με ετερόκλιτη φιλμογραφία και ποικίλα θέματα να τον απασχολούν από τις αρχές της δεκαετίας του ’90. Στη συγκεκριμένη ταινία υιοθετεί ένα ύφος που παραπέμπει στο «Trainspotting», οικειοποιούμενος ένα φρενήρη ρυθμό αλλαγής και αντιστροφής των καταστάσεων. Ο θεατής βρίσκεται παγιδευμένος στη σαγήνη των εικόνων και εμπλέκεται μέσα στην τέχνη της αταξίας του σκηνοθέτη, μια αταξία και ένα χάος που καθοδηγείται από τις ορμές και τις παρωθήσεις των ηρώων-θυμάτων.

Οι βιρτουόζικες ικανότητες του σκηνοθέτη αποδεικνύονται ακόμη πιο έντονα στο «Trance» και θα εντυπωσιάσουν τους περισσότερους θεατές. Διευθυντής φωτογραφίας είναι ο Antony Dodd Mantie με τον οποίο έχει ξανασυνεργαστεί ο σκηνοθέτης για τις ταινίες «28 Days Later» και «Slumdog Millionaire».

Ζωηρά χρώματα, κάδρα μπαρόκ και φωτισμοί που παραπέμπουν στην ψευδαίσθηση μαρτυρούν την προσεγμένη δουλειά του φωτογράφου μέσα στην προσπάθειά του να συνθέσει και να αναπαραστήσει ένα περιβάλλον ονειρισμού, κατά τις υποδείξεις του Danny Boyle. Η μουσική με τους ηλεκτρονικούς ήχους του Rick Smith του γκρουπ Underground, παράξενη και γεμάτη ενέργεια προσδίδει στο φιλμ τον παλμό που του αντιστοιχεί. O Rick Smith είναι, επίσης, ο δημιουργός του τραγουδιού Born Slippy από το «Trainspotting».

Η ερμηνεία των ηθοποιών, βέβαια, συμβάλλει στο αποτέλεσμα του θεάματος που προσφέρει το «Trance». Ο James McAvoy θυμίζει λίγο τον Erwan Mc Gregor (η ταινία ξεκινά με μια voix-of όπως και το Trainspotting) ενώ η καλλιτεχνική υποστήριξη του Vincent Cassel είναι από τις πιο επιτυχημένες. Δίπλα τους η Rosario Dawson στέκει αξιοπρεπώς με πειστικότητα ολοκληρώνοντας το συναρπαστικό τρίο. Η Ελίζαμπεθ εκφράζει σπάνια τα συναισθήματά της. Ωστόσο, είναι χαρακτηριστικό ότι η διαφορετική, κάθε φορά, κόμμωσή της προδίδει διάφορες πλευρές της προσωπικότητάς της. Η ταινία αποτελεί μία από τις πιο αντιπροσωπευτικές παραγωγές του σκηνοθέτη.

Παίζουν: James McAvoy, Rosario Dawson, Vincent Cassel, Tuppence Middleton. Η ταινία προβάλλεται από την Odeon.

ΔΗΜΗΤΡΑ ΓΙΑΝΝΑΚΟΥ