Κριτική ταινίας:«Το αγόρι τρώει το φαγητό του πουλιού»
Ρεαλισμός και αλληγορία συνυπάρχουν αριστοτεχνικά στη βραβευμένη πρώτη ταινία μυθοπλασίας «Το αγόρι τρώει το φαγητό του πουλιού» του νέου κινηματογραφιστή Έκτορα Λυγίζου.
«Το αγόρι τρώει το φαγητό του πουλιού»
Το αγόρι τρώει το φαγητό του πουλιού γιατί δεν έχει τίποτε άλλο να φάει καθώς έρχεται αντιμέτωπο με την ανεργία, την παντελή έλλειψη χρημάτων και, συνακολούθως, την πείνα. Μια σύγχρονη εκδοχή, θα λέγαμε, του μυθιστορήματος «Η Πείνα» του Knut Hamsun το οποίο έχει ήδη διασκευαστεί μία φορά για τη μεγάλη οθόνη από τον Henning Carlsen το 1966.
Ένας νέος (Γιάννης Παπαδόπουλος) ζει μόνος σε ένα μικρό διαμέρισμα της Αθήνας παρέα με ένα καναρίνι. Από τα πρώτα λεπτά αντιλαμβανόμαστε ότι αυτός ο νέος πεινάει και δεν έχει να φάει, αρκούμενος σε μερικά σπόρια της τροφής που μοιράζεται με το πουλί, σύντροφό του. Άφραγκος, χωρίς δουλειά, προσπαθεί να βρει διέξοδο τρώγοντας ό, τι βρει: αποφάγια από τα σκουπίδια, πεσμένα σύκα από το δένδρο του ακάλυπτου, λίγη ζάχαρη που κλέβει από έναν ηλικιωμένο… Αναζητά δουλειά ως τραγουδιστής, καθώς έχει μια ιδιαίτερα αισθαντική φωνή, αλλά δεν τα καταφέρνει. Μια άλλη απόπειρα ανεύρεσης εργασίας τον βυθίζει ακόμη περισσότερο στο αδιέξοδο. Στο μεταξύ, οι απλήρωτοι λογαριασμοί καθιστούν ακόμη πιο τραγική την κατάστασή του...
Η πείνα αυτού του νέου, οι αντιδράσεις του, οι περιπλανήσεις και οι περιπέτειες του μέσα στην πόλη, οι συνεχείς μεταβάσεις από το όνειρο στην πραγματικότητα, από την ψευδαίσθηση στην ξαφνική διαύγεια δεν μπορούν να μην παραπέμψουν στον αντίστοιχο ήρωα της ταινίας «Η Πείνα» που προαναφέρθηκε. Κάποιες διαφορές, φυσικά, υπάρχουν. Όπως το ότι εκείνος προσπαθεί να ξεγελάσει την πείνα του με τα λιγοστά ψίχουλα που έχουν απομείνει σε ένα άδειο ντουλάπι και όχι με τα σπόρια ενός πουλιού. Ωστόσο, η ουσία μένει η ίδια και κατά την εξέλιξη της πλοκής παρουσιάζονται αρκετά στοιχεία (κοπέλα, αποχωρισμός από προσωπικά αντικείμενα) που θυμίζουν το παραπάνω σκανδιναβικό φιλμ, αναγνωρισμένο για τη μοναδικότητά του.
Η σκανδιναβική επιρροή, θα λέγαμε ότι επεκτείνεται και στην αισθητική προσέγγιση της ιστορίας από τον ταλαντούχο Έκτορα Λυγίζο. Η συχνή χρήση της κάμερας στον ώμο δραματοποιεί ακόμη περισσότερο τη διήγηση προσθέτοντας έναν οξύ ρεαλισμό. Ο θεατής παρακολουθεί το κεντρικό πρόσωπο σε κάθε του κίνηση, σφυγμομετρεί τα άγχη του, συμπάσχει στις αγωνίες του, συμμερίζεται την απόγνωσή του.
Χαρακτηριστικά είναι τα πολύ κοντινά, σφιχτά πλάνα στο πρόσωπο του ήρωα ή και σε μέρη του σώματός του. Όπως το πολύ κοντινό στο ιδρωμένο πίσω μέρος του κεφαλιού ως αντανάκλαση της πίεσης και της έξαρσης στην οποία βρίσκεται το σώμα του λόγω της πείνας. Στην πορεία της ταινίας, διαπιστώνουμε ότι και εμείς έχουμε εμπλακεί στον ασφυκτικό κλοιό που περιζώνει όλο και περισσότερο το νεαρό.
Κατά την εξέλιξη του έργου, παρατηρείται μια προβολή του νέου στο πουλί. Ο νέος, όπως και το πουλί, έχει πολύ ωραία φωνή και αυτό που χρειάζεται είναι τροφή, νερό και συντροφιά. Η καλλιτεχνική φωνή σε συνδυασμό με την εξάντληση του -και ο τρόπος αναπαράστασης αυτών- αντανακλά στοιχεία από το φιλμ του Κισλόφσκι «Η Διπλή Ζωή της Βερόνικα».
Ο νέος, όπως και το πουλί βρίσκεται παγιδευμένος, σαν σε κλουβί, σε ένα λαβύρινθο πενίας και φρίκης. Σε πρώτο επίπεδο, θα λέγαμε ότι το «φάντασμα» της ελληνικής οικονομικής κρίσης πλανάται πάνω από αυτή την απλή ιστορία του Έκτορα Λυγίζου. Η ανεργία και οι δύσκολες συνθήκες διαβίωσης και επιβίωσης, ως απότοκο αυτής, καταγράφονται με στυγνό και άκρως ρεαλιστικό τρόπο. Ο ήρωας ταλαντεύεται μεταξύ λογικής και παραφροσύνης καθώς η Ανάγκη (με Α κεφαλαίο) κονταροχτυπιέται με την προσπάθεια διατήρησης της αξιοπρέπειας. Η ταινία σε αρκετά σημεία παραπέμπει στην κρίσιμη κατάσταση της σύγχρονης Ελλάδας. Κάτω από αυτήν την οπτική γωνία, το φιλμικό κείμενο λειτουργεί ως μια συνεκδοχή (ένα μέρος αντί ενός γενικού συνόλου).
Χαρακτηριστικό είναι το πλάνο όπου ο νέος καλύπτει το κλουβί με την ελληνική σημαία, μέσα στην προσπάθειά του να προστατέψει το πουλί από τις «γάτες», όπως λέει. Το ντεκόρ συμπληρώνεται με κάποια σπασμένα αγάλματα ηρώων της ελληνικής επανάστασης (;) –τα γλυπτά φέρουν φουστανέλα- που κείτονται πεσμένα κάτω, μέσα στα χαλάσματα πίσω από το κλουβί…
Το «Αγόρι Τρώει το Φαγητό του Πουλιού» χαιρετήθηκε με θαυμασμό στα διάφορα φεστιβάλ του κόσμου όπου προβλήθηκε. Η εξαιρετική φόρμα κινηματογράφησης της ταινίας και το διεισδυτικό βλέμμα του σκηνοθέτη σε μια πραγματικότητα αδιεξόδων και παραλογισμού απέφεραν πολλά βραβεία, μεταξύ των οποίων το Βραβείο της Διεθνούς Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου (FIPRESCI), το πρώτο βραβείο της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου (Καλύτερης Ταινίας - Βραβείο Πρωτοεμφανιζόμενου Σκηνοθέτη-Βραβείο Α’ Ανδρικού Ρόλου για την ερμηνεία του Γιάννη Παπαδόπουλου) και, πιο πρόσφατα, το Α’ Βραβείο στο Φεστιβάλ Crossing Europe στο Λινζ της Αυστρίας.
Παίζουν: Γιάννης Παπαδόπουλος, Λίλα Μπακλέση, Κλεοπάτρα Περάκη, Γιάννης Κομματάς. Ανεξάρτητη παραγωγή.
ΔΗΜΗΤΡΑ ΓΙΑΝΝΑΚΟΥ