Φεστιβάλ Νύχτες Πρεμιέρας: οι ταινίες που μας άρεσαν ως τώρα
Φωτογραφία από την ταινία του Γιαν Γκονζάλες «Ραντεβού μετά τα μεσάνυχτα»
Τις 11 μέρες που διαρκούν οι Νύχτες Πρεμιέρας σαν ξαφνικά η Αθήνα να γίνεται πιο όμορφη πόλη. Ο κόσμος γεμίζει τα σινεμά και μιλάει για ταινίες, και η ρουτίνα της καθημερινότητας σταματά αφήνοντας ως μόνη έγνοια το αν θα προλάβεις μια προβολή από τον Δαναό στο Odeon Όπερα και αντίστροφα. Το φετινό πρόγραμμα προσφέρει πολλές επιλογές τόσο από το ελληνικό όσο και από το παγκόσμιο σινεμά, και η περιήγηση στις αίθουσες είναι τα Χριστούγεννα του σινεφίλ.
Εν μέσω κρίσης και όσων συμβαίνουν γύρω μας τίθεται εύλογα το ερώτημα αν το σινεμά αποτελεί πολυτέλεια ή όχι, αλλά στην πραγματικότητα αυτές είναι οι εποχές που αποκτά και μεγαλύτερη σημασία. Αυτό το αντιλαμβάνεται και το ίδιο το φεστιβάλ θέτοντας ως φετινό του σύνθημα το «Memini ergo sum». Φτάνοντας στου δρόμου τα μισά για τις 19ες Νύχτες Πρεμιέρας, ας δούμε τι μας έχει μείνει μέχρι στιγμής υπενθυμίζοντας ότι φέτος συγχρηματοδοτούνται από την Ελλάδα και την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Η επιλογή της «Frances Ha» ως ταινία έναρξης ήταν φανταστική. Η ταινία του Noah Baumbach βρίσκεται κάπου μεταξύ του «Manhattan» του Woody Allen και της επιτυχημένης τηλεοπτικής σειράς Girls, και καταφέρνει να πιάσει άψογα το κλίμα και τις ανησυχίες της γενιάς όσων είναι γύρω στα 25. Η Greta Gerwig είναι ένας θησαυρός και δικαιώνεται η άποψή της ότι μια ταινία δε χρειάζεται να έχει οπωσδήποτε σεξ ή ένα ρομάντζο για να είναι καλή, και το συμπέρασμα είναι ότι δεν υπάρχει άνθρωπος που να μη λάτρεψε αυτή την ταινία.
Μια από τις πιο πειραματικές προβολές του φεστιβάλ ήταν το «The Great Flood» του Bill Morrison το οποίο πραγματοποιεί το εξής: συνδυάζει εικόνες-ντοκουμέντα από τις καταστροφικές πλημμύρες του Μισσισσιππή το 1927 και τις ντύνει μουσικά με τις free jazz συνθέσεις του κιθαρίστα Bill Frisell. Κάπως έτσι δημιουργείται ένα ιδιαίτερο και αβάν-γκαρντ αποτέλεσμα που αν και μοιάζει αρκετά «καμένο», ικανοποιεί τους λίγους που ήξεραν τι να περιμένουν. Της προβολής προηγήθηκε το «Just Ancient Loops» επίσης του Bill Morrison με σκηνές που φθάνουν από την κοσμογονία μέχρι το Χριστό, με τις εικόνες από το αχανές διάστημα να εντυπωσιάζουν.
Οι εκπλήξεις του διαγωνιστικού τμήματος
Το διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ σταθερά κρύβει αρκετές ευχάριστες εκπλήξεις, και μια από αυτές είναι και το «You and the Night» («Ραντεβού μετά τα μεσάνυχτα») του Yann Gonzalez, αδερφού του μουσικού Anthony Gonzalez των αγαπητών στο indie κοινό M83. Η άψογα στυλιζαρισμένη ταινία πραγματοποιεί μια δικιά της ανάγνωση στη «Φιλοσοφία του Μπουντουάρ» του Σαντ, και παράλληλα φλερτάρει με το κιτς του πρώιμου Almodovar. Μεταξύ άλλων συμμετέχουν ο 19χρονος γιος του Alain Delon που έχει τρομακτική ομοιότητα με τον πατέρα του και ο πρώην σταρ του ποδοσφαίρου Eric Cantona φορώντας… προσθετικό πέος, και αν όλα αυτά φαίνονται αρκετά περίεργα δένουν άψογα υπό το βλέμμα του Gonzalez. Ίσως βάζει περισσότερο πάθος απ’ ό,τι χρειάζεται και χάνει τον ειρμό του, αλλά είναι ένα πολλά υποσχόμενο ντεμπούτο που με το soundtrack των ίδιων των M83 κερδίζει πολλούς πόντους.
Η ταινία που περιμέναμε ωστόσο περισσότερο από το διαγωνιστικό τμήμα είναι το «Short Term 12» του Destin Cretton, το οποίο αποθεώθηκε από τους Αμερικανούς κριτικούς το καλοκαίρι που μας πέρασε φιγουράροντας με ένα ποσοστό 99% στο Rotten Tomatoes. Η υπόθεση είναι απλή, και σχετίζεται με μια νεαρή υπεύθυνη σε κέντρο φιλοξενίας παιδιών με προβλήματα συμπεριφοράς που ταυτίζεται με την ιστορία ενός κοριτσιού, αναβιώνοντας έτσι εφιαλτικές μνήμες του παρελθόντος. Είναι κάτι που το έχουμε δει πολλές φορές στο παρελθόν, αλλά σίγουρα όχι τόσο καλά και τόσο ανθρώπινα.
Η πρωταγωνιστική ερμηνεία της ανερχόμενης Brie Larson (για πολλούς η επόμενη Jennifer Lawrence) είναι καταπληκτική, και παρά το ότι το φιλμ δανείζεται όλα τα στερεότυπα του αμερικανικού indie σινεμά, καταφέρνει να ξεχωρίσει στις λεπτομέρειες. Οι πιο καθηλωτικές σκηνές της ταινίας γίνονται ένα ραπάρισμα και μια παιδική εικονογραφημένη ιστορία, και απλά ελπίζουμε να βλέπουμε πιο συχνά ταινίες με τέτοια ψυχή ακόμη και ας μην πρωτοτυπούν.
Ταινίες με ...δυνατή μουσική
Σκηνή από την ταινία «Twenty Feet from Stardom» (Λίγα μέτρα από τη διασημότητα) του Μόργκαν Νέβιλ
Όσον αφορά στο μουσικό κομμάτι του φεστιβάλ που πάντα προσφέρει highlights, το κοινό περίμενε με ανυπομονησία το «Mistaken for Strangers», δηλαδή το ντοκιμαντέρ του Tom Berninger για τη σχέση του με τον αδερφό του, Matt Berninger τον οποίο ξέρουμε ως frontman των National.
Το κύριο πρόβλημα με αυτό το ντοκιμαντέρ είναι ότι ουσιαστικά δεν είναι μουσικό, αφού επικεντρώνεται υπερβολικά πολύ στο πόσο ο Tom είναι το μαύρο πρόβατο της οικογένειας και δεν έχει πετύχει τίποτα σε σχέση με τον γεμάτο αυτοπεποίθηση Matt. Αυτή η σχέση δεν αναπτύσσεται σε βάθος όσο θα έπρεπε, και έτσι αυτό που μένει στο θεατή είναι μια γεύση ζήλειας του Tom προς τον Matt.
Πέρα από αυτά πάντως, βλέπουμε κάποια backstage πλάνα από την περιοδεία των National που αποδεικνύουν ότι είναι η πιο intellectual ροκ μπάντα στον πλανήτη, και το φινάλε με μια φοβερή live ερμηνεία του «Terrible Love» αφήνει θετικές εντυπώσεις παρά το μέτριο γενικά αποτέλεσμα.
Από αλλού το περιμέναμε, και από αλλού μας ήρθε το αριστούργημα στο μουσικό διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ. Το «Twenty Feet from Stardom» ίσως να μη σε ελκύει ξεφυλλίζοντας το πρόγραμμα, αλλά δεν υπάρχει άτομο που να το επέλεξε και να μην ενθουσιάστηκε. Πρόκειται για ένα ντοκιμαντέρ με τις σημαντικότερες δεύτερες φωνές στην ιστορία της μουσικής που ποτέ δε βρέθηκαν στο προσκήνιο, αν και έθεσαν τις βάσεις για κάποιες από τις μεγαλύτερες επιτυχίες όλων των εποχών.
Η ιστορία που ξεχωρίζει είναι αυτή της σπουδαίας Merry Clayton στην οποία χρωστάμε τα δεύτερα φωνητικά στο ρεφραίν του «Gimme Shelter» των Rolling Stones. Είναι αδύνατο να μην ανατριχιάσεις με την ιστορία της ηχογράφησης και με την ερμηνεία της, όπως επίσης είναι αδύνατο αυτό το ντοκιμαντέρ να μη φτάσει μέχρι τα φετινά Όσκαρ.
Το μεγαλύτερο hype στις φετινές Νύχτες Πρεμιέρας το συγκέντρωσε το «Much Ado About Nothing» του Joss Whedon, σκηνοθέτη του «The Avengers». Πόσο συχνά βλέπεις ένα σκηνοθέτη αμέσως μετά από μια σαρωτική επιτυχία μεγάλων στούντιο να γυρίζει μια ανεξάρτητη παραγωγή μηδενικού μπάτζετ; Σχεδόν ποτέ.
Πρόκειται λοιπόν για μια διασκευή του ομότιτλου έργου του Σαίξπηρ, με το εξής παράδοξο: οι διάλογοι παραμένουν οι ίδιοι με το αρχικό κείμενο αλλά το σκηνικό είναι η έπαυλη του Whedon στο σήμερα. Κάπως έτσι βλέπεις πολυτελή αυτοκίνητα, κοστούμια και φορέματα, όπως επίσης και μοντέρνα κινητά υψηλής τεχνολογίας, ενώ όλοι μιλάνε σαν να βρίσκονται στον 16ο αιώνα. Το τελικό αποτέλεσμα είναι αρκούντως απολαυστικό και διασκεδαστικό ακόμη και για όσους δεν είναι οπαδοί του Whedon και δεν έχουν επαφή με προηγούμενες δουλειές του και η ασπρόμαυρη εικόνα βοηθά στο να κρύψει τις όποιες ατέλειες από την έλλειψη μπάτζετ και προσθέτει στυλ. Το «Much Ado About Nothing» αποθεώθηκε σε μια γεμάτη αίθουσα.
Το «Gloria» του Sebastian Lelio έτυχε θερμής υποδοχής στο φεστιβάλ του Βερολίνου, με την πρωταγωνίστρια της ταινίας, Paulina Garcia να αποσπά βραβείο ερμηνείας και τα καλύτερα σχόλια για την παρουσία της. Η υπόθεση σχετίζεται με μια 58χρονη χωρισμένη γυναίκα, την Gloria που αποφασίζει να πάρει τη ζωή στα χέρια της αναπτύσσοντας ένα ρομάντζο με ένα συνομήλικό της επίσης χωρισμένο, αλλά τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά.
«Gloria» του Σεμπαστιάν Λελιό
Η σκηνοθεσία του Lelio προσφέρει μια εκρηκτική ζωντάνια που δε συναντάς ούτε σε νεανικά love story με τη σαρκική επιθυμία να αφυπνίζεται και να ξεπερνά ηλικιακά όρια, αλλά είναι η Garcia που σαρώνει τα πάντα στο πέρασμά της και κλέβει δικαιωματικά την παράσταση. Το αποθεωτικό τέλος δίνει ξανά νόημα στον όρο «feelgood» στα φεστιβάλ. Μετά από αυτό και το «No», ο κινηματογράφος της Χιλής έχει κερδίσει την προσοχή μας.
Το road trip του Νίκου Παναγιωτόπουλου
Δούκισσα Νομικού και Νίκος Κουρής στην ταινία του Νίκου Παναγιωτόπουλου «Η Λιμουζίνα» που προβλήθηκε στο Φεστιβάλ Νύχτες Πρεμιέρας.
Το ελληνικό στοιχείο είναι πιο έντονο από ποτέ φέτος στις Νύχτες Πρεμιέρας, και «Η Λιμουζίνα» του Νίκου Παναγιωτόπουλου ήταν εξαρχής ένας από τους κράχτες. Πριν την προβολή απονεμήθηκε βραβείο στο σκηνοθέτη για το σύνολο της προσφοράς του, όπου μεταξύ άλλων δήλωσε αθεράπευτα ερωτευμένος με την Αθήνα ακόμη και σήμερα, και μας έδωσε μια πληροφορία-κλειδί για το νέο του φιλμ, ότι δηλαδή δεν είναι μια ταινία που τη βλέπεις αλλά που την ακούς. Και έχει δίκιο. Μπορεί «Η Λιμουζίνα» να είναι ένα road trip, αλλά ακόμη και αν μεταφερόμαστε από το Παρίσι στο Μοναστηράκι και από εκεί στη Ρώμη και τη Μάνη, όλα παραμένουν πολύ στατικά και δεν υπάρχει ποτέ κίνηση. Ο Μπέκετ και ο Νόρμαν Μέιλερ αναβιώνουν μέσα από χαρακτήρες που δεν ξέρεις ακριβώς αν είναι οι ίδιοι ή σωσίες τους, όπως συμβαίνει δηλαδή και στο «Midnight in Paris» του Woody Allen.
Η ταινία αποκτά μεγαλύτερο νόημα αν τη δεις ως ένα ρομαντικό συσχετισμό της nouvelle vague των 60s με την Αθήνα του σήμερα, με τους σουρεαλιστικούς διαλόγους να κρύβουν περισσότερες αλήθειες απ’ όσες φανερώνει το ανάλαφρο ύφος. Αξίζει πάντως να σημειώσουμε ότι η Δούκισσα Νομικού είναι λαμπερή στο ντεμπούτο της στην υποκριτική, και διατηρείται στην επιφάνεια παρά το δυνατό καστ που την περιβάλλει. Ο ρόλος της δεν έχει ιδιαίτερες απαιτήσεις, αλλά σε πείθει ότι είναι μια Γαλλίδα μούσα βγαλμένη από τα 60s και για αυτό η παρουσία της κρίνεται απολύτως επιτυχημένη. «Η Λιμουζίνα» είναι η καλύτερη ταινία του Παναγιωτόπουλου εδώ και αρκετά χρόνια και θα βρει το κοινό της.
Πληροφορίες: περισσότερα για τις Νύχτες Πρεμιέρας που διαρκούν μέχρι τις 29 Σεπτεμβρίου μπορείτε να διαβάσετε στο site του φεστιβάλ: www.aiff.gr .
ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΟΣΧΟΣ