Κριτική ταινίας:«Μiss Violence»

kritiki-tainiasmiss-violence

ΠΕΜΠΤΗ, 07 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2013

H Δήμητρα Γιαννακού γράφει κριτική για την πολυαναμενόμενη ταινία του Αλέξανδρου Αβρανά «Miss Violence» που μετά το θρίαμβό της στο Φεστιβάλ Βενετίας, προβάλλεται στις ελληνικές κινηματογραφικές αίθουσες από τη Feelgood Entertainment.

«Μiss Violence»

Μια ταινία πάνω στη βία, την ενδοοικογενειακή και κατ’ επέκταση την κοινωνική, σκηνοθετεί ο νέος έλληνας κινηματογραφιστής Αλέξανδρος Αβρανάς και αποσπά δύο βραβεία στο φετινό Φεστιβάλ της Βενετίας: το Αργυρό Λιοντάρι καλύτερης σκηνοθεσίας και ο πρωταγωνιστής Θέμις Πάνου το Κύπελλο Βόλπι καλύτερου ανδρικού ρόλου. Στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, πριν λίγες μέρες, εντυπωσίασε εξίσου και προκάλεσε ποικίλες συζητήσεις.

Η ταινία ξεκινά με τη μυστήρια αυτοκτονία ενός κοριτσιού μιας φαινομενικά «καθωσπρέπει» οικογένειας. Αυτό το γεγονός λειτουργεί σαν πρόφαση ή ως ένα πυροτέχνημα για να εισχωρήσει ο κινηματογραφικός φακός στα ενδότερα του σπιτιού αυτής της οικογένειας και να αναλύσει καρέ-καρέ τις σχέσεις μεταξύ των μελών της. Το ύφος που υιοθετείται είναι αυστηρό και λιτό, χωρίς καμιά διάθεση ωραιοποίησης ή προβολής εξιδανικευμένων καταστάσεων. Αντιθέτως, με έναν ακραία ρεαλιστικό τρόπο, που γέρνει προς την υπερβολή, εικονοποιείται μια πραγματικότητα φρικιαστική και ακραία, αντανάκλαση παρόμοιων περιστατικών που έχουν παρατηρηθεί στην Ελλάδα και το εξωτερικό.

Το στυλ κινηματογράφησης είναι αρκετά αυστηρό, όπως αυστηρός είναι και ο αρχηγός της οικογένειας (Θέμις Πάνου). Με ευγενικό αλλά ταυτόχρονα και τρομακτικά επιβλητικό τρόπο, ένας πατέρας-παππούς «κυβερνά» απολυταρχικά τα υπόλοιπα μέλη (γυναίκα, κόρη, εγγόνια) που δείχνουν μια αθέλητη υπακοή και υποταγή στις βουλές του. Σαν σκλάβοι ενωμένοι στα δεσμά τους, υποκύπτουν στις αποφάσεις του και δεν προβάλλουν καμία αντίσταση. Μια παραβολή, θα λέγαμε, της σύγχρονης κοινωνίας που υποτάσσεται στωικά σε κάποιες «τυραννικές» βουλές, αν λάβουμε υπόψη ότι η οικογένεια είναι η πρώτη μορφή κοινωνικής ομάδας.

Ο τύπος οικογένειας που προβάλλεται φαντάζει παλιομοδίτικος παραπέμποντας σε περασμένες δεκαετίες, με την πατριαρχική φιγούρα να έχει τον πρώτο και τον τελευταίο λόγο σε όλα. Αξιοπρόσεχτες είναι κάποιες λήψεις με το στήσιμο των ηθοποιών σε αυστηρή σειρά, λες και θα βγάλουν οικογενειακή φωτογραφία, παρόμοια με εκείνες τις ασπρόμαυρες που έβγαζαν οι παλιοί.

Η αλήθεια που στοιχειώνει αυτήν την οικογένεια δίνεται στο θεατή «με το σταγονόμετρο», αργά και βαθμιαία, με ένα ντεκουπάζ που θολώνει αρχικά, διαχέοντας ένα μυστήριο. Με ελλείψεις, απότομα ρακόρ, πολύ κοντινά πλάνα προσώπου ή και μεσαία, η υποψία ενός τρομερά νοσηρού στοιχείου κατατρύχει τη διήγηση και βάζει σε σκέψεις το θεατή. Παρουσία του πάτερ-φαμίλια, η ατμόσφαιρα γίνεται βαριά και επίσημη. Χαρακτηριστικό είναι το πλάνο που κάθονται όλοι ακίνητοι σαν στρατιωτάκια στο τραπέζι, στη σειρά από το μεγαλύτερο στο μικρότερο, περιμένοντας τον αρχηγό για να κάνουν οποιαδήποτε κίνηση. Η ακινησία του κάδρου υποβάλλει όλη τη δυσκαμψία και δυσλειτουργικότητα αυτής της ομάδας που υπομένει καταστάσεις βίας ψυχολογικής και σωματικής.

Η έκφραση της βίας σε όλο της το μεγαλείο δίνεται προς το τέλος της ταινίας με μια σκηνή που σοκάρει, σχολαστικά προετοιμασμένη ήδη από την αρχή, και η οποία ρίχνει φως στα περιπλανώμενα ερωτήματα. Η μουσική σε κρίσιμες στιγμές λειτουργεί αντιστικτικά διασκορπίζοντας μια πικρή ειρωνεία.

Με ένα ιδιαίτερο ύφος και εγκύπτοντας πάνω σε καταστάσεις υπερβολικές και ακραίες, ο Αλέξανδρος Αβρανάς ασκεί μια έντονη κριτική πάνω στη βία με επαγωγικό τρόπο. Χρησιμοποιώντας μια ειδική περίπτωση –το μερικό- αναπτύσσει ένα επιχείρημα πάνω στην καθολική έννοια της βίας καταγγέλλοντας τη.

Παίζουν: Θέμης Πάνου, Ρένη Πιττάκη, Χλόη Μπολότα, Γιώτα Φέστα, Μηνάς Χατζησάββας, Ελένη Ρουσσινού, Σίσυ Τουμάση, Καλλιόπη Ζωντανού, Κωνσταντίνος Αθανασιάδης. Η ταινία προβάλλεται από τη Feelgood Entertainment.

ΔΗΜΗΤΡΑ ΓΙΑΝΝΑΚΟΥ