Άρνολντ Σβαρτσενέγκερ: Ο άνθρωπος που ανέτρεψε όλες τις πιθανότητες λέει την ιστορία του

terminator-dark-fate-Japanese-premiere FRANCK ROBICHON
ΔΕΥΤΕΡΑ, 14 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 2023

Επιστρέφει με ένα βιβλίο, δύο σειρές στο Netflix και μια ταινία στα σπάργανα.

«Δεν είμαι από τους ανθρώπους που κοιτούν πίσω» δηλώνει ο 76χρονος ηθοποιός, bodybuilder και πολιτικός Άρνολντ Σβαρτσενέγκερ, σε συνέντευξή τους στους Financial Times με αφορμή τις νέες του δουλειές. Ένα ογκώδες, limited-edition βιβλίο που κάνει αναδρομή στην κινηματογραφική του καριέρα και δύο σειρές του που φιλοξενούνται στην πλατφόρμα του Netflix: «Fubar» και «Arnold». Το «Fubar» είναι μια κωμωδία δράσης για έναν πράκτορα της CIA που βγαίνει από τη σύνταξη για να εργαστεί δίπλα στην κόρη του, ενώ το «Arnold» είναι ένα ντοκιμαντέρ τριών επεισοδίων για τη ζωή του.

Αργότερα φέτος, δεδομένου ότι η απεργία των ηθοποιών και των σεναριογράφων καθυστερεί τις διαδικασίες*, θα αρχίσει να γυρίζει επίσης ένα θρίλερ δράσης με τίτλο «Breakout». Θα είναι η πρώτη του ταινία μετά από τέσσερα χρόνια. Γράφει επίσης ένα καθημερινό newsletter  για πάνω από 500.000 συνδρομητές. Γενικά κάνει πράγματα.

Μετά από περισσότερα από 50 χρόνια στη δημοσιότητα, ο Σβαρτσενέγκερ εξακολουθεί να έχει μια «παγκόσμια βάση θαυμαστών που εκτείνεται σε πολλές γενιές», όπως το θέτει η επικεφαλής περιεχομένου του Netflix Μπέλα Μπατζάρια. «Δεν έχει πάρει τίποτα ως δεδομένο και θέλει να γίνεται η δουλειά».

Το παρελθόν, ωστόσο, δεν είναι μια περιοχή που ο Σβαρτσενέγκερ επιθυμεί να επισκέπτεται ξανά. «Μισούσε κάθε λεπτό» των συνεντεύξεων για το ντοκιμαντέρ του Netflix, το οποίο χρειάστηκε από 30 έως 40 ώρες για να γυριστεί. «Απλώς βρίσκω [το να κοιτάω προς τα εμπρός] μεγαλύτερη έμπνευση και κίνητρο από το να κοιτάζω στο παρελθόν», λέει χαρακτηριστικά.

Βέβαια δεν γίνεται να μην έχει ενδιαφέρον η ιστορία ενός εφήβου bodybuilder που εξελίχθηκε σε μεγάλο σταρ του αμερικανικού σινεμά πρωταγωνιστώντας σε ταινίες δράσης, για να καταλήξει τελικά κυβερνήτης της Καλιφόρνια. Στο ντοκιμαντέρ τον βλέπουμε να μιλάει για τον αυστηρό πατέρα του, την ζωή του στη μεταπολεμική αγροτική Αυστρία και την έντονη επιθυμία του να εγκαταλείψει τη χώρα.  

Έπειτα αναφέρεται στην άφιξή του στην Καλιφόρνια το 1968 μετά από πρόσκληση του Τζο Γουάιντερ, εκδότη των αμερικανικών περιοδικών bodybuilding, τα οποία διάβαζε όταν ήταν στην Αυστρία, και για τη νέα ζωή που ανακάλυψε στο γυμναστήριο Gold's Gym, Venice Beach, το οποίο επισκέπτεται ακόμα και σήμερα.

Παράλληλα, το ντοκιμαντέρ τον βάζει να εξερευνήσει τις προσωπικές του αποτυχίες, συμπεριλαμβανομένων των κατηγοριών που προέκυψαν κατά τη διάρκεια της εκστρατείας του για την θέση του κυβερνήτη της Καλιφόρνια το 2003 και του οδυνηρού τέλους του 25ετούς γάμου του με τη Μαρία Σράιβερ που διαλύθηκε όταν ανακάλυψε ότι ο σύζυγός της είχε αποκτήσει ένα παιδί με την επί χρόνια οικονόμο τους Μίλντρεντ Πατρίσια Μπαένα. 

Πάντως ο ίδιος δεν βρίσκει τίποτα θεραπευτικό στο να μιλάει για την ζωή και το παρελθόν του. «Ήταν κάπως βασανιστικό», λέει χαρακτηριστικά. «Το να δημιουργείς ένα μέλλον είναι δημιουργικό. Δεν είναι δημιουργικό να ζωγραφίζεις ξανά τον καμβά του παρελθόντος», προσθέτει.

Από την Αυστρία στο bodybuilding

Όταν έφτασε στην Καλιφόρνια, κατάλαβε ότι το να γίνεις ο μεγαλύτερος bodybuilder στον κόσμο δεν απαιτούσε μόνο να φτιάξεις το καλύτερο σώμα στον κόσμο. Έπρεπε επίσης να κάνεις το ίδιο για το άθλημα. «Προσπαθούσαμε πολύ σκληρά να πουλήσουμε την ιδέα της προπόνησης με βάρη στον κόσμο», λέει. «Έπρεπε λοιπόν να δουλέψουμε πολύ σκληρά για να βρούμε πώς να το κάνουμε αυτό».

Κι έτσι αποφάσισε να «πουλήσει» το άθλημα στον κόσμο. Ενώ οι περισσότεροι bodybuilders απέφευγαν ως τότε να μιλούν στους δημοσιογράφους, ο ίδιος προσέλαβε ένας υπεύθυνο δημοσίων σχέσεων- ήταν ο πρώτος όπως σημειώνει- για να βοηθήσει στη βελτίωση της εικόνας του και να επαναπροσδιορίσει τον τρόπο με τον οποίο έβλεπαν οι άλλοι το άθλημα.

«Δημιουργήθηκε όλο αυτό το φαινόμενο των ανθρώπων να τρέχουν στο γυμναστήριο και να θέλουν να φτιάξουν το σώμα τους», λέει ο Σβαρτσενέγκερ. «Τότε ξαφνικά άρχισες να βλέπεις πιο μυώδεις στην τηλεόραση, στο σινεμά και μετά στις ταινίες δράσης».

Το μάθημα που πήρε από όλα αυτά ήταν ότι μπορούσε να πουλήσει οτιδήποτε με το σωστό μήνυμα και τη σωστή στρατηγική. «Αν βρείτε τον σωστό τρόπο επικοινωνίας, μπορείτε να ξεκλειδώσετε κάτι που είναι σχεδόν αδύνατο να γίνει», υποστηρίζει.

Από το bodybuilding στο Χόλιγουντ

Αν και μέσα σε ένα χρόνο από την άφιξη του στις ΗΠΑ είχε καταφέρει να βρει την άκρη του στο bodybuilding, πήρε λίγο παραπάνω για να βρει μια θέση στο Χόλιγουντ. Η προφορά του ήταν πολύ έντονη, το σώμα του ήταν πολύ μεγάλο. Ο Σβαρτσενέγκερ σημειώνει ότι οι δημοφιλείς ηθοποιοί της δεκαετίας του 1970 , όπως οι Αλ Πατσίνο, Ντάστιν Χόφμαν και Γούντι Άλεν, δεν ήταν μεγαλόσωμοι. Κανείς δεν ήθελε να βάλει έναν άντρα σαν αυτόν στο σινεμά. «Οι άνθρωποι με απέρριπταν», θυμάται. «Αλλά το είδα τόσο καθαρά ότι θα ερχόταν η ώρα μου».

Και ήρθε το 1982 όταν ο σκηνοθέτης Τζον Μίλιους του έδωσε το ρόλο του στην ταινία «Κόναν ο Βάρβαρος». Λίγο αργότερα, ο Τζέιμς Κάμερον θα αποδείκνυε ότι ακόμη και η παχιά αυστριακή προφορά του Σβαρτσενέγκερ θα μπορούσε επίσης να αποτελέσει εμπόρευμα που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για χρηματοδότηση, στην ταινία «Ο εξολοθρευτής», παρόλο που αρχικά είχε προταθεί για τον ρόλο ο Όρενθαλ Τζέιμς Σίμπσον.

Ο Σβαρτσενέγκερ θυμάται γελώντας: «Η προφορά μου ήταν τέλεια. Ο Κάμερον είπε: ‘’Μιλάς διαφορετικά από όλους μας , μιλάς σαν μηχανή! Αυτό είναι που κάνει τον Terminator’’».

Μετά από αυτή την ταινία η φήμη του εκτοξεύθηκε. Γύρισε άλλες εννέα ταινίες πριν τον ξαναδούμε στον ρόλο Terminator στην ταινία «Εξολοθρευτής 2: Μέρα Κρίσης» το 1991, με εισπράξεις 520 εκατ. δολάρια παγκοσμίως. Παραμένει η ταινία του με τις περισσότερες εισπράξεις. Συνέχισε να γυρίζει υπερπαραγωγές, συμμετέχοντας παράλληλα σε κωμωδίες, για το υπόλοιπο της δεκαετίας. Αλλά στις αρχές της δεκαετίας του 2000 η καριέρα του πήρε μια νέα μορφή καθώς στράφηκε στην πολιτική.

Από το σινεμά… κυβερνήτης της πολυπληθέστερης πολιτείας της Αμερικής

Καθώς κατακτούσε το Χόλιγουντ, ο Σβαρτσενέγκερ, που είχε λατρεία για τον ηθοποιό που κατάφερε να γίνει πρόεδρος των ΗΠΑ Ρόναλντ Ρίγκαν , έτρεφε άλλες φιλοδοξίες. Εντάχθηκε στην πιο διάσημη πολιτική δυναστεία της Αμερικής το 1986 όταν παντρεύτηκε τη Σράιβερ, την ανιψιά των Τζον, Μπόμπι και Τέντι Κένεντι, με την οποία απέκτησε τέσσερα παιδιά.

Κατά τον ίδιο,  το ενδιαφέρον του για την πολιτική γεννήθηκε όταν άκουγε τα πεθερικά του να συζητούν γύρω από το τραπέζι του φαγητού.

Όμως η εκδότρια του βιβλίου του Ντάιαν Χάνσον πιστεύει ότι οι πολιτικές του φιλοδοξίες διαμορφώθηκαν πολύ πριν καν μάθουν για τον Σβαρτσενέγκερ οι περισσότεροι Αμερικανοί.

Σύμφωνα με την ίδια, ο ηθοποιός ονειρευόταν να γίνει πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών ήδη από το 1973. «Αυτός ήταν πάντα ο στόχος του. Από την αρχή πήγαινε κατευθείαν στην κορυφή».

Και κάπως έτσι ακολούθησε το βήματα του Ρίγκαν, ο οποίος υπηρέτησε ως κυβερνήτης της Καλιφόρνια μεταξύ 1967 και 1975. Δεδομένης της τραγικής ιστορίας της οικογένειάς της, η Σράιβερ αρχικά δεν ήταν θετική με την ιδέα του συζύγου της να θέσει υποψηφιότητα για κυβερνήτης της Καλιφόρνια. Αλλά τελικά συναίνεσε και ο Σβαρτσενέγκερ ανακοίνωσε την υποψηφιότητά του κατά τη διάρκεια μιας guest εμφάνισης στο βραδινό σόου του κωμικού Τζέι Λένο.

Ο Σβαρτσενέγκερ άφησε το αξίωμα του κυβερνήτη της Καλιφόρνια το 2011, αφού υπηρέτησε για οκτώ χρόνια. Αν και αφοσιωμένος Ρεπουμπλικανός, ορισμένες από τις πολιτικές του «ακουμπούσαν» πιο αριστερές πτυχές του κόμματός του, ιδιαίτερα όσον αφορά το δικαίωμα στην άμβλωση και το περιβάλλον. Έλαβε επίσης θετικά σχόλια από πολλούς Δημοκρατικούς, μεταξύ των οποίων ο Μπαράκ Ομπάμα, για την υπεράσπιση των υποδομών πράσινης ενέργειας και την λήψη αυστητότερων μέτρων για τις εκπομπές των εξατμίσεων.

Από τότε που έφυγε από την εξουσία, το χάσμα μεταξύ του συντηρητισμού της αριστερής πλευράς του Σβαρτσενέγκερ και του κόμματος που εισήλθε στην εποχή του Ντόναλντ Τραμπ φαίνεται να έχει μεγαλώσει, σχολιάζουν οι FT. Και ο ίδιος συμφωνεί εκφράζοντας την απογοήτευσή του για τη στροφή του κόμματος από τότε που ανέλαβε τον έλεγχο ο Τραμπ. Και φυσικά δεν κράτησε την απογοήτευσή του για τον εαυτό του. Έχει ασκήσει κριτική μέσα από τις αναρτήσεις στα κοινωνικά μέσα δικτύωσης για την παραπληροφόρηση που κατέληξε στην εισβολή στο Καπιτώλιο και έχει αποκαλέσει τον Τραμπ «τον χειρότερο πρόεδρο» στην ιστορία των ΗΠΑ. 

Έχει επίσης καταδικάσει καταδικάσει την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία - όταν ορισμένοι Ρεπουμπλικάνοι, συμπεριλαμβανομένου του Τραμπ και του σημερινού κυβερνήτη της Φλόριντα Ρον ΝτεΣάντις (ο οποίος είναι δεύτερος στις δημοσκοπήσεις για το χρίσμα των Ρεπουμπλικανών, ενόψει των προεδρικών εκλογών του 2024 στις ΗΠΑ.), δεν έχουν εκφραστεί με σαφήνεια για το αν πιστεύουν ότι οι ΗΠΑ έπρεπε να εμπλακούν στη σύγκρουση.

Και πρόεδρος των ΗΠΑ;

Τι γίνεται όμως με το όνειρό του να γίνει πρόεδρος των ΗΠΑ; Ως πολίτης που γεννήθηκε στο εξωτερικό, το Σύνταγμα των ΗΠΑ δεν επιτρέπει στον Σβαρτσενέγκερ να είναι υποψήφιος για τον Λευκό Οίκο. Ωστόσο, πιστεύει ότι θα μπορούσε να κερδίσει την επόμενη χρονιά αν του επιτραπεί να είναι υποψήφιος. «Το πεδίο είναι ανοιχτό αυτή τη στιγμή», είπε πρόσφατα στο CNN, χωρίς να κατονομάσει τον Τραμπ ή τον Ντε Σάντις. «Είναι ευκολάκι».

Πώς όμως πιστεύει πως θα μπορούσε να κερδίσει; «Καταρχάς, το μήνυμά μου δεν έχει να κάνει με το αν θα είμαι υποψήφιος ή όχι», λέει στους FT. «Το μήνυμά μου σήμερα είναι ότι πρέπει να ενωθούμε ως χώρα. Αν όλοι βλέπουμε την Αμερική ως ένα μέρος που θέλουμε να είμαστε νούμερο ένα στον κόσμο, τότε πρέπει να παίξουμε μπάλα μαζί. Και θα είμαστε πολύ πιο επιτυχημένοι». Χωρίς να κατονομάσει τον Τραμπ, αποδοκιμάζει τις βρισιές και σημειώνει ότι θέλει να επιστρέψει η ευγένεια στην πολιτική. Μιλάει για παλιά θέματα των Ρεπουμπλικανών, όπως χαμηλότερους φόρους και μειωμένες κρατικές δαπάνες.

*Στο θέμα που δημοσιεύουν οι Financial Times σημειώνεται ότι η συνέντευξη πραγματοποιήθηκε πριν την απόφαση του αμερικανικού σωματείου των ηθοποιών SAG-AFTRA να προχωρήσει σε απεργία διεκδικώντας καλύτερους μισθούς και προστατευτικό πλαίσιο από την επέλαση της τεχνητής νοημοσύνης.

Επιμέλεια: Βαρδαλαχάκη Ιωάννα