Πέδρο Αλμοδόβαρ: «Το Strange Way of Life είναι η μόνη μου ταινία όπου σεβάστηκα τους κανόνες»
Ο σπουδαίος ισπανός σκηνοθέτης μιλάει για την τελευταία του ταινία και εμείς δεν βλέπουμε την ώρα να την απολαύσουμε στις Νύχτες Πρεμιέρας.
Το Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας Νύχτες Πρεμιέρας επιστρέφει και, όπως πάντα, ξέρει να δελεάζει το κινηματογραφικό κοινό του χωρίς καν να έχει ανακοινώσει ακόμα το πρόγραμμά του- η παρουσίαση του οποίου είναι προγραμματισμένη για τις 20 Σεπτεμβρίου.
Από τις πολυαναμενόμες προβολές, μέχρι στιγμής, είναι της ταινίας «Strange Way of Life» του Πέδρο Αλμοδόβαρ που θα ανοίξει μαζί με την ταινία «Περασμένες Ζωές» της Σελίν Σονγκ το φεστιβάλ.
Οι Νύχτες Πρεμιέρας κάνουν διπλη πανηγυρική έναρξη Δείτε ακόμα
Σύμφωνα με την σύνοψη της ταινίας, διάρκειας 31 λεπτών, πρόκειται για μια queer αντιστροφή σε ένα σθεναρά αρσενικό κινηματογραφικό είδος, το γουέστερν. Ένας Λατίνος καουμπόης επιστρέφει στην παλιά πόλη της ερήμου που άφησε πριν από χρόνια για να υπερασπιστεί τον παράξενο γιο του, ο οποίος καταζητείται για φόνο από τον τοπικό σερίφη και παλιόφιλό του. Καουμπόης είναι ο Πέδρο Πασκάλ. Σερίφης ο Ίθαν Χοκ. Οι δύο άντρες πίνουν και συζητάνε για τα παλιά, γι' αυτά που ήταν και γι' αυτά που θα 'θελαν να γίνουν. Και μετά φιλιούνται.
«Είναι η πρώτη ταινία όπου δεν αναμειγνύω είδη, η μόνη όπου έχω σεβαστεί τους κανόνες», εξηγεί ο Αλμοδόβαρ σε συνέντευξή του στους Financial Times. «Δεν υπάρχουν αναχρονισμοί στα ρούχα, τη γλώσσα, τίποτα», λέει χαρακτηριστικά για να σχολιάσει ο δημοσιογράφος των FT Raphael Abraham πως ίσως υπάρχει μία μόνο εξαίρεση σε αυτό: το πράσινο δερμάτινο τζάκετ που βλέπουμε να φοράει ο Πέδρο Πασκάλ. «Κι όμως όχι», τον διορθώνει ο σκηνοθέτης εξηγώντας πως ο Τζέιμς Στιούαρτ φοράει ένα τέτοιο σακάκι ταινία συμμετέχοντας στην ταινία του Άντονι Μαν «Bend of the River».
«Ήθελα να προσθέσω χρώμα, αλλά δεν ήξερα πώς. . . έτσι χάρηκα πολύ που βρήκα το Bend of the River. Αν ο Τζέιμς Στιούαρτ φοράει ένα τέτοιο σακάκι, το ίδιο μπορεί και ο Πέδρο Πασκάλ!», συμπληρώνει.
Το γουέστερν και η ομοφυλοφιλική επιθυμία
Η ταινία είναι τυπική των δημιουργιών του Αλμοδόβαρ, αν και τηρεί τη σύμβαση του είδους. Υπάρχει μόνο ένα αξιοσημείωτο διάλειμμα από την κλασική δυτική παράδοση των ταινιών για την Άγρια Δύση: οι δύο μεσήλικες είναι πρώην εραστές, με τη φλόγα της επιθυμίας να αναζωπυρώνεται από τη νέα τους συνάντηση.
«Το πρώτο πράγμα που έγραψα είναι ότι οι δύο μεσήλικες καουμπόηδες ξυπνούν μετά από μια μεγάλη νύχτα με αλκοόλ και σεξ», λέει ο Αλμοδόβαρ για την ταινία. «Αυτό που με ενδιέφερε περισσότερο όμως ήταν η συζήτησή τους και το πώς αντιδρά ο καθένας από τους χαρακτήρες εκείνο το βράδυ - μια πολύ ξεχωριστή αντίδραση για τον καθέναν».
«Υπάρχει ρομαντισμός, αλλά από την άλλη υπάρχουν τα στοιχεία του γουέστερν... παραδοσιακές αξίες συνδυάζονται με την ιστορία ενός πάθους που φαίνεται μονομερές. Επειδή ο σερίφης Τζέικ δεν αντιδρά σαν ερωτευμένος άντρας, το αντίθετο, είναι σαν να λέει: ‘’Δεν έγινε τίποτα εδώ, είναι μόνο το αλκοόλ’’, που είναι μια πολύ τυπική ανδρική αντίδραση στην ομοφυλοφιλική επιθυμία», συνεχίζει.
Κληθείς να σχολιάσει το «Brokeback Mountain», μια άλλη πολύ γνωστή και αγαπημένη ταινία που καταπιάνεται με παρόμοια ζητήματα και αρχικά τον είχα προσεγγίσει για να σκηνοθετήσει αλλά ο ίδιος αρνήθηκε, ο Αλμοδόβαρ επαναλαμβάνει κάτι που έχει ξαναδηλώσει: «Μου αρέσει πολύ η εκδοχή του Ανγκ Λι, αλλά πάντα τη φανταζόμουν διαφορετικά και δεν νομίζω ότι θα μπορούσα να την κάνω όπως ήθελα. Δεν θα με άφηναν».
Αρνήθηκε γιατί δεν θα τον άφηναν. Γιατί επιστρέφει στο θέμα όμως μετά από είκοσι χρόνια; Έχει αλλάξει κάτι σήμερα ή παραμένει ταμπού η αγάπη των ομοφυλόφιλων στην αμερικανική μορφή του γουέστερν;
«Ποτέ δεν ένιωσα κανένα ταμπού, αλλά προφανώς για τους σκηνοθέτες που έκαναν κλασικά γουέστερν ήταν ένα απαγορευμένο θέμα... Και μου φαινόταν παράξενο που δεν είχα βρει ποτέ μια ταινία που να ασχολείται με την επιθυμία μεταξύ δύο ανδρών. Γι' αυτό με ενδιέφερε να ασχοληθώ με αυτό το θέμα», απαντάει, προσθέτοντας πως τον ξεσήκωσαν μια σειρά από τολμηρές ταινίες νέων γουέστερν που έχουμε δει τα τελευταία χρόνια: «Καλπάζοντας με το όνειρο (The Rider)» της Κλοέ Ζάο, «First Cow» της Κέλι Ρέιτσαρντ και «The Power of the Dog» της Τζέιν Κάμπιον.
«Περιέργως, και οι τρεις είναι σκηνοθετημένες από γυναίκες και είναι όλες πολύ διαφορετικές, φέρνοντας μια νέα ματιά στο είδος. Το γουέστερν συνεχίζει να είναι επίκαιρο ανάλογα με το βλέμμα του συγγραφέα ή του σκηνοθέτη», σημειώνει, επισημαίνοντας επίσης πιο παραδοσιακά νέα παραδείγματα της συγκεκριμένης φόρμας, όπως την τηλεοπτική σειρά «Yellowstone». «Είναι όλα πολύ ανδρικά - ακόμα και οι γυναίκες. Η κόρη του χαρακτήρα του Κέβιν Κόστνερ είναι πιο αρρενωπή από τους καουμπόηδες».
Αλλάζει μεγαλώνοντας
Η ταινία του «Strange Way of Life» κυριαρχείται επίσης από άνδρες, γεγονός εντυπωσιακό για τον σκηνοθέτη που έχει γράψει κινηματογραφική ιστορία με τις γυναικοκρατούμενες ταινίες του («Γυναίκες στα πρόθυρα νευρικής κρίσης», «Όλα για την μητέρα μου», «Volver»).
Πλέον πάντως, όπως δηλώνει ο ίδιος αλλά και όπως δείχνουν οι επιλογές του, είναι πιο ανοιχτός στο να κάνει ταινίες για άνδρες. «Νομίζω ότι έχει να κάνει με την ηλικία, το να κοιτάς πίσω σε αναμνήσεις και να βλέπεις μέρος της δικής σου ζωής», λέει ο 73χρονος σκηνοθέτης.
Στη νέα του ταινία βλέπουμε όμως και άλλη μία αλλαγή, διαφοροποιείται και ως προς τη γλώσσα καθώς είναι μόλις η δεύτερη αγγλόφωνη ταινία του Αλμοδόβαρ- η πρώτη ήταν η επίσης μικρού μήκους «The Human Voice», ένας μονόλογος του Ζαν Κοκτώ.
Το σενάριο είναι γραμμένο από τον ίδιο στα ισπανικά, κι έπειτα μεταφράστηκε στα αγγλικά. Είναι επίσης η πρώτη του ταινία στην οποία το πλήρες πρωτότυπο σενάριο ενσωματώνει αγγλικούς διαλόγους.
Όλα αυτά είναι μια προθέρμανση για την πρώτη του μεγάλου μήκους αγγλόφωνη ταινία που θα γυριστεί στις αρχές του επόμενου έτους στη Νέα Υόρκη. «Αυτές οι δύο μικρού μήκους ταινίες ήταν πειράματα για να δω αν ήμουν ικανός να δουλέψω στην αγγλική γλώσσα», λέει.
Για το σκοπό αυτό, οι επιλογές του για το cast του «Strange Way of Life» θεωρούνται άκρως εύστοχες. Από τη μία έχουμε τον Ίθαν Χοκ, έναν από τους πιο «Ευρωπαίους» Αμερικανούς ηθοποιούς, ο οποίος «δεν έχει κάποιο συγκεκριμένο τύπο, είναι ένα είδος τυχοδιώκτη». Από την άλλη έχουμε τον Πέδρο Πασκάλ, ο οποίος είναι γεννημένος στη Χιλή και συμμετέχοντας στην ταινία είναι «έτοιμος για την αλλαγή και δείχνει ότι μπορεί να κάνει κάτι πολύ διαφορετικό».
Διέκρινε όμως διαφορά δουλεύοντας με Αμερικανούς ηθοποιούς; «Έπρεπε να προσαρμοστούμε αμοιβαία ο ένας στον άλλον και έπρεπε να εξηγήσω τον τρόπο εργασίας μου», λέει. «Κατά τη διάρκεια της προπαραγωγής επέμενα πολύ στις πρόβες, για παράδειγμα, λόγω ανασφάλειας και επειδή αυτό κάνω πάντα. Κάνω πρόβες ακόμα κι όταν ήδη κάνουμε γυρίσματα, όταν στήνουν τα φώτα. Συνειδητοποίησα ότι δεν ήταν τόσο συνηθισμένοι σε αυτόν τον τρόπο δουλειάς».
Το κλειδί για την επιτυχία της ταινίας ήταν ο τρόπος που συνδέθηκαν οι δύο ηθοποιοί στην οθόνη, το δράμα που καθοδηγείται από τα βλέμματα γεμάτα λαχτάρα και την ταραχώδη εσωτερική τους σύγκρουση. «Υπήρχε μια άμεση χημεία μεταξύ τους και αυτό βοήθησε πολύ τη δουλειά μου», λέει χαρακτηριστικά ο Αλμοδόβαρ.
Μήπως το πραγματικό ταμπού αυτές τις μέρες δεν είναι ότι οι δύο εραστές είναι άντρες —ή ακόμα και καουμπόηδες— αλλά ότι πλησιάζουν ή έχουν περάσει τα 50, τον ρωτάει ο δημοσιογράφος. «Όχι για μένα, αλλά το βλέπουμε αυτό λίγο. Νομίζω ότι είναι αποτέλεσμα του μάρκετινγκ. Το πιο πολύτιμο πράγμα στο μάρκετινγκ και τη δημοσιότητα είναι η νεότητα... Αλλά η επιθυμία υπάρχει μεταξύ των ατόμων άνω των 50 ετών και πρέπει να τη δείχνει κανείς γιατί είναι αληθινή — και ο κινηματογράφος πρέπει να αντικατοπτρίζει κάποιο είδος πραγματικότητας», αναφέρει ο σκηνοθέτης.
Κληθείς, τέλος, να σχολιάσει εάν το κινηματογραφικό κοινό έχει γίνει πιο συντηρητικό από την εποχή που άρχισε να γυρίζει ταινίες στις μεθυστικές μέρες της σκηνής της Μαδρίτης μετά τον Φράνκο, στα τέλη της δεκαετίας του 1970, ο Αλμοδόβαρ, δυστυχώς για εμάς, διακρίνει μία τέτοια τάση.
«Η κοινωνία γενικά έχει γίνει πιο συντηρητική, συμπεριλαμβανομένης της Ισπανίας», λέει. «Οι ΗΠΑ είναι επίσης πολύ πιο συντηρητικές από ό,τι ήταν πριν από 30 χρόνια... Υπάρχει ένα κύμα πουριτανισμού που αγγίζει όλα τα μέρη, μαζί με την πολιτική της ακροδεξιάς, που δημιουργούν ανησυχίες για την ελευθερία της έκφρασης. Η κοινωνία δυστυχώς έχει γίνει πιο συντηρητική — και προσπαθώ να το παλέψω».
ΙΩΑΝΝΑ ΒΑΡΔΑΛΑΧΑΚΗ [email protected]