Πόσο ακριβής είναι η ταινία «Νυρεμβέργη»;

nuremberg
ΔΕΥΤΕΡΑ, 17 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2025

Η ταινία του Τζέιμς Βάντερμπιλτ για τη δίκη για τα εγκλήματα πολέμου, με πρωταγωνιστές τους Ράσελ Κρόου και Ράμι Μάλεκ έχει τρομακτικές παραλληλίες με το σήμερα, κατά τον δημοσιογράφος και ιστορικό Μαξ Χάστινγκς.

Στο τέλος της μεγαλύτερης σύγκρουσης στην ανθρώπινη ιστορία, πολλοί υποστήριζαν ότι η δικαιοσύνη μέσω της δικαστικής οδού θα έπρεπε να αποφασίσει τη μοίρα των Ναζί και όσων φρικαλεοτήτων διέπραξαν κατά την διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.

Μεταξύ αυτών ήταν ο δικαστής του Ανώτατου Δικαστηρίου των ΗΠΑ Ρόμπερτ Τζάκσον, ένας άνθρωπος που διακατεχόταν από βαθιά ρομαντική πίστη στη δύναμη του νόμου. Και προσπάθησε μαζί με άλλους σαν αυτόν να αποκαλύψουν τις φρικαλεότητες που διέπραξε ο Χίτλερ και ο λαός του.

Έτσι, τον Νοέμβριο του 1945, στο Δικαστικό Μέγαρο της Νυρεμβέργης, που κάποτε αποτελούσε «ναό» του ναζισμού, ένα διεθνές στρατιωτικό δικαστήριο άρχισε να εκδικάζει υποθέσεις εναντίον των 22 σημαντικότερων επιζώντων του καθεστώτος του Χίτλερ. Ο Τζάκσον, ο οποίος είχε διοριστεί γενικός εισαγγελέας των ΗΠΑ, άνοιξε τη διαδικασία με μια μακρά, εξαιρετικά λαμπρή έκθεση της ναζιστικής επίθεσης στην ειρήνη, την ελευθερία και τα ανθρώπινα δικαιώματα της Ευρώπης, αναφέρει ο δημοσιογράφος και ιστορικός Μαξ Χάστινγκς με αφορμή την ταινία «Νυρεμβέργη» που προβάλλεται στους ελληνικούς κινηματογράφους.

Η ταινία

Από τους κατηγορούμενους που βρέθηκαν στο εδώλιο, μόνο ο πρώην υπουργός Εξοπλισμών του Ράιχ Άλμπερτ Σπέερ φαινόταν να δείχνει μεταμέλεια. Οι άλλοι άκουγαν με πραγματική ή δηλωμένη αδιαφορία, περιφρόνηση, πλήξη, σημειώνει.

Αυτά τα γεγονότα καλύπτει η ταινία «Νυρεμβέργη», σε σκηνοθεσία Τζέιμς Βάντερμπιλτ. Μεγάλο μέρος της διαδραματίζεται στα κελιά πίσω από την αίθουσα του δικαστηρίου, όπου βρίσκονταν οι κατηγορούμενοι με σκοπό να αποτραπούν από το να ακολουθήσουν το παράδειγμα του Χίτλερ, τον Χίμλερ, του Γκέμπελς και πολλών στρατηγών που αυτοκτόνησαν. Προς μεγάλη αμηχανία του φύλακά τους, του Συνταγματάρχη Μπάρτον Κ. Άντρους, ο πρώην υπουργός Εργασίας Ρόμπερτ Λάι αυτοκτόνησε με μια σκισμένη πετσέτα. Έκτοτε, οι κρατούμενοι ζούσαν υπό 24ωρη παρακολούθηση.

Τα δύο κεντρικά πρόσωπα

Στο επίκεντρο της ταινίας είναι ο αρχηγός του γερμανικού στρατού και διάδοχος του Χίτλερ Χέρμαν Γκέρινγκ, τον οποίο υποδύεται ο Ράσελ Κρόοου, και ο Αμερικανός ψυχίατρος Ντάγκλας Κέλι, τον οποίο υποδύεται ο Ράμι Μάλεκ, που αναλαμβάνει να αξιολογήσει την ψυχική κατάσταση των Ναζί κρατουμένων.

Ο Κέλι προσπάθησε να καλλιεργήσει μια σχέση οικειότητας με τους ασθενείς του. Αλλά παράλληλα σίγουρα υπήρχε ένα στοιχείο ηδονοβλεψίας στη συμπεριφορά του. Πώς θα μπορούσε να μην υπάρχει εφόσον του δόθηκε πρόσβαση σε μερικούς από τους μεγαλύτερους εγκληματίες στην ανθρώπινη ιστορία, διερωτάται ο Μαξ Χάστινγκς.

Η υπεράσπιση ξεκίνησε μόλις την 73η ημέρα των ακροάσεων του δικαστηρίου, με τον Γκέρινγκ να καταθέτει στο βήμα για αντεξέταση από τον Τζάκσον. Αυτό που ακολούθησε ήταν μια ντροπή για τους Συμμάχους εισαγγελείς και μάλιστα για τις χώρες τους, σημειώνει. Ο Γκέρινγκ εξαπέλυσε μια αξιοσημείωτη, περιφρονητική, σε μεγάλο βαθμό ψευδή και όμως θαρραλέα επίθεση στη «δικαιοσύνη των κατακτητών». Ταπείνωσε τον Τζάκσον και χλεύασε την υπόθεσή του.

Οι καλύτερες σκηνές

Η μέρα σώθηκε για τους εισαγγελείς μόνο όταν κάθισε ο Αμερικανός δικηγόρος στην άκρη ηττημένος. Τη θέση του πήρε ο Βρετανός ομόλογός του, Ντέιβιντ Μάξγουελ Φάιφ, τον οποίο υποδύεται ο Ρίτσαρντ Ε. Γκραντ, ο οποίος «έσκισε» τον Γκέρινγκ. Αυτές οι σκηνές είναι οι καλύτερες της ταινίας, κατά τον Χάστινγκς, που τονίζει ωστόσο ότι από την ερμηνεία του Κρόου απουσιάζουν οι δόσεις απληστίας, διαφθοράς και του κακού που χαρακτήριζαν τον πρώην αρχηγό της Λουφτβάφε. Η γοητεία που βλέπουμε πάντως υπήρχε επίσης, αλλά ήταν μια γοητεία που δεν μπορούσε να ξεγελάσει όποιον δεν ήθελε, συμπληρώνει υποστηρίζοντας ότι ο Κρόου, παρ' όλα αυτά, κάνει τον θεατή να νιώθει ότι ο κορυφαίος του Χίτλερ ήταν πιο συμπαθητικός χαρακτήρας από τον Κέλι.

Το σενάριο της ταινίας, διασκευασμένο από τον Βάντερμπιτ από το βιβλίο «The Nazi and the Psychiatrist» του Τζακ Ελ-Χάι, είναι καλύτερο από πολλές από τις ερμηνείες που βλέπουμε στην ταινία. Ο Γκέρινγκ κατηγόρησε τους εισαγγελείς για «αμερικανική υποκρισία» και δεν είχε σε καμία περίπτωση άδικο, αναφέρει.

Σύμφωνα με τον ίδιο, ήταν λάθος να συμπεριληφθούν στην εισαγγελία της Νυρεμβέργης στοιχεία για επεισόδια όπως ο βομβαρδισμός του Ρότερνταμ από τη Λουφτβάφε το 1940, όταν οι συμμαχικές αεροπορικές δυνάμεις είχαν ισοπεδώσει τις μισές πόλεις της Ευρώπης. Σε πολλούς φαινόταν ακόμη στα όρια της παρωδίας το γεγονός ότι οι Σοβιετικοί δικαστές βρίσκονταν στη Νυρεμβέργη μαζί με τους Βρετανούς, τους Γάλλους και τους Αμερικανούς όταν μέχρι τουλάχιστον το 1942 ο Στάλιν είχε δολοφονήσει πολύ περισσότερους ανθρώπους από τον Χίτλερ. 

Περιφρόνηση για το νόμο

Για τον ιστορικό στην ταινία είναι ανατριχιαστικό να ακούς τον Γκέρινγκ να εξηγεί γιατί παρακάμπτει τις διαδικασίες της δημοκρατίας δείχνοντας μια τρομακτική περιφρόνηση για τον νόμο, όπως βλέπουμε και σήμερα σε πολλές περιπτώσεις.

Παράλληλα, όπως σημειώνει, είναι πιθανώς αναπόφευκτο μια ταινία του είδους να περιλαμβάνει μεγάλες σκηνές από το υλικό από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης που προβλήθηκαν στις δίκες της Νυρεμβέργης αλλά και από τις εκτελέσεις των καταδικασμένων, αν και τα χαρακτήρισε ένα είδος πορνογραφίας με τον τρόπο που παρουσιάζονται.

Οι δίκες δεν ήταν το αποτέλεσμα αδικίας, αλλά μάλλον μερικής δικαιοσύνης που έκανε τα στραβά μάτια σε αρκετές περιπτώσεις, καταλήγει.

Με πληροφορίες από The Sunday Times