Νίκος Κούρκουλος: μία κορυφαία μορφή της ελληνικής υποκριτικής τέχνης

kourkoulos
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ, 30 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2015

Ο Νίκος Κούρκουλος υπήρξε τεράστιο κεφάλαιο της εγχώριας 7ης Τέχνης. Όχι, μόνο γιατί ανέδειξε μία ξεχωριστή κάστα ανδρικών ρόλων αλλά γιατί υπηρέτησε την υποκριτική και σαν ηθοποιός και σαν θιασάρχης εξίσου έντιμα.

Ήξερε τι θα πει κόπος του ηθοποιού και γι’ αυτόν το λόγο έκανε «θαύματα» ως διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου για μία ολόκληρη δεκαετία. Σήμερα συμπληρώνονται 8 χρόνια από το θάνατό του. Πέθανε στις 30 Ιανουαρίου του 2007 έπειτα από μάχη με τον καρκίνο. Ήταν 73ών ετών.

Σε όλη του ζωή πάλεψε. Για να τελειώσει το νυχτερινό σχολείο, να εργαστεί, να προσφέρει στην οικογένειά του και μετά στους συναδέλφους του. Κατέκτησε την κορυφή αλλά όχι χωρίς κόπο. Όχι χωρίς προσωπικά δράματα, που ελάχιστοι γνωρίζαμε μέχρι πριν κάποια χρόνια.

Ξεκίνησε ως ποδοσφαιριστής του Παναθηναϊκού αλλά σύντομα και εντελώς τυχαία όπως έλεγε ο ίδιος, βρέθηκε στην ηθοποιία.

Ο Μάνος Κατράκης ήταν αυτός που τον ώθησε να δώσει εξετάσεις στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου. Το 1959 παίζει στην «Κυρία με τις καμέλιες» δίπλα στον Δημήτρη Χορν και την Έλλη Λαμπέτη. Γρήγορα το ταλέντο του θα αναδειχθεί και το όνομά του θα γίνει συνώνυμο του πρωταγωνιστικού ρόλου.

Μήδεια (1959), Ορέστης (1971) του Ευριπίδη, Οιδίποδας Τύραννος (1982), Φιλοκτήτης (1991) του Σοφοκλή, ήταν μερικοί από τους ρόλους του στο αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου, όπου έκανε και την τελευταία του θεατρική εμφάνιση.

Ζεν πρεμιέ με ήθος, τσαγανό και εντιμότητα. Αυτό έβγαζε σε περίπου 40 ταινίες, όπου πρωταγωνίστησε δίπλα σε τεράστια ονόματα της ελληνικής σκηνής. Και αυτές του οι ερμηνείες του χάρισαν δύο φορές το Α' Βραβείο Ερμηνείας στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης: το 1965 για τους «Αδίστακτους» και το 1970 για τον «Αστραπόγιαννο».

Κατά τη διάρκεια της θητείας του ως θιασάρχης του Εθνικού Θεάτρου κατάφερε να «βγάλει» το ελληνικό θέατρο εκτός συνόρων. Η δράση του έντονη και καινοτόμα. Σημαντική στιγμή η τεράστια επιτυχία του μιούζικαλ «Βίρα της Άγκυρες» των Β. Παπαθανασίου - Μ. Ρέππα, σε σκηνοθεσία Σταμάτη Φασουλή, που ήταν το πρώτο μουσικό έργο στην ιστορία του Εθνικού Θεάτρου, αφιερωμένο στην ελληνική επιθεώρηση.

Το Εθνικό Θέατρο «ήταν ένας σάπιος οργανισμός που είχαν μείνει μόνο τα κόκαλα» είχε πει και προσπάθησε να το αλλάξει. Σε μεγάλο βαθμό τα κατάφερε.

Ως ηθοποιός είχε να «περηφανευτεί» - πράγμα που ποτέ δεν έκανε όμως- για τη θητεία του στο Broadway, δίπλα στη Μελίνα Μερκούρη για το «Ίλια Ντάρλινγκ» το 1967, σε σκηνοθεσία Ζιλ Ντασέν. H παράσταση διεκδίκησε 6 βραβεία Tony το 1968. Μεταξύ αυτών και της καλύτερης ανδρικής ερμηνείας σε μιούζικαλ για τον ίδιο.

Μεσολαβεί η δικτατορία αλλά όταν η Μελίνα θα επιστρέψει θα τον έχει δίπλα της στο δικό του δημιούργημα, στο θέατρο «Κάππα» για την Όπερα της Πεντάρας του Μπέρτολ Μπρεχτ. Εκεί, για μία ακόμα φορά ο Νίκος Κούρκουλος υποτάσσει το κοινό με την ερμηνεία του.

Στην προσωπική του ζωή- εκτός από ίνδαλμα για το γυναικείο κοινό- παντρεύτηκε και απέκτησε  4 παιδιά. Πρώτη σύζυγός του υπήρξε η βοηθός σκηνοθέτη Μελίτα Κουτσογιάννη – Κούρκουλου. Κεραυνοβόλος έρωτας, λέγανε. Παντρεύτηκαν το 1966 και απέκτησαν τον Άλκη και την Μελίτα, όπου ο πατέρας της επέμενε να πάρει το όνομα της γυναίκας που λάτρεψε όσο τίποτα στον κόσμο.

Ο έρωτάς τους κράτησε σχδόν 20 χρόνια, ώσπου το καλοκαίρι του 1986 γνωρίζει τον δεύτερο και τελευταίο έρωτα της ζωής του. Τη Μαριάννα Λάτση. Εκείνη παντρεμένη με τον Γρηγόρη Κασιδόκωστα και μητέρα ενός γιου, χωρίζει το 1987. Ο Νίκος Κούρκουλος από την άλλη ζητά και αυτός διαζύγιο από την πρώτη του σύζυγο, Μελίτα, με την οποία όμως διατήρησε άριστες σχέσεις στη συνέχεια.

Με τη Μαριάννα Λάτση, αποκτά το 1993 την Εριέττα και το 1998 τον Φίλιππο. Ο ίδιος έζησε όπως και στις ταινίες του. Ένα φτωχόπαιδο που κατάφερε να παντρευτεί την κόρη του ζάμπλουτου πλοιοκτήτη, του Γιάννη Λάτση, γνωστός επίσης ως καπετάν Γιάννης. Εκείνος ποτέ δεν τον δέχτηκε, όμως. Έτσι, ο Νίκος Κούρκουλος και η Μαριάννα Λάτση αντάλλαξαν όρκους αιώνιας αγάπης μετά το θάνατο του πατέρα της.

Τρία χρόνια πριν φύγει από τη ζωή, ο Νίκος Κούρκουλος είδε και την τελευταία αγάπη της ζωής του, την εγγονή του, κόρη της Μελίτας, Αμαλία, η οποία γεννήθηκε το 2004.

Στις άγνωστες πτυχές της ζωής του, ο θάνατος των δύο αδερφών του. Δε μιλούσε ποτέ για αυτούς. Ο πρώτος, ο μεγαλύτερος, ο Σπύρος, χάθηκε όταν το γκαζάδικό στο οποίο δούλευε ως τρίτος πλοίαρχος χάθηκε το 1952. Το πτώμα του δε βρέθηκε ποτέ. Ο δεύτερος αδελφός του, ο Στέφανος, είχε τελειώσει το Πολυτεχνείο και δούλευε στο χτίσιμο οικοδομών, όταν κατά την κατασκευή της δεύτερης οικοδομής που είχε αναλάβει, η ταράτσα κατέρρευσε και σκοτώθηκε.

Τελευταία του τηλεοπτική εμφάνιση ως ηθοποιός ήταν στο 13ο κιβώτιο του ΑΝΤ1 το 1992. Κορυφαία στιγμή όμως της καριέρας του ήταν το 1966, όταν με  «Το χώμα βάφτηκε κόκκινο» του Βασίλη Γρηγοριάδη σε σενάριο Νίκου Φώσκολου, θα φτάσει η ταινία στα Oscar να διεκδικεί το χρυσό αγαλματίδιο της Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας. Έχασε από «Το μαγαζάκι της κεντρικής οδού» των Ján Kadár και Elmar Klos από τη Τσεχοσλοβακία. Δεν πειράζει. Αυτό δε μειώνει σε καμία περίπτωση την αξία της.

Ο Νίκος Κούρκουλος, υπήρξε εμβληματική μορφή του ελληνικού κινηματογράφου και θεάτρου με ερμηνείες που άφησαν εποχή: Ο Κατήφορος, Λόλα, Κατηγορώ τους Ανθρώπους, Κοινωνία ώρα μηδέν, Ορατότης Μηδέν, Κατάχρηση Εξουσίας κα. Είναι τέτοιο το μέγεθός του, που το όνομά του είναι μέτρο σύγκρισης. Ο νέος Κούρκουλος λένε κάποιοι για να δείξουν τη σπουδαιότητα μιας ερμηνείας.

Σόφη Ζιώγου
[email protected]