Grandfathered και The Grinder: αξίζει να δείτε τις νέες κωμωδίες του Fox;
Είδαμε τα νέα sitcom στο πρόγραμμα του Fox και οι εντυπώσεις μας είναι ανάμικτες.
Ένα σημαντικό κομμάτι κάθε νέας τηλεοπτικής σεζόν είναι οι νέες κωμικές σειρές. Τα τελευταία χρόνια δύσκολα πετυχαίνουμε κάποια καλή κωμωδία που δεν ανήκει σε συνδρομητικό κανάλι και αυτό γιατί το «οικογενειακό» στοιχείο περιορίζει πολύ το χιούμορ που δεν μπορεί να γίνει βρώμικο. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, δύο νέες κωμωδίες έρχονται στο Fox με αξιώσεις να μας κρατήσουν συντροφιά για αρκετό καιρό. Ο λόγος για τα «Grandfathered» και «The Grinder» που έκαναν πρεμιέρα στην Αμερική χθες βράδυ.
Το «Grandfathered» έχει προδιαγραφές να πετύχει κάτι καλό, αλλά πολύ γρήγορα στον πιλότο μετατρέπεται σε «μια από τα ίδια» και όσο εύκολα μπορεί να αγαπηθεί, άλλο τόσο μπορούμε να το φανταστούμε να «κόβεται» στα μέσα της σεζόν.
Ο βετεράνος της τηλεόρασης, Τζον Στάμος πρωταγωνιστεί στο ρόλο ενός 50χρονου ζεν πρεμιέ που μετά από ένα διαζύγιο ζει έντονα την εργένικη ζωή του. Είναι ιδιοκτήτης ενός καλού εστιατορίου και έχει όσα ακριβώς θέλει, εκτός από μια οικογένεια. Ή τουλάχιστον έτσι δηλώνει, γιατί στην πραγματικότητα δε θέλει να βλέπει μπροστά του μικρά παιδιά στο εστιατόριό του. Όλα αυτά θα αλλάξουν όμως όταν μια μέρα θα έρθει να τον βρει ένας νεαρός άνδρας (ο Τζος Πεκ του «Drake & Josh») που ισχυρίζεται ότι είναι ο γιος του ο οποίος έχει με τη σειρά του μια κόρη, κάνοντάς τον έτσι… παππού. Στο καστ συναντάμε και την 34χρονη πια Κριστίνα Μίλαν που δείχνει πάντως σαν να μην έχει περάει μια μέρα από τότε που μας πρωτοσυστήθηκε στις αρχές της χιλιετίας.
Ο Τζον Στάμος είναι σε μεγάλη φόρμα και δείχνει πιο γοητευτικός και φρέσκος από ποτέ, δεν ισχύει όμως το ίδιο και με το σενάριο της σειράς. Τα αστεία του «Grandfathered» είναι ανέμπνευστα και ξεπερασμένα, θυμίζοντας παλαιότερες εποχές των sitcom όταν δεν είχαν καμία επαφή με αληθινούς ανθρώπους που ζουν στον αληθινό κόσμο. Δεν υπάρχει ούτε μια φορά στον πιλότο που να έσκασε έστω και λίγο το χαμόγελό μας και η αναφορά στο «Κράμερ εναντίον Κράμερ» γίνεται με τόσο κλισέ τρόπο που σε κάνει να νεύεις επικριτικά.
Πού απευθύνεται εν τέλει η σειρά; Σίγουρα στο γυναικείο φαν κλαμπ του Τζον Στάμος και στους πιστούς οπαδούς του αυστηρά παλιομοδίτικου sitcom. Περιθώρια βελτίωσης πάντα υπάρχουν, αλλά οι cool μπαμπάδες της τηλεόρασης έχουν κουράσει και το ίδιο ισχύει και στην εκδοχή του cool παππού. Δε θα στοιχηματίζαμε τα λεφτά μας στο «Grandfathered».
Πολύ περισσότερο αισιόδοξοι δηλώνουμε με το «The Grinder» και για αυτό υπάρχει ονοματεπώνυμο: Ρομπ Λόου. Μετά το τέλος του «Parks and Recreation» φαίνεται πως συνεχίζει στο σωστό δρόμο, αφού εκτός από αυτό εδώ το sitcom τον ακούμε και στο ενδιαφέρον animation «Moonbeam City».
Στο «The Grinder» συναντάμε τον Λόου ως Ντιν Σάντερσον Τζούνιορ, έναν ηθοποιό που βλέπει τη σειρά που πρωταγωνιστούσε να ακυρώνεται μετά από οκτώ σεζόν. Η σειρά λεγόταν «The Grinder» και υποδυόταν έναν δικηγόρο. Γυρνά λοιπόν στο πατρικό του ώστε να δει τι θα κάνει με τη ζωή του και όλως τυχαίως τα περισσότερα μέλη της οικογένειάς του είναι αληθινοί δικηγόροι που τρέχουν ένα δικό τους δικηγορικό γραφείο. Και καθώς νομίζει πως η εμπειρία του από τη σειρά του παρέδωσε τα απαραίτητα εχέγγυα, αποφασίζει να γίνει και ο ίδιος δικηγόρος.
Η σειρά μας κέρδισε από το πρώτο πλάνο. Η οικογένεια Σάντερσον μαζεύτηκε για να δει μαζί το τελευταίο επεισόδιο του «The Grinder» και ο Ρομπ Λόου παρακολουθεί… τον εαυτό του στην τηλεόραση. Η λογική της σειράς μέσα στη σειρά δεν είναι κάτι που δεν έχουμε ξαναδεί, αλλά εδώ χρησιμοποιείται έξυπνα και μέσα σε όλα πραγματοποιείται και ένα σχόλιο για το πώς ένας ρόλος σε μια σειρά που τρέχει για χρόνια μπορεί να επηρεάσει την καθημερινότητα του πρωταγωνιστή της.
Έχουμε δει τόσες «σοβαρές» δικηγορικές σειρές που είναι ευχάριστο για αλλαγή να βλέπουμε κάτι πιο ανάλαφρο που παρωδεί τα κλισέ του είδους. Η σχέση του Ντιν με τον αδερφό του (Φρεντ Σάβατζ) φαίνεται πως θα αποτελέσει το ατού της σειράς, αλλά όπως και να ‘χει η παρουσία του Λόου φτάνει και περισσεύει και το «The Grinder» έχει πολλές ελπίδες να στεριώσει εφόσον καταφέρει και βρει το κοινό του.
Γιάννης Μόσχος
[email protected]