Οι μεγάλες αδικίες των φετινών Όσκαρ
Ας αφήσουμε για λίγο την ανάλυση για τα φετινά βραβεία Όσκαρ και ας δούμε πώς θα μπορούσαν να εξελιχθούν αν ήταν ακριβοδίκαια.
Όλα είναι έτοιμα για τα φετινά Όσκαρ, οι υποψήφιοι κάνουν ήδη πρόβα για το πώς θα περπατήσουν στο κόκκινο χαλί και κάποιοι ετοιμάζουν τον ευχαριστήριο λόγο τους (ναι Λίο, για σένα μιλάμε). Πριν φτάσουμε όμως στη μεγάλη βραδιά, ας παραδεχτούμε κάτι: το επίπεδο των φετινών Όσκαρ είναι πεσμένο. Ναι, η κούρσα για την καλύτερη ταινία έχει εξελιχθείς ε ένα κλειστό ντέρμπι και το διαφαινόμενο πρώτο Όσκαρ του Λεονάρντο Ντι Κάπριο συγκεντρώνει μεγάλο ενδιαφέρον από το κοινό, αλλά βλέποντας τις ταινίες, χωρίς να υπάρχουν πολλές που να θεωρηθούν κακές, δε βλέπουμε αυτές που θα μνημονεύονται μετά από χρόνια για ο,τιδήποτε πέρα από τη βράβευσή τους.
Εξαίρεση είναι το «Mad Max: Ο δρόμος της οργής», το σημαντικότερο μπλοκμπάστερ της δεκαετίας που διανύουμε, το οποίο ωστόσο αν και θα έπρεπε να σαρώσει τα βραβεία, όπως φαίνεται θα περιοριστεί στις τεχνικές κατηγορίες. Προσθέστε σε αυτό και το σνομπάρισμα της Ακαδημίας προς μη λευκούς υποψηφίους και έχετε μια καλή ιδέα για το πόσο μονοδιάστατη προβλέπεται φέτος η τελετή. Μόνο ο Κρις Ροκ που θα αναλάβει για δεύτερη φορά χρέη οικοδεσπότη δημιουργεί μια πολυφωνία, αν και αυτό είναι υποκριτικό από μόνο του.
Αυτό που θέλουμε να πούμε είναι πως το πρόβλημα ων φετινών Όσκαρ δεν είναι πως δεν είναι καλά, αλλά ότι θα μπορούσαν να είναι πολύ καλύτερα. Ας ρίξουμε λοιπόν μια ματιά στις μεγαλύτερες παραλείψεις της Ακαδημίας, οι οποίες μόνο λίγες δεν είναι.
Αν θέλετε την άποψή μας, τα φετινά Όσκαρ θα έπρεπε να είναι μια υπέροχη κόντρα ανάμεσα στο «Mad Max: Ο δρόμος της οργής» και το «Carol». Και αν το πρώτο κατάφερε να αποσπάσει υποψηφιότητες στις κατηγορίες Καλύτερης Ταινίας και Σκηνοθεσίας, το δεύτερο σνομπαρίστηκε εντελώς, με τις υποψηφιότητες των Κέιτ Μπλάνσετ και Ρούνεϊ Μάρα να κρατάνε κάπως τα προσχήματα. Αρκεί όμως αυτό; Ε λοιπόν, καθόλου.
Η σκηνοθεσία του Τοντ Χέινς στο «Carol» είναι αρκετά αρτίστικη για το μέσο μέλος της Ακαδημίας, αλλά είναι πολύ υψηλότερου επιπέδου από τουλάχιστον τρεις από τους πέντε υποψήφιους στην κατηγορία, οπότε γιατί να πρέπει να προσαρμοζόμαστε στις ιδιαιτερότητες της Ακαδημίας και αυτή να μην προσαρμοστεί επιτέλους με την εποχή; Δε γνωρίζουμε αν η απουσία του συγκεκριμένου φιλμ στις δύο βασικές κατηγορίες έγινε λόγω της καλλιτεχνικής προσέγγισης του Χέινς ή εξαιτίας του λεσβιακού έρωτα που παρουσιάζει, το αποτέλεσμα ωστόσο παραμένει το ίδιο και μας πηγαίνει αρκετά χρόνια πίσω.
Ας συνεχίσουμε τώρα με το δεύτερο «σκάνδαλο» στο οποίο προέβη φέτος η Ακαδημία. Ένα επιχείρημα όσων στηρίζουν την απόφαση της Ακαδημίας να μη δώσει υποψηφιότητες σε μη λευκούς είναι ότι πρέπει να αναζητήσουμε το πρόβλημα στην κατανομή των ρόλων και ότι φέτος δεν υπήρχαν ταινίες με μαύρους ηθοποιούς. Και θα συμφωνούσαμε με αυτή την άποψη αν δεν υπήρχε το «Κριντ». Ο Μάικλ Μπι Τζόρνταν είναι φανταστικός, σηκώνοντας στις πλάτες του το βάρος ενός νέου «Ρόκι» και υπό φυσιολογικές προϋποθέσεις θα ήταν σοβαρός αντίπαλος του Λεονάρντο Ντι Κάπριο για το Όσκαρ Α’ Ανδρικού Ρόλου. Εξίσου μεγάλη αδικία είναι η απουσία του Ράιαν Κούγκλερ στην κατηγορία της Σκηνοθεσίας. Προσεγγίζει το μύθο του Ρόκι Μπαλμπόα με σεβασμό και τον επαναπροσδιορίζει ως καλλιτεχνικό προϊόν. Το γιατί δεν απέσπασε υποψηφιότητα είναι κάτι που το γνωρίζουν μόνο τα μέλη της Ακαδημίας.
Η Μπρι Λάρσον θα πάρει όπως όλα δείχνουν άκοπα το πρώτο της Όσκαρ, αλλά ο ανταγωνισμός θα μπορούσε να είναι πολύ μεγαλύτερος. Η Σαρλίζ Θερόν παρέδωσε μια καταπληκτική ερμηνεία έξω από τα καθιερωμένα στο «Mad Max: Ο δρόμος της οργής», αυτό δεν ήταν όμως αρκετό για την Ακαδημία. Σε παρόμοια πλαίσια κινήθηκε και η Έμιλι Μπλαντ στο «Sicario», αλλά σνομαρίστηκε το ίδιο. Είναι σαφές ότι η Ακαδημία δεν ενδιαφέρεται για δυναμικούς γυναικείους ρόλους που ανατρέπουν όσα είναι γνωστά από τη δεκαετία του 1950, αλλά φέτος αυτό χτυπάει πιο άσχημα από ποτέ.
Το ξέρουμε ότι οι πολύ εμπορικές ταινίες δεν ευδοκιμούν στα Όσκαρ, αλλά οι παλιές ταινίες «Star Wars» βρίσκονταν εκεί με αξιώσεις και το «Η δύναμη ξυπνάει» έχει αποσπάσει εξαιρετικές κριτικές, σπάζοντας παράλληλα κάθε ρεκόρ στα ταμεία. Το γιατί αυτό δεν ήταν αρκετό για να αποσπάσει μια υποψηφιότητα Καλύτερης Ταινίας, ειδικά στη φετινή σοδειά, είναι απλά ανεξήγητο.
Τέλος, πού είναι ο Άαρον Σόρκιν για το σενάριο του «Στιβ Τζομπς»; Αν η συγκεκριμένη ταινία έχει κάποια δυναμική, αυτό οφείλεται αποκλειστικά στους φρενήρεις διαλόγους του σεναριογράφου των «Moneyball» και «Social Network». Και επειδή είναι από τους λίγους σεναριογράφους που θεωρείται σταρ και γενικά είναι αγαπητός από την Ακαδημία, η απουσία του χτυπάει κάπως περίεργα.
Τα Όσκαρ θα μπορούσαν λοιπόν να είναι πολύ καλύτερα και αυτή είναι μια διαπίστωση η οποία γίνεται κάθε χρόνο. Αυτό δε σημαίνει βέβαια ότι δε θα ενδιαφερθούμε για την απονομή και ότι δε θα σχολιάσουμε τα αποτελέσματα. Θέλουμε να πιστεύουμε πως αυτή του είδους η γκρίνια που έχει ξεσπάσει είναι εποικοδομητική και θα ωφελήσει μελλοντικά τα βραβεία να συντονιστούν με την εποχή.
Γιάννης Μόσχος