Τα Όσκαρ εξελίσσονται σε μουσειακό θεσμό

oscars
ΤΡΙΤΗ, 01 ΜΑΡΤΙΟΥ 2016

Η τηλεθέαση της φετινής απονομής σημείωσε χαμηλό οκταετίας και αναζητούμε τα αίτια και τους κινδύνους για το μέλλον του θεσμού.

Η 88η απονομή των βραβείων Όσκαρ ολοκληρώθηκε, ο Λεονάρντο Ντι Κάπριο είναι πλέον κάτοχος του πολυπόθητου χρυσού αγαλματίδιου και η ζωή μας μπορεί να συνεχίσει σε κανονικούς ρυθμούς. Τώρα όμως που πέρασε η τελετή, τα φώτα έσβησαν και έχουν ειπωθεί βασικά τα πάντα, αξίζει να σταθούμε σε ένα ενδιαφέρον στατιστικό στοιχείο. Η φετινή βραδιά των Όσκαρ είχε τη χαμηλότερη τηλεθέαση των τελευταίων οκτώ ετών.

Πολλοί θα αναρωτηθούν γιατί συνέβη αυτό, ειδικά φέτος όταν υπήρχε το διακύβευμα του πρώτου Όσκαρ του Ντι Κάπριο, στιγμή η οποία είναι και με διαφορά το πιο σχολιασμένο οσκαρικό γεγονός στο Twitter. Το ότι τα περισσότερα αποτελέσματα ήταν προβλέψιμα ίσως είναι για κάποιους μια απάντηση, η αλήθεια βρίσκεται όμως αλλού.

Διαβάζαμε χθες βράδυ ένα άρθρο στο ίντερνετ σχετικά με το ηλικιακό κοινό των ταινιών που συμμετείχαν φέτος στα Όσκαρ και τα ευρήματα έχουν πραγματικό ενδιαφέρον. Το πρώτο Σαββατοκύριακο λοιπόν η πολυσυζητημένη «Επιστροφή» του Ινιαρίτου που χάρισε στον ίδιο το δεύτερο σερί Όσκαρ και στον Ντι Κάπριο το πρώτο του μετά από χρόνια προσπαθειών, συγκέντρωσε ένα κοινό που σε ποσοστό 73% ήταν πάνω από 25 ετών. Τα ίδια ποσοστά ισχύουν και για τις υπόλοιπες ταινίες που ξεχώρισαν στα Όσκαρ, με αποκορύφωμα τη «Γέφυρα των κατασκόπων» του το πρώτο Σαββατοκύριακο προβολής της συγκέντρωσε κοινό που σε ποσοστό 89% ήταν πάνω από 25 ετών.

Ακόμη και το «Mad Max: Ο δρόμος της οργής» που θεωρητικά είναι μπλοκμπάστερ και απευθύνεται και σε μικρότερες ηλικίες, προσέγγισε κοινό που κατά 56% ήταν πάνω από 35 ετών. Και όλα αυτά χωρίς να μετρήσουμε καν τα εισιτήρια που έκοψε η κάθε ταινία, με το «Δωμάτιο» για παράδειγμα που έπαιξε σε αρκετές μεγάλες κατηγορίες και  έδωσε στην Μπρι Λάρσον το Όσκαρ Α’ Γυναικείου να μην ξεπερνά τα 15 εκατομμύρια δολάρια σε εισπράξεις.

Αφήνοντας για λίγο στην άκρη τις ταινίες των Όσκαρ, ας δούμε ποιες ήταν οι μεγαλύτερες επιτυχίες του μποξ όφις τη χρονιά που μας πέρασε. Στην κορυφή λοιπόν βρίσκονται το «Star Wars: Η δύναμη ξυπνάει», το «Jurassic World» και το «Εκδικητές: Η εποχή του Ultron». Από αυτές μόνο η πρώτη βρέθηκε στα Όσκαρ ως υποψήφια σε κάποιες τεχνικές κατηγορίες, δίχως να αποσπά κάποιο βραβείο.

Εύλογα θα αναρωτηθεί κάποιος με ποιον τρόπο αυτές οι ταινίες θα μπορούσαν να έχουν παρουσία στα Όσκαρ, ωστόσο το «Η δύναμη ξυπνάει» άρεσε στους κριτικούς και κέρδισε ακόμη και τους πιο δύσκολους οπαδούς του «Star Wars», συνεπώς εύκολα θα μπορούσα νε βρίσκεται υποψήφιο στην κατηγορία της Καλύτερης Ταινίας στη θέση ας πούμε του «The Martian», το οποίο ήταν μεν διασκεδαστικό αλλά δεν έχει κάποιο στοιχείο που να δικαιολογεί τη θέση του εκεί. Η επιστροφή του «Πολέμου των άστρων» ήταν ένα πολύ σημαντικό κινηματογραφικό γεγονός και μπορείτε να φανταστείτε τι θα συνέβαινε με ένα κόκκινο χαλί γεμάτο φωτόσπαθα και Stormtroopers.

Το κύριο πρόβλημα των Όσκαρ (και εν γένει των βραβείων τα τελευταία χρόνια) είναι ότι ακριβώς επειδή οι επιτροπές που αποφασίζουν για τους νικητές αποτελούνται στη συντριπτική τους πλειοψηφία από καλοζωισμένους ηλικιωμένους λευκούς άνδρες, αντανακλά ακριβώς τα γούστα τους και τις εμμονές τους. Δε σημαίνει πως αν μια ταινία έχει απήχηση αποκλειστικά σε μεγαλύτερες ηλικίες ή αν αποτύχει στο μποξ όφις δεν πρέπει να είναι υποψήφια, απλώς πρέπει να υπάρχει μια ποικιλία. Επειδή τα Όσκαρ ξεκίνησαν πριν η ποπ κουλτούρα δημιουργηθεί και φτάσει το τωρινό της μέγεθος, συνεχίζουν αγνοώντας την, προτάσσοντας μια ξεπερασμένη έννοια επισημότητας που αφορά μια ανεπίκαιρη μειοψηφία. Δε λέμε ότι πρέπει να δίνονται τα βραβεία σε όσους υποδύονται τους σούπερ ήρωες ή τους Τζεντάι, το να αναγνωρίζεται όμως πως αυτές οι ταινίες κυκλοφόρησαν μέσα στη σεζόν δεν κάνει κακό σε κανέναν.

Φέτος έγινε θέμα η λευκότητα των Όσκαρ, αφού όλοι οι υποψήφιοι στις «μεγάλες» κατηγορίες ήταν λευκοί και η θεωρητικά πιο γενναία απόφαση της Ακαδημίας να βραβεύσει τον Σιλβέστερ Σταλόνε «θεωρήθηκε» πολύ τολμηρή, στρέφοντας το Όσκαρ Β’ Ανδρικού προς τον Μαρκ Ράιλανς, στη μοναδική μεγάλη έκπληξη της βραδιάς. Αυτό λοιπόν είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου μιας βιομηχανίας που δείχνει εμμονική με το να αντανακλά τον εαυτό της στις ταινίες που βραβεύει, δίχως να προσφέρει την παραμικρή ιδέα στον ιστορικό του μέλλοντος για το τι συνέβαινε κάθε χρονιά στο σινεμά.

Η φετινή απονομή ήταν το αποκορύφωμα αυτής της λογικής και όλα αυτά ενώ κατά γενική ομολογία ήταν μια από τις πιο αξιόλογες στην εξέλιξή της (εν πολλοίς χάρη στην παρουσίαση του Κρις Ροκ). Ήδη έχει ξεκινήσει η κουβέντα για το ποιες ταινίες θα πρωταγωνιστήσουν στα επόμενα Όσκαρ, όχι βάση της αξίας τους αλλά ως προς το τι θα αρέσει στην Ακαδημία. Και το παράδοξο είναι πως αυτή η συζήτηση γίνεται κάθε χρονιά και ως ένα σημείο πέφτει μέσα σε πολλές προβλέψεις της. Όσο λοιπόν δεν αλλάζει τίποτα σε αυτή την ακολουθία, τόσο τα κινηματογραφικά βραβεία θα οδηγούνται προς μια μουσειακή κατάσταση μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας, οδηγώντας προς τα εκεί και το ίδιο το σινεμά.

Γιάννης Μόσχος

[email protected]