Οι αδερφές Ρορβάκερ είναι από τις μεγαλύτερες ελπίδες του ευρωπαϊκού σινεμά
Με αφορμή την κυκλοφορία της «Ορκισμένης παρθένας», σας παρουσιάζουμε δύο Ιταλίδες αδερφές που ζουν και αναπνέουν για το σινεμά.
Μια από τις ταινίες που περιμένουμε περισσότερο αυτή την εβδομάδα είναι η «Ορκισμένη παρθένα» της Λάουρα Μπισπούρι. Πρόκειται για μια ματιά στον εθιμικό νόμο Κανούν των απομακρυσμένων ορεινών χωριών της Αλβανίας, όπου οι γυναίκες δίνουν όρκο αιώνιας παρθενίας ώστε να μπορούν να ζήσουν ελεύθερα όπως οι άνδρες. Παίρνουν λοιπόν ανδρικά ονόματα και ζουν μια ανδρική ζωή, απαρνούμενες οριστικά και αμετάκλητα τη σεξουαλικότητά τους.
Η «Ορκισμένη παρθένα» συμμετείχε στο διαγωνιστικό τμήμα του περσινού Φεστιβάλ Κινηματογράφου Βερολίνου, αποσπώντας θετικότατα σχόλια από κοινό και κριτικούς. Και αυτό που έχουν να λένε όλοι είναι για την εξαιρετική ερμηνεία της Άλμπα Ρορβάκερ στον πρωταγωνιστικό ρόλο.
Η Άλμπα Ρορβάκερ είναι μια από τις αγαπητές παρουσίες του φεστιβαλικού ιταλικού και ευρωπαϊκού σινεμά και έχει μια μικρότερη αδερφή, την Άλις Ρορβάκερ, η οποία ασχολείται με τη σκηνοθεσία και μάλιστα οι δρόμοι τους έχουν συναντηθεί μια φορά στην ίδια ταινία.
Χωρίς να ανήκουν στην πρώτη κατηγορία του φεστιβαλικού σινεμά, θεωρούμε πως αξίζει να παρακολουθήσει κανείς τη διαδρομή τους, η οποία εκτός από το ότι μας έχει προσφέρει αρκετά ενδιαφέροντα πράγματα ως τώρα, προβλέπεται να δημιουργήσει ακόμη καλύτερα μελλοντικά.
Από τα πρώτα της βήματα έδειξε πως έχει ένα ξεχωριστό ταλέντο. Η συμμετοχή της στο «Days and Clouds» του Σίλβιο Σολντίνι το 2007 δεν πέρασε απαρατήρητη από τα ιταλικά βραβεία κινηματογράφου, η καταξίωση ήρθε ωστόσο ένα χρόνο αργότερα με το «Giovanna’s Father» του Πούπι Αβάτι, για το οποίο σάρωσε όλα τα βραβεία της χώρας της. Θα πιστέψουμε τους γείτονες.
Βέβαια, εμείς τη μάθαμε από το «Εγώ είμαι ο έρωτας» (2009) του Λούκα Γκουανατανίνο, με την Τίλντα Σουίντον να είναι σαρωτική μεν, αλλά με την παρουσία της Ρορβάκερ να μένει στο πίσω μέρος του μυαλού μας δε.
Η πιο σημαντική χρονιά για την αναγνώριση από τα ευρωπαϊκά φεστιβάλ ήταν το 2010. Πρώτα με το ερωτικό δράμα «Come Undone» του Σίλβιο Σολντίνι που συμμετείχε στο Φεστιβάλ του Βερολίνου και έπειτα στη Βενετία με το «The Solitude of Prime Numbers» του Σαβέριο Κοστάντσο, ένα δράμα με τη ζωή ενός άνδρα και μιας γυναίκας στο πέρασμα των χρόνων. Και οι δύο κουβαλάνε πολλά τραύματα, με τις ζωές τους να ακολουθούν παράλληλες πορείες, χωρίζοντας κάπου στη διαδρομή, νιώθοντας πάντα πως κάτι λείπει στη ζωή τους, αγνοώντας πως αυτό είναι η παρουσία του άλλου.
Επειδή η Ρορβάκερ φαίνεται πως απλά δεν μπορεί να μείνει μακριά από σκληρά ανθρώπινα δράματα, συνέχισε με την «Ωραία κοιμωμένη» (2012) του Μάρκο Μπελόκιο. Και όχι, δεν πρόκειται για τη γνωστή παιδική ιστορία, αλλά για την αληθινή ιστορία της Ελουάνα Ενγκλάρο, η οποία το 2009 έπεσε σε κώμα μετά από ένα τροχαίο και οι γονείς της κίνησαν μια διαδικασία ώστε να κάνουν ευθανασία στην κόρη τους, ενώ κάτι τέτοιο απαγορεύεται στην Ιταλία. Δυνατό δράμα, διδακτικό μεν, αλλά αυτό δε μειώνει το ανθρωπιστικό κομμάτι της ιστορίας. Η ταινία συμμετείχε στο διαγωνιστικό τμήμα του 69ου Φεστιβάλ Βενετίας.
Το «Via Castellana Bandiera» (2013) της Έμα Ντάντε έφερε την Ρορβάκερ για μια ακόμη χρονιά στο κόκκινο χαλί του Φεστιβάλ Βενετίας και αυτό μάλλον αρκεί, καθώς δεν έχουμε δει την ταινία και δε νομίζουμε ότι θα μπούμε στον κόπο.
Η συνέχεια βρήκε μαζί τις αδερφές Ρορβάκερ. Η Άλμπα πρωταγωνιστεί στην ταινία της Άλις και για αυτή τη σύμπραξη θα μιλήσουμε στη συνέχεια. Προς το παρόν θα ασχοληθούμε με μια από τις πιο ενδιαφέρουσες ερμηνείες της Άλμπα Ρορβάκερ στο «Hungry Hearts» του Σαβέριο Κοστάντσο. Τη συναντάμε στο πλευρό του εξαιρετικού Άνταμ Ντράιβερ (γνωστού ως Κάιλο Ρεν από το «Η δύναμη ξυπνάει»), σε μια ταινία που όσο χαλαρά και αν ξεκινάει, βάζοντάς μας σε κλίμα ρομαντικής κομεντί, τόσο σκληρά καταλήγει. Από τη μέση και μετά είναι σαν να παρακολουθείς κάποια από τις πιο ακραίες στιγμές του Πολάνσκι, αφού το φιλμ εξελίσσεται σε ένα ωμό ψυχολογικό θρίλερ που σου απομυζεί κάθε ενέργεια. Ακριβώς για αυτό έχουμε υψηλές προσδοκίες από αυτού του είδους τις ταινίες (γιατί να πέσουμε τόσο ψυχολογικά αν δεν αξίζει πραγματικά;), οι οποίες εδώ δε δικαιώνονται πλήρως, πάντως σίγουρα δεν το ξεχνάς εύκολα και αυτό το αναγνωρίζουμε. Η Ρορβάκερ έφυγε δικαιωματικά από τη Βενετία με το βραβείο Καλύτερης Ηθοποιού.
Στα τέλη του 2015 είδαμε την Ρορβάκερ να συμμετέχει σε δεύτερο ρόλο στο πλευρό ενός διεθνούς καστ στο «Παραμύθι των παραμυθιών» του Ματέο Γκαρόνε, μια σουρεαλιστική και αρρωστημένη εκδοχή κλασικών παραμυθιών που σίγουρα δεν είναι για όλους. Και ως κερασάκι στην τούρτα σε όλα αυτά, περιμένουμε την «Ορκισμένη παρθένα» ως την κορυφαία ερμηνευτική της στιγμή.
Αφού για κάμποσα χρόνια ασχολήθηκε με τη δημιουργία ντοκιμαντέρ και ταινιών μικρού μήκους, δοκίμασε το σκηνοθετικό της ντεμπούτο το 2011 με την ταινία «Heavenly Body». Πρόκειται για ένα θρησκευτικό δράμα που παρακολουθεί την πορεία ενός κοριτσιού προς την εφηβεία μέσα σε ένα αυστηρό καθολικό περιβάλλον. Αξιόλογο ντεμπούτο με ενδιαφέρουσες ιδέες, κάτι που επιβραβεύθηκε με τη συμμετοχή σε διάφορα ευρωπαϊκά φεστιβάλ, μεταξύ των οποίων και οι Κάννες.
Η σημαντικότερη έως τώρα στιγμή και για τις δύο αδερφές είναι σίγουρα πάντως το «The Wonders». Η Άλις και η Άλμπα γεννήθηκαν και μεγάλωσαν σε μια περιοχή της Τοσκάνης από Γερμανό πατέρα και Ιταλίδα μητέρα, ζώντας ουσιαστικά από τη δουλειά του πατέρα τους ως μελισσοκόμος. Αυτά ακριβώς τα παιδικά τους χρόνια βλέπουμε στην ταινία, τα οποία παρουσιάζονται μέσα από τη μαγική ματιά της παιδικής ηλικίας. Η Άλις σκηνοθετεί, η Άλμπα υποδύεται τη μητέρα τους και κάπου μέσα σε όλο αυτό κάνει ένα πέρασμα και η Μόνικα Μπελούτσι. Βαθύτατα αυτοβιογραφικό σινεμά που ακόμη και αν έχει περιορισμένο ταβάνι, συνιστά μια ενδιαφέρουσα μεσογειακή καλλιτεχνική πρόταση ως αντίποδα του κεντροευρωπαϊκού σινεμά που έχει αναδειχθεί ως κυρίαρχη τάση του φεστιβαλικού σινεμά στην Ευρώπη τα τελευταία χρόνια.
Η ταινία «Ορκισμένη παρθένα» θα βγει στις αίθουσες στις 7 Απριλίου, από την AMA Films.
Γιάννης Μόσχος