Who is who: Λίαμ Νίσον

who-is-who-liam-nison

ΣΑΒΒΑΤΟ, 25 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2012

Ο μυστηριώδης και χαμηλών τόνων Ιρλανδός ηθοποιός, Λίαμ Νίσον, «κλείνει» 33 χρόνια καριέρας μπροστά στα φώτα της δημοσιότητας, έχοντας βρεθεί πολύ κοντά στην κατάκτηση του Όσκαρ κι έχοντας κερδίσει τη συμπάθεια των κινηματογραφόφιλων για τους χαρακτήρες που ερμηνεύει.

Ένα από τα πολλά «καμάρια» της Ιρλανδίας στην έβδομη τέχνη, ο Λίαμ Τζον Νίσον γεννήθηκε στη 7 Ιουνίου 1952 στο βόρειο μέρος της και συγκεκριμένα στην πόλη Μπαλιμένα. Το όνομά του, Λίαμ, είναι το ιρλανδικό του Ουίλιαμ, το οποίο και καθιέρωσε ο τοπικός παπάς - ο Νίσον μεγάλωσε με καθολική διατροφή.

Η μητέρα του, Κάθριν Κίτι, ήταν μαγείρισσα και ο πατέρας του, Μπέρναρντ «Μπάρνεϊ» Νίσον, δούλευε στο τοπικό καθολικό δημοτικό σχολείο αρρένων. Ο Νίσον μεγάλωσε σε γυναικοκρατούμενη οικογένεια, ανάμεσα σε άλλες τρεις αδελφές και στα 9 του χρόνια ξεκίνησε το μποξ, στο οποίο φάνηκε να έχει ταλέντο, αφού αργότερα ανακηρύχτηκε πρωταθλητής στην κατηγορία του στο Όλστερ. Δύο χρόνια αργότερα, όμως, έχει την πρώτη του επαφή με την υποκριτική, αφού πρωταγωνίστησε στη σχολική του παράσταση – ο ίδιος μάλιστα αποκαλύπτει ότι δέχτηκε το ρόλο, μόνο και μόνο γιατί θα βρισκόταν πλάι στην κοπέλα που του άρεσε.

Δεν έμεινε μόνο στην πρώτη του επαφή, όμως, αλλά συνέχισε να συμμετάσχει σε σχολικές παραστάσεις τα επόμενα χρόνια, βρίσκοντας κάτι να τον γεμίζει σε αυτή τη δραστηριότητα. Αργότερα, ο ίδιος ο Νίσον αναφέρει ότι επηρεάστηκε και από τον πολιτικό και ιερέα Ίαν Πέσλεϊ, όταν τον παρακολουθούσε στην εκκλησία, θαυμάζοντάς τον.

Πριν βέβαια ξεκινήσει στο χώρο, σπούδασε στο Βασιλικό Πανεπιστήμιο του Μπέλφαστ φυσική και τους υπολογιστές. Κατά τη διάρκεια των σπουδών του, κατάφερε να δείξει και το ταλέντο του στο ποδόσφαιρο, προκαλώντας το ενδιαφέρων πολλών παραγόντων του χώρου, αλλά χωρίς να καταφέρει να κλείσει ποτέ κάποιο συμβόλαιο. Με το τέλος των σπουδών του επέστρεψε στη Μπαλιμέντα κάνοντας διάφορες δουλειές, από οδηγός φορτηγού, μέχρι στο εργοστάσιο διάσημης ιρλανδικής μπύρας, μέχρι που σε ηλικία 24 ετών έφυγε για το Μπέλφαστ και ξεκίνησε το θέατρο.

Το 1978 εμφανίζεται σε μια τηλεοπτική σειρά και το ντεμπούτο του στον κινηματογράφο έρχεται σύντομα, το 1979, με τη θρησκευτική ταινία «Pilgrim's Progress» του Κεν Άντερσον. Την ίδια χρονιά πρωταγωνιστεί και σε άλλη μια ταινία του Άντερσον, το «Christiana», ενώ ασχολείται και με το θέατρο, μετακομίζοντας στο Δουβλίνο και παίρνοντας μέρος σε διάφορες θεατρικές παραγωγές.

Ο ρόλος του στην υποψήφια για Όσκαρ περιπέτεια φαντασίας «Εξκάλιμπερ», για τον μαγευτικό μύθο του βασιλιά Αρθούρου και των ιπποτών της στρογγυλής τραπέζης, ήρθε όταν ο σκηνοθέτης Τζον Μπούρμαν παρατήρησε τον Νίσον στο θέατρο και συγκεκριμένα στην παράσταση «Άνθρωποι και ποντίκια» στο ρόλο του Λένι. Εντυπωσιασμένος του πρόσφερε το ρόλο του Σερ Γκάγουεν και ο Νίσον δέχτηκε. Λίγο αργότερα τον βρίσκουμε σε άλλη μια περιπέτεια φαντασίας, το «Krull» (1983).

Μετά την ταινία μετακόμισε στο Λονδίνο, συνεχίζοντας τις εμφανίσεις του σε θεατρικές και τηλεοπτικές παραγωγές, όπου και συζούσε με την Έλεν Μίρεν, με την οποία διατηρούσε τότε σχέση.

Οι δυνατές συνεργασίες του και η άνοδός του

Μια ιστορική περιπέτεια, «Η ανταρσία του Μπάουντι» του Ρότζερ Ντόναλντσον, έρχεται στο δρόμο του Ιρλανδού ηθοποιού το 1984, και τον φέρνει πλάι στον Άντονι Χόπκινς, τον Λόρενς Ολίβιε και τον Μελ Γκίμπσον. Η ταινία αναφέρεται στο χρονικό του επεισοδιακού ταξιδιού από την Αγγλία μέχρι τα νησιά της Ταϊτής και η παραγωγή θεωρείται πλούσια για την εποχή της.

Μετά από κάποια περάσματα στην τηλεόραση, το 1985 βρίσκεται στη δραματική ταινία του Τζον Μακένζι «The innocent» και την ίδια χρονιά πρωταγωνιστεί στην επίσης δραματική ταινία «Lamb».

Το 1986 έρχεται άλλη μια δυνατή συνεργασία, με τον Ρόμπερτ Ντε Νίρο και τον Τζέρεμι Άιρονς στη βραβευμένη με Όσκαρ ιστορική περιπέτεια «Η αποστολή» του Ρόλαντ Τζοφέ για τις εμπειρίες μίας αποστολής Ιησουϊτών στη Νότια Αμερική του 18ου αιώνα κι έπειτα κάνει μια στάση στη διάσημη σειρά «Οι σκληροί του Μαϊάμι».

Την ίδια χρονιά βρίσκεται στο ίδιο καστ με την Τζούλι Άντριους, τον Μαξ Φον Σίντοβ και τον Άλαν Μπέιτς, στο υποψήφιο για Χρυσή Σφαίρα «Σόλο ντουέτο» του Αντρέι Κοντσαλόφσκι, ενώ με τον Άλαν Μπέιτς ξαναβρίσκεται το 1987 στο «Καμιά προσευχή για τους πεθαμένους» του Μάικ Χότζις, όπου πρωταγωνιστεί και ο Μίκι Ρουρκ με τον Μπομπ Χόσκινς.

Στο μεταξύ, ο Λίαμ Νίσον αποφασίζει να μετακομίσει στο Χόλιγουντ, έτσι ώστε να δοκιμάσει την τύχη του και σε πιο μεγάλους ρόλους και παραγωγές που θα βοηθήσουν τη φήμη του να εξαπλωθεί παγκοσμίως. Το νέο του ξεκίνημα τον βρίσκει πλάι στη Σερ και τον Ντένις Κουέιντ στο δικαστικό δράμα «Οι ύποπτοι» να υποδύεται έναν άστεγο κωφάλαλο που κατηγορείται για φόνο, λαμβάνοντας καλές κριτικές για την ερμηνεία του και το 1988 θα φέρει δίπλα του τον Κλιντ Ίστγουντ ως Επιθεωρητή Κάλαχαν, στην αστυνομική περιπέτεια «Στοίχημα θανάτου» του Μπάντι Βαν Χορν.

Μεγαλύτερη επιτυχία, όμως, θα σημειώσει το 1990 με την ταινία δράσης «Darkman», η οποία θα λάβει καλά σχόλια από τους κριτικούς και θα σημειώσει εμπορική επιτυχία, η οποία θα οδηγήσει μάλιστα και σε σίκουελς. Το «Darkman» του Σαμ Ράιμι βοηθά τη φήμη του Νίσον να ταξιδέψει πιο μακριά απ’ ό,τι είχε ως τώρα, καθώς ενσαρκώνει τον ίδιο τον Darkman, τον επιστήμονα που ζητά... εκδίκηση μετά την ανατίναξη του εργαστηρίου του από αγνώστους, τη νύχτα μιας σπουδαίας ανακάλυψης. Παρά την επιτυχία του, όμως, τα επόμενα χρόνια δεν ακόμα έχουν να επιδείξουν κάτι που θα ταρακουνήσει την καριέρα του.

Προσωπική και επαγγελματική επιτυχία

Το 1992 σκηνοθετείται από τον Γούντι Άλεν για το υποψήφιο για 2 Όσκαρ «Husbands and wives», ενώ την επόμενη χρονιά πρωταγωνιστεί στην ταινία που θα του χαρίσει την πρώτη του και μοναδική –μέχρι σήμερα- υποψηφιότητα για Όσκαρ α΄ανδρικού ρόλου, τη «Λίστα του Σίντλερ» του Στίβεν Σπίλμπεργκ. Ο Νίσον αναλαμβάνει το ρόλο του Γερμανού επιχειρηματία που έσωσε τις ζωές χιλίων Πολωνών Εβραίων στο Ολοκαύτωμα προσλαμβάνοντάς τους στα εργοστάσια του, τραβώντας τα βλέμματα όλων και συγκινώντας κοινό και κριτικούς σε μια ταινία που βασίστηκε στο ομότιτλο βιβλίο του Τόμας Κίνλι και διαδραματίζεται την περίοδο του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου. Ανάμεσα σε διάφορα βραβεία και υποψηφιότητες, η ταινία κέρδισε 7 Όσκαρ, έγινε μεγάλη εισπρακτική επιτυχία και ο Λίαμ Νίσον ως Όσκαρ Σίντλερ, εκτός από την υποψηφιότητα για Όσκαρ, βρέθηκε υποψήφιος και για Χρυσή Σφαίρα μεταξύ άλλων βραβείων και υποψηφιοτήτων.

Η επιτυχία, όμως, φαίνεται πως δεν είναι μονάχα επαγγελματική, αφού μετά από διάφορες σχέσεις με ημερομηνία λήξεως στη ζωή του (Έλεν Μίρεν, Τζούλια Ρόμπερτς, Μπρουκ Σιλντς, Μπάρμπρα Στρέιζαντ και Σινέντ Ο’ Κόνορ), ο Ιρλανδός ηθοποιός πρωταγωνιστεί στο Μπρόντγουεϊ στην «Αννα Κρίστι» με τη Νατάσα Ρίτσαρντσον, κερδίζοντας μια υποψηφιότητα για βραβείο Τόνι, αλλά και τη γυναίκα της ζωής του, την ίδια τη Ρίτσαρντσον, με την οποία έρχεται εις γάμου κοινωνία το 1994. Την ίδια χρονιά συνεργάζεται μαζί της στο υποψήφιο για Όσκαρ «Nell» με την Τζόντι Φόστερ, ενώ το ζευγάρι παραμένει μαζί μέχρι το 2009, αποκτώντας 2 γιους.

Δυστυχώς, όμως, η Νατάσα Ρίτσαρντσον θα χάσει τη ζωή της μετά από ένα σοβαρό τραυματισμό στο κεφάλι, στη διάρκεια διακοπών για σκι στο Κεμπέκ, το 2009 και ο Νίσον θρηνεί, μαζί με ολόκληρο το Χόλιγουντ, το θάνατο της αγαπημένης του.

Οι κινηματογραφικές επιλογές του στη συνέχεια

Το 1995 ο Λίαμ Νίσον είναι ένας από τους υποψηφίους Τζέιμς Μποντ στο «GoldenEye», τελικά, όμως, αντί για Τζέιμς Μποντ μεταμορφώνεται με ρούχα εποχής σε Ρομπ Ρόι, στο πρότυπο του Ρομπέν των Δασών, για την υποψήφια για Όσκαρ ταινία «Rob Roy». Την επόμενη χρονιά βρίσκεται στο πλευρό της Μέριλ Στριπ ως πατέρας του Έντουαρντ Φέρλονγκ στην κοινωνική, δραματική ταινία «Before and after», ενώ την ίδια χρονιά συμπρωταγωνιστεί με τη Τζούλια Ρόμπερτς στο «Michael Collins» και βρίσκεται υποψήφιος για Χρυσή Σφαίρα, ενώ κερδίζει και βραβείο καλύτερου ηθοποιού στο φεστιβάλ κινηματογράφου της Βενετίας, υποδυόμενος τον Ιρλανδό επαναστατικό ηγέτη που οδήγησε τον IRA ενάντια στο Βρετανικό κατεστημένο.

Μετά από ένα μικρό κινηματογραφικό διάλειμμα, επιστρέφει το 1998 δίνοντας κινηματογραφική ζωή στους «Άθλιους» του Βίκτωρος Ουγκώ, σκηνοθετημένο από τον Μπιλ Όγκουστ, μαζί με τον Τζέφρι Ρας και την Ούμα Θέρμαν.

Πριν φύγει η δεκαετία, ο Νίσον γίνεται μέρος του «Πολέμου των άστρων», παίρνει το ρόλο του δάσκαλου Τζεντάι, Κουί-Γκον Τζιν, και πρωταγωνιστεί μαζί με τον Γιούαν Μακ Γκρέγκορ και τη Νάταλι Πόρτμαν στην υποψήφια για 3 Όσκαρ περιπέτεια επιστημονικής φαντασίας με εκατομμύρια fans ανά τον κόσμο, «Ο Πόλεμος των Άστρων: επεισόδιο 1 - Η αόρατη απειλή» του Τζορτζ Λούκας. Παρά τις ανάμεικτες κριτικές, η ταινία «έσπασε» τα ταμεία και έγινε η πιο επιτυχημένη εμπορικά ταινία του 1999 με τις εισπράξεις παγκοσμίως στα 924 εκατομμύρια δολάρια. Μάλιστα, μπήκε στη λίστα των 7 πιο επιτυχημένων εμπορικά ταινιών της ιστορίας, με τον Νίσον να απολαμβάνει τη δημοσιότητα και την επιτυχία του. Την ίδια χρονιά, το θρίλερ «Στοιχειωμένο σπίτι» όπου συμπρωταγωνιστεί με την Κάθριν Ζέτα Τζόουνς και τον Όουεν Γουίλσον, μπορεί να μην λαμβάνει καλές κριτικές, αλλά αποτελεί άλλη μια εμπορική ταινία στο βιογραφικό του Νίσον.

Περνώντας στη συνέχεια από μερικές «χλιαρές» εμπορικά ταινίες και κάνοντας περάσματα και από την τηλεόραση, το 2002 σκηνοθετείται από τον Μάρτιν Σκορτσέζε στην υποψήφια για 10 Όσκαρ ιστορική, δραματική ταινία «Οι συμμορίες της Νέας Υόρκης» μαζί με τον Λεονάρντο Ντι Κάπριο, την Κάμερον Ντίαζ και τον Ντάνιελ Ντέι Λιούις. Την αμέσως επόμενη χρονιά βρίσκεται στο καστ της επιτυχημένης κομεντί «Αγάπη είναι...» του Ρίτσαρντ Κέρτις μαζί με τον Χιου Γκραντ, για τις ζωές διαφορετικών ζευγαριών στο Λονδίνο, λίγο πριν τα Χριστούγεννα.

Το 2004 υποδύεται τον Άλφρεντ Κίνσεϊ στη βιογραφική ταινία «Kinsey» του Μπιλ Κόντον, τον άνθρωπο που σόκαρε την αμερικάνικη κοινωνία του ’40 με τις έρευνές του γύρω από τη διαφορετικότητα των ανθρώπων και τη σεξουαλική συμπεριφορά των Αμερικανών. Ο Νίσον βρίσκεται υποψήφιος για Χρυσή Σφαίρα, ενώ κερδίζει το Ιρλανδικό βραβείο κινηματογράφου ως καλύτερος ηθοποιός, λαμβάνοντας εξαιρετικές κριτικές. Λίγο νωρίτερα ήταν και η πρώτη επιλογή του Όλιβερ Στόουν για το ρόλο του Βασιλιά Φίλιππου στην ταινία «Μέγας Αλέξανδρος», αλλά τελικά ο ρόλος δεν έφτασε ποτέ στον Ιρλανδό ηθοποιό.

Την επόμενη χρονιά ο Κρίστοφερ Νόλαν σκηνοθετεί το «Batman begins» με Μπάτμαν τον Κρίστιαν Μπέιλ και στο γεμάτο διάσημους καστ (Μάικλ Κέιν, Κέιτι Χολμς, Μόργκαν Φρίμαν, Γκάρι Όλντμαν) βρίσκουμε και τον Λίαμ Νίσον. Η ταινία σημείωσε εμπορική επιτυχία και βρέθηκε υποψήφια για Όσκαρ, ενώ οι κριτικοί ανέφεραν ότι έχει έντονο το συναίσθημα του φόβου και είναι πιο σκοτεινή ταινία από προηγούμενες του Μπάτμαν.

Μεγάλη επιτυχία σημείωσε και το θρίλερ δράσης «Η αρπαγή» (2008) του Πιερ Μορέλ, όπου ο Νίσον βρίσκεται σε ρόλο πατέρα που παρακολουθεί από το κινητό του την απαγωγή της κόρης του, την οποία πρέπει να σώσει σε ελάχιστες ώρες, ενώ στο χώρο του θρίλερ κινείται και το 2009 με το «Chloe», όπου πρωταγωνιστεί με την Αμάντα Σέιφριντ και την Τζούλιαν Μουρ.

Γυρνώντας τουλάχιστον 3 ταινίες το χρόνο, ο Νίσον δουλεύει συνεχώς και το 2010 είναι γεμάτο δράση γι’ αυτόν, με την «Σύγκρουση των Τιτάνων», ριμέικ της ομότιτλης ταινίας του ’81 πάνω στον ελληνικό μύθο του Περσέα, όπου υποδύεται τον Δία και το «The A-team» όπου εμφανίζεται ως μέλος στρατιωτικής ομάδας που φυλακίζεται άδικα.

Μέσα στο 2011 τον είδαμε στο μυστηριώδες θρίλερ με το απρόσμενο τέλος «Ο άγνωστος» του Ζομ Κολέ Σερά, ενώ φέτος, στο τέλος Μαρτίου, το σίκουελ της «Σύγκρουσης των Τιτάνων» (με τίτλο «Η οργή των Τιτάνων») θα είναι γεγονός. Προς το παρόν ο Νίσον δουλεύει πάνω σε 3 ταινίες που θα προβληθούν μέσα στο 2012 και 2013, αποδεικνύοντας πως βρίσκεται σε μια καλή φάση της καριέρας του, ενώ αυτή την περίοδο βρίσκεται στη μεγάλη οθόνη με το θρίλερ «The Grey» του Τζο Κάρναχαν, με φόντο τη χιονισμένη Αλάσκα, όπου δίνει μαθήματα επιβίωσης. Η ταινία μέχρι στιγμής πηγαίνει καλά εμπορικά, ενώ και οι κριτικοί την αντιμετωπίζουν θετικά.

Ενδεικτική φιλμογραφία: «Pilgrim’s progress» (1979), «Christiana» (1979), «Excalibur» (1981), «Krull» (1983), «The Bounty» (1984), «The innocent» (1985), «Lamb» (1985), «The mission» (1986), «Duet for one» (1986), «A prayer for the dying» (1987), «Suspect» (1987), «Satisfaction» (1988), «The dead pool» (1988), «The good mother» (1988), «High spirits» (1988), «Next of Kin» (1989), «Darkman» (1990), «The big man» (1990), «Under suspicion» (1991), «Shining through» (1992), «Husbands and wives» (1992), «Leap of faith» (1992), «Ethan Frome» (1993), «Ruby Cairo» (1993), «Schindler’s list» (1993), «Nell» (1994), «Rob Roy» (1995), «Before and after» (1996), «Michael Collins» (1996), «Les misérables» (1998), «Star wars: Episode I – the Phantom menace» (1999), «The haunting» (1999), «Gun shy» (2000), «K-19: the widowmaker» (2002), «Gangs of New York» (2002), «Love actually» (2003), «Kinsey» (2004), «Kingdom of heaven» (2005), «Batman begins» (2005), «Breakfast on Pluto» (2005), «Seraphim falls» (2006), «Taken» (2008), «The other man» (2008), «Five minutes of heaven» (2009), «Chloe» (2009), «After.Life» (2009), «Clash of the Titans» (2010), «The A-team» (2010), «The next three days» (2010), «Unknown» (2011), «The grey» (2012), «The wrath of the Titans» (2012).