Το ξύλο βγήκε από το «The Raid»
Συνεχίζοντας το αφιέρωμά μας στο σινεμά της Άπω Ανατολής, κάνουμε μια στάση στην Ινδονησία για να δούμε ένα franchise που άλλαξε όσα γνωρίζαμε γύρω από το κινηματογραφικό ξύλο.
Δε γίνεται να αναφερθείς στο σινεμά δράσης της δεκαετίας που διανύουμε χωρίς να μιλήσεις για το «The Raid». Ο Ουαλός Γκάρεθ Έβανς ανακάλυψε τη δική του Γη της Επαγγελίας στην Ινδονησία, μετατρέποντας τον δάσκαλο της ινδονησιακής πολεμικής τέχνης Pencak Silat, Ίκο Ουβάις σε έναν υπερήρωα που θαρρείς ότι θα μπορούσε να βάλει κάτω μόνος του όλη την ομάδα των Avengers.
Οι δύο ταινίες της σειράς είναι μια ανεπανάληπτη έκρηξη αδρεναλίνης που μπορεί να συγκριθεί με περιπτώσεις όπως το πρώτο «The Matrix», το «Τίγρης και δράκος» και τη σκηνή με την έλλειψη βαρύτητας στο «Inception». Ό,τι κα να σας πούμε, το βέβαιο είναι ότι δε θα είστε προετοιμασμένοι για αυτό που θα παρακολουθήσετε. Αν πάλι έχετε δει τις ταινίες, διαβάζοντας αυτές τις γραμμές το πιθανότερο είναι να ανατρέξετε στο YouTube για να παρακολουθήσετε ξανά κάποιες από τις πιο χαρακτηριστικές μάχες. Ας δούμε λοιπόν πώς το «The Raid» καθιερώθηκε ως ένα καλτ franchise, καταφέρνοντας να ενώσει τους λάτρεις της ανελέητης κινηματογραφικής δράσης και του σινεφίλ.
«The Raid: Redemption» (2011)
Ο Γκάρεθ Έβανς είχε αποκτήσει ήδη ένα καλτ στάτους με το «Merantau» του 2009, αλλά πιθανότατα ούτε ο ίδιος να περίμενε αυτό που θα επακολουθήσει με το «The Raid». Ο Ίκο Ουβάις πρωταγωνιστεί ως ο Ράμα, ένας αστυνομικός που συμμετέχει σε μια ειδική ομάδα η οποία είναι επιφορτισμένη με την αποστολή να εξαλείψει το έγκλημα στο πιο επικίνδυνο οικοδομικό τετράγωνο της Τζακάρτα. Όταν εντοπίζονται όμως, βρίσκονται εγκλωβισμένοι σε ένα κτίριο που αποτελεί το άντρο ενός περίφημου κακοποιού. Η μόνη λύση είναι να τα βάλουν με όλους και με όλα, σε μια μάχη που γέρνει εκ προοιμίου εις βάρος τους.
Αυτό που κάνει την ταινία τόσο εντυπωσιακή είναι η απίστευτη αίσθηση του χώρου που διαθέτει ο Έβανς. Βοηθάει πολύ ότι περιορίζει την πλοκή μέσα στους διαδρόμους ενός κτιρίου και με ένα εξαιρετικά εύστοχο μοντάζ που κρατά μόνο τα απολύτως απαραίτητα, μας προσφέρει 100 λεπτά αμείωτης δράσης στα οποία όλοι τα βάζουν με όλους και στόχος είναι πια η επιβίωση. Στις μάχες σώμα με σώμα σχεδόν μπορείς να ακούσεις τους σφυγμούς των εμπλεκομένων και χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή για να μη χάσεις ό,τι συμβαίνει συνέχεια στην οθόνη. Ξεχάστε το slow motion. Όλα εδώ εξελίσσονται σε απίστευτες ταχύτητες και το ξύλο που πέφτει εκτός από το ότι είναι ωμό, είναι τόσο αρμονικά χορογραφημένο που αξίζει και ολυμπιακό μετάλλιο.
Λένε πως είναι βαρετό να βλέπεις άλλους να παίζουν βιντεοπαιχνίδια. Το «The Raid» είναι στημένο πάνω στη λογική video game και ο καθένας που έχει παίξει κάποιο παιχνίδι με ξύλο έστω και λίγο στη ζωή του θα μπει κατευθείαν στο κλίμα, και αυτό γιατί η καταιγιστική σκηνοθεσία του Έβανς σε βάζει σε λογική παίκτη που πρέπει να φέρεις εις πέρας την πιο δύσκολη τελική πίστα. Ο Ίκο Ουβάις είναι ένας αληθινός ήρωας των πολεμικών τεχνών, κάνοντας απίθανα πράγματα που έχεις δει μόνο στο PlayStation και δεν μπορούμε να φανταστούμε την ταινία χωρίς αυτόν. Ένα χρόνο αργότερα κυκλοφόρησε το «Dredd» ακολουθώντας ακριβώς παρόμοια λογική διαχείρισης του χώρου και το μόνο που έχουμε να πούμε είναι ότι θέλουμε περισσότερες τέτοιες ταινίες.
«The Raid 2» (2014)
Φυσικά και μετά την επιτυχία του πρώτου «The Raid» θα υπήρχε και συνέχεια, με τον Έβανς να κάνει τα πάντα για να μη δημιουργήσει «μια από τα ίδια». Έτσι λοιπόν, ανοίγει το χώρο και επεκτείνει τη διάρκεια στα 150 λεπτά. Αν στο πρώτο φιλμ η πλοκή επικεντρωνόταν μόνο στη μάχη για την επιβίωση, εδώ υπάρχει κανονική υπόθεση με αρχή, μέση και τέλος, τόση που για κάποιους ήταν παραπάνω απ’ όσο χρειαζόταν. Ο Ράμα λειτουργεί ως undercover αστυνομικός για να ξεσκεπάσει ένα συνδικάτο εγκλήματος της Τζακάρτα που ευθύνεται για το θάνατο του αδερφού του.
Πρόκειται για μια μαραθώνια περιπέτεια που ξεκινά από τον ίδιο να μπαίνει στη φυλακή και να τα βάζει με όλους και με όλα μέχρι να είναι ο μόνος που θα στέκεται όρθιος. Όπως είπαμε, υπάρχει αρκετή πλοκή οπότε δεν έχουμε να κάνουμε με μια συνεχή ροή από σκηνές ξύλου. Αυτό όμως δε μας χαλάει καθόλου, γιατί ο Έβανς χειρίζεται τόσο καλά το ρυθμό της ταινίας ώστε είναι εγγυημένο ότι δε θα βαρεθείς. Και όσον αφορά τις σκηνές δράσης, με το χώρο να ανοίγει και να δημιουργεί περισσότερες δυνατότητες, ο τρόπος που αναπτύσσονται είναι φανταστικός. Αν στο πρώτο φιλμ υπήρχε η αίσθηση ότι παίζεις video game, εδώ είναι ακόμη πιο έντονη, αφού μέχρι και οι κακοί έχουν μια «καρτουνίστικη» υφή. Στο τέλος ο Ράμα ακολουθεί μια κλιμάκωση από boss fights μέχρι να φτάσει στο σκοπό του, με την Hammer Girl και τον Baseball Bat Man να προσφέρουν μερικά απίστευτα ενσταντανέ.
Βέβαια, για ακόμη μια φορά τίποτα δε θα λειτουργούσε τόσο καλά χωρίς την παρουσία του Ίκο Ουβάις. Αυτή τη φορά έχει ακόμη περισσότερα πράγματα να κάνει για να επιδείξει τις ικανότητές του. Και ωραία όλα αυτά, αλλά γιατί ακριβώς οι Έβανς και Ουβάις δεν πήραν κάποιο Όσκαρ για τη σκηνή με την αυτοκινητιστική καταδίωξη; Είναι σαφές ότι με το «The Raid 2» ο Έβανς είχε μεγαλεπήβολα σχέδια και ήθελε να δημιουργήσει το magnum opus του και αν και αναγνωρίζουμε το όραμά του δε θέλουμε να το δεχτούμε αυτό, όχι επειδή η συγκεκριμένη ταινία δεν είναι κορυφαία στο είδος της, αλλά γιατί πιστεύουμε ότι ο Ουαλός έχει ακόμη μέσα του την καλύτερη ταινία του και περιμένει να μας την παραδώσει. Το «The Raid 3» αναμένεται προς τα τέλη της δεκαετίας και θα είναι μια τέτοια ευκαιρία.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΟΣΧΟΣ / [email protected]