Ο Τζέιμς Μποντ γιορτάζει τα 50α του γενέθλια
Μαζί με τη βασίλισσα Ελισάβετ που γιόρτασε τον αδαμάντινο ιωβηλαίο της, ο Τζέιμς Μποντ επιστρέφει δριμύτερος στο Λονδίνο.
Επί πενήντα χρόνια ήταν άλλωστε στις υπηρεσίες της στη μεγάλη οθόνη και έχει πλέον αναδειχτεί ως ένα από τα πιο ποπ σύμβολα του βρετανικού φλέγματος.
Τον ακολουθούν όλα τα κορίτσια του, τα ακριβά αμάξια και τα πολύπλοκα gadgets. Oι θαυμαστές του θα απολαύσουν από το φθινόπωρο στο εξωτερικό μια πολυτελή έκδοση blu ray, με τα 22 κλασικά φιλμ του 007, ξεκινώντας από τον «Dr. No» του 1962. Μια μικρή πρόσκληση για εξερεύνηση στον ιδιαίτερο κόσμο του Μποντ και την εξέλιξή του, που αναμένεται να «προλογίσει» την άφιξη της νέας περιπέτειάς του «Skyfall», με πρωταγωνιστή τον Daniel Craig.
Στο Λονδίνο των Ολυμπιακών Αγώνων, ο Μποντ έχει φροντίσει η παρουσία του να είναι καταλυτική: στο Barbican παρουσιάζεται η έκθεση «Designing 007: 50 years of Bond style», στην οποία οι επισκέπτες μπορούν να θαυμάσουν τα κοστούμια και τα σκηνικά από τις ταινίες του. Στα πενήντα χρόνια της ταραχώδους πορείας του, ο 007 ζωντάνεψε μέσα από το ταλέντο έξι ηθοποιών που ο καθένας έβαλε την ξεχωριστή σφραγίδα στην προσωπικότητά του. Η αρχή έγινε το 1962 με τον «Dr. No» και τον Sean Connery. Και μπορεί ο «πατέρας» του Μποντ, ο Ίαν Φλέμινγκ να μην αποδέχτηκε αρχικά με ενθουσιασμό την πρώτη κινηματογραφική του μεταφορά, όμως η εξέλιξη του ήρωά του τον δικαίωσε.
Ο Sean Connery, με το σκωτσέζικο ταμπεραμέντο του, προτίμησε να προσδώσει μια ειρωνική χροιά στον χαρακτήρα-σήμα κατατεθέν της γοητείας του. Ούτε ο Κλιντ Ίστγουντ δεν τόλμησε να αναμετρηθεί με τον ρόλο που τον είχε σημαδέψει τόσο έντονα ο Sean Connery, όταν τον είχε προσεγγίσει διερευνητικά ο παραγωγός Albert Broccoli.
Ο George Lazenby εμφανίστηκε σε μόνο ένα φιλμ, στο «Οn her majesty’s secret service», όταν αποσύρθηκε προσωρινά ο Connery. Οι κριτικοί ήταν αυστηροί μαζί του γιατί ο «παλιός Μποντ» έριχνε βαριά τη σκιά του στο νέο. Στα αξιοσημείωτα της παραγωγής είναι ότι για πρώτη φορά ο δημοφιλής πράκτορας απαρνείται την εργένικη ζωή του, για ένα…γαμήλιο φινάλε. Η επιστροφή του Sean Connery to 1971 στο πετυχημένο κινηματογραφικό franchise σημαδεύτηκε με ένα χρυσό συμβόλαιο. Το 1973 τη σκυτάλη ανέλαβε ο Ρότζερ Μουρ με το «Live and let die»: ήταν ο μακροβιότερος Μποντ, καθώς έμεινε στο ρόλο για δώδεκα χρόνια γυρίζοντας συνολικά επτά ταινίες. Ακολούθησε ο Τίμοθι Ντάλτον με το «Τhe living daylights», το 1987 και η δική του ερμηνεία θεωρήθηκε ότι ήταν πιο κοντά στο μυθιστορηματικό πρότυπο του 007 που είχε σμιλέψει ο Ίαν Φλέμινγκ. Ο Pierce Brosnan ανέλαβε με το «Golden Eye» το 1995 να επαναφέρει στις κινηματογραφικές επάλξεις έναν ήρωα-σύμβολο του Ψυχρού Πολέμου, μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης. Πολλοί τότε στοιχημάτιζαν σε μια πιθανή αποτυχία, με το σκεπτικό ότι ο Μποντ ανήκε σε μια άλλη εποχή. Ο Daniel Craig, με το «Casino Royale» (το 2006) κατόρθωσε να κερδίσει την εύνοια των κριτικών και του κοινού. Aκολούθησε το «Quantum of Solace» (2008), ενώ ο χρόνος μετρά αντίστροφα για το πολυαναμενόμενο «Skyfall» με με τη σκηνοθετική υπογραφή του Σαμ Μέντες.