Η «Χαμένη πόλη του Ζ» είναι μια επική περιπέτεια που πάσχει από έλλειψη ρυθμού
Είδαμε την ταινία έναρξης του 1ου En Lefko Film Festival.
Οι περιπέτειες ανθρώπων του δυτικού κόσμου μέσα στην άγρια ζούγκλα, ειδικά σε παλαιότερες εποχές όταν δεν υπήρχαν ευκολίες και βρισκόσουν μόνος σου απέναντι στην ανεξερεύνητη άγρια φύση, είναι ένα θέμα που ανέκαθεν ιντριγκάρει το σινεφίλ κοινό. Για αυτό το λόγο περιμέναμε με ενδιαφέρον και με περιέργεια την «Χαμένη πόλη του Ζ» του James Gray («Two Lovers», «The Immigrant»), μια ταινία που περιγράφει τα ταξίδια του Βρετανού εξερευνητή Percy Fawcett στη Λατινική Αμερική στις αρχές του 20ού αιώνα.
Ο Fawcett χάθηκε μαζί με τον γιο του στην τελευταία του αποστολή το 1925, χωρίς ποτέ να ξέρουμε ακριβώς τι τους συνέβη, αν και το πιθανότερο είναι να δολοφονήθηκαν από κάποια φυλή της περιοχής. Ο Gray αποφάσισε να διηγηθεί την ιστορία τους στη μεγάλη οθόνη, αν και σε αυτή του την ενασχόληση ξεκινά ήδη από μια λάθος βάση. Αποφασίζει να ανοίξει τον κάδρο και να αποτυπώσει το κλίμα της εποχής περισσότερο από ό,τι ενδιαφέρεται να διεισδύσει στην προσωπικότητα του Fawcett. Σαν να νιώθει υποχρεωμένος να ακολουθήσει κατά γράμμα τη ζωή του Fawcett και των γύρω του. Αν όμως θέλουμε κάτι τέτοιο, υπάρχει η Wikipedia που μπορεί να μας βοηθήσει ή ακόμη και το βιβλίο του David Grann στο οποίο στηρίχτηκε η ταινία. Το σινεμά είναι διαφορετική υπόθεση και ακόμη και το βιογραφικό του κομμάτι έχει πλέον επαναδιαπραγματευθεί τον εαυτό του. Δείτε για παράδειγμα το πρόσφατο «Jackie», το οποίο και έμεινε πιστό στην προσωπικότητα της ηρωίδας του αλλά ταυτόχρονα έδωσε κάτι διαφορετικό στο είδος, χωρίς να νιώθει την ανάγκη να αναπαραστήσει κυριολεκτικά την εποχή και τα γεγονότα.
Στα δύο πρώτα ταξίδια του Fawcett στην Λατινική Αμερική το φιλμ καταφέρνει να βρει έναν ηλεκτρισμό και εστιάζοντας στον κεντρικό χαρακτήρα του και τις εμμονές του γίνεται αληθινά «άγριο», κερδίζοντας την προσοχή σου. Αυτός ο παραισθησιογόνος tribal μυστικισμός χάνεται όμως όταν η πλοκή επιστρέφει πίσω στην Αγγλία. Εκεί περιορίζεται σε συζητήσεις ηλικιωμένων λευκών ανδρών μέσα σε δωμάτια και στο οικογενειακό δράμα του Fawcett, χάνοντας τελείως την αίσθηση του ρυθμού και καταστρέφοντας ό,τι έχτισε μέχρι τότε. Και όταν ο Gray αποφασίζει πως πρέπει να παρουσιάσει κάθε κομμάτι της ζωής του Fawcett, χάνει το παιχνίδι πηγαίνοντας στα χαρακώματα του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, παρουσιάζοντας ένα απόσπασμα που δεν έχει να προσθέσει και πολλά με τον τρόπο που εμπλέκεται στην ιστορία, εκτός μόνο από πλήξη προς τον θεατή.
Στο ρόλο του Fawcett συναντάμε τον Charlie Hunnam, ίσως στον σημαντικότερο ρόλο της κινηματογραφικής καριέρας του, τη σύζυγό του υποδύεται η Sienna Miller και τον πιστό του ακόλουθο στα ταξίδια ο Robert Pattinson. Και όσο και αν δεν έχουμε εμπιστοσύνη στις υποκριτικές δυνατότητες του τίμιου κατά τα άλλα Hunnam, μόνο εύκολη δεν είναι η δουλειά των ηθοποιών, οι οποίοι έχουν να διαχειριστούν ένα επίπεδο σενάριο που αποφασίζει να κατευθυνθεί προς το μελό, χωρίς πριν να έχει θέσει τις βάσεις για να το κερδίσει αυτό. Η σκηνοθεσία του Gray είναι κλασικά παλιομοδίτικη όπως μας έχει συνηθίσει, απλά το πρόβλημα εδώ είναι πως αυτό εκτείνεται και στο περιεχόμενο, με εξαίρεση μόνο κάποια εντυπωσιακά ενσταντανέ της ζούγκλας του Αμαζονίου από τη φωτογραφία του Darius Khondji.
Στο μεγαλύτερο μέρος της η «Χαμένη πόλη του Ζ» μοιάζει με μια χαμένη ευκαιρία. Δεν εξερευνά τους λόγους που η ζούγκλα ασκεί τόση επιρροή στον Fawcett και αντ’ αυτού επιλέγει να παρακολουθήσει τη ζωή του σε βάθος χρόνου, δίχως να παίρνει κάποια ξεκάθαρη στάση. Λειτουργεί ως συνδυασμός ντοκιμαντέρ και διεκπεραιωτικού οσκαρικού δράματος, απέχοντας από αυτό που θα μπορούσε να είναι, το οποίο βρίσκεται πιο κοντά στην αβυσσαλέα παράνοια του «Αγκίρε, η μάστιγα του Θεού» του Werner Herzog. Έτσι, αδυνατεί να δικαιολογήσει τη διάρκεια των 140 λεπτών. Τα ταξίδια του Fawcett ξεχώρισαν για το πάθος, το ρίσκο τους και την άγνοια κινδύνου, στοιχεία που εμφανώς λείπουν από αυτή την κινηματογραφική μεταφορά.
ΓΜ