Μπ. Στόκας: «Αφού φτάσαμε στον πάτο, μόνο προς τα πάνω μπορούμε να πάμε»
Με αφορμή τις εμφανίσεις του με τη Λιζέτα Καλημέρη στο «Δίπλα στο ποτάμι», που ξεκίνησαν την Παρασκευή 25 Νοεμβρίου, ο Μπάμπης Στόκας μιλά στο click@Life για το νέο του δίσκο και τη μουσική του διαδρομή, για το τι κρύβουν οι στίχοι των τραγουδιών του, αλλά και πώς βλέπει τη ζωή σήμερα.
Όταν δυο σπουδαίες φωνές συναντιούνται, τότε τα τραγούδια μπορούν να σε ταξιδέψουν παντού! Από την Ανατολή μέχρι τη Δύση, από τους ροκ μέχρι τους παραδοσιακούς ήχους και από το χθες μέχρι το σήμερα. Κι αυτό ακριβώς συμβαίνει όταν ο Μπάμπης Στόκας μοιράζεται τη σκηνή με τη Λιζέτα Καλημέρη, επιλέγοντας να παρουσιάσουν αγαπημένα τους τραγούδια με τον δικό τους ξεχωριστό τρόπο.
Στις συγκεκριμένες εμφανίσεις, ο Μπάμπης Στόκας δεν ανεβαίνει στη σκηνή μόνο με τα τραγούδια που μέχρι τώρα έχουμε τραγουδήσει, αλλά παρουσιάζει και εκείνα από τη νέα του δισκογραφική δουλειά, που θα κυκλοφορήσει μέσα στις γιορτές.
Μιλώντας στο click@Life, ο Μπάμπης Στόκας, αναφέρεται στη νέα του μουσική «συνάντηση», στο τι τον εμπνέει, τι «κρύβουν» τα τραγούδια του και πώς βλέπει τη ζωή σήμερα.
Ξεκινάτε τις εμφανίσεις σας με την Λ. Καλημέρη στο Δίπλα στο Ποτάμι. Τι ετοιμάζετε για το κοινό σας πρόγραμμα;
Με τη Λιζέτα ήθελα καιρό να συνεργαστώ. Κάναμε με το Μαρκόπουλο αυτό το καλοκαίρι τρεις μέρες μαζί και ήταν μια ευκαιρία να βρεθούμε από κοντά και να το συζητήσουμε. Τώρα όσον αφορά στα τραγούδια, είναι τραγούδια δικά μου, τραγούδια φίλων, τραγούδια της Λιζέτας, τα λέμε μαζί… είναι ένα πρόγραμμα από καρδιάς. Αυτά που μας αρέσουν να πούμε.
Στο πρόγραμμα που θα παρουσιάσετε, δε θα περιλαμβάνονται μόνο τραγούδια που έχετε τραγουδήσει μέχρι τώρα, αλλά και άλλα από τη νέα σας δισκογραφική δουλειά που θα κυκλοφορήσει σύντομα. Θέλετε να μας πείτε γι’ αυτήν;
Αυτή τη στιγμή βρισκόμαστε στο στούντιο και γράφουμε τον καινούργιο δίσκο. Οι στίχοι είναι του Άλκη Αλκέου, η μουσική και η ερμηνεία δικές μου. Είναι μεγάλη η χαρά μου γιατί ο Άλκης είναι από τους ανθρώπους που αγαπούσα και αγαπάω και είναι μεγάλη μου τιμή που με εμπιστεύτηκε. Ο δίσκος πιστεύω θα κυκλοφορήσει μέσα στις γιορτές.
Η πορεία σας με τους Πυξ Λαξ (μέχρι το 2004, όταν και διαλύθηκαν) ήταν ιδιαίτερα επιτυχημένη για πολλά χρόνια. Από τότε συνεχίζετε χωριστά. Τι σας εκφράζει περισσότερο από τα δύο;
Άλλο πράγμα το ένα, άλλο το άλλο. Οι Πυξ Λαξ ήταν μια ομάδα για 15 σχεδόν χρόνια μαζί, υπήρχε η ασφάλεια των πολλών ανθρώπων που βοηθάει ο ένας τον άλλο… μόνος σου είναι άλλο πράγμα, κάνεις συνεργασίες που σε ενδιαφέρουν… και τα δύο μου αρέσουν. Και οι Πυξ Λαξ είναι ένα μεγάλο κομμάτι της ζωής μου σημαντικό και τα πράγματα που κάνω μετά μόνος μου είναι κι αυτά για μένα εξίσου σημαντικά. Υπάρχει διαφορά όμως. Στο ένα είσαι μόνος σου και κάνεις πράγματα που θέλεις αυστηρά εσύ, στο άλλο είναι μια ομάδα ανθρώπων που πρέπει να βγάλουμε μια άκρη. Σε κάποια είναι πιο εύκολο σε κάποια πιο δύσκολο.
Τα τραγούδια σας είναι αισθαντικά και χαρακτηρίζονται περισσότερο από μια μελαγχολική, παρά από μια αισιόδοξη διάθεση. Γιατί συμβαίνει αυτό; Γενικά θα λέγατε πως είστε αισιόδοξος ή μελαγχολικός χαρακτήρας;
Εγώ τα θεωρώ αισιόδοξα, γιατί μέσα από τη φαινομενική απαισιοδοξία, υπάρχει αισιοδοξία. Έτσι το βλέπω εγώ. Είμαι αισιόδοξος άνθρωπος γενικά στη ζωή μου. Άλλο μελαγχολία, άλλο αισιοδοξία και ούτε σημαίνει ότι το ένα πάει μαζί με το άλλο. Προσπαθώ πάντως να είμαι αισιόδοξος. Και τα τραγούδια μου ακόμη, μπορεί να έχουν μια μελαγχολική ατμόσφαιρα, αλλά το «ζουμί» νομίζω είναι αισιόδοξο. Δεν ξέρω αν μου «κάθεται» πάντα…
Από πού εμπνέεστε για τους στίχους που γράφετε;
Από την καθημερινότητά μου. Από αυτά που ζω, από αυτά που με πειράζουν, από αυτά που αγαπώ, από αυτά που με ενδιαφέρουν, από αυτά για τα οποία αδιαφορώ. Από όλα αυτά…
Σας αρέσει περισσότερο να γράφετε στίχους ή να τους τραγουδάτε;
Πιο πολύ μου αρέσει να τους τραγουδάω. Επειδή το στίχο τον αγαπώ, του δίνω πολύ μεγάλη σημασία, δε μου είναι και το πιο εύκολο, έχω περισσότερες απαιτήσεις -απ’ ό,τι μπορώ συνήθως- από τον εαυτό μου. Προτιμώ να τραγουδήσω κάποιον που είναι σίγουρα καλύτερος από εμένα σε αυτό.
Κατά καιρούς έχετε συνεργαστεί με πολλούς Έλληνες (Γιώργο Νταλάρα, Λαυρέντη Μαχαιρίτσα, Σταμάτη Κραουνάκη, Μελίνα Ασλανίδου, Υπόγεια Ρεύματα, Κίτρινα Ποδήλατα, Μιχάλη Τζουγανάκη κ.ά.) αλλά και ξένους (Gordon Gano, Ι muvrini, Sting, Steve Wynn κ.ά.) καλλιτέχνες. Ξεχωρίζετε κάποια από αυτές τις συνεργασίες;
Όλες οι συνεργασίες είχαν το σκοπό τους. Ήμασταν φίλοι με όλους όσους κάναμε συνεργασίες και τους εκτιμούσαμε. Σίγουρα κάποιοι άνθρωποι είναι παραπάνω… για μένα, το έχω πει είναι παραπάνω οι αδελφοί Κατσιμίχα γιατί ήταν αυτοί που με έκαναν να τραγουδήσω, δηλ. όταν ήμουν πιτσιρικάς, άκουσα το «για ένα κομμάτι ψωμί» και νόμισα ότι μιλάει για μένα. Μου μίλησαν μέσα στα αυτιά μου. Αλλά όλοι οι άνθρωποι με τους οποίους συνεργαστήκαμε τους γουστάραμε και υπήρχε κάτι, μια χημεία.
Γιατί επιλέγετε οι τίτλοι των δίσκων αλλά και των τραγουδιών σας να «κρύβουν» μηνύματα;
Νομίζω ότι αυτός είναι ο σκοπός. Δηλ. να έχεις κάτι να ψάξεις να βρεις μέσα σε ένα τραγούδι. Να μην είναι μόνο αυτό που ακούς την πρώτη φορά. Να το ακούς μετά από δέκα χρόνια και να λες «αυτό δεν το είχα καταλάβει;». Αυτό αλλάζει και στον ίδιο μας τον εαυτό. Κι εγώ πολλές φορές ακούω τραγούδια δικά μου τραγούδια, παλιά και δεν είναι πια δικά μου, δηλ. τα ακούω με άλλο αυτί… τα βλέπω διαφορετικά. Άλλα μου αρέσουν, άλλα δε μου αρέσουν. Άλλα μου λένε κάτι, άλλα δε μου λένε… Αυτό είναι.
Η τελευταία δισκογραφική σας δουλειά με τους Πυξ Λαξ τον Ιούλιο του 2003, είχε τον τίτλο «Χαρούμενοι στην πόλη των τρελών». Αν παραφράζαμε τον τίτλο σε «Χαρούμενοι στη ΧΩΡΑ των τρελών», θα σας εκφράζαμε; Πώς κρίνετε την κατάσταση στη χώρα μας, αλλά και στον κόσμο τα τελευταία χρόνια; Έχει επηρεάσει η κρίση τον ρόλο σας ως καλλιτέχνη και επαγγελματία;
Θα με εξέφραζε απόλυτα. Και ποιον δεν έχει επηρεάσει η κρίση; Μόνο και μόνο που βγαίνεις έξω και βλέπεις τα μάτια του κόσμου κατεβασμένα, είναι η πιο δυνατή εικόνα που παίρνουμε όλοι μας καθημερινά. Όσον αφορά στον επαγγελματικό τομέα, όλοι έχουν το πρόβλημα τους, μικρό ή μεγάλο. Εγώ όμως μένω περισσότερο στο συναισθηματικό τομέα και στην περηφάνια. Με πειράζει να βλέπω τα κατεβασμένα μάτια των συμπατριωτών μου…
Γεννηθήκατε στη Γερμανία και μέχρι κάποια χρόνια μεγαλώσατε στην ελληνική επαρχία. Πώς σας φαίνεται η Αθήνα; Εκ των υστέρων μετανιώσατε που ήρθατε;
Κακά τα ψέματα, η Αθήνα είναι αυτή που μας δίνει ζωή. Από την Αθήνα ζούμε. Μας πληρώνει, τον καθένα στη δουλειά μας. Αλλά από κει και πέρα εγώ πάντα προτιμούσα την επαρχία και τώρα ακόμη. Λόγω ποιότητας ζωής και για τα πάντα. Δεν έχει καμία σχέση. Ακόμη και στο φανάρι βλέπεις… ο καλαματιανός για παράδειγμα, ανάβει πράσινο και ξεκινά μετά από 20 δευτερόλεπτα και δεν κορνάρει κανείς. Τις διαφορές τις βλέπεις ακόμη και στις λεπτομέρειες, στα πολύ μικρά πράγματα.
Αν και ξεκινήσατε την καριέρα σας σε μια διαφορετική εποχή, με ένα διαφορετικό κοινό, η σύγχρονη επιτυχία σας δείχνει ότι είστε διαχρονικός και ότι «αγγίζετε» και το σημερινό, διαφορετικό κοινό. Πώς το πετυχαίνετε αυτό;
Είμαστε πολύ χαρούμενοι γι’ αυτό. Δεν ξέρω. Αν μπορείς σήμερα να μιλάς στους νέους και σε καταλαβαίνουν, νομίζω ότι είναι το πιο σημαντικό. Εγώ έτσι κι αλλιώς αν νιώσω ότι αυτό το πράγμα δεν υπάρχει πια, θα το κάνω μόνο για την τρέλα μου. Δεν υπάρχει κανένας λόγος αν δε μπορείς να μιλήσεις στους γύρω σου και να σε καταλάβουν και να σε νιώσουν όταν λες τραγούδια. Δεν υπάρχει λόγος να το συνεχίσεις. Δεν πιστεύω πως είναι μόνο οι στίχοι. Είναι όλο. Δεν έρχεται κάποιος μόνο για να σε ακούσει, αλλά και για να σε δει. Είναι όλο το πακέτο.
Θα θέλατε να κάνετε μια ευχή για το μέλλον;
Από τη στιγμή που έχουμε φτάσει στον πάτο, μόνο προς τα πάνω πάμε. Ο καθένας πρέπει να δει που έχει κάνει λάθος και να το διορθώσει. Γιατί από εμάς ξεκινάνε όλα. Ακόμη και στην πολιτική σκηνή και στην κοινωνική και σε οτιδήποτε και στις σχέσεις –γιατί νομίζω ότι πρώτα οι σχέσεις είχαν το πρόβλημα, χρόνια τώρα και μετά μεταπήδησε στη δουλειά και σε όλα αυτά- νομίζω αν το διορθώσουμε όλοι αυτό και το δούμε με τελείως «ανοιχτό» μυαλό και «ανοιχτά» μάτια, όλα θα γίνουν καλύτερα.
Πόπη Αθανασοπούλου