Ο δολοφόνος του John Lennon ζητά συγγνώμη από την Yoko Ono 40 χρόνια μετά
«Θέλω να επαναλάβω ότι λυπάμαι για το έγκλημά μου, δεν έχω καμία δικαιολογία» δήλωσε στην ακρόαση για το αίτημα αποφυλάκισης του.
Στις 8 Δεκεμβρίου του 1980, ο Mark David Chapman πυροβόλησε και σκότωσε τον πρώην frontman των Beatles, John Lennon, έξω από το σπίτι του στην Νέα Υόρκη. Σε νέες δηλώσεις του, ο δολοφόνος απολογήθηκε στην Yoko Ono για την «αποτρόπαια πράξη» του και εξήγησε πως στόχος του ήταν η «προσωπική δόξα».
«Απλά θέλω να επαναλάβω ότι λυπάμαι για το έγκλημα μου. Δεν έχω καμία δικαιολογία. Ήταν για την προσωπική δόξα. Νομίζω πως το χειρότερο έγκλημα που μπορεί να διαπραχθεί είναι να γίνει κάτι σε κάποιον που είναι αθώος» δήλωσε ο Chapman ζητώντας συγνώμη από την οικογένεια του Lennon κατά την διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας για την νέα αίτηση αποφυλάκισης που έχει καταθέσει. Στην συνέχεια ο Chapman εξήγησε πως σκέφτεται για τον φόνο «όλη την ώρα» και τόνισε πως ήταν «μια εξαιρετικά εγωιστική πράξη» και ζήτησε «συγνώμη για όλο τον πόνο» που προκάλεσε στην Yoko Ono.
«Ήταν εξαιρετικά δημοφιλής. Δεν τον σκότωσα λόγω του χαρακτήρα του ή του είδους ανθρώπου που ήταν» δήλωσε ο Chapman, ο οποίος ήταν 25 ετών όταν διέπραξε την δολοφονία. Συνεχίζοντας χαρακτήρισε τον Lennon ως «έμβλημα» και «οικογενειάρχη», ενώ τόνισε πως η πράξη του ήταν «αποτρόπαια» και «αρκετά ανατριχιαστική». Όταν ρωτήθηκε εάν θεωρεί ότι έχει αποδοθεί δικαιοσύνη, ο Chapman ήταν κατηγορηματικός απαντώντας «δεν αξίζω τίποτα» και εκτίμησε πως θα έπρεπε να του είχε επιβληθεί η θανατική ποινή.
«Όταν σχεδιάζεις εις γνώση σου το φόνο κάποιου και ξέρεις ότι είναι λάθος και το κάνεις για τον εαυτό σου, τότε σε αυτή τη περίπτωση έχουμε θανατική ποινή κατά την άποψη μου. Ήταν ένας άνθρωπος και ήξερα πως θα τον σκοτώσω. Αυτό από μόνο του λέει πως δεν αξίζεις τίποτα και εάν ο νόμος και εσείς αποφασίσετε να με αφήσετε εδώ για το υπόλοιπο της ζωής μου, δεν έχω κανένα παράπονο» δήλωσε ο Chapman.
Παράλληλα ο 65χρονος μίλησε στο συμβούλιο που εξέταζε το αίτημα αποφυλάκισης του για τις εμμονές που είχε με το μυθιστόρημα «Ο φύλακας στη σίκαλη» του J.D. Salinger, το οποίο διάβαζε όταν συνελήφθη από την αστυνομία μετά την δολοφονία. Όπως εξήγησε, ο ίδιος ταυτιζόταν με την «απομόνωση» και «μοναξιά» του πρωταγωνιστή, ενώ ισχυρίστηκε πως πλέον είναι ένας «αφοσιωμένος Χριστιανός».
Τελικά η αίτηση αποφυλάκισης απορρίφθηκε από τις αρχές της Νέας Υόρκης, όπου χαιρέτησαν μεν «την προσωπική πρόοδο και παραγωγική χρήση του χρόνου» από πλευράς του Chapman, συμπληρώνοντας όμως πως «η βίαιη πράξη του» προκάλεσε τεράστια δυστυχία όχι μόνο στην οικογένεια και τους πρώην συνεργάτες του, αλλά και σε όλο τον κόσμο. Ο Chapman θα έχει το δικαίωμα να καταθέσει νέο αίτημα αποφυλάκισης σε δύο χρόνια.