Γκογκέν και Μπονάρ βρέθηκαν στην Ιταλία
Πρόκειται για μια ιστορία πραγματικά συναρπαστική και απίστευτη που θυμίζει σενάριο ταινίας.
Δύο πίνακες, ένας του Πολ Γκογκέν και ένας του Πιερ Μπονάρ, οι οποίοι είχαν κλαπεί στο Λονδίνο τη δεκαετία του 1970, βρέθηκαν στην Ιταλία από τους καραμπινιέρους, ανακοίνωσε το ιταλικό υπουργείο Πολιτισμού.
«Πρόκειται για πίνακες σημαντικής ιστορικής και καλλιτεχνικής αξίας» δήλωσε ο αρχηγός των καραμπινιέρων, στρατηγός Μαριάνο Μόσα, ο οποίος είπε ότι μόνο το έργο του Πολ Γκογκέν (1848-1903) αξίζει πολλές δεκάδες εκατομμύρια ευρώ.
Ο πίνακας «Φρούτα σε τραπέζι ή νεκρή φύση με σκυλάκι» φιλοτεχνήθηκε από τον Γκογκέν το 1889 και ήταν αφιερωμένος στην Κόμισσα του Νιμάλ. Ο δεύτερος πίνακας, είναι η «Γυναίκα με τις δύο πολυθρόνες» του Πιερ Μπονάρ (1867-1947).
Η ιστορία ξεκινά στο Λονδίνο όταν οι δύο πίνακες κλάπηκαν το 1970 από το σπίτι της οικογένειας Μαρκ-Κένεντι. Τα έργα μετά ξεχάστηκαν μέσα σε ένα τρένο που πραγματοποιούσε το δρομολόγιο από το Παρίσι για το Τορίνο.
Υπάλληλοι των ιταλικών σιδηροδρόμων, οι οποίοι δεν γνώριζαν την αξία τους τους παρέδωσαν στο γραφείο απολεσθέντων όπου έμειναν στα αζήτητα για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Το 1975 η υπηρεσία τους έβγαλε σε πλειστηριασμό και αγοράστηκαν, έναντι του γελοίου ποσού των 45.000 λιρετών -σήμερα αντιστοιχεί σε 23 ευρώ- από έναν φιλότεχνο εργάτη της Fiat.

Ο νέος ιδιοκτήτης των έργων τα κρέμασε αρχικά στην κουζίνα του σπιτιού του στο Τορίνο και όταν συνταξιοδοτήθηκε τα μετέφερε στη Σικελία. Κοσμούσαν τους τοίχους του επί 40 χρόνια, μέχρι να τους εντοπίσει η αστυνομία χάρη σε μια εκτενή έρευνα που έφτασε μέχρι τη Σιγκαπούρη.
Οι καραμπινιέροι ξεκίνησαν την έρευνά τους όταν ήρθαν στα χέρια τους φωτογραφίες των έργων και αντιλήφθηκαν ότι επρόκειτο πιθανότατα για πίνακες των δύο Γάλλων ιμπρεσιονιστών ζωγράφων.
Οι ιταλοί καραμπινιέροι έχουν στη διάθεσή τους τη μεγαλύτερη τράπεζα δεδομένων του κόσμου με κλεμμένα έργα (σχεδόν 5,7 εκατομμύρια αντικείμενα).
Μετά από έναν πρώτο έλεγχο διαπιστώθηκε ότι τα δύο έργα δεν ήταν καταγεγραμμένα ως κλεμμένα. Ωστόσο η έρευνα, με επικεφαλής τον αντεισαγγελέα της Ρώμης Τζανκάρλο Καπάλντο, δεν μπήκε στο αρχείο.
Ψάχνοντας σε καταλόγους μουσείων και οίκων δημοπρασιών, ακόμη και στο Internet, οι καραμπινιέροι έπεσαν πάνω σε μια λεπτομέρεια που τους κίνησε την περιέργεια: ο πίνακας του Γκογκέν περιλαμβανόταν σε έναν κατάλογο του 1964, όμως δεν υπήρχε πλέον στον κατάλογο του 2001.
Οι ιταλοί αστυνομικοί έκαναν τη σύνδεση με τους ιδιοκτήτες των πινάκων όταν βρήκαν δύο άρθρα που είχαν δημοσιευτεί το 1970 στους New York Times και σε μια εφημερίδα της Σιγκαπούρης και αφορούσαν την κλοπή των δύο έργων από το Λονδίνο.
Το μόνο που απέμενε ήταν να εντοπιστεί ο νέος κάτοχός τους, ο σικελός συνταξιούχος εργάτης, και «να πειστεί» να τους παραδώσει τα διακοσμητικά του σπιτιού του ώστε να επιστραφούν στους νόμιμους ιδιοκτήτες.
Η έρευνα δεν έχει τελειώσει ακόμη, τόνισε ο Μόσα, καθώς θα πρέπει ακόμη να διευκρινιστεί ποιοι ήταν οι δράστες της κλοπής και πώς έφτασαν οι πίνακες από το Λονδίνο στο Παρίσι και από εκεί στο τρένο όπου τους βρήκαν αργότερα οι υπάλληλοι των σιδηροδρόμων.
Τον Ιανουάριο, ο στρατηγός Μόσα, με την ευκαιρία των εγκαινίων της έκθεσης 100 έργων τέχνης που εντοπίσθηκαν από τις υπηρεσίες του, είχε υπενθυμίσει ότι «ο τζίρος από το παράνομο εμπόριο έργων τέχνης καταλαμβάνει την τέταρτη θέση παγκοσμίως, έπειτα από αυτό των όπλων, των ναρκωτικών και των χρηματοοικονομικών προϊόντων».
Πολλοί μεταξύ αυτών ταξιδεύουν τακτικά για να εκπαιδεύουν αστυνόμους συναδέλφους τους στον εντοπισμό έργων που έχουν κλαπεί ή εξαχθεί παράνομα.







