Τατιάνα Αβέρωφ: «Ο πατέρας μου, Ευάγγελος Αβέρωφ ήταν “δέκα άνθρωποι σ’ έναν”».
Το βιβλίο της Τατιάνας Αβέρωφ με τίτλο «Δέκα ζωές σε μία» είναι ένα μυθιστόρημα με κεντρικό ήρωα τον πατέρα της, Ευάγγελο Αβέρωφ-Τοσίτσα. Η συγγραφέας μας μίλησε για το ερέθισμα που την οδήγησε να γράψει αυτό το βιβλίο, για τη σχέση της με τον πατέρα της αλλά και για την Ελλάδα του σήμερα.
Το νέο σας βιβλίο παρουσιάζει τη ζωή του πολιτικού Ευάγγελου Αβέρωφ-Τοσίτσα. Πώς αποφασίσατε να ρίξετε φως στην προσωπική του ζωή;
Ήθελα από καιρό να γράψω ένα μυθιστόρημα με κεντρικό ήρωα τον πατέρα μου. Η ζωή του ήταν άκρως μυθιστορηματική, μεγάλωσε σε χρόνια συνταρακτικά για τη χώρα, έζησε πολέμους, διχασμούς, καταστροφές. Ήθελα να γράψω ένα συναρπαστικό ιστορικό μυθιστόρημα, που να ιστορεί ταυτόχρονα τα πραγματικά γεγονότα της ζωής του.
Πώς είναι να γράφετε ένα βιβλίο για τη ζωή του πατέρα σου, τόσο βιωματικό και τόσο προσωπικό;
Δεν είναι εύκολο να πάρεις την απόσταση που χρειάζεται –τη σωστή απόσταση- από έναν πατέρα. Και μάλιστα έναν τέτοιο πατέρα, ισχυρό, πληθωρικό, δημόσιο, όπως ήταν ο δικός μου. Αυτή ήταν μία από τις μεγαλύτερες δυσκολίες αρχικά. Και σίγουρα δεν είναι τυχαίο που χρειάστηκε να καταπιαστώ με τέσσερα πολύ διαφορετικά μεταξύ τους μυθιστορήματα μέχρι να νιώσω έτοιμη να γράψω το «Δέκα ζωές σε μία». Από τη στιγμή όμως που βρήκα την αφηγηματική φωνή και ξεκίνησα να γράφω, ήταν τεχνικές κυρίως οι δυσκολίες, όχι συναισθηματικές. Δεν ήμουν πια η «κόρη» που γράφει για τον πατέρα της, αλλά η «συγγραφέας» που συμπάσχει με τους ήρωές της και τους αφήνει να την οδηγούν.
Και πώς είναι να γράφετε μια ιστορία, με ήρωες πραγματικούς, αληθινή πλοκή και γεγονότα πραγματικά;
Ήταν ένα ιδιαίτερα δύσκολο παιχνίδι ισορροπιών και μέτρου. Το ζητούμενο σε οποιοδήποτε ιστορικό μυθιστόρημα είναι ο αρμονικός συγκερασμός της δημιουργικής φαντασίας με τα ιστορικά δεδομένα -- κάτι που σε τούτο το βιβλίο ήταν ακόμα πιο δύσκολο, επειδή ακριβώς ήταν πολλά τα δεδομένα. Αντιμετώπιζα δηλαδή μια διπλή δυσκολία: Αφενός, πώς να χωρέσω όλα αυτά που ήθελα, τα πραγματικά γεγονότα, χωρίς όμως να «βαρύνει» το μυθιστόρημα και να γίνει ένα ιστορικό-δοκιμιακό κατά βάση κείμενο μεταμφιεσμένο σε μυθιστόρημα. Και αφετέρου, πώς να επινοήσω τις ευκαιρίες για να αναπτύξω μυθοπλαστικά την αφήγησή μου.
Και τι ρόλο παίζουν για εσάς το μυθιστόρημα και ο μύθος;
Η μυθοπλασία τρυπώνει στα κενά της Ιστορίας. Μεγεθύνει τη στιγμή, ζωντανεύει την ατμόσφαιρα, ρίχνει φως στο συναίσθημα και στα όσα βρίσκονται κάτω απ’ την επιφάνεια. Το μυθιστόρημα ζωντανεύει ένα μυθοπλαστικό σύμπαν πιο «αληθινό» κι απ’ το πραγματικό. Αυτή είναι η δύναμη της λογοτεχνίας.
Πώς ήταν η ζωή σας δίπλα σε έναν μεγάλο πολιτικό άνδρα;
Κανονική – έτσι την ένιωθα, αφού αυτή τη ζωή γνώρισα, αυτόν τον πατέρα. Αυτή ήταν η πραγματικότητά μου. Μέσα στο σπίτι ήταν ένας τρυφερός, διαλλακτικός, αλλά και πολυάσχολος πατέρας. Γυρνούσε αργά το βράδυ και έλειπε συχνά σε ταξίδια. Περισσότερο τον ζούσαμε από κοντά όταν πηγαίναμε στο Μέτσοβο.
Ο τίτλος που επιλέξατε για το βιβλίο είναι «Δέκα ζωές σε μία». Πιστεύετε αλήθεια ότι η ζωή του Ευάγγελου Αβέρωφ ήταν όσο δέκα «κοινές» ζωές;
Καμιά ζωή δεν είναι «κοινή», ούτε βέβαια μετριούνται οι ζωές σε ποσοτικά μεγέθη. Ο τίτλος είναι συμβολικός. Παραπέμπει στον πολυτάραχο βίο του κεντρικού ήρωα του μυθιστορήματος, του πατέρα μου δηλαδή, που ξεκίνησε επανειλημμένα τη ζωή του απ’ την αρχή, και λόγω συνθηκών (πολέμων, προσωπικών συγκυριών, ασθενειών κ.λπ.), αλλά και επειδή σαν προσωπικότητα συνδύαζε πτυχές τόσο διαφορετικές όπως η πολιτική, η αγάπη του για το γράψιμο και την Τέχνη, το πάθος για τη γη και την αγροτική ζωή, η αφοσίωσή του στο Μέτσοβο, την οικογένεια και τους ανθρώπους γενικά.
Στο βιβλίο σας ζωντανεύετε την ταραγμένη ατμόσφαιρα και τα ιστορικά γεγονότα της Ελλάδας από το 1908 μέχρι τον Εμφύλιο. Ποιες ήταν οι βασικές σας πηγές, εκτός από τις ιστορίες που ακούσατε με τα ίδια σας τα αυτιά;
Χρειάστηκε απίστευτη έρευνα αυτό το βιβλίο! Ανέτρεξα σε εφημερίδες της εποχής, σε βιβλία και άρθρα σχετικά με την ιστορία, την κοινωνιολογία, την πολιτική ή τη λαογραφία στην περίοδο 1908-1947. Ακόμα, έπρεπε να μελετήσω το αρχείο του πατέρα μου: τα βιβλία του καταρχήν –τα λογοτεχνικά και τα ιστορικά– τις συνεντεύξεις του, το φωτογραφικό υλικό και χιλιάδες σελίδες χειρόγραφων επιστολών του.
Πρόκειται λοιπόν για τη βιογραφία και μαρτυρία μιας μεγάλης προσωπικότητας. Τι ήταν ο πατέρας σας όμως για την κόρη του;
Ο πατέρας μου ήταν «δέκα άνθρωποι σ’ έναν». Κυρίαρχος θα έλεγα πως ήταν αυτός που αγαπούσε με πάθος τη χώρα του, ο «πατριώτης» − με την καλή έννοια όμως, γιατί σήμερα τις λέξεις τις έχουν σφετεριστεί τέρατα και ιδεολογίες που ελάχιστη σχέση έχουν με την αγάπη. Αλλά είχε συγχρόνως μια ευρύτητα καλλιέργειας και σκέψης. Ήταν εξωστρεφής και πληθωρικός, με ανεξάντλητα αποθέματα ενέργειας, πολλά μεράκια και μπόλικο κοινό νου. Αλλά και εσωστρεφής, με μια μυστικιστική σχεδόν σχέση με τη φύση, τη γη, και τις καλές τέχνες γενικά. Ως πατέρας ήταν τρυφερός, αλλά και απόμακρος γιατί ήταν τόσα πολλά πράγματα μαζί.
Αφού σπουδάσατε χορό και εξασκήσατε το επάγγελμα της ψυχολόγου, τώρα διευθύνετε την Πινακοθήκη Ε. Αβέρωφ στο Μέτσοβο, διδάσκετε Δημιουργική Γραφή και γράφετε. Τι είναι αυτό που σας παρακίνησε να ασχοληθείτε με αυτά αντί για το επάγγελμά σας;
Πιστεύω πως τόσο το γράψιμο, όσο και η ενασχόλησή μου με την Ψυχολογία, έχουν σαν αφετηρία την ίδια ίσως προσωπική μου εμμονή. Με ενδιαφέρει ο άνθρωπος, το άπιαστο της εμπειρίας, το φευγαλέο του βιώματος που δεν προλαβαίνει να καταγραφεί, ούτε και μέσα μας ακόμα, σε σαφή έναρθρο λόγο. Οι λέξεις παγιδεύουν και δίνουν υπόσταση στα πράγματα. Το γράψιμο με γοητεύει γιατί σου δίνει την ευκαιρία να ρίξεις φως στα όσα βρίσκονται κάτω από την επιφάνεια. Η Πινακοθήκη Αβέρωφ, βέβαια, όπως και τα άλλα σημαντικά έργα που έκανε ο πατέρας μου στο Μέτσοβο, είναι κάτι που «κληρονόμησα» από εκείνον. Θέλω όμως να τα συνεχίσω, με νοιάζουν, είναι κι αυτά μια πηγή πλούτου για μένα.
Ως παιδί ενός πολιτικού άνδρα, πώς αντιμετωπίζετε εσείς σήμερα την πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα και τι ελπίζετε για το μέλλον μας;
Δεν νομίζω πως έχει κάποια ιδιαιτερότητα η ματιά μου ως κόρη πολιτικού. Όπως ο κάθε Έλληνας, παρατηρώ με αγωνία την πολιτική κατάσταση, ανησυχώ βαθιά και ελπίζω πως θα βρεθεί τρόπος να βγούμε απ’ το επικίνδυνο αδιέξοδο της κρίσης και να πάμε μπροστά σαν χώρα.
Βάλια Κανελλοπούλου