Μαρία Ξυλούρη: "Οι διακρίσεις σού δίνουν χαρά, αλλά μετά πρέπει να συνεχίσεις να δουλεύεις"
Μιλήσαμε με την Μαρία Ξυλούρη για το νέο της βιβλίο, το πλάσιμο των ηρώων της, τις βραβεύσεις και τα στοιχεία που επανέρχονται στις ιστορίες της.
Η Μαρία Ξυλούρη ανήκει στους συγγραφείς εκείνους που έδειξαν αξιόλογο δείγμα δουλειάς από την νεαρή τους ακόμη ηλικία (γεννήθηκε στις 12 Μαρτίου του 1983), αυτό δεν της απαγόρευσε ωστόσο να κερδίσει μια σειρά διακρίσεων, τόσο στη συγγραφή όσο και στην μετάφραση. Το πρώτο της μυθιστόρημα, "Rewind" κυκλοφόρησε το 2009 και το δεύτερο με τίτλο "Πώς τελειώνει ο κόσμος" τρια χρόνια αργότερα, και τα δύο από τις εκδόσεις Καλέντης. Στην συνέντευξη που μας έδωσε μιλάμε για το τελευταίο της βιβλίο "Η νυχτερινή βάρδια του καλλιγράφου" (Καλέντης 2015). Το προσωπικό ιστολόγιο της Μαρίας Ξυλούρη είναι: "Δωμάτιο Πανικού".
Για μένα δεν ήταν αλλαγή πορείας, διότι, όταν μικρή σκεφτόμουν πως αυτό που μου λείπει για να γράψω ωραία βιβλία είναι η γνώση πάνω στον άνθρωπο και στους χαρακτήρες, οπότε Ψυχολογία σπούδασα όχι γιατί με ενδιέφερε να ασκήσω το αντικείμενο, αλλά ελπίζοντας ότι αυτό θα με βοηθήσει να γράψω. Σίγουρα κομμάτια από τις γνώσεις που αποκόμισα σπουδάζοντας μπαίνουν στο βιβλίο μου. Προσπαθώ να μην γίνεται συνειδητά γιατί δεν γράφω εγχειρίδιο για ψυχολογικές διαταραχές.
Πρόσφατα λάβατε το Βραβείο Μετάφρασης Αγγλόφωνης Λογοτεχνίας για το βιβλίο: Τα χίλια φθινόπωρα του Γιάκομπ Ντε Ζουτ του David Mitchell (Τόπος). Πώς διαφοροποιείται η συγγραφή από τη μετάφραση;
Δεν θα έλεγα ότι ασχολούμαι συστηματικά με την μετάφραση. Αυτή στην οποία αναφέρεστε ήταν η πρώτη μου και προέκυψε χωρίς να έχω σκεφτεί ότι θα ήθελα να μεταφράζω βιβλία. Έτυχε να μου προσφερθεί ένα βιβλίο που αγαπώ πάρα πολύ, ενός συγγραφέα που εκτιμώ απίστευτα και σκέφτηκα ότι είναι μια ωραία ευκαιρία να δουλέψω σε βάθος στο έργο του. Είναι λίγο διαφορετική διαδικασία από τη συγγραφή, γιατί στην μετάφραση πρέπει να υπερασπίσεις τις λέξεις ενός άλλου και στην ουσία να προσπαθήσεις να μιλήσεις σαν να ήσουν αυτός, σεβόμενος τους δικούς τους στόχους και υπηρετώντας το δικό του όραμα. Στην μετάφραση δεν είσαι εσύ αυτός που κινεί τα νήματα. Μπορεί να έχεις τις δικές σου ιδέες για το βιβλίο και για το πώς θα μπορούσε να δουλευτεί, αλλά πάντοτε πρέπει να προχωράς με αυτό που ο συγγραφέας έχει κατά νου. Δεν έχει την ελευθερία που έχεις στη συγγραφή, αλλά είναι μια πολύ χρήσιμη διαδικασία. Οποιοσδήποτε συγγραφέας ή επίδοξος συγγραφέας θα είχε πολλά να μάθει επιχειρώντας να μεταφράσει κάποια κείμενα είτε τελικά εκδοθούν είτε όχι.
To μυθιστόρημά σας "Πώς τελειώνει ο κόσμος" τιμήθηκε με το βραβείο The Athens Prize for Literature του περιοδικού (δε) κατά το 2013 έχετε λάβει μια από τις τρεις υποτροφίες συγγραφής που απονεμήθηκαν κατά τη διάρκεια του 1ου Φεστιβάλ Νέων Λογοτεχνών, που διοργάνωσε το ΕΚΕΒΙ το 2011. Με ποιόν τρόπο λειτουργούν και επηρεάζουν οι βραβεύσεις έναν συγγραφέα από τα πρώτα του κιόλας βήματα;
Αυτό που λέω συχνά είναι ότι οι διακρίσεις είναι ένα πολύ καλό χτύπημα στον ώμο. Είναι σαν να έρχεται κάποιος (αυτός ο κάποιος είναι μια επιτροπή ανθρώπων που γνωρίζουν το βιβλίο), και σου λέει «Έχω προσέξει αυτό που κάνεις, συνέχισε». Πέρα από αυτό, που όντως σου δίνει μεγάλη χαρά, πρέπει κάποια στιγμή να τελειώνει το πανηγύρι και να συνεχίζεις τη δουλειά σου. Πιστεύω πως ο μόνος τρόπος που έχει κάποιος να τιμήσει το βραβείο που του δόθηκε είναι να συνεχίζει να γράφει αυτό που πιστεύει ότι πρέπει να γραφτεί χωρίς να υπολογίζει ότι μπορεί να βραβευτεί.
Στα βιβλία σας επιλέγετε ήρωες αρσενικούς. Πώς προκύπτει αυτό και πόσο δύσκολο είναι να πλάσεις έναν χαρακτήρα διαφορετικού φύλου;
Αυτό που με ενδιαφέρει και με κάνει να προτιμώ το να παρακολουθώ όσα συμβαίνουν μέσα στα βιβλία μου από μια αντρική σκοπιά, είναι πως πρόκειται για την σκοπιά που δεν γνωρίζω. Αν έβαζα ως κεντρικό χαρακτήρα μια γυναίκα, θα ήταν πάρα πολύ εύκολο να πέσω στην παγίδα αυτή η γυναίκα να είναι πάντα εγώ. Στο Rewind αποφάσισα συνειδητά να μην το κάνω για να αποφύγω ακριβώς αυτή τη παγίδα. Δεν είναι πάντα συνειδητή η απόφαση. Ο κεντρικός χαρακτήρας απλά τυχαίνει, ενδεχομένως επειδή φαίνεται πιο ενδιαφέρον σε μένα το να προσεγγίσω ένα θέμα από την άλλη πλευρά που δεν την ξέρω τόσο καλά.
Το μεταφυσικό στοιχείο διατρέχει το έργο σας. Γιατί; Πρόκειται για δικές σας πεποιθήσεις ή αποτελούν στοιχεία που ταιριάζουν στην ιστορία και τους ήρωές σας;
Μεταφυσικές πεποιθήσεις δεν μπορώ να πω ότι έχω, ίσως μάλιστα με διακρίνει μια έλλειψη ως προς αυτό. Εκείνο όμως που με ενδιέφερε ήταν να απομακρυνθώ από τον καθαρό ρεαλισμό, δεν ήθελα ένα βιβλίο-απεικόνιση της πραγματικότητας, όπως υπάρχει γύρω μας, ήθελα να πάω σε μια απεικόνιση της βιωμένης πραγματικότητας αν μπορώ να το πω έτσι. Τα μεταφυσικά στοιχεία νομίζω ότι εξυπηρέτησαν περισσότερο στην απόδοση της αίσθησης του κόσμου όπως την έχουν οι χαρακτήρες, αισθάνθηκα ότι έδωσαν λίγο περισσότερο βάθος στην ιστορία και ως τέτοια μπήκαν. Δεν προτείνω μια μεταφυσική ανάγνωση του κόσμου, περισσότερο προσπαθώ να τη χρησιμοποιήσω, ώστε να εξερευνήσω τους χαρακτήρες μου και την ιστορία τους.
Η ιστορία πλάθεται γύρω από το γεγονός του Εμφυλίου. Πώς συνέβη αυτό;
Το βιβλίο γεννήθηκε σε έναν συγκεκριμένο τόπο και από μια συγκεκριμένη αφήγηση ενός ανθρώπου που έτυχε να είναι εμφυλιοπολεμική. Ήταν μια αφήγηση που μου άρεσε πάρα πολύ, ήξερα ότι ήθελα να την κάνω κάτι. Ταυτόχρονα ήταν μια αφήγηση από τον τόπο του καινούριου αυτού βιβλίου, άρα δεν θα μπορούσε να παραληφθεί. Έπρεπε λοιπόν να διαχειριστώ αυτή την αντίφαση, του να μην θέλω να γράψω για τον εμφύλιο, αλλά να πρέπει να συμπεριλάβω μια εμφυλιοπολεμική ιστορία σε αυτό. Ίσως για αυτό υπάρχει στο βιβλίο μου ο χαρακτήρας του συγγραφέα που ακούει την εν λόγω ιστορία και δεν ξέρει τελικά τι να την κάνει. Εκεί μιλάει η πραγματική συγγραφέας του βιβλίου.
Χριστίνα Χρυσανθοπούλου
[email protected]