Κιάφα
Επίκληση στην Ελληνικό εμφύλιο πόλεμο μέσα από τη σφαίρα της σύγχρονης δημόσιας συζήτησης. Η Γκαλερί Ελένη Κορωναίου παρουσιάζει την καινούργια δουλεία της Ειρήνης Ευσταθίου.
Κιάφα, η πρώτη κορυφή της οροσειράς του Γράμμου στην Ήπειρο. Ενας τόπος με μεγάλη ιστορία καθώς διαδραματίστηκαν οι τελικές μάχες του εμφυλίου πολέμου στην Ελλάδα (1946-1949) και υπήρξε το πρώτο πεδίο μάχης όπου έγινε χρήση βομβών Ναπάλμ.
Με την έκθεση Κιάφα η Ευσταθίου συνεχίζει την διερεύνηση της συλλογικής μνήμης και τoυ συναισθήματος, καθώς και του τρόπου με τον οποίο αυτά λειτουργούν στην δημόσια σφαίρα. Παρουσιάζει το αποτέλεσμα της συνδιαλλαγής της με μια σειρά από ευρήματα από τον Γράμμο και την Αθήνα, η οποία προσεγγίζει μνημειώδη ιστορικά γεγονότα ως τμηματικές και αποσπασματικές αφηγήσεις, σε αντίθεση με την ομαλή γραμμικότητα της επίσημης ιστοριογραφίας.
Ολα ξεκινήσαν όταν η καλλιτέχνης βρέθηκε στην οροσειρά του Γράμμου, όπου ερεύνησε άτυπα τα ερείπια και τα υπολείμματα από την εποχή του εμφυλίου πολέμου που συνάντησε στην πορεία της. Ακολούθησε μια πρακτική καταγραφής γνωστή στους αρχαιολόγους ως 'fieldwalking’, που αποσκοπεί στην αναγνώριση και αποτίμηση των ορατών στην επιφάνεια λείψανων χωρίς να προβαίνει σε ανασκαφές. Η ‘ανασκαφή’ διαπράχθηκε αργότερα, με την επιστροφή της στην Αθήνα, όπου ξεκίνησε την αναζήτηση εικόνων από την συγκεκριμένη ιστορική περίοδο και περιοχή στα δημόσια αρχεία. Στα έργα της η σύγχυση μεταξύ αρχειακού υλικού και εικόνων που συνέλεξε η ίδια είναι εσκεμμένη, τονίζοντας την υποβόσκουσα υποκειμενική φύση οποιουδήποτε ιστορικού αρχείου.
Η ίδια αναφέρει για το έργο της: "Ανιχνεύοντας με τον τρόπο αυτό τόπους και γεγονότα, αποσκοπώ να δημιουργήσω έναν χώρο, αναγνώρισης αλλά και παραγνώρισης, στον οποίο πλεονεκτεί το προσωπικό διαταράσσοντας, έστω προσωρινά, την υπερίσχυση της επίσημης θεσμικής μνήμης".
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγόνος οτι δουλεύει εκ νέου τη συλλογή εικόνων με παραδοσιακά μέσα, όπως η χαρακτική, η ζωγραφική, το σχέδιο, η φωτογραφία και οι εγκαταστάσεις μικρής κλίμακας. Το κάθε έργο περιέχει εγγενώς τον χρόνο και την εργασία της δημιουργίας του. Η υλική αυτή συνδιαλλαγή με τις εικόνες εισάγει έναν χώρο περισυλλογής, τόσο για τον καλλιτέχνη όσο και για τον θεατή, που αγγίζει την ίδια την εικόνα, αυτό που απεικονίζει, και το συνολικό ευρετήριο μορφών, εμπειριών και αναμνήσεων στις οποίες παραπέμπει το κάθε έργο.
Αυτός ο τρόπος εργασίας δημιουργεί μια οικεία, προσωπική και με αρκετούς τρόπους ζωντανή εμπειρία γεγονότων με τα οποία στις περισσότερες περιπτώσεις δεν έχει υπάρχει προσωπική βιωματική σχέση.
Η έκθεση διαρκεί έως τις 19 Ιουλίου.
Πληροφορίες: Δημοφώντος 30 Αθήνα.







