Τα καλύτερα κινηματογραφικά road trips

road-trip
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ, 23 ΙΟΥΝΙΟΥ 2017

Ανοιχτοί δρόμοι, γρήγορα αυτοκίνητα, μηχανές και απέραντα γαλάζιοι ουρανοί.

Το καλοκαίρι έχει μπει πια και επίσημα (σε περίπτωση που οι μίνι καύσωνες και οι τροπικές βροχές δεν το έκαναν κατανοητό), οπότε τι καλύτερο από ένα βράδυ με καλή παρέα, δροσερά ποτά και χορταστικές ταινίες; Η εποχή μπορεί να είναι πιο γνωστή για τα blockbuster, αλλά ο κατεξοχήν «βασιλιάς» του καλοκαιριού είναι τα road trips.

Ο «Ξένοιαστος καβαλάρης» είναι ίσως η πιο χαρακτηριστική ταινία του είδους. Ο Dennis Hopper (σε ρόλο σκηνοθέτη και πρωταγωνιστή), ο Peter Fonda και ο Jack Nicholson άφησαν το στίγμα τους στην κλασική ταινία δυο μηχανόβιων που ταξιδεύουν από το Λος Άντζελες στη Νέα Ορλεάνη αναζητώντας την Αμερική. Στη σύγχρονη Οδύσσειά τους θα συναντήσουν μια σειρά χαρακτήρων – άλλοι αρνητικοί, άλλοι θετικοί  στον τρόπο ζωής τους – ενώ μπλέκουν με ναρκωτικά, συμμορίες και τις αρχές. Η ταινία δικαίως έχει χαρακτηριστεί ως «μνημειώδης», καθώς αποτυπώνει με πρωτοποριακό και γλαφυρό τρόπο τις εντάσεις και τις αναδυόμενες υποκουλτούρες της εποχής.

Αντίστοιχα, το «Φόβος και παράνοια στο Λας Βέγκας» του Terry Gilliam είναι μια ιδιαίτερη ταινία, βασισμένη σε πραγματικά γεγονότα της ζωής του Hunter S Thompson, του πατέρα της gonzo δημοσιογραφίας. Ο Johnny Depp ενσαρκώνει τον θρυλικό δημοσιογράφο (με τον οποίο ήταν καλοί φίλοι), ενώ ο Benicio Del Toro υποδύεται τον δικηγόρο φίλο του, καθώς αποφασίζουν να ταξιδέψουν οδικώς μέχρι το Λας Βέγκας. Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού παίρνουν ναρκωτικά, παρανοούν και φτάνουν… κάπου. Ο προορισμός δεν έχει σημασία, άλλωστε, όσο το ταξίδι καθαυτό.

Η δράση είναι ένα αναπόσπαστο κομμάτι των road trips και ίσως ο πιο χαρακτηριστικός πολεμιστής των δρόμων είναι ο Mad Max, τον οποίο ενσάρκωσε για πρώτη φορά ο Mel Gibson. Μετά από τρεις ταινίες υπήρχε σκεπτικισμός για το πόσο καλό θα μπορούσε να υπάρξει μια νέα συνέχεια, αλλά το «Mad Max: Ο δρόμος της οργής» είναι μια από τις εξαιρετικά σπάνιες περιπτώσεις που ένα reboot καταφέρνει να ξεπεράσει τις προσδοκίες κοινού και κριτικών. Όλη η ταινία είναι στην ουσία ένα road trip σε διαρκές κρεσέντο, με τις θεαματικές σκηνές δράσης να διαδέχονται η μια την άλλη, μέχρι την απόλυτη κορύφωση στο τέλος: ο ορισμός του καλοκαιρινού blockbuster.

Ο Ridley Scott μπορεί να είναι πιο γνωστός σήμερα για τις ταινίες δράσης και επιστημονικής φαντασίας, αλλά με το «Θέλμα & Λουίζ» το 1991 κατάφερε να εδραιώσει τον εαυτό του ως άρχοντα του στυλ, σε μια ταινία που έγινε γνωστή για το ισχυρό φεμινιστικό της μήνυμα. Μια σερβιτόρα και μια κακοποιημένη σύζυγος πυροβολούν έναν βιαστή και μετά εξαφανίζονται μέσα σε ένα καμπριολέ Ford Thunderbird του 1966. Στο ταξίδι τους στο άγνωστο ανακαλύπτουν η μια την άλλη και τελικά τον εαυτό τους. Όπως κάθε ταξίδι, έτσι και αυτό των δυο πρωταγωνιστριών φτάνει σε ένα τραγικό, αλλά συνάμα και ποιητικό τέλος στο Γκραντ Κάνυον, σε μια από τις πιο χαρακτηριστικές σκηνές των 1990s. Πέραν των αξέχαστων ερμηνειών της Susan Sarandon και της Geena Davis, στην ταινία εμφανίζονται οι εδραιωμένοι Harvey Keitel και Michael Madsen και ο «νεαρός» Brad Pitt.

Τα road trips όμως είναι κατά βάση ταινίες εσωτερικής αναζήτησης και ανακάλυψης, οπότε συχνά κυριαρχούν οι δραματικοί τόνοι. Το κλασικό «Παρίσι-Τέξας» του Wim Wenders με τον Harry Dean Stanton, τον Dean Stockwell, την Nastassja Kinksi και τον Hunter Carson αφηγείται την ιστορία ενός ανθρώπου που πάσχει από αμνησία και ο οποίος αναζητά τον αδερφό του και τον επτάχρονο γιο του. Μαζί με τον γιο του καταλήγει να αναζητά την χαμένη του γυναίκα στις νοτιοδυτικές πολιτείες των ΗΠΑ. Η ταινία ξεχωρίζει για τη χρήση των τοπίων και του κλίματος του Τέξας, με τους ατέλειωτους δρόμους, σκουριασμένες διαφημιστικές πινακίδες και παρατημένα κτήρια για να αποδώσουν τη συναισθηματική φόρτιση και απόγνωση των ηρώων.

Η κωμωδία και το δράμα δεν απέχουν πολύ, κάτι το οποίο εμπεδώνουν οι πιο σύγχρονες ταινίες του είδους, όπως στο «Little Miss Sunshine» των Jonathan Dayton και Valerie Faris. Σε αυτή την σύγχρονη εκδοχή του road trip, μια οικογένεια είναι αποφασισμένη να διασχίσει την Αμερική ώστε η κόρη τους να μπορέσει να συμμετάσχει στους τελικούς ενός διαγωνισμού ομορφιάς. Το ταξίδι μέσα στο απαρχαιωμένο κίτρινο βανάκι Volkswagen θα δώσει την ευκαιρία στα μέλη της οικογένειας να καταλάβουν πως χρειάζονται ο ένας τον άλλο. Φτάνοντας στο τέλος του ταξιδιού του, όλοι αντιλαμβάνονται ότι ίσως αυτό που έψαχναν τόσο καιρό και πάσχιζαν να βρουν δεν ήταν τόσο μακριά όσο πίστευαν. Η απήχηση της ταινίας – τόσο σε κοινό όσο και σε κριτικούς – βασίζεται εν πολλοίς στο λαμπρό καστ της ταινίας: Greg Kinnear, Steve Carell, Toni Collette, Paul Dano, Abigail Breslin και Alan Arkin.

Ομοίως, και στην περίπτωση του «Πλαγίως», του Alexander Payne, η όλη επιτυχία είναι η χημεία μεταξύ των πρωταγωνιστών. Ο Paul Giamatti και ο Thomas Haden Church ενσαρκώνουν δυο μεσήλικες φίλους, έναν αποτυχημένο συγγραφέα και δάσκαλο που πάσχει από κατάθλιψη και έναν ξεπερασμένο ηθοποιό, οι οποίοι δεν έχουν καταφέρει πολλά στην ζωή τους. Με αφορμή τον επερχόμενο γάμο του ηθοποιού, αποφασίζουν να κάνουν ένα μικρό ταξίδι στα οινοποιία της Καλιφόρνια. Το ταξίδι θα αποτελέσει αφορμή για τους δυο να αναθεωρήσουν τις επιλογές τους και να επιχειρήσουν να αλλάξουν την τύχη τους. Όπως για να ωριμάσει καλύτερα το κρασί πρέπει να αποθηκευτεί «πλαγίως», έτσι και ένας μεσήλικας πρέπει να προχωρήσει «πλαγίως» στη ζωή, για να αλλάξει και να μεγαλώσει ως άνθρωπος.

Πέραν του δράματος, υπάρχει και η διασκεδαστική πλευρά των road trips, με το «Road Trip» του 2000 είναι μια από τις πιο χαρακτηριστικές κωμικές ταινίες της εποχής, απαθανατίζοντας τα τέλη των ανέμελων και χορτασμένων 1990s. Δεν είναι τυχαία η σύγκριση αφού οι πρωταγωνιστές του «Road Trip» έπαιξαν και στις ταινίες «American Pie». Η πλοκή είναι σχετικά απλή, καθώς τέσσερις νεαροί φίλοι από το κολέγιο θα κάνουν ένα ταξίδι για να αρπάξουν μια «πικάντικη» βιντεοκασέτα την οποία έστειλαν στην κοπέλα τού ενός, πριν την λάβει και τη δει. Οι ορμόνες που βράζουν, η αίσθηση της ελευθερίας και της αθανασίας, σε συνδυασμό με το χοντροκομμένο slapstick χιούμορ της εποχής μπορεί να φαντάζουν σχεδόν σαν παρωδία σήμερα και σε πλήρη αντιδιαστολή με ορισμένες από τις προαναφερθείσες περιπτώσεις, αλλά δεν χρειάζεται κάθε ταινία να αποτελεί κάποιο μανιφέστο εσωτερικής επιφοίτησης.

ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΕΛΕΓΡΙΝΗΣ / [email protected]