Δέκα περιπτώσεις της ποπ κουλτούρας που έχουν υπερεκτιμηθεί στην Ελλάδα
Πρέπει να μας δώσετε ένα δίκιο για αυτές τις περιπτώσεις.
Δεν είναι κακό να αγαπάς πράγματα. Ακριβώς το αντίθετο. Και δεν πρόκειται να κρίνουμε κάποιον αρνητικά επειδή του αρέσει κάτι που δεν αρέσει σε εμάς. Άλλωστε θα ήταν τόσο βαρετό να αρέσουν σε όλους τα ίδια πράγματα. Παρόλα αυτά, δεν μπορούμε να μη σχολιάσουμε κάποιες εμμονές του ελληνικού κοινού όσον αφορά την ποπ κουλτούρα, οι οποίες κρατάνε χρόνια και στην πλειοψηφία τους φαίνεται να μην ανταποκρίνονται με την σύγχρονη πραγματικότητα και δεν αφήνουν τις νέες τάσεις που υπάρχουν στο εξωτερικό να πάρουν τη θέση τους.
Πολλά από τα παρακάτω πράγματα δε θεωρούνται σημαντικά μόνο στην Ελλάδα ή μπορεί να είναι πράγματι σημαντικά και επίκαιρα αλλά να χάνουν το νόημά τους μέσα στην υπερβολή. Και πριν ξεκινήσει η κατακραυγή, να πούμε ότι έχουμε περάσει από περιόδους που τα έχουμε αγαπήσει όλα ή που τα αγαπάμε ακόμη, αλλά ο σωστός τρόπος είναι να κρίνεις κάτι που για κάποια στιγμή για οποιονδήποτε λόγο το αγάπησες προσωπικά. Χωρίς την παραμικρή διάθεση ελιτισμού λοιπόν, ας δούμε σε τι αναφερόμαστε.
Η ταινία με το μεγαλύτερο spoiler που έχει συμβεί ποτέ στην ελληνική απόδοση του τίτλου της θεωρείται μια από τις καλύτερες ταινίες όλων των εποχών και σε αυτό συνηγορεί το κοινό του IMDb, το ελληνικό κοινό και το πρόγραμμα της τηλεόρασης της Μεγάλης Εβδομάδας. Αλήθεια συγκινηθήκαμε την πρώτη φορά που την είδαμε από την ιστορία, αλλά πέρα από αυτό θεωρούμε πως υπάρχουν πολύ πιο εικονικές ταινίες από τα 90s που έχουν γεράσει πολύ λιγότερο με το πέρασμα των χρόνων. Είναι λαϊκό σινεμά, φτιαγμένο για να ικανοποιήσει την συντριπτική πλειοψηφία του κόσμου, δίνοντάς του την λύτρωση που επιζητά στο φινάλε, και δεν υπάρχει τίποτα το κακό σε αυτό. Το χρειαζόμαστε και αυτό το σινεμά, αρκεί όμως να μην το αναγάγουμε σε κάτι υψηλότερο από αυτό που είναι.
Ποια είναι η τελευταία πραγματικά καλή ταινία του Robert De Niro; Κάποια ταινία που η ερμηνεία του να είχε ψυχή και να μην έκανε το ίδιο και το ίδιο πράγμα ξανά και ξανά. Πολύ σωστά, πρέπει να πάμε πάρα πολύ πίσω. Για τον Al Pacino τα πράγματα είναι κάπως καλύτερα αφού επιλέγει πιο προσεκτικά τους ρόλους του και τα τελευταία χρόνια τον συναντάμε σε κάποιες ενδιαφέρουσες μικρές indie παραγωγές, αλλά και αυτός έχει αρκετά χρόνια να αφήσει το στίγμα του με κάποιον ρόλο. Και οι δύο είναι σπουδαίοι ηθοποιοί, αλλά το πραγματικά σημαντικό έργο τους ανήκει στον 20ό αιώνα. Εκτιμάμε απεριόριστα ό,τι έχουν κάνει, χαρίζοντάς μας δύο από τους επιφανέστερους ρόλους στην ιστορία του σινεμά (στο «Taxi Driver» και το «Scarface»), αλλά πλέον έχει έρθει η ώρα να αρχίσουμε να αναγνωρίζουμε τα έργα της νέας γενιάς ηθοποιών που θα πάρει τη θέση τους.
Δεν μπορούμε να φανταστούμε κάτι άλλο από την ποπ κουλτούρα που να αντιμετωπίζεται σαν ιερή αγελάδα από το ελληνικό κοινό με τη συχνότητα και την ένταση του «Friends». Που οκ, σίγουρα αυτή η οικειότητα του να περνάς κάποια ατελείωτα απογεύματα Σαββατοκύριακου με αυτή την παρέα φίλων είναι σίγουρα ανεκτίμητη, αλλά με τα σημερινά δεδομένα η φόρμα του «Friends» είναι αναχρονιστική και το laugh track έχει ευτυχώς μείνει πίσω. Αν μιλάμε για μια αληθινά επιδραστική κωμική σειρά που αντέχει μέχρι και σήμερα, θα βάζαμε το «Seinfeld» πάνω από το «Friends» σε κάθε περίπτωση. Το τελευταίο οχυρό του laugh track είναι το «The Big Bang Theory», μια χαριτωμένη στην αρχή σειρά που όμως λόγω και των πολλών σεζόν που συνεχίζεται έχει κουράσει και κάνει κύκλους γύρω από τον εαυτό της. Για να μην αναφέρουμε ότι είναι μια σειρά που στοχεύει σε αυτούς που θέλουν να δηλώνουν geeks και nerds χωρίς να είναι, χλευάζοντας με κάθε ευκαιρία τους ανθρώπους που ανήκουν σε αυτή. Δε θα πάρουμε.
Ο Nolan είναι ίσως (σίγουρα) ο σημαντικότερος δημιουργός που έχει το σινεμά τον 21ο αιώνα. Ό,τι και να κάνει θα είναι μεγάλο και εντυπωσιακό και έχει μια μεγάλη στρατιά οπαδών που θα στηρίξουν το κάθε βήμα του. Αυτοί οι οπαδοί όμως που ήρθαν κυρίως λόγω της τριλογίας Batman και του «Inception» προσεγγίζουν το έργο του Nolan με την ίδια τιτάνια σοβαροφάνεια που αντιμετωπίζει τα έργα του και ο ίδιος, τοποθετώντας τον δίπλα ας πούμε στον Kubrick με τόση ευκολία, σαν να μην χρειαστεί να προσπαθήσει πλέον καν. Ασφαλώς και ταινίες σαν το «Memento», το «Prestige» ή και το κάπως υποτιμημένο «Interstellar» είναι δουλειές ενός εξαιρετικά ταλαντούχου και οραματιστή δημιουργού, αλλά αυτή η άρνηση που έχουν οι οπαδοί του να δεχτούν έστω και μια ελαφρώς διαφορετική άποψη δεν βοηθά καθόλου κανέναν.
Αγαπάμε το «Game of Thrones» και περνάμε τέλεια μαζί του και πρέπει να παραδεχτούμε ότι έσωσε πολλές δουλειές στο χώρο της πολιτιστικής δημοσιογραφίας, αφού τα θέματα γύρω από αυτό δεν τελειώνουν ποτέ και αυτό γιατί ο κόσμος θα διαβάσει κυριολεκτικά το ο,τιδήποτε για τη σειρά. Αυτό όμως καταστρέφει και την αγάπη για αυτή. Έχουμε γράψει κατά τη διάρκεια της έβδομης σεζόν ότι η μεγαλύτερη μερίδα των οπαδών του «Game of Thrones» ενδιαφέρεται περισσότερο για το τι θα συμβεί παρά για το πώς αυτό θα γίνει και αν ήξεραν ακριβώς ποιο θα ήταν το τέλος μπορεί να έχαναν κατευθείαν το ενδιαφέρον τους για τη σειρά. Αυτή η φρενίτιδα δημιουργεί υπερβολές και κουράζει και ενίοτε αλληλοεπιδρά με την εκάστοτε σειρά και δημιουργεί άκρατο fan service όπως στην έβδομη σεζόν που παρακολουθήσαμε. Ναι, το «Game of Thrones» είναι το μεγαλύτερο γεγονός της ποπ κουλτούρας της δεκαετίας που διανύουμε, κοινό και γραφιάδες κάνουν κάθε προσπάθεια όμως για να το βαρεθούμε πριν την ώρα του. Ας ελπίσουμε στο διάστημα που θα μεσολαβήσει μέχρι την τελευταία σεζόν να μη διαβάσουμε άλλες θεωρίες.
Θεωρούμε πως το «Sons of Anarchy» ήταν εν τέλει μια καλύτερη σειρά από ό,τι θα «έπρεπε» ή θα μπορούσε να είναι και ειδικά στη δεύτερη σεζόν του παρέδωσε πραγματικά πολύ καλή τηλεόραση. Τράβηξε όμως πολύ και αν στην αρχή ήταν λεπτή η γραμμή ανάμεσα στο να παίρνει αποστάσεις από το lifestyle που παρακολουθεί και στο να το στηρίζει, κάπου στην πορεία λάτρεψε με πάθος το είδος του αντιήρωα που ήταν ο Jax Teller και η ακραία βία που παρουσίαζε δεν οδηγούσε πραγματικά πουθενά. Τότε ήταν που ήρθε και η ταύτιση με μεγάλη μερίδα του κοινού που ταυτίστηκε με την παράνομη ζωή των συμμοριών με μοτοσυκλέτες στην Καλιφόρνια και άρχισες να βλέπεις κόσμο να κυκλοφορεί με μπλουζάκια SAMCRO στους δρόμους, ακόμη και αν δεν έχει καβαλήσει ποτέ του μηχανή. Περάσαμε κάποιες καλές στιγμές μαζί με το «Sons of Anarchy» αλλά είναι τόσο δύσκολο να σταθεί στα κορυφαία σύγχρονα dramas όσο και η προσπάθεια του Χόλιγουντ να κάνει σταρ τον Charlie Hunnam.
Κοιτάξτε, αλήθεια έχουμε πολύ ψηλά στην εκτίμησή μας την ταινία του Chan-wook Park και το σοκ του να την βλέπεις την πρώτη φορά δεν ανταλλάσσεται με καμία άλλη εμπειρία. Αυτή η ένταση όμως βρίσκεται και σε άλλες ταινίες του σινεμά της Άπω Ανατολής και σε πολύ πιο ακραίο βαθμό. Δεν προσπερνάμε ότι μέσα από το «Oldboy» μια μεγάλη μερίδα του κοινού ήρθε σε επαφή με ένα διαφορετικό σινεμά, το «πρόβλημα» όμως είναι ότι δεν ασχολήθηκε με το υπόλοιπο κάδρο, με αποτέλεσμα να πιστεύει ότι δεν υπάρχει τίποτα άλλο που να έχει σημασία από τον κινηματογράφο της Νότιας Κορέας και της Ιαπωνίας.
Είναι κρίμα να βλέπουμε έναν από τους πιο ενδιαφέροντες ηθοποιούς του σινεμά της δεκαετίας του 1990 να συνεχίζει να καταστρέφει με κάθε τρόπο τα πάλαι ποτέ μεγαλεία του. Η τελευταία πραγματικά καλή ερμηνεία του Johnny Depp ήταν στους πρώτους «Πειρατές της Καραϊβικής», άντε βαριά-βαριά στο «Finding Neverland» και έκτοτε απλά αναπαράγει τον εαυτό του, φτάνοντας πια στο σημείο να ανακυκλώνει την ίδια την αναπαραγωγή. Στην Ελλάδα οι ταινίες του κόβουν ακόμη εισιτήρια και υπάρχει μια μεγάλη μερίδα κόσμου που τον έχει ακόμη εκεί ψηλά, αλλά κάτι τέτοιο θα είχε νόημα αν είχαμε ακόμη 2003. Αλλά δεν έχουμε.
Συμμεριζόμαστε την επαναστατική φύση του «V for Vendetta», η οποία βράζει στην κινηματογραφική μεταφορά του James McTeigue και των Wachowski. Είναι μια ταινία που δεν γίνεται να μην εκτιμήσεις αυτό που κάνει και που έχει εξελιχθεί πολύ πιο επίκαιρη στο σήμερα παρά όταν βγήκε και είναι καλό να την έχει δει ο οποιοσδήποτε. Συνέπεσε όμως με την άνοδο και την μόδα των Anonymous και ατάκες της ταινίας όπως και η μάσκα του V βρίσκονται πια σε κάθε γωνιά του διαδικτύου και η επαναστατικότητά της κατέληξε στο να γίνει ο εκφραστής των επαναστατών του πληκτρολογίου, στο βαθμό που είναι πια δύσκολο να την δεις και να νιώσεις τα ίδια έντονα συναισθήματα όπως πριν γίνει ένα μαζικό φαινόμενο.
Διαχωρίζουμε το «Breaking Bad» από τον πρωταγωνιστή του, όσο δύσκολο και αν μπορεί να είναι αυτό. Δε χωρά καμία αμφιβολία πως πρόκειται για ένα από τα καλύτερα τηλεοπτικά dramas όλων των εποχών που εγκαινίασε την χρυσή εποχή της τηλεόρασης που διανύουμε. Έχουμε όμως τις ενστάσεις μας με το φινάλε της σειράς, το οποίο ταυτίστηκε με το πρόσωπο του WW, ενώ είχε μεγαλύτερο ενδιαφέρον όταν παρακολουθούσε ακριβώς αυτό που λέει και στον τίτλο της, πώς δηλαδή ένας καθηγητής κατέληξε να γίνει ο φόβος και ο τρόμος στο εμπόριο κρυσταλλικής μεθαμφεταμίνης, χάνοντας επαφή με τους πιο κοντινούς του ανθρώπους. Υπάρχει ένας τρόπος να δεις τη σειρά μέσα από τα μάτια του White και να τον θεωρήσεις badass, δοξάζοντας τις πράξεις του και το γεγονός ότι είναι ο κίνδυνος αυτοπροσώπως και υπάρχει και ένα δράμα στα πρότυπα αρχαίας τραγωδίας σε όλο αυτό το μοντέρνο γουέστερν, με τον White να εξελίσσεται εν τέλει σε μια τραγική φιγούρα. Η πρώτη τάση έχει υπερισχύσει, αλλά το «Breaking Bad» απέκτησε τη θέση του στο πάνθεον της τηλεοπτικής ιστορίας λόγω της δεύτερης.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΟΣΧΟΣ / [email protected]