«Δέκα ύποπτοι για φόνο»: Το καταπιεσμένο πάθος που οδηγεί στο έγκλημα
Άλλη μία μέτρια κινηματογραφική μεταφορά βιβλίου της Αγκάθα Κρίστι.
Βασισμένο στο βιβλίο «Αράχνες στη Σοφίτα» της διαχρονικά εμπορικής Αγκάθα Κρίστι, η ταινία Δέκα ύποπτοι για φόνο φιλοδοξεί να προσφέρει στον θεατή μία ιστορία μυστηρίου κλεισμένου στους τέσσερις τοίχους ενός οικογενειακού πύργου σε διαστάσεις Κρεμλίνου. Η πρώτη ύλη της Κρίστι μεταπλάθεται από το σκηνοθέτη της ταινίας, Gilles Paquet-Brenner, μαζί με τους δημιουργούς του «Downtown Abbey» για να φτιάξουν μια ταινία που στηρίζεται στο ίδιο το μυστήριο και την ιστορία.
Τοποθετημένη στην Αγγλία της δεκαετίας του '50 η ιστορία ξεκινάει με τον θάνατο του πάμπλουτου, αυταρχικού, αντικομμουνιστή, Έλληνα μετανάστη, Αριστοτέλη Λεωνίδη, σε βαθιά γεράματα. Η εγγονή του όμως, Sophia (Stefanie Martini), έχει την υποψία πως πρόκειται για δολοφονία. Ο 80χρονος παππούς της εξάλλου υπήρξε προσωπικότητα εξαιρετικά αμφιλεγόμενη με εχθρούς εντός και εκτός σπιτιού. Το feeling αυτό της Sophia την οδηγεί σε ένα παλιό της φλερτ, τον Charles (Max Irons), ο οποίος εργάζεται ως ιδιωτικός ντετέκτιβ και στον οποίο αναθέτει να ερευνήσει τον θάνατο του αυταρχικού παππού. Κι έτσι, μέσα σε λίγα λεπτά της ταινίας, γίνεται γνωστό το love story αλλά και το μυστήριο που καλείται να λύσει ο νεαρός γόης.
Ο οικογενειακός πύργος ανοίγει τις κυριολεκτικές του πύλες και ο Charles εισέρχεται για να διαλευκάνει το μυστήριο. Εκεί μέσα θα βρει δέκα φιγούρες που θα μπορούσαν να είχαν κάνει τον φόνο (γιατί τελικά μιλάμε όντως για έγκλημα) όμως ως προσωπικότητες είναι τόσο ακαλλιέργητες και στα όρια της καρικατούρας που πραγματικά κανείς τους δεν αξίζει να κινήσει τις υποψίες. Οι γιοι του Λεωνίδη με τις συζύγους τους, η αδελφή της πρώτης του συζύγου, η νέα, τσαχπίνα και αρκετά χρόνια μικρότερη σύζυγός του, τα τρία του εγγόνια του και ο δάσκαλος των παιδιών αποτελούν μια πλούσια και δυσλειτουργική οικογένεια. Κάθε ένα από τα μέλη της θεωρητικά έχει κίνητρο και μάλιστα ισχυρό αφού όλοι βίωναν για χρόνια την καταπίεση του γερο- Λεωνίδη, ζούσαν όμως από αυτόν και μάλιστα πλουσιοπάροχα.
«Τι συμβαίνει με τους ανθρώπους αυτού του σπιτιού;» θα ρωτήσει κάποια στιγμή ο Charles τη Lady Edith, την αδερφή της πρώτης γυναίκας του Λεωνίδη, (Glenn Close), για να λάβει την απάντηση: «Πάθος. Καταπιεσμένο πάθος. Αυτό συμβαίνει όταν το άτομο που αγαπάς περισσότερο, αυτό που θα έδινες τη ζωή σου για αυτό είναι παράλληλα και το άτομο που μισείς περισσότερο». Από το ίδιο καταπιεσμένο πάθος είναι λες και πάσχει και η ίδια η ταινία με το βαρετά βρετανικό της στιλ κι ένα ειδύλλιο όμορφων ανθρώπων που όμως είναι πιο όμορφοι χωριστά.
Αν κάτι τελικά σώζει την ταινία, είναι το γεγονός πως και αφήνει τους αδύναμους ήρωές της να συρθούν ως το τέλος σε μια ιστορία στην οποία το μυστήριο πράγματι κυριαρχεί. Ο θεατής παραμένει περίεργος μέχρι τέλους αφού όλοι εμφανίζονται εν δυνάμει δολοφόνοι και ταυτόχρονοα κανείς δεν σε πείθει πως έχει τη στόφα του εγκληματία και πως είναι τελικά ο δολοφόνος.
ΙΩΑΝΝΑ ΒΑΡΔΑΛΑΧΑΚΗ / [email protected]