9 βιβλία που μόλις κυκλοφόρησαν μας «σώζουν» από την πανδημία
Η βιβλιοπαραγωγή Ελλήνων συγγραφέων στον τελευταίο μήνα της Άνοιξης.
Σπασμένα τσιγάρα
Βασιλική Π. Χρυσοστομίδου
Κέδρος
Ένας σωρός σπασμένα τσιγάρα, ένα σχισμένο εισιτήριο, ένα ανοιγμένο κεφάλι, μια πριονισμένη εικόνα, πολλά κομματάκια μουλιασμένο χαρτί, ένα ζευγάρι πιτσιλισμένα γυαλιά μυωπίας, ένα κράνος που κατρακυλάει, ένα κιλό σκορπισμένα φιστίκια Αιγίνης, μια αγχόνη από καλσόν, ένα ματωμένο άσπρο πουκάμισο.
Δέκα ιστορίες για θραύσματα και θαύματα, για μυστικά ανομολόγητα, για αποκαλύψεις και εξομολογήσεις. Άνθρωποι που ταλανίζονται στις περιπέτειες των διαψεύσεων και των ματαιώσεών τους, που χάνονται ή σώζονται περνώντας μέσα από τις συμπληγάδες της οδύνης.
Το χρυσό βραχιόλι
Αληθινοί άνθρωποι αφηγούνται τις ιστορίες τους-Σοφία Νικολαΐδου
Μεταίχμιο
Ένα βιβλίο ντοκουμέντο: αληθινοί άνθρωποι αφηγούνται τις ιστορίες τους και ζωντανεύουν μια χώρα και μια εποχή. Αυτοί οι άνθρωποι ήταν οι πρώτοι στην οικογένειά τους που πήραν πτυχίο, το "χρυσό βραχιόλι", και άλλαξαν ζωή.
Το οικογενειακό απωθημένο που διαμόρφωσε μια ολόκληρη χώρα. Ένα πτυχίο για το παιδί.
Η Σοφία Νικολαϊδου παίρνει συνεντεύξεις και μας παρουσιάζει με τα δικά τους λόγια αυτούς που έφυγαν από το χωριό και ήρθαν στην πόλη. Αυτούς που γεννήθηκαν στη φτώχεια από γονείς που ήξεραν λίγα ή ελάχιστα γράμματα.
Αυτούς που διάβασαν, πέρασαν στο πανεπιστήμιο, απέκτησαν αξιοσέβαστο επάγγελμα και άνετη ζωή. Αγροτόπαιδα που έγιναν γιατροί, εργατόπαιδα που σπούδασαν δικηγόροι. Κορίτσια που πάλεψαν για το αυτονόητο: μια δουλειά και το δικό τους πορτοφόλι. Ελεύθεροι επιχειρηματίες και δημόσιοι υπάλληλοι, απόφοιτοι του δημόσιου σχολείου ή υπότροφοι των μεγάλων ιδιωτικών. Παιδιά που σπούδασαν στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό.
Στην Ελλάδα του 20ού αιώνα ζήσαμε μια ειρηνική επανάσταση: μια επανάσταση με όπλο τις σπουδές και τα γράμματα.
Ένα πανόραμα του 20ού και του 21ου αιώνα σε μια χώρα που άλλαξε και συνεχίζει να αλλάζει. Τρεις γενιές Ελλήνων αφηγούνται την ιστορία τους και φτιάχνουν ένα μωσαϊκό από φωνές - σαν τα παλιά μωσαϊκά στα σπίτια που μεγαλώσαμε.
Ένα τραγούδι που το ρεφρέν του το ξέρουμε καλά. Είναι η φωνή που λέει, εμείς μπορεί να πεινάσουμε, αλλά το παιδί θα σπουδάσει.
Ο βασιλιάς της
Χ. Α. Χωμενίδης
Εκδόσεις Πατάκη
«Δεν ήταν για σένα, Μενέλαε, η Ελένη...» µου ’χε πει κάποτε ο Οδυσσέας. «Για κανέναν δεν ήταν. Τέτοια οµορφιά πόσο να την αντέξεις;»
Ακούγονταν πειστικά τα λόγια του. Ότι µε έπνιγε η καλλονή της ή το πένθος της ή η µπερδεµένη, αξεδίψαστη ψυχή της. Έπειθαν. Μα δεν ίσχυαν. Ακούστε τη δική µου αλήθεια.
Την άφησα να φύγει επειδή την αγαπούσα. Και ήξερα, ένιωθα, λαχταρούσα να ξαναρχίσει τη ζωή της αλλιώς. Τι θα πει αγαπάω; Ανάθεµα αν έχετε προφέρει αυτό το ρήµα πέντε φορές σε όλη σας τη ζωή, τις τέσσερις για τη µάνα σας. Το τρέµετε - σας έχουν µάθει να το τρέµετε. Αγαπάω σηµαίνει γίνοµαι εκείνη που αγαπάω. Η µοίρα της δική µου µοίρα. Αν πέθαινε η Ελένη, θα θαβόταν η καρδιά µου. Όταν την είδα να σαλπάρει µε τον Πάρη, φρέσκος αέρας, δροσερός, φύσηξε εντός µου.
«Σου άρπαξε τη γυναίκα το κωλόπαιδο!» Καγχάζω. Μου ανήκε η Ελένη; Δε µας ανήκει τίποτα- το παρελθόν; το µέλλον; ό,τι µπορούµε να αγκαλιάσουµε ή να κουβαλήσουµε στην πλάτη µας; όχι! τίποτα, τίποτα! Τη στιγµή µόνο έχουµε. Και για να µη µας φύγει, τη λιώνουµε µες στην παλάµη µας. Εγώ δεν την έλιωσα τη στιγµή. Την άφησα να φτερουγίσει. Μακριά µου.
Η ιστορία µας βάφτηκε στο αίµα και στο ψέµα. Συνέβησαν όλα διαφορετικά από ό,τι τα έχετε ακούσει, συνέβησαν πάντως και θα ξανασυµβούν χίλιες χιλιάδες φορές ως τη συντέλεια του κόσµου – και λοιπόν; Βρίσκετε τίποτα ωραίο σε αυτά;
Ωραίο ήταν το δειλινό που το ’σκασε η Ελένη µε τον Μενέλαο. Ωραίο ήταν το χάραµα που ανοίχτηκε στο πέλαγος µε τον Πάρη. Παραδοµένη στη θεϊκή χαρά της. Εγκαταλείποντας τα πάντα πίσω της. Αυτό θα έπρεπε να ψάλλουν οι αοιδοί.
Ψυχογιός, 2020
Υπάρχει το άσπρο. Υπάρχει το μαύρο. Κι ανάμεσά τους το τιρκουάζ. Το δαχτυλίδι που είχε επιλέξει ο Στέφανος να χαρίσει και στις τρεις αδελφές. Στη δύστροπη Ερατώ, στη δυναμική Κλέλια, στην ντελικάτη Μάιρα, τα κορίτσια του. Είχε τον τρόπο του με τις γυναίκες ο Στέφανος. Τις έκανε να νιώθουν όμορφα, να αισθάνονται μοναδικές.
Τη μία την παντρεύτηκε.
Την άλλη την ερωτεύτηκε.
Την τρίτη τη βίασε.
Το τιρκουάζ, ένα λαμπερό χρώμα που συμβολίζει την αλήθεια. Και την αγνότητα. Το τιρκουάζ, ένα σκοτεινό χρώμα που βουτάει σε αλήθειες ψυχής. Γιατί η ζωή έχει πάντα δύο όψεις. Γιατί κάθε ιστορία κρύβει πολλές πλευρές και βαθιά χτυποκάρδια. Άλλωστε, από το μεθύσι του έρωτα δεν είναι καμωμένη η ευτυχία;
Η σπίθα
Νίκος Ζ. Κομνηνός
μετάφραση: Χριστόδουλος Λιθαρής
Εκδόσεις Καστανιώτη
Σεπτέμβριος 2022: Ξεσπά η επιδημία. Από τη ραγδαία εξάπλωση και τον αριθμό των θυμάτων, γίνεται ολοφάνερο ότι πρόκειται για ύπουλο, θανατηφόρο ιό, αργής επώασης αλλά ταχύτατης μετάδοσης. Αμέσως σημαίνει συναγερμός στον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, ο οποίος, μετά τον κορωνοϊό, πρέπει πάση θυσία να αποφύγει μια νέα πανδημία.
Τρία χρόνια νωρίτερα: Η τριαντατριάχρονη επιχειρηματίας Σεσίλια Στάιν έχει μόλις πουλήσει την εταιρεία της για δισεκατομμύρια δολάρια. Διαθέτει πλέον και τον χρόνο και τα χρήματα για να επιδιώξει την πραγματική της φιλοδοξία.
Σε συνεργασία με τον καθηγητή του Κέιμπριτζ Ρίτσαρντ Μπέιλ συγκροτεί μια ομάδα από ανερχόμενους επιστήμονες, μεταξύ των οποίων και η Ελληνίδα Σάντι Παππά. Μαζί θέτουν σε εφαρμογή το πιο μεγαλεπήβολο αλλά άκρως μυστικό σχέδιο σωτηρίας της ανθρωπότητας από τον όλεθρο της περιβαλλοντικής καταστροφής.
Όμως, ποια είναι τα ηθικά όρια που θα κληθούν να υπερβούν προκειμένου να πετύχουν τον ευγενή σκοπό τους;
"Η σπίθα" εκτυλίσσεται στη Νέα Υόρκη, τη Φιλαδέλφεια, στο Λονδίνο, το Τελ Αβίβ και στην Αθήνα, και πραγματεύεται κρίσιμα διλήμματα που το ανθρώπινο είδος αναμφίβολα θα αντιμετωπίσει στη δεκαετία που μόλις ξεκίνησε.
Οικογενειακά ή πολυπρισματικός κόσμος
Ιωάννης Πανουτσόπουλος
Τόπος
Τα «Οικογενειακά ή πολυπρισματικός κόσμος» κατά τον Ιωάννη Πανουτσόπουλο είναι ο «τρόπος να θεραπεύουμε τις αμυχές πριν γίνουν τραύματα. Να θεραπεύουμε τα τραύματα όταν μπορούν να επουλωθούν. Να χαρίζουμε τη συγγνώμη πριν ακόμα μας ζητηθεί. Να νουθετούμε δίχως να γίνει αντιληπτή η νουθεσία.
Η οικογένεια, άλλωστε, μπορεί να υπήρξε «ιδεολογικό κατάλυμα για νεανικά τολμήματα. Ιδιότυπο παρεκκλήσι για έναν κόσμο ανέγγιχτο από την απληστία».
«Γιατί θα έρθει ο καιρός να συναθροιστούμε. Η ανάγκη να σιτιστούν τα πλήθη που επικρέμονται από το χείλος της αλήθειας. Τότε και ο άρτος θα περισσέψει και ο οίνος θα επαρκέσει. Και τα δίχτυα των αλιέων ολόγιομο θα πιάσουν το φεγγάρι των στοχασμών μας». Ή όπως θα μπορούσε να ειπωθεί σε ένα τετράστιχο:
Ετοιμόγεννες λέξεις
Σε μια στέρφα πατρίδα
Αν γεννήσουν κορίτσι
Θα το βγάλω ελπίδα!
Πασχαλία Τραυλού
Διόπτρα
«Διαβολοθήλυκο» αποκαλούσε ο παπάς του Ναγκιρέβ τη Σουζάνα Φαζέκας. Οι γυναίκες, όμως, του χωριού τη θεωρούσαν φύλακα-άγγελό τους, όχι μόνο επειδή πρόσφερε τις υπηρεσίες της ως μαμή και πρακτική γιατρός, αλλά επειδή τις γλίτωσε από το αμείλικτο πεπρωμένο τους σε μια κοινωνία όπου δεν είχαν το δικαίωμα να διαλέγουν τους συντρόφους τους οι ίδιες.
Γιατί η Σουζάνα έραβε φουστάνια, μαντάριζε σκισμένα φρύδια και γόνατα και ξήλωνε προκαταλήψεις κι ενδοιασμούς. Θεωρώντας υποχρέωσή της ό,τι για τους κοινούς θνητούς είναι έγκλημα και αμαρτία, ανέλαβε δράση σ’ αυτή τη γωνιά της Αυστροουγγαρίας από το 1911 έως το 1919. Κι έγινε με τα γιατροσόφια και τα φαρμάκια της η «θεά» του Ναγκιρέβ; τιμωρός και εκδικητής; παρατρεχάμενη της θείας δίκης.
Μόνο όταν θα γνωρίσει τον Έλληνα γιατρό Στράτο Κεκέρογλου συμφιλιώνεται με το τραύμα που κουβαλά από παιδί και τολμά να κοιτάξει στον καθρέφτη της ψυχής της την αλήθεια.
Ένα βιβλίο που αποδεικνύει πόσο εύθραυστες είναι οι ισορροπίες ανάμεσα στην αγάπη και το μίσος, στην αθωότητα και την ενοχή, στην απελπισία και την παράνοια, όταν οι μύχιες πληγές αδυνατούν να επουλωθούν.
Βασισμένο σε αληθινά γεγονότα που φαντάζουν πιο ευρηματικά απ’ τη φαντασία.
Τζάμπα η παράταση
Κώστας Καβανόζης
Εκδόσεις Πατάκη
Ο πατέρας πρόκειται να ξεψυχήσει ξαπλωµένος στην παραλία κι ο γιος τού ανακοινώνει ότι θα κολυµπήσει.
Τρεις φίλοι βρίσκονται όλοι µαζί και διασκεδάζουν για τελευταία φορά, προτού το χιόνι σκεπάσει τα πάντα αµετάκλητα.
Ένα αγριογούρουνο εγκλωβίζει πεινασµένους στρατιώτες πάνω στα κλαδιά ενός δέντρου και τέσσερις γυναικείες νεκροκεφαλές δεν θα αποχωριστούν ποτέ τα κοσµήµατά τους.
Το αυτοσχέδιο ποδοσφαιρικό µατσάκι στο νησί αρχίζει αξηµέρωτα υπό τους προβολείς των αυτοκινήτων και η πανύψηλη λεύκα που κόβεται από τη ρίζα της δεν είναι διακοσίων αλλά µόλις τριάντα εννέα ετών.
Εκείνο που διαπερνά τις είκοσι ιστορίες του βιβλίου είναι η ονειρική αποτύπωση των πραγµάτων στη µνήµη και στα βιώµατα. Η συλλογή διηγηµάτων "Τζάµπα η παράταση" µιλάει για τα εφήµερα που είναι προορισµένα να διαρκέσουν.
Γράμματα σε έναν συγγραφέα
Επιστολική νουβέλα
Κίμων Καλαμάρας
Εκδόσεις Γκοβόστη
[...] Θα εφορμούσα ο ίδιος, με όλες μου τις δυνάμεις, με όλους μου τους παλιάτσους και τους ακροβάτες, με όλους μου τους κλόουν και τα άγρια θηρία, με όλες τις ημίγυμνες χορεύτριες και τους μουσικούς, τους σχοινοβάτες και τους ζογκλέρ, τους μάγους και τους δεινούς διασκεδαστές·
θα εφορμούσα σε κάθε πόλη σε κάθε χωριό.
Έχει μια γοητεία το μοιραίο συναπάντημα·
ο απροσδόκητος επισκέπτης, ο περιπλανώμενος ταξιδιώτης που έρχεται πάντα ακάλεστος και που πάντα αφήνει πίσω του τη σκόνη των νωθρών του αποτυχιών, τον κρότο των ξέφρενων χειροκροτημάτων, την αίγλη του παροδικού όσο και την υποψία του θεϊκού. [...]