Who is who: Sofia Coppola

who-is-who-sofia-coppola

Η Sofia Coppola.

ΚΥΡΙΑΚΗ, 15 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2013

Η Sofia Coppola, η «γαλαζοαίματη» της κινηματογραφικής βιομηχανίας πάλεψε αρκετά για να ξεφύγει από τη σκιά του διάσημου, προστατευτικού, πατέρα της Francis Ford Coppola και να υψώσει το δικό της ανάστημα στην «αρένα» του Χόλιγουντ. Με αφορμή την έξοδο της ταινίας της «Οι ύποπτοι φορούσαν γόβες» το click@Life καταγράφει τις σημαντικότερες στιγμές της καριέρας της.

H Sofia Coppola γεννήθηκε στις 12 Μαϊου 1971, στη Νέα Υόρκη. Είναι κόρη του Francis Ford Coppola, ενός σκηνοθέτη-θρύλου στο αμερικανικό σινεμά και της Eleanor Coppola. Η ίδια και τα μεγαλύτερα αδέλφια της, Roman και Gian Carlo μεγάλωσαν στην κυριολεξία στα πλατό των ταινιών που γύριζε ο πατέρας τους. Το ζεύγος Coppola ενθάρρυνε τη δημιουργικότητα των παιδιών και τα ωθούσε να γράφουν ιστορίες και θεατρικά έργα.

Η Sofia Coppola από πολύ μικρή, έγινε η «μούσα» του πατέρα της αναλαμβάνοντας μικρούς ρόλους στις ταινίες του. Ήταν μόλις βρέφος, όταν εμφανίστηκε στο πρώτο μέρος του «Νονού» (1972) και στη συνέχεια έκανε μερικές χαρακτηριστικές εμφανίσεις και σε άλλες ταινίες του όπως τις «Ο αταίριαστος», «Αουτσάιντερς», «The cotton club» και «Η Πέγκυ Σου παντρεύτηκε».

Ωστόσο ο μεγαλύτερος ρόλος που της δόθηκε ήταν αυτός της Μαίρη Κορλεόνε στο τρίτο μέρος του «Νονού», το 1990. Και μάλλον χάρη σε αυτή την κινηματογραφική της εμφάνιση συνειδητοποίησε πως δεν είχε ιδιαίτερο ταλέντο, όπως πολύ δηκτικά το επισήμαναν οι κριτικοί.

Δεν ήταν λίγοι αυτοί που είχαν κατηγορήσει τον Francis Ford Coppola ότι έδειξε σκανδαλώδη εύνοια στην κόρη του αναθέτοντάς της να ερμηνεύσει ένα σημαντικό χαρακτήρα του έργου.

Η Sofia δεν ήταν η πρώτη επιλογή του πατέρα της, αφού, αρχικά ο ρόλος είχε δοθεί στην Winona Ryder. Όμως μια ξαφνική (πολύ βολική) ασθένεια της Ryder, ώθησε τον σκηνοθέτη να στραφεί στην κόρη του. «Δεν ήθελα να γίνω ποτέ ηθοποιός. Δεν ταιριάζει στην προσωπικότητά μου», είχε δηλώσει η Sofia Coppola.

Απορρίπτοντας μια καριέρα ως ηθοποιός-παρά τις σποραδικές εμφανίσεις της σε ταινίες όπως το Star Wars: Episode I The Phantom Menace (1999) η Sofia Coppola στράφηκε στον λαμπερό κόσμο της μόδα, μαθαίνοντας σχέδιο, ποζάροντας ως μοντέλο, φωτογραφίζοντας, γράφοντας σε περιοδικά και λανσάροντας μαζί με άλλους συνεργάτες επώνυμες σειρές ρούχων.

Η Sofia μαζί με τον πατέρα της Francis Ford Coppola.

Κάποια στιγμή αισθάνθηκε ότι σκορπούσε τις δυνάμεις της προς πολλές κατευθύνσεις. Στράφηκε λοιπόν στον πάντα προστατευτικό πατέρα της για συμβουλή. Εκείνος την προέτρεψε να μην ανησυχεί, να κυνηγά ό, τι την ευχαριστεί, υποστηρίζοντας πως σταδιακά όλα τα διαφορετικά ενδιαφέροντά της θα συνταιριαστούν.

Το 1999 η Sofia έκανε το σκηνοθετικό της ντεμπούτο με την πρώτη μεγάλου μήκους ταινία της «Αυτόχειρες παρθένοι». Η ίδια υπέγραψε και την προσαρμογή του σεναρίου που ήταν βασισμένο στο ομώνυμο μυθιστόρημα του αμερικανού συγγραφέα ελληνικής καταγωγής Τζέφρι Ευγενίδη. Η κινηματογραφική εταιρεία Zoetrope του Francis Ford Coppola ανέλαβε την παραγωγή της συγκεκριμένης ταινίας. Αυτή τη φορά οι κριτικοί παραδέχτηκαν πως η ταινία της Coppola άξιζε τον κόπο, παρότι οι φαρμακερές γλώσσες μνημόνευαν τη βοήθεια που ενδεχομένως πρόσφερε ο Coppola στην αγαπημένη του Sofia.

Η βράβευση με το Όσκαρ

Μετά από αυτή την επιτυχία η Sofia ένιωσε έτοιμη να γράψει η ίδια ένα πρωτότυπο σενάριο. Επί χρόνια σκεφτόταν μια ιστορία που θα διαδραματιζόταν στο Τόκυο, από όπου είχε έντονες αναμνήσεις, όταν εργαζόταν στο χώρο της μόδας. Το αποτέλεσμα ήταν η ταινία «Χαμένοι στη μετάφραση» (2003). Μια νεαρή αμερικανίδα (η Σκάρλετ Γιόχανσον) στο Τόκυο, νιώθει αποξενωμένη από τον εργασιομανή φωτογράφο σύζυγό της και ο δρόμος της διασταυρώνεται με τον μεσήλικα Bob Harris (στο ρόλο ο Bill Murray) που βρίσκεται στην Ιαπωνία με αφορμή το γύρισμα μιας διαφήμισης για ουίσκι.

Η Coppola απέσπασε το Όσκαρ Πρωτότυπου σεναρίου, τρεις ακόμη υποψηφιότητες για Όσκαρ Σκηνοθεσίας, Καλύτερης Ταινίας και πρώτου Ανδρικού Ρόλου (για τον Bill Murray) και τρεις Χρυσές Σφαίρες (Καλύτερου Μιούζικαλ ή Κωμωδίας, Καλύτερου Σεναρίου και Πρώτου Ανδρικού Ρόλου σε Μιούζικαλ ή Κωμωδία). Εξίσου θριαμβευτική ήταν και η πορεία της ταινίας στα βραβεία Bafta (απέσπασε τα αντίστοιχα βραβεία Καλύτερου ήχου, Πρώτου ανδρικού και γυναικείου ρόλου), ενώ ιδιαίτερη βαρύτητα είχε και το πρώτο βραβείο πρωτότυπου σεναρίου από την αμερικανική ένωση σεναριογράφων.

Ήταν αναμφίβολα ένα ρεκόρ για την ίδια και το «Χαμένοι στην μετάφραση» την καθιέρωσε ως σκηνοθέτιδα με αξιώσεις: ήταν η πρώτη αμερικανίδα που κέρδισε μια υποψηφιότητα για Όσκαρ σκηνοθεσίας, στην Ιστορία ενός μάλλον ανδροκρατούμενου θεσμού.

Το πρώτο της Όσκαρ.

Το τρίτο φιλμ της ήταν ένα βιογραφικό δράμα για την Μαρία Αντουανέττα («Marie Antoinette»), με σενάριο βασισμένο στο βιβλίο της Βρετανίδας ιστορικού Antonia Fraser. H Kirsten Dunst ενσάρκωσε τον πρωταγωνιστικό ρόλο και στο πλευρό της ως βασιλιάς Λουδοβίκος εμφανίστηκε ο Jason Schwartzman (ξάδελφος της Coppola). H πρεμιέρα της ταινίας στο Φεστιβάλ των Καννών αποδείχτηκε επεισοδιακή, καθώς δεν έλειψαν τα γιουχαϊσματα. Οι κριτικοί από την άλλη πλευρά, διχάστηκαν.

Το σκάνδαλο με τον Τarantino

Επόμενος σταθμός στην καριέρα της ήταν το «Somewhere», με πρωταγωνιστές τους Stephen Dorff και Elle Fanning που απέσπασε τον Χρυσό Λέοντα στο 67ο Φεστιβάλ Βενετίας. Ήταν μια αμφιλεγόμενη διάκριση, αφού οι κριτικοί δεν είχαν εντυπωσιαστεί από την συγκεκριμένη ταινία. Επιπλέον αρνητικές εντυπώσεις δημιούργησε το γεγονός ότι πρόεδρος της κριτικής επιτροπής ήταν ο Quentin Tarantino, με τον οποίο η Coppola – κάπου ανάμεσα στα διαζύγιά της- είχε μια σύντομη ερωτική σχέση.

Πολλοί αρθογράφοι στα ιταλικά μέσα ενημέρωσης επιτέθηκαν στον Τarantino για την επιλογή του, υποστηρίζοντας ότι τα κίνητρά του για τη βράβευση της Coppola δεν είχαν σχέση με τον κινηματογράφο. Ακολούθησε η οργισμένη απάντηση του Τarantino, ενώ η Sofia Coppola κράτησε χαμηλούς τόνους, δηλώνοντας «είμαι τόσο περήφανη που κέρδισα τον Χρυσό Λέοντα» και ευχαριστώντας τον πατέρα της επειδή την δίδαξε σινεμά.

Άλλωστε η ιστορία της ταινίας, η περιπέτεια ενός διαλυμένου από τις καταχρήσεις σταρ του Χόλιγουντ ο οποίος προσπαθεί να επανασυνδεθεί με την μικρή κόρη του, ήταν εμπνευσμένη εν μέρει από την «τσιγγάνικη» ζωή δίπλα στον πατέρα της, όταν γυρνούσε μαζί του από ξενοδοχείο σε ξενοδοχείο εξαιτίας των επαγγελματικών του υποχρεώσεων.

Η Sofia Coppla στο φετινό Φεστιβάλ των Καννών, με τους πρωταγωνιστές της ταινίας της «Τhe Bling Ring» («Οι ύποπτοι φορούσαν γόβες») 2013.

Στη νέα της ταινία «Οι ύποπτοι φορούσαν γόβες» («The Bling Ring») η Coppola στρέφει τον φακό της σε πραγματικά περιστατικά: στη δράση μιας συμμορίας εφήβων που είχε λεηλατήσει το 2008 τις βίλες πολλών επωνύμων στην Αμερική, δείχνοντας «ιδιαίτερη προτίμηση» στα πανάκριβα, επώνυμα ρούχα και κοσμήματα. Ήταν μια αφορμή για να συνθέσει η Coppola το δικό της αιχμηρό σχόλιο ενάντια στην «κουλτούρα των celebrity» και την εμμονή χιλιάδων εφήβων με τις ζωές των διασήμων. Η ταινία της άνοιξε την αυλαία του τμήματος «Ένα κάποιο βλέμμα» στο φετινό Φεστιβάλ των Καννών. Τα πυρά για «ανακρίβειες» της ταινίας προήλθαν από διάφορα μέλη της πραγματικής συμμορίας. Η Coppola προσπέρασε την κριτική τους τονίζοντας πως η ταινία «δεν είναι ντοκιμαντέρ» και ότι δεν την ενδιαφέρουν ιδιαίτερα οι αντιδράσεις τους.

Ενδεικτική φιλμογραφία: (για τις ταινίες που σκηνοθέτησε η Sofia Coppola)

«Τhe Bling Ring» («Οι ύποπτοι φορούσαν γόβες») 2013, «Somewhere» (2010), «Marie Antoinette» (2006), VOID (video) 2005, «Lost in translation» («Χαμένοι στην μετάφραση»), «The virgin suicides» («Aυτόχειρες παρθένοι») 1999, «Lick the star» (μικρού μήκους) 1998, «Bed, bath and beyond» (1996).

Μάνια Στάικου