Who is who: Χάρισον Φορντ
Ο Ιντιάνα Τζόουνς, το είδωλο των παιδικών μας χρόνων δεν θα ήταν αυτός που είναι αν δεν του έδινε σάρκα και οστά ο Χάρισον Φορντ. Υπάρχει, όμως, ζωή – και καριέρα- και μετά τον περιπετειώδη ήρωα που δημιούργησαν ο Στίβεν Σπίλμπεργκ και ο Τζόρτζ Λούκας και έφερε στη ζωή ο διάσημος ηθοποιός.
Εμείς μπορεί να τον έχουμε στο μυαλό μας σαν νέο, παθιασμένο εξερευνητή που μπλέκει σε περιπέτειες, ο Χάρισον Φορντ, όμως, είναι μια ανάσα πριν τα 70 και δεν θυμίζει σε τίποτα έναν... κλασσικό συνταξιούχο.
Γεννημένος στο Σικάγο τον Ιούλιο του 1942, από μαμά νοικοκυρά (πρώην ραδιοφωνική ηθοποιό) και μπαμπά πρώην ηθοποιό, ο Χάρισον φαίνεται ότι είχε δόση του μικροβίου της ηθοποιίας. Παρ’ όλ’ αυτά σε νεαρή ηλικία ήταν πρόσκοπος, δούλευε σε κατασκηνώσεις, ενώ τα τελευταία χρόνια του σχολείου έκανε μετάδοση των αθλητικών αγώνων για το ραδιοφωνικό σταθμό του Λυκείου του.
Οι σπουδές του στο Ουισκόνσιν του έδωσαν την ευκαιρία να παρακολουθήσει ένα μάθημα υποκριτικής –το οποίο ο ίδιος αναφέρει ότι επέλεξε για να... γνωρίσει γυναίκες. Τότε ήταν που ο Φορντ εντυπωσιάστηκε από την τέχνη και θέλησε να ασχοληθεί περισσότερο. Το 1964 ταξίδεψε στο Λος Άντζελες, όπου και υπέγραψε συμβόλαιο με την Columbia Pictures για ένα πρόγραμμα νέων ταλέντων, προκειμένου να συμμετάσχει σε πολύ μικρούς ρόλους ή και ως απλός κομπάρσος σε ταινίες με 150 δολάρια την εβδομάδα. Και κάπως έτσι έγινε η αρχή.
Η πρώτη του ταινία με το όνομά του να αναφέρεται στους συντελεστές της ήταν ένα γουέστερν με τίτλο το «A time for killing» του 1967, ενώ έπειτα συνεργάστηκε με τα Universal Studios παίζοντας σε διάφορες τηλεοπτικές σειρές στα τέλη του ’60 και αρχές ’70. Κι ενώ αναζητώντας την τύχη του και πασχίζοντας για την καριέρα του πέρασε από το καστ κινηματογραφικών ταινιών όπως «The Conversation» (1974) του Φράνσις Φορντ Κόπολα ή τηλεοπτικών όπως «Dynasty» (1976) και «The possessed» (1977), το ’77 μπαίνει στη ζωή του ο «Πόλεμος των Άστρων».
Ο Χαν Σόλο απογειώνει την καριέρα του Φορντ
Με μικρά βήματα και μεγάλη υπομονή, η μεγάλη στιγμή για τον αμερικανό ηθοποιό έφτασε στα 35 του, με τον πρώτο του πρωταγωνιστικό ρόλο στο «Star Wars Episode IV: A New Hope» (1977). Το αξιοπερίεργο μάλιστα της υπόθεσης είναι ότι το 1975, ο δημιουργός της ταινίας, Τζορτζ Λούκας, τον είχε προσλάβει για να διαβάζει ρόλους με τους ηθοποιούς που ερχόντουσαν για οντισιόν, όταν κατάλαβε ότι τελικά ο Φορντ του κάνει και τον «βάφτισε» Χαν Σόλο.
Η ταινία «έσπασε» τα ταμεία κερδίζοντας 460 εκατομμύρια στις Ηνωμένες Πολιτείες και 337 εκατομμύρια στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, ξεπερνώντας τα «Σαγόνια του καρχαρία» που μέχρι τότε βρίσκονταν στην κορυφή και κερδίζοντας 6 από τις 10 υποψηφιότητες για Όσκαρ. Όπως είναι φυσικό, ο Χάρισον Φορντ μετατράπηκε σε σούπερ σταρ κερδίζοντας υποψηφιότητα καλύτερου ηθοποιού στα βραβεία Saturn.
Κι όταν μια ταινία κάνει τέτοια επιτυχία, τα σίκουελ δεν αργούν να έρθουν. Έτσι, το 1980 η «Αυτοκρατορία ξαναχτυπά» με το «Star Wars: Episode V - The Empire Strikes Back» και το 1983 με το «Star Wars: Episode VI - Return of the Jedi», ενώ το 1978 είχε προηγηθεί η τηλεοπτική ταινία «The Star Wars Holiday Special» με τον Χάρισον Φορντ να πρωταγωνιστεί ως Χαν Σόλο στην αρχική τριλογία του «Πολέμου των Άστρων», η οποία έχει αναρίθμητους fans ανά τον κόσμο.
Ο Ιντιάνα Τζόουνς ποτέ δεν πεθαίνει
Η μία επιτυχία φέρνει την άλλη, όμως, και μετά την επιστημονική φαντασία, ο Χάρισον Φορντ μπλέκει σε άλλου είδους περιπέτειες, ενσαρκώνοντας τον Ιντιάνα Τζόουνς. Το πρώτο «χτύπημα» του αρχαιολόγου-εξερευνητή ήρθε το 1981, με το «Raiders of the lost Arc», όπου ο αγαπημένος μας Ιντιάνα βρίσκεται στο έτος 1936 και ταξιδεύει στις ζούγκλες της Νοτίου Αμερικής προκειμένου να βρει ένα χρυσό άγαλμα. Η πρώτη ταινία του Ιντιάνα Τζόουνς χάρισε στον Χάρισον Φορντ ένα βραβείο Saturn καλύτερου ηθοποιού το 1982.
Με τέσσερα Όσκαρ στην «τσέπη» οι συντελεστές συνέχισαν την επιτυχία το 1984 με το «Temple of the Doom» και τον Χάρισον Φόρντ να συνεχίζει να παριστάνει τον αρχαιολόγο που έχει ανακαλύψει ένα παλιό διαμάντι το οποίο τον βάζει σε περιπέτειες, με αποκορύφωμα τη σκηνή με το ξερίζωμα της καρδιάς του νεαρού αγοριού από έναν ιθαγενή, που τραυμάτισε... πολλές παιδικές ψυχές. Κάτι η σκηνοθεσία του Σπίλμπεργκ, κάτι το ταλέντο του Φορντ, κάτι τα εφετζίδικα κόλπα, η ταινία κερδίζει και πάλι Όσκαρ, ενώ ο Χάρισον Φορντ είναι υποψήφιος το 1985 για άλλο ένα Saturn Award, το οποίο, όμως, αυτή τη φορά δεν φτάνει στα χέρια του. Η περιπέτεια συνεχίζεται με το «Indiana Jones and the Last Crusade» το 1989, μαζί με την παρέα του Σον Κόνερι και του Ρίβερ Φοίνιξ.
Μέσα στη δεκαετία του '90 η κινηματογραφική εκδοχή του πολυαγαπημένου ήρωα με τη σαφάρι ενδυμασία εκλείπει και παίρνουμε πλέον τη δόση περιπέτειας από την τηλεοπτική σειρά «The Young Indiana Jones Chronicles», προσπαθώντας να προσαρμοστούμε στο ότι ο Χάρισον Φορντ δεν ενσαρκώνει τον αγαπημένο μας ήρωα. Ευτυχώς λίγο πριν φύγουν τα '00s κι ενώ πλέον έχουμε ταυτίσει τον Χάρισον Φορντ με δεκάδες άλλους ρόλους, ο Ιντιάνα Τζόουνς ξαναχτυπά με το «Indiana Jones and the Kingdom of Crystal Skull» (2008) και πάλι σε σκηνοθεσία Στήβεν Σπίλμπεργκ.
Ο Χάρισον Φορντ για όλες τις περιπέτειες που πέρασε ως Ιντιάνα Τζόουνς προετοιμαζόταν σκληρά όλα αυτά τα χρόνια, περνώντας τρεις ώρες στο γυμναστήριο καθημερινά και ακολουθώντας συγκεκριμένη δίαιτα, ενώ πολλοί δεν γνωρίζουν ότι ο Τομ Σέλεκ ήταν η πρώτη επιλογή για τον ρόλο του διάσημου αρχαιολόγου. Εκείνο τον καιρό, όμως, είχε πολλές υποχρεώσεις για το «Magnum P.I.» κι έτσι ο Χάρισον κέρδισε το χρυσό κλειδί για την επιτυχία.
Η επιτυχία συνεχίζεται
Η καριέρα και το ταλέντο του Χάρισον Φορντ, όμως, δεν περιορίζεται μόνο στους δύο ρόλους που τον έκαναν διάσημο, αφού η λίστα των ταινιών που έχει πρωταγωνιστήσει είναι μεγάλη με πολλές αξιόλογες στάσεις στην καριέρα του. Λαμπρό παράδειγμα, το «Αποκάλυψη τώρα» (1979) του Φράνσις Φορντ Κόπολα, στο οποίο παρ’ όλο που είχε μικρό ρόλο, είχε την ευκαιρία να συνεργαστεί με ονόματα όπως Μάρλον Μπράντο, Ρόμπερτ Ντιβάλ, Μάρτιν Σιν κ.ά. και να είναι μέρος μιας σημαντικής ταινίας με βαθιά νοήματα και εξαιρετικές ερμηνείες.
Την ίδια χρονιά τον βρίσκουμε στο «The Frisco kid», ένα γουέστερν-κωμωδία, μαζί με τον Τζιν Γουάιλντερ, ενώ στη δεκαετία του ’80 κι ενώ έχει πάρει «τα πάνω του», οι ρόλοι είναι πολλοί και σημαντικοί. Το 1982 πρωταγωνιστεί στο «Blade Runner», ενώ το 1985 στο «Witness», το οποίο του χαρίζει το Kansas City Film Critics Circle Award καλύτερου ηθοποιού και μια υποψηφιότητα για Χρυσή Σφαίρα.
Μέσα στο 1988 παίζει σε 2 επιτυχημένες ταινίες, το «Frantic» και το «Εργαζόμενο κορίτσι» μαζί με την Μέλανι Γκρίφιθ και τη Σιγκούρνι Γουίβερ, ενώ το 1992 πρωταγωνιστεί στο «Patriot Games» ως αναλυτής της CIA, με τον Σάμιουελ Τζάκσον και την Αν Άρτσερ στο καστ. «Ο Φυγάς» έρχεται στη μεγάλη οθόνη το 1993, με τον Χάρισον Φορντ να κερδίζει το Blockbuster Entertainment Award, ως αγαπημένος ήρωας ταινίας δράσης, ενώ το 1997 αποτελεί γι’ αυτόν επίσης μια καλή χρονιά με το «The Devil’s own», όπου πρωταγωνιστεί μαζί με τον Μπραντ Πιτ και το «Air Force One» στο οποίο αντικατέστησε τον Κέβιν Κόστνερ και κέρδισε ένα βραβείο Bambi.
Φυσικά όλο αυτό το διάστημα οι τίτλοι των περιοδικών όπως το People και το Empire Magazine δεν σταματούν να τον τοποθετούν στις λίστες τους με τους πιο σέξι άντρες του κόσμου, ενώ το People τον ψήφισε το 1998 ως τον πιο σέξι άντρα εν ζωή.
Ακολουθούν το «Six days, seven nights» (1998), μια ρομαντική περιπέτεια με την Αν Χεκ και τον Ντέιβιντ Σουίμερ από τα «Φιλαράκια» και το «What lies beneath» (2000) για τα οποία κέρδισε και πάλι ένα Blockbuster Entertainment Award. Μέσα στις δεκαετία 2000-2010 συνεχίζει ακάθεκτος τις ταινίες με τελευταία μια ρομαντική κομεντί με την Νταιάν Κίτον «Πρωινό ξύπνημα» (2010), ενώ η νέα του ταινία «Cowboys and Aliens» θα αρχίσει να προβάλλεται ανά τον κόσμο μέσα στο καλοκαίρι.
Ενδεικτική φιλμογραφία: «A time for killing» (1967), «The conversation» (1974), «Star Wars Episode IV: A New Hope» (1977), «Heroes» (1977), «The Star Wars holiday special» (1978), «Apocalypse now» (1979), «The Frisco kid» (1979), «Star Wars: Episode V - The Empire Strikes Back» (1980), «Raiders of the lost Αrk» (1981), «Blade Runner» (1982), «Star Wars: Episode VI - Return of the Jedi» (1983), «Indiana Jones and the Temple of Doom» (1984), «Witness» (1985), «Frantic» (1988), «Working girl» (1988), «Indiana Jones and the last crusade» (1989), «Patriot games» (1992), «The fugitive» (1993), «Sabrina» (1995), «The Devil’s own» (1997), «Air Force One» (1997), «Six days, seven nights» (1998), «What lies beneath» (2000), «K-19: The Widowmaker» (2002), «Firewall» (2006), «Indiana Jones and the Kingdom of the Crystal Skull»(2008), «Crossing over» (2009), «Extraordinary measures» (2010), «Morning Glory» (2010).