Sense8: οι δημιουργοί του Matrix μπαίνουν δυναμικά στην τηλεόραση
Γράφουμε τις εντυπώσεις μας από την πρώτη σεζόν του Sense8 που σηματοδοτεί το άνοιγμα των αδερφών Γουατσόφσκι στη μικρή οθόνη.
Οι αδερφοί Γουατσόφσκι θα μνημονεύονται για πάντα λόγω του «The Matrix». Είναι από αυτές τις ταινίες που δημιουργούν και παρατείνουν τη νοσταλγία και σκέψεις όπως «δε βγαίνουν πια τέτοιες ταινίες». Γιατί ένας από τους λόγους που το 1999 φαντάζει σήμερα τόσο μαγικό και ωραιοποιημένο είναι φυσικά και αυτή η ταινία. Έχουν περάσει όμως 16 χρόνια και η καριέρα των Γουατσόφσκι έχει πάρει την κατιούσα. Οι εμπορικές αποτυχίες διαδέχονται η μία την άλλη, με το περιεχόμενο να είναι εξίσου αμφιλεγόμενο. Τελικά μοιάζουν και οι ίδιοι να έχουν βρει στο «The Matrix» το happy place τους και να έχουν μείνει εκεί, χωρίς να δείχνουν ικανοί να προσαρμοστούν στην εποχή που οι ίδιοι δημιούργησαν. Και με την πρόσφατη ταινία τους, «Το πεπρωμένο της Τζούπιτερ» να προσθέτει μια ακόμη αποτυχία στο βιογραφικό τους, κάνουν και αυτοί το βήμα προς την τηλεόραση και πιο συγκεκριμένα για χάρη του Netflix, με το Sense8. Συνοδοιπόροι σε αυτή την προσπάθεια ο Τομ Τίκβερ (συν-σκηνοθέτης του «Cloud Atlas») και ο βετεράνος δημιουργός του Babylon 5, Μάικλ Στραζίνσκι.
Η τακτική του Netflix είναι γνωστή. Κυκλοφορεί όλα τα επεισόδια μιας σεζόν την ίδια μέρα και σου δίνει την ευχέρεια να τα δεις όποτε επιθυμείς εσύ. Έτσι, στις 5 Ιουνίου τα 12 επεισόδια της πρώτης σεζόν του Sense8 υπήρχαν εκεί έξω και όπως ήταν λογικό δεν μπορούσες να δεις μόνο ένα.
Είναι πραγματικά δύσκολο να εξηγήσουμε την υπόθεση της σειράς και να την καταλάβετε χωρίς να τη δείτε. Για την ακρίβεια ίσως να μην κατανοήσετε πράγματα ακόμη και όταν την ξεκινήσετε. Οκτώ διαφορετικοί και άσχετοι μεταξύ τους άνθρωποι από κάθε γωνιά του πλανήτη βλέπουν παράλληλα το όραμα ενός τραγικού θανάτου μιας γυναίκας (την οποία υποδύεται η Ντάριλ Χάνα) και από εκείνη τη στιγμή και έπειτα οι ζωές τους συνδέονται με τρόπους που δεν μπορούσαν να φανταστούν. Αρχικά ακούνε ή νιώθουν πράγματα που δε συμβαίνουν στο δικό τους περιβάλλον αλλά κάποιου άλλου σε κάποιον άλλο από τους οκτώ και στην πορεία μπορούν μέχρι και να επεμβαίνουν όταν κάποιος βρίσκεται σε μια δύσκολη κατάσταση και να τον βοηθούν να την ξεπερνά. Το «ένας για όλους και όλοι για έναν» βρίσκει την απόλυτη εφαρμογή του.
Αυτός που καλείται να ενώσει τη νέα γενιά Sensate (όπως αποκαλούνται) παρά τις όποιες αντιξοότητες και να τους προειδοποιήσει για τους κινδύνους που αντιμετωπίζουν είναι ο Ναβίν Άντριους, γνωστός και ως ο Σαγίντ του Lost. Ας γνωρίσουμε όμως τους οκτώ που όλοι τους είναι… υπέροχοι.
- Ο Γουίλ Γκόρσκι, ένας αστυνομικός από το Σικάγο που τον κατατρέχει μια άλυτη υπόθεση φόνου από την παιδική του ηλικία
- Ο Κάφεους, ένας οδηγός βαν από το Ναϊρόμπι που προσπαθεί να μαζέψει φάρμακα για την άρρωστη μητέρα του με κάθε μέσο, ενώ απολαμβάνει τις ταινίες του Ζαν Κλοντ Βαν Νταμ
- Η Σαν, κόρη διαφθαρμένου μεγαλοεπιχειρηματία από τη Σεούλ που παράλληλα είναι ξακουστή στον κόσμο του υπόγειου kickboxing
- Η Νόμι, μια τρανς γυναίκα και χάκερ από το Σαν Φρανσίσκο που αντιμετωπίζει και καταλαβαίνει από πρώτο χέρι τις αντιξοότητες του να είσαι Sensate
- Η Κάλα, μια φαρμακοποιός με πτυχίο πανεπιστημίου από την Μουμπάι που παρόλα αυτά πρέπει να παντρευτεί έναν άνδρα που δεν αγαπά χάριν προξενιού
- Η Ράιλι, μια Ισλανδή DJ που κατέληξε κυνηγημένη στο Λονδίνο
- Ο Λίτο, ένας σταρ ταινιών δράσης από την Πόλη του Μεξικού που δημιουργεί προβλήματα στους γύρω του κρύβοντας την ομοφυλοφιλική του ταυτότητα
- Ο Βόλφγκανγκ, ένας γκάνγκστερ από το Βερολίνο που έχει κακές σχέσεις με το οργανωμένο έγκλημα
Όλοι αυτοί θα ενωθούν για να σώσουν τους εαυτούς τους από μια ασαφής απειλή που αποκαλύπτεται προς το τέλος. Δε σημαίνει όμως πως ο καθένας δεν έχει τα δικά του προβλήματα. Αυτό που κάνει το Sense8 ξεχωριστό είναι ότι αποτελείται από οκτώ διαφορετικές σειρές με τον ίδιο τρόπο που το «Cloud Atlas», το πιο φιλόδοξο κινηματογραφικό εγχείρημα των Γουατσόφσκι αποτελούνταν από έξι διαφορετικές ταινίες. Επειδή όμως μιλάμε για σειρά και η ιστορία της πρώτης σεζόν διηγείται μέσα από 12 ώρες, έχει όσο χρόνο χρειάζεται να αναπνεύσει.
Αυτό που συμβαίνει εδώ είναι το εξής υπέροχο: μαθαίνεις να αγαπάς τον κάθε χαρακτήρα ξεχωριστά στο δικό του περιβάλλον και σταδιακά εκτιμάς ακόμη περισσότερο τις φορές που οι κόσμοι τους συνδέονται.
Πρώτη στιγμή μεγαλείου ως προς αυτό που θέλει να πετύχει η σειρά αντιλαμβάνεσαι στο τέταρτο επεισόδιο, όταν όλοι οι ήρωές μας σιγοτραγουδούν το «What’s Up» των 4 Non Blondes, ο καθένας στη δική του καθημερινότητα αλλά ουσιαστικά όλοι μαζί. Και κάπως έτσι ένα τραγούδι που έχει βαρεθεί να ακούς γίνεται λατρεμένο υπό ένα άλλο πρίσμα. Από εκεί και πέρα στο έκτο επεισόδιο υπάρχει μια ιδιοφυής σκηνή οργιαστικού σεξ υπό τους ήχους του «Demons» του Fatboy Slim η οποία αποδίδεται πραγματικά αριστουργηματικά και ευχαριστείς την ύπαρξη του Netflix που επέτρεψε κάτι τέτοιο να προβληθεί στην τηλεόραση. Η σεκάνς δράσης στο τέλος του όγδοου επεισοδίου είναι καλύτερη από πολλές ταινίες που θα απασχολήσουν να μας διασκεδάσουν με παρόμοια κόλπα αυτό το καλοκαίρι στο σινεμά και το φινάλε του δέκατου επεισοδίου είναι σκηνή ανθολογίας για τους Γουατσόφσκι, ίσως (ο χρόνος θα το δείξει) ό,τι πιο συνταρακτικό έχουν κάνει μετά το «The Matrix». Και όσο για την τελευταία καρτ ποστάλ της σειράς, είναι ένα από τα πιο γλυκά και όμορφα κάδρα που έχουμε δει τα τελευταία χρόνια στην τηλεόραση.
Βέβαια, ανάμεσα σε όλα αυτά, τα υπόλοιπα δε λειτουργούν όλα στην εντέλεια (εκτός ίσως από το στόρι του Λίτο στο Μεξικό που επαναφέρει απενοχοποιημένα το είδος της τελενουβέλας). Υπάρχουν στιγμές που η σειρά είναι πιο κρυπτική απ’ ό,τι πρέπει και κάποιες άλλες που είναι αφόρητα επεξηγηματική. Σε κανένα σημείο πάντως δεν μπορείς να αμφισβητήσεις ότι οι προθέσεις είναι οι καλύτερες και ότι σε καλεί να νιώσεις πράγματα με έναν πρωτόγνωρο τρόπο. Το πρόβλημά μας έχει να κάνει περισσότερο με την κεντρική πλοκή παρά με την κάθε μία ξεχωριστά. Γιατί όταν το Sense8 αφήνεται, τότε νιώθεις τα συναισθήματα πραγματικά επί… οκτώ.
Όσο και αν μας αρέσουν τα power rankings χαρακτήρων, εδώ δεν μπορούμε να αφαιρέσουμε κανέναν από το γενικό κάδρο. Αναφέραμε πόσο εκτιμήσαμε την ιστορία του Μεξικού και την απολαυστική ερμηνεία του Μιγκέλ Άνχελ Σιλβέστρε, από εκεί και πέρα ξεχωρίσαμε τη δυναμική της Μπέη Ντόνα (του «Cloud Atlas»), την εύθραυστη σκοτεινή ομορφιά της Τάπενς Μίντλετον και το πόσο συμπαθητική φυσιογνωμία είναι ο Aml Ameen. Υπάρχουν –προφανώς- αναφορές στο «The Matrix» στη σειρά πέρα από το ξύλο που ρίχνει η Μπέη Ντόνα και σχετίζεται με μια σκηνή που γυρίζει ο Λίτο για μια ταινία του και παρακολουθούμε όλη τη διαδικασία πίσω από τις κάμερες. Έτσι το θρυλικό φιλμ των Γουατσόφσκι καταλήγει ταυτόχρονα να αποθεώνεται και να αποδομείται.
Το Sense8 λειτουργεί περισσότερο σαν ένα ορατόριο των late 90s/early 00s. Οι Γουατσόφσκι μοιάζουν κολλημένοι σε εκείνη την εποχή και δεν το κρύβουν τόσο σε θεματολογία, αισθητική και στις μουσικές τους επιλογές (δηλαδή σοβαρά, πού αλλού θα μπορούσε να ακουστεί η φωνή της Macy Gray σήμερα;). Δεν απευθύνονται σε όλους και αυτό δεν έχει καμία σημασία. Γιατί εδώ εν τέλει κατάφεραν να πουν μια ιστορία μέσα από μια ποικιλία πρωταγωνιστών που διαφέρουν από το ομογενοποιημένο πρότυπο του «λευκού straight άνδρα πρωταγωνιστή». Είναι όμορφη και γεμάτη ένταση και όποιοι άτσαλοι χειρισμοί δικαιολογούνται λόγω του αληθινού πάθους για το πρότζεκτ. Δε μιλάμε ακριβώς για μια σειρά σύγχρονη, αλλά την ίδια στιγμή δεν μπορούμε παρά να είμαστε ευγνώμονες που υπάρχει.
Γιάννης Μόσχος
[email protected]