Ο Ρόαλντ Νταλ υπήρξε ένα εργοστάσιο σκοτεινών παραμυθιών

roald-dahl
ΠΕΜΠΤΗ, 30 ΙΟΥΝΙΟΥ 2016

Με αφορμή τον «Μεγάλο φιλικό γίγαντα» που κυκλοφορεί στις αίθουσες, κάνουμε μια αναδρομή στις φορές που το σινεμά εμπνεύστηκε από τις παιδικές ιστορίες του Βρετανού συγγραφέα.

Ίσως το όνομα του Ρόαλντ Νταλ να μην είναι τόσο γνωστό σε πολλούς. Η αλήθεια είναι πως στην Ελλάδα δεν έχει την απήχηση του Τσαρλς Ντίκενς ή του Λιούις Κάρολ, ωστόσο είναι ένας από τους σημαντικότερους συγγραφείς βιβλίων για παιδιά (που απευθύνονται και σε ενήλικες) και σίγουρα έχετε παρακολουθήσει κάποια κινηματογραφική μεταφορά ενός μυθιστορήματός του.

Αυτή την εβδομάδα κυκλοφορεί στις αίθουσες ο «Μεγάλος φιλικός γίγαντας» σε σκηνοθεσία Στίβεν Σπίλμπεργκ, επαναφέροντας στο προσκήνιο το ευφάνταστο έργο του Νταλ. Ο Βρετανός με νορβηγική καταγωγή (ο οποίος μάλιστα πολέμησε και ως πιλότος της ΡΑΦ στην Ελλάδα κατά τη γερμανική εισβολή τον Απρίλιο του 1941) έχει αφήσει ένα πλούσιο και διαχρονικό έργο, με μυθιστορήματα που σε ταξιδεύουν σε πολύχρωμους φανταστικούς κόσμους και που μοιάζουν φτιαγμένα για τη μεγάλη οθόνη.

Δε βρίσκουμε λοιπόν καλύτερη αφορμή για να ταξιδέψουμε στο μαγικό κόσμο του Νταλ μέσα από τις κινηματογραφικές μεταφορές μυθιστορημάτων του. Εκτός από το έργο του για παιδιά, έχει συνεισφέρει σενάρια στο «Twilight Zone», ενώ σε δημιούργημά του στηρίχθηκε ο Ίαν Φλέμινγκ για την ταινία του Τζέημς Μποντ «Ζεις μονάχα δύο φορές». Εμείς θα μείνουμε στις «παιδικές» ιστορίες του Νταλ και όσοι δε γνωρίζετε το έργο του, θα εντυπωσιαστείτε ευχάριστα από το πόσο καλά γνωρίζετε τη λίστα.

«Ο Γουίλι Γουόνκα και το εργοστάσιο σοκολάτας» (1971) / «Ο Τσάρλι και το εργοστάσιο σοκολάτας» (2005)

Από τα πιο διάσημα έργα του Νταλ, καταφέρνει να δει τον κόσμο μέσα από τα μάτια ενός μικρού παιδιού. Γιατί όσο μαγικός και σουρεαλιστικός μπορεί να μας φαίνεται ο κόσμος του εργοστάσιου σοκολάτας του Γουίλι Γουόνκα, είναι επηρεασμένος από εμπειρίες της παιδικής ηλικίας του Νταλ και την κόντρα που είχαν τότε οι δύο μεγαλύτερες σοκολατοβιομηχανίες της Αγγλίας (η Cadbury και η Rowntree), οδηγώντας τες στο να κρύβουν πολλά  πράγματα όσον αφορά τις συνταγές τους.

Η πρώτη ταινία του 1971 ξεχωρίζει για το καλτ στάτους της, κυρίως για την ερμηνεία του θρυλικού κωμικού Τζιν Γουάιλντερ. Στη μεταφορά του 1971 ο σκηνοθέτης Μελ Στιούαρτ απομακρύνεται επιλεκτικά από το αρχικό υλικό, θέτοντας στο προσκήνιο τον ιδιοκτήτη του εργοστασίου, Γουίλι Γουόνκα. Ο Γουάιλντερ βρίσκεται ίσως στην κορυφαία του στιγμή και από τη στιγμή που εμφανίζεται στην οθόνη το φιλμ απογειώνεται και παραμένει μέχρι και σήμερα αφάνταστα διασκεδαστικό. Στα θετικά τα μουσικά σημεία της ταινίας, τα οποία επιμελήθηκε ο ίδιος ο Νταλ.

Η ταινία του 2005 αν και διασκεδάζει τους μικρούς μας φίλους, τονίζει λίγο περισσότερο τα σκοτεινά στοιχεία που σαφέστατα υπάρχουν στο μυθιστόρημα του Νταλ και δε γίνεται να τα παραβλέψεις. Με τον Τιμ Μπάρτον στη σκηνοθεσία δε γινόταν αλλιώς βέβαια και φυσικά τον Γουίλι Γουόνκα δε γινόταν να τον υποδυθεί κάποιος άλλος πέραν του Τζόνι Ντεπ. Παραδόξως, ο Ντεπ δεν είναι το καλύτερο στοιχείο της ταινίας, όπως θα μπορούσε. Υπάρχει εκεί περισσότερο ως παρουσία παρά ως ερμηνεία, αν και ταιριάζει τόσο με την προσωπικότητα του Γουίλι Γουόνκα ώστε κανείς να μην μπορεί να πει κακό λόγο. Το μυστικό της επιτυχίας βρίσκεται στο όραμα του Μπάρτον, ο οποίος μένει πιστός στο έργο του Νταλ (πολύ περισσότερο από την ταινία του 1971) και αναδεικνύει το σκοτάδι που κρύβει. Ένα ιδιαίτερο παραμύθι για ενήλικες που δε θέλουν να σκοτώσουν το παιδί μέσα τους.

«Οι μάγισσες» (1990)

Εδώ έχουμε να κάνουμε με μια ιδιαίτερη περίπτωση. Ο Νίκολας Ρεγκ δημιούργησε κατά γενική ομολογία την πιο πιστή ταινία στο πνεύμα του Νταλ, αλλά ο ίδιος ο συγγραφέας ενοχλήθηκε από τις παρεμβάσεις στην πλοκή για χάρη της απήχησης σε ένα ευρύτερο κοινό και έτσι άφησε υψηλά στάνταρ στη διαθήκη του για οποιαδήποτε μελλοντική μεταφορά μυθιστορήματός του. Η αλήθεια είναι πως οι «Μάγισσες» είναι ένα αρκετά σκοτεινό έργο που αν παρουσιαζόταν αυτούσιο πολύ δύσκολα θα μπορούσε να ιδωθεί από παιδιά. Ακόμη και έτσι όμως, η ιστορία ενός ορφανού αγοριού που βρίσκεται στη μέση μιας μάζωξης μαγισσών οι οποίες θέλουν να εξολοθρεύσουν όλα τα παιδιά από την Βρετανία παραμένει από μόνη της σκοτεινή. Και ακόμη και αν δεν ήταν τόσο σκοτεινή, θα γινόταν από την απολαυστικά διαβολική ερμηνεία της Αντζέλικα Χιούστον, σε έναν από τους σημαντικότερους ρόλους της καριέρας της. Πόσο συχνά έχουμε την ευκαιρία να δούμε «παιδικές» ταινίες με τόση ιδιαιτερότητα;

«Ο Τζίμης και το γιγαντοροδάκινο» (1996)

Όσο ο Νταλ ήταν εν ζωή, απέρριψε πολλές προτάσεις για τη μεταφορά του «James and the Giant Peach». Ήρθαν όμως έτσι τα πράγματα ώστε η χήρα του αποδέχθηκε μια πρόταση μετά το θάνατό του και πραγματικά χαιρόμαστε για αυτή την επιλογή της. Τη σκηνοθεσία ανέλαβε ο Χένρι Σέλικ, χρησιμοποιώντας ένα συνδυασμό από live action και stop-motion animation. Το τελικό αποτέλεσμα είναι πανέμορφο και καλλιτεχνικά άρτιο και δίνει τόση έμφαση στη λεπτομέρεια ώστε κρατάει καλά μέχρι και σήμερα. Η ιστορία του Τζίμη (σύμφωνα με την ελληνική απόδοση) που στην προσπάθειά του να ξεφύγει από τις δύο καταπιεστικές θείες του μπαίνει σε ένα γιγάντιο ροδάκινο, κάνει φίλους τα έντομα που βρίσκονται μέσα και ξεκινά ένα ταξίδι για την Νέα Υόρκη είναι ευφάνταστη αλλά και σκοτεινή. Ο Σέλικ (σκηνοθέτης του «Χριστουγεννιάτικου εφιάλτη» και της «Coraline») ξέρει πώς να διηγείται μακάβριες ιστορίες με μια παιδική ελαφρότητα και μιας και εδώ έχουμε να κάνουμε με μια ιστορία που στο επίκεντρό της είναι πολύ πιο σκοτεινή απ’ ό,τι μπορεί να φαίνεται αρχικά, η παρουσία του είναι καταλυτική. Εν τέλει, υπάρχει μια διαφορετική ταινία για τα παιδιά και μια διαφορετική για τους ενήλικες και χονδρικά υπάρχει μια ταινία για όλη την οικογένεια.

«Ματίλντα» (1996)

Τι ήρθε πρώτα; Η αναγνωρισιμότητα του μυθιστορήματος της «Ματίλντα» ή αυτή η ταινία; Πλέον είναι πραγματικά δύσκολο να ξεχωρίσουμε και αυτό γιατί η κινηματογραφική μεταφορά του Ντάνι Ντε Βίτο είναι πολύ καλή. Μπορεί να έχουμε δει την ταινία τόσες φορές στην κυριακάτικη μεσημεριανή τηλεόραση που πλέον να μην αντέχουμε άλλη «Ματίλντα», ωστόσο η ιστορία αυτού του ξεχωριστού και παρεξηγημένου οκτάχρονου κοριτσιού που τα βάζει με τους γονείς του δε δυσκολεύτηκε να συγκινήσει καθόλου μικρούς και μεγάλους και στο σινεμά μας έδειξε πώς γίνονται σωστά οι καλές οικογενειακές ταινίες. Η προσέγγιση του Ντε Βίτο απομακρύνεται από αυτή του βιβλίου και λειαίνει κάποιες γωνίες για χάρη του mainstream, αλλά τιμά το πνεύμα του Νταλ και αν και η μικρή Μάρα Γουίλσον χάθηκε κάπου μεγαλώνοντας, η ταινία παραμένει στις κλασικές στιγμές των κινηματογραφικών 90s.

«Ο απίθανος κύριος Φοξ» (2009)

Θεωρούμε τη συγκεκριμένη ταινία από τις κορυφαίες του Γουές Άντερσον (και είναι πραγματικά δύσκολο να ξεχωρίσεις από τη φιλμογραφία του) και το καλύτερο παράδειγμα stop-motion animation. Η ιστορία μιας αλεπούς που κλέβει φαγητό από τρεις μοχθηρούς αγρότες έγινε στα χέρια του Άντερσον τροφή τόσο για τα μάτια όσο και για το πνεύμα, με το εντυπωσιακό μέσα στην απλότητά του οπτικό κομμάτι να συνδυάζεται με μια αλληγορική πλοκή που ποτέ δε σου υπαγορεύει απολύτως τίποτα. Και όλα αυτά με μια από τις καλύτερες δουλειές σε επίπεδο φωνών που έχουμε δει σε animation και τον Τζορτζ Κλούνεϊ να ξεχωρίζει στο ρόλο του Φοξ. Ίσως λίγο περισσότερο Άντερσον παρά Νταλ, αλλά σίγουρα ένα κομψοτέχνημα. Γιατί στην τελική, όλοι δεν είμαστε άγρια ζώα σαν αυτά εδώ;

ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΟΣΧΟΣ / [email protected]