Το «La La Land» είναι ο λόγος που αγαπάς (το σινεμά)

lalaland Dale Robinette
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ, 23 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2016

Ο δημιουργός του «Whiplash» παραδίδει ένα γράμμα αγάπης στα κλασικά μιούζικαλ, με φανταστική αίσθηση ρυθμού και με ένα συγκλονιστικό roller coaster συναισθημάτων.

Πλέον έχουμε αναπτύξει έναν συγκεκριμένο τρόπο να βλέπουμε τις ταινίες, θεωρώντας τόσο σημαντικό να είναι με κάποιον τρόπο επίκαιρες ή να ανοίγουν  νέους δρόμους, σε σημείο που αφήνουμε στην άκρη σημαντικά πράγματα, όπως το πόσο επιτρέπουμε στο σινεμά να μας αγγίζει συναισθηματικά. Είναι αλήθεια πως η δουλειά του κριτικού δεν είναι να βλέπει την εκάστοτε ταινία σαν να πηγαίνει για μια χαλαρή έξοδο με ποπ κορν και Coca Cola και παρέα με φίλους, αυτό όμως δε σημαίνει ότι πρέπει να πηγαίνει στο απέναντι άκρο και να αντιμετωπίζει το κάθε φιλμ αφ’ υψηλού, μην επιτρέποντας στον εαυτό του να επηρεαστεί από αυτό.

Αυτό που θέλουμε να πούμε είναι πως το «La La Land» δεν είναι σε καμία περίπτωση μια ταινία που ανακαλύπτει τον τροχό. Περισσότερο ασχολείται με τον ενθουσιασμό της ανακάλυψής του, κάποιες φορές ωστόσο αυτό θα έπρεπε να είναι το ζητούμενο. Ο πρώτος λόγος που ξεκινήσαμε να βλέπουμε σινεμά είναι για να ταξιδέψουμε και να παραμυθιαστούμε και όταν αυτό συμβαίνει με τόσο μεγάλη ευτοχία και ευκρίνεια, δεν υπάρχει πραγματικά κανένας απολύτως λόγος να βάλουμε κάτω τα πράγματα και να είμαστε αυστηροί.

Dale Robinette

Το «La La Land» είναι ένα πρότζεκτ ζωής για τον Ντάμιεν Σαζέλ. Ο 31χρονος σκηνοθέτης και σεναριογράφος και πρώην επίδοξος ντράμερ της τζαζ δεν κατάφερε να φέρει την ταινία στη μεγάλη οθόνη παρά τις πολλές προσπάθειες, αλλά η επιτυχία του «Whiplash», το οποίο έφτασε ως γνωστόν μέχρι τα Όσκαρ, δημιούργησαν τις κατάλληλες συνθήκες ώστε το εγχείρημα να προσελκύσει τα μεγάλα στούντιο και να γίνει όπως πρέπει. Ο Σαζέλ μένει στο σήμερα, αλλά κοιτάζει προς τα πίσω. Μιλάμε για ένα μιούζικαλ σε CinemaScope, με την αισθητική, τα χρώματα, τους ήχους και τις ερμηνείες να μας πηγαίνουν πίσω στα 50s και στα 60s, όταν μεσουρανούσαν τα κλασικά μιούζικαλ του Χόλιγουντ και του Ζακ Ντεμί.

Είναι σημαντικό που ο Σαζέλ έχει ασχοληθεί με τη μουσική. Ο ίδιος έχει πει πως ποτέ δεν είχε ποτέ τόσο μεγάλο ταλέντο ώστε να κάνει καριέρα ντράμερ, ο τρόπος που φτιάχνει ταινίες φανερώνει αίσθηση ρυθμού μεγάλου μουσικού. Είναι φανταστικό πως καταφέρνει να χειρίζεται την εξέλιξη των ταινιών του, κάνοντάς σε να ξεχάσεις να κοιτάξεις το ρολόι σου για την ώρα. Αυτό τον διαχωρίζει και από άλλους δημιουργούς του Χόλιγουντ. Κάνει σινεμά σαν να παίζει τζαζ και αυτό λειτουργεί υπέροχα και σε επίπεδο ελευθερίας, αλλά και σε πειθαρχία και έμφαση στη λεπτομέρεια.

Οι Ράιαν Γκόσλινγκ και Έμα Στόουν πήραν τις θέσεις των Μάιλς Τέλερ και Έμα Γουότσον που είχαν αναλάβει αρχικά τους κεντρικούς ρόλους και αυτή η εξέλιξη μοιάζει με ευχής έργον για το φιλμ. Η χημεία των δύο ηθοποιών είναι φανταστική, κάτι το οποίο απέδειξαν τόσο στο «Crazy, Stupid, Love.» όσο και στο «Gangster Squad» και τώρα που τυχαίνει να βρίσκονται σε μια πραγματικά καλή ταινία, η οθόνη θερμαίνεται και θαρρείς πως σε κάθε κοινό τους πλάνο πετάγονται βεγγαλικά. Και οι δύο έχουν διανύσει μια αξιοσημείωτη πορεία τα τελευταία χρόνια και το «La La Land» είναι ένα ορόσημο για την καριέρα τους. Έχουν μπρίο και κέφι στα (εξαιρετικά) μουσικοχορευτικά σημεία και αλλάζουν προς το δράμα όταν το σκηνικό γίνεται γλυκόπικρο.

Ο Σεμπ είναι ένας τζαζ πιανίστας που θέλει να σώσει τη μουσική που του αρέσει από τον αργό θάνατο στον οποίο οδηγείται και σκοπεύει κάποια μέρα να ανοίξει ένα τζαζ μπαρ όπως τότε στις παλιές καλές μέρες του είδους. Η Μία από την άλλη είναι μια μπαρίστα που θέλει κάποια στιγμή να γίνει επιτυχημένη ηθοποιός με τους δικούς της κανόνες, αλλά το μόνο που καταφέρνει είναι να περνάει από κάστινγκ σε κάστινγκ δίχως κάποια επιτυχία. Και οι δύο είναι ονειροπόλοι και αντλούν την έμπνευσή τους από την πόλη στην οποία βρίσκονται, το Λος Άντζελες, εκεί όπου το αμερικανικό όνειρο μπορεί να σημαίνει ακόμη κάτι.

Η εναρκτήρια σκηνή του «La La Land» είναι σπουδαία. Απηχεί τα κλασικά μιούζικαλ και μέσα από αυτή τη διαδικασία δημιουργεί μια σεκάνς που στέκεται μόνη της ως κλασική δίπλα σε κορυφαίες στιγμές του είδους. Αυτή η ανάλαφρη αίσθηση όμως που σε κάνει να νιώθεις πως πετάς μέσα στην αίθουσα και ότι ο χρόνος έχει σταματήσει και όλα γύρω σου είναι σε CinemaScope ουσιαστικά σε ξεγελά και αυτό το καταλαβαίνεις καλά στην πορεία. Η σκηνή του πρώτου χορευτικού του Σεμπ και της Μία είναι πανέμορφη, από αυτές που τις βλέπεις και σου μένουν μια ζωή και από τότε και στο εξής θέλεις αυτοί οι δύο να καταλήξουν μαζί και πιστεύεις πως έτσι θα γίνει. Ο Σαζέλ δε θέλει να δώσει όμως στο κοινό αυτό που θέλει.

Η ταινία χωρίζεται σε κεφάλαια, τα οποία έχουν να κάνουν με τις εποχές του χρόνου. Ξεκινάμε από τον χειμώνα για να καταλήξουμε πάλι σε αυτόν και το τελευταίο δεκάλεπτο όχι μόνο προκαλεί ανατριχίλες, τόσο για τα συναισθήματα που δημιουργεί για τη σχέση του Σεμπ και της Μία όσο και για το δέος που προκαλεί απέναντι στο ίδιο το σινεμά, αλλά είναι διδακτικό (χωρίς να κουνάει το δάχτυλο) και για την ίδια τη ζωή που συνεχίζεται. Μπορεί ο Σαζέλ να μας μεταφέρει εικόνες από το παρελθόν, με ένα μόνο νεύμα του κεφαλιού ωστόσο μας διαβεβαιώνει ότι δέχεται να κοιτάξει μπροστά και αυτή είναι η απάντηση για τους επικριτές του φιλμ.

Δε βλέπεις κάθε μέρα μια ταινία που σε κάνει να ερωτευτείς παράφορα τον κόσμο της και να επενδύσεις τόσα πολλά στους χαρακτήρες της. Το «La La Land» σε μαγεύει και σε ταξιδεύει, σου υπενθυμίζει τα όνειρά σου και σε κάνει αν αγαπάς ήδη κάποιον, να τον αγαπήσεις περισσότερο και αν όχι, να θέλεις να αγαπήσεις με όλη σου την ψυχή. Και την ίδια στιγμή σε προσγειώνει στην πραγματικότητα, γιατί δεν μπορούμε να τα έχουμε όλα και γιατί η ζωή δεν είναι πάντα σινεμά. Επειδή ακριβώς όμως το σινεμά καταφέρνει και μας πηγαίνει σε μέρη που είτε έχουμε αγνοήσει είτε τα φθονούμε, το «La La Land» είναι μια υπενθύμιση αυτής της πλευράς του, δίχως την οποία δεν μπορούμε να το φανταστούμε και την οποία πρέπει να διασώσουμε. Θα σιγοψιθυρίζουμε το ρυθμό του «City of Stars» μέχρι να σβήσει ο ήλιος.

ΓΜ

Μη χάσετε στα Novacinema αποκλειστικά μεγάλες κινηματογραφικές επιτυχίες που ξεχωρίζουν στο box office, αλλά και που διακρίνονται σε μεγάλα βραβεία (La La Land, Aστακός).