Οι 20 καλύτερες ταινίες του 2016
ΤΕΤΑΡΤΗ, 28 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2016
Αυτές ήταν οι ταινίες που στιγμάτισαν τη χρονιά μας.
Το 2016 ήταν μια δύσκολη χρονιά, η οποία για πολλούς λόγους έχει αποκτήσει αρνητικό πρόσημο και οι περισσότεροι περιμένουν πώς και πώς τη στιγμή που θα φύγει. Εμείς πάντως θεωρούμε πως μετά από χρόνια πολλοί από αυτούς θα νοσταλγήσουν κάποια συγκεκριμένα πράγματα από αυτή τη χρονιά και ένας από αυτούς τους λόγους είναι το σινεμά που κυκλοφόρησε.
Παρά το πολύ κακό κινηματογραφικό καλοκαίρι και τη μέτρια σοδειά από μπλοκμπάστερ, το 2016 ήταν μια χρονιά που μας άφησε αρκετά φιλμ στα οποία θα επιστρέφουμε τα επόμενα χρόνια. Και αν δε μας πιστεύετε, ας δούμε μαζί τι θα κρατήσουμε από τις φετινές μας εμπειρίες στις αίθουσες.
Έχουμε να κάνουμε με ένα φιλμ επιστημονικής φαντασίας που διαφέρει από τα υπόλοιπα, θέτοντας στο επίκεντρο το συναίσθημα της πατρότητας. Μπαίνει απότομα και δε δίνει εξηγήσεις και προσφέρει μια πολύ ενδιαφέρουσα αφήγηση πάνω σε ένα είδος το οποίο δείχνει να έχει βαλτώσει. Αξίζει για τη διαδρομή και για την απολαυστική παρουσία του Άνταμ Ντράιβερ.
Ο Κωστής γνωρίζει την Άννα και την παρέα της και ακόμη και αν αυτή η σύζευξη φαίνεται αταίριαστη, αρκεί για να δείξει τη μέθη της νιότης και πώς αυτή εκρήγνυται τα καλοκαίρια. Όμως καθώς κάνουν περισσότερη παρέα, ο Κωστής πιστεύει πως όντως ανήκει ανάμεσά τους και ότι μπορεί να έχει μέλλον με την Άννα. Και όση περισσότερη οικειότητα αποκτά, βγάζει όλα τα προβληματικά στοιχεία του χαρακτήρα του, με απρόβλεπτες συνέπειες για όλους τους εμπλεκόμενους. Το δεύτερο μισό τώρα είναι πραγματικά δύσκολο και άβολο στην παρακολούθηση, υπό την έννοια ότι λειτουργεί σαν ταινία τρόμου, με τη διαφορά ότι εδώ το τέρας είναι ο ίδιος ο εαυτός καθώς έρχεται αντιμέτωπος με την έννοια του χρόνου. Από τις πιο ουσιαστικές ελληνικές ταινίες των τελευταίων ετών.
Με το «Κριντ: Η γέννηση ενός θρύλου» πραγματοποιείται μια τομή στο franchise των ταινιών «Rocky», το οποίο αναγεννάται και δημιουργεί μια νέα πραγματικά ενδιαφέρουσα ιστορία, προτάσσοντας έναν ηθοποιό που αξίζει να πάει μπροστά και αρπάζει την ευκαιρία από τα μαλλιά. Σίγουρα η καλύτερη ταινία «Rocky» μετά από αυτή του 1976. Βασικά αυτή η ταινία δε χρειαζόταν να είναι καλή, αλλά είναι υπέροχη, μένοντας παράλληλα πιστή στις καταβολές της και για αυτό την εκτιμάμε λίγο περισσότερο.
Τα κορίτσια μαθαίνουν να περνούν καλά χωρίς να έχουν καμία απολύτως εξάρτηση από οποιονδήποτε άνδρα, τα αγόρια της αδελφότητας της προηγούμενης ταινίας μοιάζουν με αληθινοί άνθρωποι που προσπαθούν να συνειδητοποιήσουν πόσο επίπονη είναι μερικές φορές η μετάβαση από την ανεμελιά των χρόνων στο κολέγιο στις αρμοδιότητες της ενήλικης ζωής και το κεντρικό ζευγάρι της ιστορίας έρχεται κατά μέτωπο αντιμέτωπο με την πάροδο του χρόνου και πώς αυτός ο παράγοντας επηρεάζει την ανατροφή της κόρης τους. Και όλο αυτό παρουσιάζεται μέσα σε ένα ξεκαρδιστικό πλαίσιο που δε χάνει ποτέ το στόχο του και δεν αλλοιώνει τη φεμινιστική του άποψη, παρά το γεγονός ότι έχει γραφτεί από πέντε άνδρες. Χρειαζόμαστε περισσότερες ταινίες σαν αυτή εδώ.
Τα 80s έχουν περάσει και η στιγμή που βλέπουμε στην ταινία δεν υπάρχει πια, είναι όμως μια πολύ έντονη ανάμνηση. Όπως κι εμείς οι ίδιοι αντιμετωπίζουμε με ιδιαίτερη νοσταλγία το διάστημα ανάμεσα στην τελευταία μέρα του Λυκείου και την πρώτη μέρα της Σχολής, ως μια περίοδο που σηματοδοτεί το πέρασμα από την απόλυτη ξεγνοιασιά στην ενηλικίωση και την ανάληψη ευθυνών, έτσι και οι πρωταγωνιστές του «Everybody Wants Some!!» νιώθουν πως ζουν πολύ σημαντικά γεγονότα και ας μη συμβαίνει τίποτα σε όλη την ταινία. Φλερτάρουν κορίτσια στο δρόμο, στα πάρτι, από το τηλέφωνο (φαίνεται τόσο μακρινή αυτή η εποχή) ή απλά μιλάνε για ασήμαντα καθημερινά ζητήματα ρουτίνας και καταλήγουν να φιλοσοφούν για την ίδια τη ζωή. Αυτό που μένει όμως στο τέλος είναι η ακατανίκητη δίψα τους για ζωή.
Αν έχετε συνηθίσει τις ταινίες με ζόμπι να τοποθετούνται σε κάποιο γκρίζο και μουντό μέρος, τότε θα εκπλαγείτε ευχάριστα με την προσέγγιση του Σανγκ-χο Γιέον. Το παρελθόν του στο anime είναι εμφανές, με τα χρώματα να μην είναι καθόλου σκοτεινά και τη χρήση του φωτός να είναι καταλυτική στην πορεία. Μπορεί η έμφαση να δίνεται στους χαρακτήρες και όχι στα ζόμπι και το δράμα δεν είναι κακό, αλλά με την πολύ καλή χρήση των εφέ και με την ταχύτητα που συμβαίνουν όλα,πολύ δύσκολα θα βαρεθείς παρά το αχρείαστο μελό καθώς οδεύουμε προς το φινάλε.
Βλέποντας το «Rogue One», επανεξετάζεις διαφορετικά το «A New Hope» και κάποια κενά που άφησε να αιωρούνται για χρόνια. Έχουμε να κάνουμε με μια ταινία που σε κάνει να αναθεωρήσεις την έννοια του κλασικού. Είναι πιο μεστή, πιο σκεπτόμενη και πιο δυνατή υποκριτικά από αρκετές άλλες ταινίες «Star Wars», συνεπώς η εξιδανίκευση του παρελθόντος είναι κάτι το οποίο δημιουργούμε εμείς οι ίδιοι. Το franchise διανύει μια φανταστική περίοδο και το μέλλον φαίνεται ακόμη πιο ευοίωνο. Συμβαίνει τώρα και ενώ αξιοποιεί την αγάπη των οπαδών και την ανταποδίδει, οδηγείται προς άλλες ενδιαφέρουσες κατευθύνσεις.
Η Ντίκσον Λιτς παρακολουθεί την εξέλιξη της ιστορίας υπό τη μορφή ενός νατουραλιστικού θρίλερ που χρησιμοποιεί την αποπνικτική ατμόσφαιρα της βρετανικής εξοχής για να επιτείνει τα αδιέξοδα των χαρακτήρων. Τα μυστικά και η αίσθηση ενοχής που μοιράζεται ανάμεσα σε όλους τους εμπλεκόμενους δημιουργούν μια βραδυφλεγή ταινία τρόμου, με την Βρετανίδα σκηνοθέτη να χειρίζεται όλα τα συστατικά με τέτοια μαεστρία ώστε να χτίζει παρακαταθήκη για το μέλλον, μπαίνοντας αυτομάτως στη λίστα των δημιουργών που μπορούν να κάνουν το μεγάλο βήμα με τη δεύτερη δουλειά τους.
Σε ένα πρώτο επίπεδο ανάλυσης, η «Ζωούπολη» είναι μια ταινία που απευθύνεται σε όλη την οικογένεια, υπό την έννοια ότι επειδή θίγει ζητήματα bullying και ρατσισμού, μπορεί να είναι διδακτική για τα παιδιά και να εγείρει ενδιαφέρουσες συζητήσεις με τους γονείς. Από εκεί και πέρα όμως, οι ενήλικες δεν πρόκειται να περάσουν άσχημα. Κάθε άλλο δηλαδή. Τα νουάρ στοιχεία έχουν ενδιαφέρον και θα λειτουργούσαν ακόμη και σε κανονική αστυνομική περιπέτεια με ηθοποιούς και η πλοκή είναι μεν προβλέψιμη, αλλά υπάρχουν τουλάχιστον δύο φορές που θαρρείς πως θα δοθεί ένα ομαλοποιημένο τέλος και η ιστορία συνεχίζεται προς άλλη κατεύθυνση, όπως επίσης υπάρχουν μέσα μερικά πραγματικά πολύ εύστοχα σχόλια για τη λειτουργία της κοινωνίας τα οποία θα καταλάβουν πιο εύκολα οι ενήλικες, όπως για παράδειγμα το φανταστικό συσχετισμό του δημόσιου με τους βραδύποδες και τις άκρως απολαυστικές αναφορές στον «Νονό».
Ο Σέιν Μπλακ το έκανε πάλι το θαύμα του. Ο άνθρωπος που κατάφερε να μη χάσει το ιδιαίτερο στίγμα του ακόμη και όταν εισήλθε στο κινηματογραφικό σύμπαν της Marvel (το «Iron Man 3» είναι η πιο έξυπνη ταινία του MCU), γύρισε πίσω στα funky 70s για να αναζητήσει μια εποχή που οι αστυνομικές buddy κωμωδίες ήταν ακόμη της μόδας και δεν έμοιαζαν ως το πιο ξεπερασμένο κομμάτι της ιστορίας του σινεμά. Το αποτέλεσμα είναι ένα απολαυστικό νέο-νουάρ που σε κάνει να γελάς με την ψυχή σου αλλά και διατηρεί αμείωτο το ενδιαφέρον για την πλοκή, κάτι σπάνιο αφού συνήθως συμβαίνει το ένα από τα δύο. Όσο για το πρωταγωνιστικό δίδυμο των Ράιαν Γκόσλινγκ και Ράσελ Κρόου, έχουν βρει μια μαγική χημεία και κάθε λεπτό που μοιράζονται την οθόνη είναι χρυσός για όλους εμάς.
Δε γίνεται κάτι που φέρει τη σφραγίδα του Studio Ghibli να μην ξεχειλίζει από ομορφιά. Η «Κόκκινη χελώνα» μπορεί να μοιάζει κάπως παλιομοδίτικη σύμφωνα με τις επιταγές του σύγχρονου animation και το σενάριο μπορεί να είναι μικρότερο και από το «All Is Lost»,αλλά σε κάνει να νιώσεις και να σταθείς και να εκτιμήσεις όμως τα πράγματα που πραγματικά έχουν σημασία και τα έχουμε αφήσει στην άκρη με τους ολοένα αυξανόμενους ρυθμούς ζωής.
Θεωρούμε το «10 Cloverfield Lane» ένα άριστο σύγχρονο θρίλερ, με τον Τζον Γκούντμαν να βρίσκεται σε μια από τις πιο δυνατές στιγμές του τα τελευταία χρόνια και την Μέρι Ελίζαμπεθ Γουίνστεντ να υπενθυμίζει πόσο στιβαρή ηθοποιός είναι ερμηνευτικά και πόσο έχει αδικηθεί (ό,τι κοντινότερο έχει το σινεμά του σήμερα στην Σιγκούρνι Γουίβερ). Το καυστικό σχόλιο πάνω στη σύγχρονη βιομηχανία του θεάματος είναι σημαντικό ό,τι πιο «εδώ και τώρα» θα μπορούσε να τονίσει κάποιος κινηματογραφικά. Η άποψή μας είναι πως το «10 Cloverfield Lane» είναι για το σινεμά των franchise ό,τι το «The Cabin in the Woods» για τις ταινίες τρόμου και αν διαφωνείτε με αυτό, περιμένετε να δείτε το καλτ στάτους που θα αποκτήσει το φιλμ στο πέρασμα του χρόνου.
Είναι πράγματι σπάνιο να βλέπεις ταινίες από δημιουργούς που αγαπούν και κατανοούν το σινεμά τόσο καλά όπως οι Κοέν. Θα έρθεις στο «Χαίρε, Καίσαρ!» για το φοβερό και τρομερό καστ, αλλά θα μείνεις για μια από τις καλύτερες αναπαραστάσεις του κλασικού Χόλιγουντ που έχουμε δει εδώ και αρκετά χρόνια. Δε γίνεται με οσκαρικά στάνταρ, αφού υπάρχει ψυχή και ουσία σε αυτή την αναβίωση και δεν είναι μια ακόμη κούφια λαμπερή επιφάνεια. Μακροπρόθεσμα, ωστόσο, η ταινία θα καταξιωθεί (και είμαστε βέβαιοι για αυτό) ως ένα αριστούργημα του μοντέρνου αμερικανικού σινεμά, από αυτά που σπάνια βλέπουμε με τέτοια τόλμη στις μέρες μας.
Είναι ένα εντυπωσιακό editorial μόδας, είναι ένα υπνωτιστικό παρατεταμένο μουσικό βίντεο (για το φανταστικό soundtrack του Κλιφ Μαρτίνεζ θα διαβάσετε παρακάτω), είναι μια πρόσκληση στο σινεμά τρόμου του 21ου αιώνα, είναι ένα σχόλιο για τη νεότητα, είναι ένα ρεσιτάλ αρχιτεκτονικής, είναι μια ανεπανάληπτη εμπειρία. Το «The Neon Demon» είναι μια ταινία που της αξίζει να την αντιμετωπίσετε χωρίς καμία προκατάληψη και δίχως διάθεση να τη συγκρίνετε με κάτι άλλο που υπάρχει ήδη. Βιώστε την ως έχει και αφήστε τη στη συνέχεια να μεγαλώσει μέσα σας.
Ο Ντέιβιντ Μακένζι έφτιαξε ένα φιλμ που καταφέρνει να είναι εθιστικό, βαρύ αλλά και να διαθέτει χιούμορ και το οποίο θα εκτιμήσουν και οι θιασώτες του φεστιβαλικού σινεμά αλλά και όσοι αναζητούν ένα καλοστημένο θρίλερ. Είναι μια ταινία που είμαστε βέβαιοι πως θα αποκτήσει μεγαλύτερη αξία με το πέρασμα του χρόνου και θα ανατρέχουμε σε αυτή ως ένα americana αριστούργημα.
Είναι ένα εντυπωσιακό editorial μόδας, είναι ένα υπνωτιστικό παρατεταμένο μουσικό βίντεο (για το φανταστικό soundtrack του Κλιφ Μαρτίνεζ θα διαβάσετε παρακάτω), είναι μια πρόσκληση στο σινεμά τρόμου του 21ου αιώνα, είναι ένα σχόλιο για τη νεότητα, είναι ένα ρεσιτάλ αρχιτεκτονικής, είναι μια ανεπανάληπτη εμπειρία. Το «The Neon Demon» είναι μια ταινία που της αξίζει να την αντιμετωπίσετε χωρίς καμία προκατάληψη και δίχως διάθεση να τη συγκρίνετε με κάτι άλλο που υπάρχει ήδη. Βιώστε την ως έχει και αφήστε τη στη συνέχεια να μεγαλώσει μέσα σας.
Δεν υπάρχει κάποια σύγχρονη ταινία τρόμου που να μοιάζει με το «The Witch». Για την ακρίβεια, πρόκειται για μια διαφορετική ολοκληρωμένη οπτικοακουστική εμπειρία, με τη φωτογραφία, τη μουσική και την αναπαράσταση της εποχής να ανιχνεύουν νέα μονοπάτια για το είδος, με έναν τρόπο σύγχρονο αλλά και κλασικίζοντα. Ο Έγκερς κινηματογραφεί εκείνη την πλευρά του Κακού που προσιδιάζει με τη διαχρονική έννοια του Υψηλού, προκαλώντας σοκ και δέος στους ανυποψίαστους θεατές. Και αν έχετε εφιάλτες για μέρες, μην προβληματιστείτε. Αυτός είναι ο στόχος και το κριτήριο του πετυχημένου τρόμου.
Δε βλέπεις κάθε μέρα μια ταινία που σε κάνει να ερωτευτείς παράφορα τον κόσμο της και να επενδύσεις τόσα πολλά στους χαρακτήρες της. Το «La La Land» σε μαγεύει και σε ταξιδεύει, σου υπενθυμίζει τα όνειρά σου και σε κάνει αν αγαπάς ήδη κάποιον, να τον αγαπήσεις περισσότερο και αν όχι, να θέλεις να αγαπήσεις με όλη σου την ψυχή. Και την ίδια στιγμή σε προσγειώνει στην πραγματικότητα, γιατί δεν μπορούμε να τα έχουμε όλα και γιατί η ζωή δεν είναι πάντα σινεμά. Επειδή ακριβώς όμως το σινεμά καταφέρνει και μας πηγαίνει σε μέρη που είτε έχουμε αγνοήσει είτε τα φθονούμε, το «La La Land» είναι μια υπενθύμιση αυτής της πλευράς του, δίχως την οποία δεν μπορούμε να το φανταστούμε και την οποία πρέπει να διασώσουμε. Θα σιγοψιθυρίζουμε το ρυθμό του «City of Stars» μέχρι να σβήσει ο ήλιος.
Όταν το «Toni Erdmann» είναι κωμωδία, θα γελάσεις όπως δεν έχεις γελάσει με καμιά αμερικανική αντίστοιχη του είδους εδώ και χρόνια. Υπάρχουν περιστατικά που θα σε κάνουν να σκάσεις στα γέλια με την ψυχή σου και που με την πρωτοτυπία τους παραδίδουν μαθήματα για το πώς με δημιουργικότητα και φαντασία μπορείς να αφήσεις πίσω σου τα κλισέ. Όταν η ταινία είναι δράμα, είναιτόσο καθηλωτική που σου δημιουργεί κόμπο στο λαιμό και στο στομάχι και σε κάνει να αναλογιστείς όλες τις επιλογές που έχεις πάρει και στη δική σου ζωή. Είναι ανεξήγητο γιατί αυτή η ταινία δεν κατέκτησε τον Χρυσό Φοίνικα στις φετινές Κάννες, αυτό δεν πρόκειται ωστόσο να την περιορίσει την πορεία της να καθιερωθεί ως μια χρυσή σελίδα στην ιστορία του σινεμά του 21ου αιώνα.
Ο Ντένις Βιλνέβ θέτει στο προσκήνιο τον άνθρωπο. Απαλλαγμένος από την γραμμική ροή του χρόνου, παραδίδει μια παράξενη ταινία που σε συγκινεί αληθινά όχι για κάποιο ρομάντζο ή για κάποια προσωπική νίκη κάποιου ήρωα, αλλά επειδήστοχεύει στην αναζήτηση του ελάχιστου της ανθρωπιάς, επιμένει σε αυτό, το μεγεθύνει και το παρουσιάζει ως το ζητούμενο στο οποίο πρέπει να προσβλέπουμε. Το κεντρικό μήνυμα είναι επιτακτικά επίκαιρο, είναι διαχρονικό, έρχεται από το μέλλον έχοντας ως γνώμονα το παρελθόν και είναι μια συνθήκη τη σημασία της οποίας γνωρίζουμε, την προσπερνάμε επιδεικτικά εμμένοντας στον εαυτό μας στο εδώ και το τώρα, δίχως να εξετάζουμε το ευρύτερο καλό. Αν κάθε άνθρωπος που ζει στον πλανήτη αυτή τη στιγμή έβλεπε το «Arrival» και έμπαινε πραγματικά μέσα στην ταινία, τότε ο κόσμος μας θα γινόταν αυτομάτως πολύ καλύτερος για όλους, τόσο για εμάς όσο και για τις επόμενες γενιές. Για πόσα έργα τέχνης μπορείς να πεις αυτό το πράγμα;
ΓΜ