Τα πιο εμβληματικά καλλιτεχνικά κινήματα της δεκαετίας του 1960
Από τον Μινιμαλισμό και την Pop Αrt, στην Αrte Povera και το Fluxus.
Η δεκαετία του 1960 χαρακτηρίστηκε από ένα κύμα ριζοσπαστισμού: από τις φοιτητικές εξεγέρσεις για δημοκρατία ανά τον κόσμο και την ανάδυση μιας κουλτούρας επανάστασης, η δεκαετία αυτή είχε επιρροές τόσο στην πολιτική όσο και την κοινωνία, επιρροές που γίνονται εμφανείς ακόμα και σήμερα.
Εκείνη την περίοδο η Νέα Υόρκη κατέστη επίκεντρο του αβάν γκαρντ της Δύσης, ακολουθώντας τα μονοπάτια που χάραξαν αφηρημένοι εξπρεσιονιστές όπως οι Jackson Pollock, Mark Rothko και Willem de Kooning και καλλιτέχνες όπως οι Barnett Newman, Kenneth Noland και Helen Frankenthaler, οι οποίοι σύμφωνα με τον εκκεντρικό κριτικό Clement Greenberg μεταλαμπάδευσαν την ιστορίας της τέχνης στην σύγχρονη περίοδο. Στα μέσα της δεκαετίας όμως όλοι αυτοί άρχισαν να νιώθουν θεσμοθετημένοι και να χάνουν τη θέση τους στο περιθώριο. Τον ίδιο καιρό η τέχνη άρχισε να «γοητεύεται» από την αποδομητική φιλοσοφία, όπως του Michel Foucault, του Jacques Derrida, του Guy Debord και του Marshall McLuhan.
Pop Art
Η μεγαλύτερη και πιο θεαματική αλλαγή στη ζωγραφική ήρθε με την pop art, ιδιαίτερα την τέχνη του Andy Warhol, ο οποίος επαναπροσδιόρισε την σημασία της «υψηλής τέχνης». Ο καταναλωτικός πολιτισμός των ΗΠΑ ήταν το τέλειο πεδίο για τον Warhol ώστε να επινοήσει μια πραγματικά εννοιολογική επανάσταση: δημιουργία τέχνης μέσα από τη μαζικότητα και τη δημοσιότητα. Στην εποχή μας θεωρείται πια συνηθισμένη εικόνα, αλλά στην δεκαετία του 1960 οι μεταξοτυπίες του Warhol με τις φιγούρες του Χόλιγουντ και σταρ της εποχής ήταν πρωτοποριακή, μια ξεκάθαρη αντίθεση στις παραδοσιακές έννοιες υψηλής και χαμηλής τέχνης. Εκτός όμως από καινούρια θεματική, ο Warhol εισήγαγε μια νέα αντίληψη και πρακτική οικειοποίησης ιδεών από άλλες πηγές.
Γλυπτό του Donald Judd.
Σε αντίθεση με την pop art, η οποία «εκδημοκράτισε» την τέχνη μέσω των νέων μεθόδων παραγωγής, ο μινιμαλισμός αποτέλεσε «καταφύγιο» για τις πιο θεωρητικές και ακαδημαϊκές αντιλήψεις για την τέχνη. Αν και δεν αποτέλεσαν μια ξεκάθαρη ομάδα, οι κύριοι εκφραστές του μινιμαλισμού της εποχής, όπως οι Donald Judd, Dan Flavin, Carl Andre, Robert Morris και Sol LeWitt, ήταν φίλοι. Από τους πιο αντιπροσωπευτικούς μινιμαλιστές της εποχής ήταν ο Judd, ο οποίος τελειοποίησε ένα στυλ από στοίβες πλεξιγκλάς και ανάγλυφα. Σύμφωνα με την εργασία «Specific Objects» που εκπόνησε ο Judd το 1965, η τέχνη του υφίσταται έξω από τη γλυπτική και τη ζωγραφική και ως εκ τούτου, αναιρεί τη θέση της στην ιστορία της τέχνης. Ο Dan Flavin από την πλευρά του ξεχώρισε για τη χρήση βιομηχανικών υλικών, ιδιαίτερα τους λαμπτήρες φθορισμού. Η χρήση αυτή απηχούσε τις θεωρίες του Duchamps για το «έτοιμο» καθώς και την αντίληψη του McLuhan, ότι «το μέσο είναι το μήνυμα».
Αναδρομικό έργο του Sol LeWitt.
Ο όρος «εννοιολογική τέχνη» έγινε δημοφιλής από το άρθρο «Paragraphs on Conceptual Art» που έγραψε ο Sol LeWitt το 1967. Οι κύριοι εκφραστές της εννοιολογικής τέχνης ήταν ο LeWitt και οι Joseph Kosuth, Daniel Buren, Terry Atkinson και Michael Baldwin, οι οποίοι ξεκίνησαν μια μεγάλη «κουβέντα» για την κοινωνία και τις συνθήκες κάτω από τις οποίες δημιουργεί κανείς τέχνη. Μεγάλη ήταν η συμβολή του John Cage – πιο γνωστού για την μουσική του – στην εξέλιξη της εννοιολογικής τέχνης (όπως και της performance art και fluxus). Όσο δίδασκε στο Black Mountain College, ο Cage εισήγαγε την έννοια των «Happenings», όπως τα έλεγε ο Allan Kapprow, τα οποία συνδύαζαν ποίηση, χορό και θέατρο. Τα «Happenings» αυτά γρήγορα κατέκτησαν τα καλλιτεχνικά κέντρα της Νέας Υόρκης, του Παρισιού και του Μιλάνου ως αποθέωση της τέχνης ως εμπειρία.
Χαρακτηριστικό έργο Fluxus από τον Joseph Beuys.
Το 1962 ο George Maciunas έγραψε το μανιφέστο του «νεο-ντανταϊσμού», το οποίο αποτέλεσε βάση του Fluxus. Στο μανιφέστο του ο Maciunas υποστήριζε την ανάμειξη των διαφόρων ειδών τέχνης (στο πλαίσιο των κολλάζ και της θεατρικότητας του ντανταϊσμού), αλλά και τη χρήση του χρόνου και του χώρου ως υλικά για καλλιτεχνική έκφραση. Ο όρος «fluxus» προέρχεται από την λατινική λέξη για «ροή» και είχε στόχο να καταργήσει τους διαχωρισμούς μεταξύ ζωής και τέχνης. Ο Γερμανός Joseph Beuys ήταν από τις πιο χαρακτηριστικές φυσιογνωμίες του fluxus. Το 1964, όταν χτυπήθηκε και μάτωσε σε συναυλία, αντί να αντιδράσει ή να κλαφτεί, άρπαξε έναν σταυρό και άρχισε να αγιάζει το πλήθος. Ο Κορεάτης Nam June Paik εισήγαγε τα τεχνολογικά μέσα στο fluxus και με τη χρήση συγχρονισμένων τηλεοράσεων έκανε το πρώτα έργα με βίντεο, ενσωματώνοντας τη ζωή και την τέχνη.
H «Αφροδίτη» του Michelangelo Pistoletto.
Το κίνημα αυτό απέκτησε το όνομα του από το Germano Celant το 1967. Πρωτεργάτες της Arte Povera ήταν ο Michelangelo Pistoletto και ο Giulio Paolini, οι οποίο βρήκαν τα θέματα και υλικά τους στην καθημερινότητα και το κοινό, ενώ συχνά σάρκαζαν τον παραλογισμό της ζωής. Δεν θα μπορούσε να υπάρξει ένας Maurizio Cattelan χωρίς την πρωτοπορία των Mario Merz, Giuseppe Penene και Pistoletto, του οποίου η Αφροδίτη «των φτωχών» θεμελίωσε την ιδέα της αντιδιαστολής άσχετων, αλλά ιστορικά ισχυρών αντικειμένων για να υπονομευθούν πολιτικές και κοινωνικές συμβάσεις. Οι καλλιτέχνες της Arte Povera δεν περιορίστηκαν όμως μόνο στην ιταλική και ρωμαϊκή τέχνη – ο Merz συχνά χρησιμοποιούσε ιγκλού και άλλα νομαδικά αντικείμενα στα έργα του – καθώς υποστήριζαν τον πλουραλισμό στην τέχνη και την κοινωνία.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΕΛΕΓΡΙΝΗΣ