Οχτώ εκπρόσωποι των μεγαλύτερων πολιτιστικών φορέων μιλούν για την αθηναϊκή «πολιτιστική άνοιξη»

athina-by-maria-chrysou
ΤΡΙΤΗ, 04 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2017

Ένα μήνα πριν από το άνοιγμα της Documenta14, τα πρόσωπα που βρίσκονται πίσω από τους πιο δραστήριους πολιτιστικούς φορείς της χώρας «συνομιλούν» για την πρωτοφανή άνθηση που βιώνει η αθηναϊκή καλλιτεχνική σκηνή.

Παρότι η Αθήνα ήταν για καιρό συνυφασμένη στην κοινή συνείδηση με την πολιτιστική κληρονομιά του Περικλή και του Χρυσού Αιώνα, τα τελευταία χρόνια τα πράγματα έχουν αλλάξει ριζικά, με τον σύγχρονο πολιτισμό να μπαίνει δυναμικά στο προσκήνιο. Το γεγονός αυτό αντιλήφθηκε γρήγορα ο διεθνής Τύπος, κι έτσι, με το ξεκίνημα της κρίσης, είδαμε εφημερίδες όπως οι New York Times και ο Guardian, να βάζουν την Αθήνα στο μικροσκόπιο και να διαθέτουν αφειδώς το μελάνι τους για την πόλη των αντιθέσεων: από τη μία η Αθήνα της βαθιάς κρίσης και από την άλλη, εκείνη της νέας, εναλλακτικής καλλιτεχνικής σκηνής που αναπτύσσεται οργανικά μέσα στην κοινωνία. Σύντομα, ερωτήματα όπως «Είναι η Αθήνα το νέο Βερολίνο;» εγγράφηκαν στον διεθνή καλλιτεχνικό διάλογο, απασχολώντας τον κόσμο της τέχνης και πολώνοντάς τον στους ένθερμους θιασώτες, εκείνους που διακρίνουν στην παραπάνω «ταμπέλα» ευκαιρίες για ανάδειξη της εγχώριας καλλιτεχνικής παραγωγής και για ανάπτυξη του πολιτιστικού τουρισμού, και τους φανατικούς αρνητές που μιλούν για άκαιρες και άστοχες συγκρίσεις που χάνουν την ουσία στο βωμό του hype.

Ακολουθώντας το ελληνικό φαινόμενο που θέλει τις τάσεις να αργούν να φτάσουν στη χώρα μας – ακόμα κι αν αυτές αφορούν εμάς τους ίδιους – έτσι και σε αυτή την περίπτωση, χρειάστηκαν μερικά ξένα δημοσιεύματα για να αντιληφθούμε πως η Αθήνα είναι αυτή τη στιγμή ένα καζάνι που βράζει, όχι μόνο πολιτικά, αλλά και πολιτιστικά. Σήμερα, με την κοινωνία να βιώνει την πιο σκοτεινή και αβέβαιη περίοδο από την εποχή της Μεταπολίτευσης, η σύγχρονη δημιουργία παρουσιάζει μια αντιστρόφως ανάλογη πορεία, τόσο σε επίπεδο ποσότητας, όσο και ποιότητας, με τη στήριξη του κοινού να είναι εντυπωσιακή. Διόλου τυχαία, τον τελευταίο χρόνο, ονόματα όπως Γιαν Φαμπρ, Μαρίνα Αμπράμοβιτς και Ai Weiwei μπήκαν στο καθημερινό μας λεξιλόγιο, μικρές και μεγάλες θεατρικές παραγωγές αλλά και εικαστικές εκθέσεις συμπεριλήφθηκαν στην ατζέντα μας, ενώ νέοι πυρήνες πολιτισμού, όπως το πολύπαθο ΕΜΣΤ, το ανακαινισμένο Ωδείο Αθηνών και το φιλόδοξο Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος, κυριάρχησαν στον δημόσιο διάλογο.

Και σα να μην έφταναν όλα αυτά, σε ένα μήνα από σήμερα, η Αθήνα θα φιλοξενήσει την μεγαλύτερη εικαστική έκθεση στον κόσμο, που για πρώτη φορά θα αφήσει για λίγο το Κάσελ της Γερμανίας για να εγκατασταθεί στην Αθήνα και να «μάθει» από αυτήν. Η Documenta14 κατεβαίνει με ορμή από τον Βορρά υπό τον τίτλο «Μαθαίνοντας από την Αθήνα», τραβώντας μαζί με τα διεθνή φώτα και μια πλειάδα καλλιτεχνών και curators, που αφήνουν τις χώρες τους για να έρθουν στην Αθήνα και να δουν τι συμβαίνει σε αυτή την ταλαιπωρημένη πόλη, τείνοντας να την μετατρέψουν για λίγο σε ένα μεγάλο artist residency. Μένει να δούμε τί θα έχει απομείνει όταν η Documenta επιστρέψει στην πόλη-μήτρα της, το Κάσελ. Γιατί λέξεις όπως εξωστρέφεια, θεσμική υποστήριξη και συνέργεια, αποτελούν ζητήματα από τα οποία κρίνεται το νέο πρόσωπο της πόλης – μεταξύ άλλων.

Με αφορμή την έντονη καλλιτεχνική δραστηριότητα της Αθήνας, κι ένα μήνα πριν το άνοιγμα της Documenta14, ζητήσαμε από πρόσωπα-κλειδιά του εγχώριου πολιτισμού να μας μιλήσουν για την αθηναϊκή «πολιτιστική άνοιξη», τον ρόλο τους σε αυτήν και την ταυτότητα που θα έχει (ή όχι) η πόλη όταν σβήσουν τα φώτα.

Menelaos Myrillas / SOOC / Menelaos Myrillas
Κατερίνα Κοσκινά, Διευθύντρια Εθνικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης

Για την καλλιτεχνική δραστηριότητα στην Αθήνα

Μέσα από κάθε δυσκολία αναδεικνύονται πάντα νέες δυνάμεις που οφείλονται στη δύναμη της δημιουργίας. Είναι νομοτελειακό. Οι δυσκολίες προκαλούν συναισθήματα, δράσεις και αντιδράσεις, οδηγούν σε αδιέξοδα αλλά και λύσεις και ευαισθητοποιούν τους δημιουργικούς ανθρώπους. Η ανάγκη για επιβίωση, ελευθερία, έκφραση καταδεικνύει την εγρήγορση των υγιών δυνάμεων και καταλήγει στη συσπείρωσή τους προτρέποντάς τες σε συνέργειες. Αυτές μπορεί να φωτίσουν μονοπάτια, να τονώσουν το δημιουργικό ένστικτο, τη φυσική ροπή του ανθρώπου προς την ποίηση και την καλλιέργεια και να δημιουργήσουν προϋποθέσεις για αντίσταση, ανάταση και γιατί όχι, «πολιτιστική άνοιξη».

Για τον ρόλο του ΕΜΣΤ στην καλλιτεχνική ζωή της πόλης

Το ΕΜΣΤ είχε αναστείλει την εκθεσιακή δραστηριότητά του λόγω δυσκολιών, εκκρεμοτήτων και μετακόμισης. Επανενεργοποιήθηκε στη μόνιμη στέγη του, την πρώην ζυθοποιία ΦΙΞ, δίνοντας γρήγορα δείγματα ανάκαμψης με την παραγωγή δράσεων και εκθέσεων ακόμη και πριν το ολοκληρωτικό του άνοιγμα και την πλήρη λειτουργία του, θέτοντας μάλιστα νέους στόχους και δηλώνοντας νέους τρόπους. Όπως την εξωστρέφεια και τις συνέργειες. Όλες του οι δράσεις στο νέο του χώρο ήταν δημιουργικές συνεργασίες (M HKA, Fluxum Foundation, Εθνική Λυρική Σκηνή, Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών, British Council) που προδίδουν τον στόχο του να γίνει ένας ζωντανός οργανισμός, ένα κέντρο πολιτιστικών ανταλλαγών, διαλόγου, έρευνας, καλλιτεχνικού ενδιαφέροντος και παραγωγής αλλά και βιωματικής γνώσης και διασκέδασης.

Για την καλλιτεχνική ταυτότητα της Αθήνας

Η Αθήνα έχει ήδη την δική της καλλιτεχνική «ταυτότητα», που συχνά μοιάζει ασαφής και ασταθής, παραπαίουσα μεταξύ Ανατολής και Δύσης. Έχει όμως και μια ιστορική πορεία που μαρτυράει αντοχή και εναλλαγή. Λόγω της ιδιάζουσας κατάστασης στην οποία βρίσκεται εδώ και αρκετό καιρό εξαιτίας της οικονομικής κρίσης, έχει μπει στο επίκεντρο της διεθνούς προσοχής. Καλούμεθα να διαχειριστούμε αυτό το ενδιαφέρον, δηλαδή να σηματοδοτήσουμε με τις δράσεις μας την ταυτότητά μας. Οι συνέργειες και η αλληλεγγύη μεταξύ των παραγωγικών και πνευματικών δυνάμεων, με τη στήριξη της πολιτείας και της ιδιωτικής πρωτοβουλίας μπορούν να κάνουν θαύματα. Χρειάζεται σοβαρότητα, ρεαλισμός και εξωστρέφεια. Το ενδιαφέρον είναι ακόμη δεδομένο και πιστεύω αξιοποιήσιμο.

Κατερίνα Tσέλου, Βοηθός του Καλλιτεχνικού Διευθυντή, Σύμβουλος Επιμέλειας στην documenta 14

Για την καλλιτεχνική δραστηριότητα στην Αθήνα

Η ελληνική καλλιτεχνική σκηνή ήταν πάντα ενδιαφέρουσα. Παρά την έλλειψη θεσμών – μιλώ κυρίως για κρατικούς θεσμούς και πολιτικές – που να στηρίζουν ειδκά τη σύγχρονη τέχνη – ή ίσως και για τον λόγο αυτόν – ήταν και παραμένει πάντα δραστήρια και βρίσκει τρόπους να υπερβεί τις παράλλογα δύσκολες συνθήκες και να διατηρεί, κατά κάποιον τρόπο, την αισιοδοξία της. Τα τελευταία χρόνια, και παρότι οι συνθήκες έγιναν ακόμα πιο δύσκολες λόγω της βαθειάς οικονομικής, πολιτικής και κοινωνικής κρίσης, τόσο η ποιότητα όσο και ο ρυθμός της καλλιτεχνικής παραγωγής έχουν μια αντιστρόφως ανάλογη εξέλιξη. Δεν ξέρω αν θα ήθελα να δω την εποχή αυτή ως «άνοιξη» -αφού μετά την άνοιξη και το καλοκαίρι, ακολουθεί το μελαγχολικό φθινόπωρο- αλλά θεωρώ ότι είναι όντως μία πολύ γόνιμη περίοδος και μία στιγμή μετάβασης σε κάτι νέο ίσως.

Για τον ρόλο της documenta στην καλλιτεχνική ζωή της πόλης

Η documenta 14 είχε από την αρχή την διάθεση να «επηρεαστεί», να σχετιστεί και να μάθει από την Αθήνα και αυτό ήδη συμβαίνει καθώς ένα πολύ μεγάλο μέρος της έκθεσης παράγεται εδώ από μία ομάδα που ζει και εργάζεται στην πόλη. Το τί ρόλο θα παίξει τελικά η παρουσία της στην Αθήνα, μένει να το δούμε. Προς το παρόν, νομίζω ότι έχει συντελέσει σε μία αυξημένη κινητικότητα και στην αναζωπύρωση ενός έντονου διαλόγου αναφορικά με τους θεσμούς και την πολιτιστική παραγωγή – ενός διαλόγου που, εάν οι πολιτιστικοί θεσμοί λειτουργούσαν απρόσκοπτα, θα μπορούσαν να επωφεληθούν ακόμα περισσότερο. Σε κάθε περίπτωση, έχει νομίζω αναμοχλεύσει ορισμένα καίρια ερωτήματα κι έχει ανακινήσει το πεδίο, γεγονός πολύ χρήσιμο ειδικά σε αυτή την χρονική στιγμή επαναδιαπραγμάτευσης.

Για την καλλιτεχνική ταυτότητα της Αθήνας

Πολλοί είναι οι παράγοντες που καθορίζουν την ταυτότητα μιας καλλιτεχνικής σκηνής και όχι μόνο συγκυριακοί: η ιστορία και ο πολιτισμός ενός τόπου, οι πολιτικές και κοινωνικές συνθήκες κάθε εποχής. Η ένταση του διαλόγου και των ζυμώσεων που συμβαίνουν κατά την περίοδο αυτή σίγουρα θα επηρεάσουν μία ούτως ή άλλως εξελισσόμενη και πολυσχιδή ταυτότητα, ακόμη κι όταν αυτές εκφράζονται με φαινομενικά ανταγωνιστικό τρόπο. Δεν θα συνέδεα ωστόσο αυτή την διαδικασία με την πιθανότητα μιας απογοήτευσης προερχόμενης από την δικαιολογημένη προσδοκία μιας αλλαγής που ίσως τελικά δεν έρθει. Συνήθως η λογική της «φούσκας» συνδέεται με τους αυστηρούς κανόνες της αγοράς, κάτι που η συγκεκριμένη documenta προσπαθεί συνειδητά και όσο είναι δυνατόν να αποφύγει.

Αφροδίτη Παναγιωτάκου, Αναπληρώτρια Γενική Διευθύντρια Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών

Για την καλλιτεχνική δραστηριότητα στην Αθήνα

Δεν θεωρώ ότι η χώρα έζησε ποτέ πολιτιστικό χειμώνα. Από τη στιγμή που μπήκαμε στο μεγεθυντικό φακό του διεθνούς ενδιαφέροντος εξαιτίας της κρίσης, είδαν πρώτα οι εκτός και διαπίστωσαν εν συνεχεία οι εντός ότι η τέχνη και ο πολιτισμός είναι δυνατά και δυναμικά στοιχεία της ζωής στην Ελλάδα. Για μένα, η Αθήνα είναι μια ενδιαφέρουσα πρωτεύουσα με πολίτες που πλέον έχουν αφυπνιστεί συνολικά. Δεν είναι « το νέο Βερολίνο», ούτε ζει κάποια συγκεκριμένη ανθισμένη εποχή. Οι καλλιτέχνες και οι άνθρωποι της σκέψης ήταν πάντα εκείνοι που αντιλαμβάνονταν και εξέφραζαν πρώτοι την εποχή τους. Αυτό συμβαίνει και τώρα. Έντονες εποχές, έντονη τέχνη.

Για τον ρόλο της Στέγης στην καλλιτεχνική ζωή της πόλης

Η Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση δημιουργήθηκε με συγκεκριμένο στόχο. Την υποστήριξη του σύγχρονου πολιτισμού. Ήρθε, λοιπόν, να καλύψει ένα κενό στον πολιτιστικό χάρτη, που – όταν ξεκινήσαμε –  ήταν πεδίο του Φεστιβάλ Αθηνών, μόνο το καλοκαίρι. Προτεραιότητά μας είναι οι Έλληνες δημιουργοί, αλλά και οι διεθνείς συνεργασίες. Καλλιεργούμε ισότιμες σχέσεις με φορείς του εξωτερικού, ενώ περισσότερες από 30 παραγωγές έχουν ταξιδέψει σε σκηνές ανά τον κόσμο. Στη Στέγη, τα τελευταία 6 χρόνια, απασχολήθηκαν περισσότεροι από 13.000 καλλιτέχνες, τεχνικοί, επαγγελματίες του πολιτισμού. Είδαμε παραστάσεις που βλέπουμε στο Λονδίνο με εισιτήριο των 120 ευρώ, πληρώνοντας 15 χάρη στην αποκλειστική ευθύνη χρηματοδότησης του οργανισμού από το Ίδρυμα Ωνάση, δίχως να επιβαρύνεται ο Έλληνας φορολογούμενος. Θα έλεγα ότι η Στέγη γεννήθηκε μέσα σε αυτό το περιβάλλον ως στέγη για τους δημιουργούς και το κοινό, κυκλοφόρησε στην πόλη, πήρε θέση για ζητήματα που απασχόλησαν την κοινωνία, λειτούργησε ως συγκολλητική ουσία για θεσμούς, καλλιτέχνες, και πολίτες και  – κυρίως – δημιούργησε ένα νέο κοινό που τροφοδοτεί πλέον πιο δυναμικά τη σύγχρονη δημιουργία. Για εμάς, δεν υπάρχει «ουδέτερος» σύγχρονος πολιτισμός. Ακούμε και ζούμε τώρα. Συγχρονιζόμαστε. Άρα, επηρεαζόμαστε. Η τέχνη αφυπνίζει και συγκινεί, μόνον όταν συντονίζεται με ό,τι συμβαίνει γύρω μας και μέσα μας.  

Για την καλλιτεχνική ταυτότητα της Αθήνας

Είναι πολύ νωρίς για ένα τόσο κάθετο συμπέρασμα. Ας το συζητήσουμε σε λίγα χρόνια. Σίγουρα, η ταυτότητα αυτή δεν είναι μονοσήμαντη. Και το ζητούμενο δεν είναι η αντικατάσταση του στερεοτύπου του Παρθενώνα με τις εικόνες της πληγωμένης πόλης λόγω της οικονομικής κρίσης. Ως προς το υπόβαθρο για τη δημουργία ταυτότητας, όχι, δεν υπάρχει. Ούτε θα προκύψει μόνο μέσα από οικονομικές ενέσεις καλλιτεχνικών δράσεων. Η πολιτιστική πολιτική είναι πολύπλοκο στοίχημα, μεγάλων απαιτήσεων και διαδρομή μεγάλων αποστάσεων.

Νίκος Τσούχλος, Πρόεδρος Ωδείου Αθηνών

Για την καλλιτεχνική δραστηριότητα στην Αθήνα

Αν θέλουμε οπωσδήποτε να μιλήσουμε για «άνοιξη», πάντως θα πρέπει να συμπληρώσουμε ότι η άνοιξη αυτή είναι συχνά αρκετά... συννεφιασμένη και βροχερή! Ή αλλιώς, μια και το Πάσχα είναι κατά παράδοση συνδεδεμένο με το ανοιξιάτικο στοιχείο, να πούμε ότι ζούμε ακόμα μια παρατεταμένη ανοιξιάτικη Σαρακοστιανή νηστεία, που βέβαια καθαρίζει το πνεύμα και το σώμα από τα κατάλοιπα περασμένων καταχρήσεων και προετοιμάζει για την επερχόμενη Ανάσταση – όλα καλά λοιπόν, αρκεί όταν η Ανάσταση έρθει επιτέλους, να διατηρήσουμε αυτή τη φορά κάποια μεγαλύτερη επαφή με το πνευματικό της νόημα και να μην ξανακυλήσουμε απλά στο ανεξέλεγκτο φαγοπότι!

Για τον ρόλο του Ωδείου Αθηνών στην καλλιτεχνική ζωή της πόλης

Το Ωδείο Αθηνών συνυπάρχει σε σχέση απόλυτης εξάρτησης και συνεχούς διαλόγου με όλες τις δυνάμεις Παιδείας και Πολιτισμού της πόλης. Προσπαθούμε να είμαστε σε εγρήγορση για να συλλαμβάνουμε τα ανοιξιάτικα μηνύματα τριγύρω μας όταν αυτά ξεπροβάλουν μέσα απ’ την περιρρέουσα μουντάδα και να παράγουμε με τη σειρά μας όσο μπορούμε περισσότερα δικά μας τέτοια μηνύματα. Ο βασικός μας ρόλος είναι να συμβάλλουμε στη δημιουργία του αυριανού καλλιτεχνικού δυναμικού: είναι μια δουλειά που αποδίδει ορατά αποτελέσματα σε βάθος χρόνου και γίνεται με μικρά κάθε φορά βήματα. Μερικά από τα βήματα αυτά, που στόχο έχουν το στήσιμο στο κέντρο τη Αθήνας ενός πρότυπου φορέα καλλιτεχνικής διδασκαλίας για τις παραστατικές τέχνες, είναι η προσπάθεια αναμόρφωσης των σχέσεων του Ωδείου Αθηνών με την Πολιτεία, η υπογραφή πρωτοκόλλου συνεργασίας με την ΑΣΚΤ αλλά και πρωτοβουλίες όπως η ήδη επιτυχημένη λειτουργία της νέας Σχολής Χορού του Ωδείου Αθηνών, της Σχολής Jazz, του Εργαστηρίου Παλαιάς Μουσικής κ.ά. Και βέβαια, η καλλιτεχνική διδασκαλία οφείλει να διατηρεί κάθε στιγμή ζωντανούς δεσμούς με την καλλιτεχνική παραγωγή: σε αυτή την προοπτική εντάσσεται λ.χ. η φιλοξενία εκθέσεων σύγχρονης τέχνης όπως η «Υπέρβαση της Άβυσσος» του οργανισμού ΝΕΟΝ και η Documenta 14, που συμβάλουν στη μετατροπή του χρόνια ξεχασμένου Ωδείου Αθηνών σε έναν ολοζώντανο χώρο πολιτισμού.

Για την καλλιτεχνική ταυτότητα της Αθήνας

Η Αθήνα πάντα είχε τη δική της καλλιτεχνική και ευρύτερα πολιτιστική ταυτότητα, που οσοδήποτε παρδαλή, οσοδήποτε άνιση, ήταν και παραμένει απόλυτα ερωτεύσιμη – αυτός είναι άλλωστε ο λόγος για τον οποίο πολλοί από εμάς επιμένουμε πεισματικά στην πόλη αυτή παρά τις αντιξοότητες. Το υπόβαθρο, λοιπόν, ασφαλώς και υπάρχει, αρκεί να κάνουμε τον κόπο ν’ ανοίξουμε τα μάτια μας για να το δούμε επιτέλους και να το αξιοποιήσουμε. Πιστέψτε με: σας μιλάει κάποιος που ακόμα προσπαθεί να καταλάβει πώς γίνεται μια τεράστια και εξαιρετικά φιλόδοξη υποδομή Παιδείας και Πολιτισμού στην καρδιά της Αθήνας, όπως το Ωδείο Αθηνών, να έχει παραμείνει κενή κι ανεκμετάλλευτη επί σχεδόν τέσσερις δεκαετίες...

Μαρία Σαρρή, Υπεύθυνη Τμήματος Εκθέσεων Μουσείου Μπενάκη

Για την καλλιτεχνική δραστηριότητα στην Αθήνα

Είναι αλήθεια ότι στην Αθήνα τα τελευταία χρόνια, παρά την κρίση, διαδραματίζονται πολύ ενδιαφέροντα πολιτιστικά γεγονότα και είμαστε ιδιαίτερα ευτυχείς που πολλά από αυτά συμβαίνουν στο Μουσείο Μπενάκη. Σπουδαίοι καλλιτέχνες διεθνούς φήμης, τόσο Έλληνες όσο και ξένοι, επιλέγουν την πόλη μας για να παρουσιάσουν τη δουλειά τους, πολιτιστικοί θεσμοί και ιδιωτικοί φορείς δραστηριοποιούνται διοργανώνοντας σημαντικές εκδηλώσεις. Το Μουσείο Μπενάκη είναι ανοιχτό στις πολύ αξιόλογες αυτές προσπάθειες που μας φέρνουν πιο κοντά στην κοινωνία, μας επιτρέπουν να επικοινωνούμε με το πολιτιστικό μας παρελθόν και ταυτόχρονα ενθαρρύνουν νέες συζητήσεις και νέους τρόπους θέασης του κόσμου.

Για τον ρόλο του Μουσείου Μπενάκη στην καλλιτεχνική ζωή της πόλης

Θεωρούμε ότι παρά τις δυσκολίες της εποχής το Μουσείο Μπενάκη παραμένει ένας ζωντανός οργανισμός που αφουγκράζεται τους ρυθμούς του καλλιτεχνικού κόσμου αλλά και της κοινωνίας. Με εκθέσεις όπως του Γιάννη Τσαρούχη, της Όπυς Ζούνη ή του Χρήστου Μποκόρου, το Μουσείο Μπενάκη δίνει τη δυνατότητα στον επισκέπτη να θυμηθεί και να συνδεθεί με την πολιτιστική μας κληρονομιά, να γνωρίσει τη σύγχρονη ελληνική τέχνη. Από την άλλη, φιλοξενώντας εκθέσεις και δημιουργίες σπουδαίων ξένων καλλιτεχνών, όπως ο Tony Cragg ή η Marina Abramovic, προσφέρει στο κοινό την ευκαιρία να έρθει σε επαφή με έργα και ιδέες υψηλής αισθητικής. Η αυξανόμενη ανάγκη για δημιουργική έκφραση αποτελεί συνεχή έμπνευση για το Μουσείο Μπενάκη, το οποίο με γνώμονα την αξία της συλλογικότητας επιδιώκει τη συνεργασία άλλων θεσμών προκειμένου να προαχθεί ο πολιτισμός και η τέχνη. Στο πλαίσιο αυτής της αναζήτησης εντάσσεται και η σύμπραξη με το Εθνικό Θέατρο με τη σειρά των παραστάσεων «Από τη σιωπή της προθήκης στο θεατρικό λόγο».

Για την καλλιτεχνική ταυτότητα της Αθήνας

Αδιαμφισβήτητα, η Αθήνα έχει το υπόβαθρο για μια δική της καλλιτεχνική ταυτότητα την οποία πιστεύω ότι ακόμα καλλιεργεί και εξελίσσει. Δεν είναι μόνο το πλούσιο πολιτιστικό παρελθόν της, αλλά και τα ποικίλα σημερινά ερεθίσματα που προσφέρουν ένα γόνιμο έδαφος για δημιουργική έκφραση και καλλιτεχνικό διάλογο, ενώ παράλληλα επιτρέπουν σε εναλλακτικούς τρόπους έκφρασης, όπως είναι η performance και τα γκράφιτι να αναδυθούν. Εξάλλου, θεωρώ ότι οι συνθήκες της σύγχρονης κρίσης προκαλούν και προσκαλούν την πόλη μας να ανανεώσει το πνεύμα της. 

Αφροδίτη Γκόνου, Σύμβουλος Σύγχρονης Τέχνης Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης

Για την καλλιτεχνική δραστηριότητα στην Αθήνα

Τα τελευταία χρόνια πραγματικά αισθάνομαι ότι υπάρχει μια δημιουργική ενέργεια, πράγμα παράδοξο αν σκεφτεί κανείς την έλλειψη κρατικών υποδομών και πόρων. Δημιουργήθηκε εύφορο έδαφος και σε αυτό συνετέλεσε το σημαντικό έργο των ΔΕΣΤΕ και ΝΕΟΝ, η Bienalle της Αθήνας, η Kunsthalle της Αθήνας, αλλά και γκαλερί που υποστήριξαν νέους Έλληνες. Η κρίση τοποθέτησε την Ελλάδα στην καθημερινή διεθνή επικαιρότητα, ως σύμβολο πολιτικών και κοινωνικών συγκρούσεων. Οι κρίσεις φέρνουν δημιουργικότητα και πειραματισμούς. Η αναγγελία της Documenta έδωσε μια τεράστια ώθηση σε όλο αυτό. Ξαφνικά παντού όλοι μιλούν για την Ελλάδα και αυτό έφερε ξένους καλλιτέχνες και επιμελητές όχι μόνο ως επισκέπτες αλλά και με διάθεση να μείνουν πιο πολύ και να γνωρίσουν τους Έλληνες. Υπήρχαν ήδη μη κερδοσκοπικοί οργανισμοί όπως το Radio Athenes ή η Locus Athens με σημαντικό έργο άλλα δημιουργήθηκαν πολλοί ακόμη νέοι πειραματικοί χώροι μέσα σε λίγα χρόνια από Έλληνες και ξένους, όπως οι Atopos, Circuits and Currents, Enterprise projects, Hyle, Shnehta, State of Concept, 3-137. Σε αυτούς τους χώρους τα εγκαίνια είναι πάντα γεμάτα νέο κόσμο και εκεί δημιουργείται η αίσθηση ότι η Αθήνα είναι γεμάτη ενέργεια αυτή τη στιγμή.

Για τον ρόλο του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης στην καλλιτεχνική ζωή της πόλης

Το Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης, από τότε που ανέλαβε η Σάντρα Μαρινοπούλου την προεδρία το 2007, άνοιξε τις πόρτες του στη σύγχρονη τέχνη  με στόχο να αναπτύξει νέους διάλογους με τις μόνιμες συλλογές και έτσι να φέρει τον νέο κόσμο στο μουσείο. Κάθε χρόνο προσκαλεί έναν σημαντικό καλλιτέχνη ή επιμελητή να δημιουργήσει μια έκθεση με σημείο αναφοράς το μουσείο, τις μόνιμες συλλογές, την ιστορία και τη θέση του. Στο πλαίσιο του προγράμματος σύγχρονης τέχνης παρουσιάστηκαν οι εκθέσεις Louise Bourgeois, Yannis Kounellis, The Last Grand Tour σε επιμέλεια της Jessica Morgan (DIA) αλλά και νεότερων όπως οι Ugo Rondinone, Sarah Lucas, Thomas Struth και πρόσφατα του ανατρεπτικού Ai Wewei. Έχει προσφέρει επιλεκτικά τους χώρους του σε οργανισμούς όπως το ΔΕΣΤΕ, το ΝΕΟΝ αλλά και πιο πειραματικούς όπως το Radio Athenes. Οργανώνει διαλέξεις σύγχρονης τέχνης με σημαντικούς ομιλητές όπως οι Chris Dercon (TATE) και Urs Fischer ή σαν τον κύκλο διαλέξεων «Τι να κάνουμε» της Μαρίνας Βρανοπούλου. Παράλληλα, με το πρόγραμμα των Φίλων του Μουσείου, επισκέπτεται τις σύγχρονες εκθέσεις της Αθήνας σε μουσεία ή πειραματικούς χώρους. Έτσι, έχει γίνει σημείο συνάντησης καλλιτεχνών και νέων αλλά και χώρος επιμόρφωσης του κοινού.

Για την καλλιτεχνική ταυτότητα της Αθήνας

Η Αθήνα είναι αυτή τη στιγμή η πιο συζητημένη πόλη στο χώρο της σύγχρονης τέχνης. H Documenta ανεξάρτητα από το τι θα δείξει, έφερε και θα φέρει τεράστιο αριθμό επισκεπτών απ όλο τον κόσμο: καλλιτέχνες, επιμελητές, κριτικούς και φίλους μουσείων στην Αθηνα. Ποτέ δεν είχαμε δει τόσους νέους καλλιτέχνες και επιμελητές να ζουν έστω και λίγους μήνες στην Αθήνα. Η ομορφιά της πόλης, η ιστορία, οι αρχαιολογικοί χώροι αλλά και ο ήλιος και τα χαμηλά κόστη θα μπορούσαν να κάνουν την Αθήνα μια πόλη τέχνης και νέων σαν το Βερολίνο. Νομίζω ότι όλη αυτή η ενέργεια θα δημιουργήσει ζυμώσεις που θα δούμε στο μέλλον. Υπάρχουν πολλές δυσκολίες, γραφειοκρατία και λίγες υποδομές και υποστήριξη. Είναι μια ευκαιρία όμως που μπορεί να ανοίξει ένα νέο κεφάλαιο για την πόλη αν λάβει και την απαραίτητη θεσμική υποστήριξη.

Γιώργος Τζιρτζιλάκης, Καλλιτεχνικός σύμβουλος του Ιδρύματος ΔΕΣΤΕ, αναπληρωτής καθηγητής στο Τμήμα Αρχιτεκτόνων του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας

Για την καλλιτεχνική δραστηριότητα στην Αθήνα

Ο όρος «πολιτιστική άνοιξη» μου προκαλεί κάποια αμηχανία, εκτός κι αν χρησιμοποιείται με την εποχική του έννοια, που ξεκινά την εαρινή ισημερία στα τέλη Μαρτίου. Ένα πρώτο ερώτημα, λοιπόν, είναι αν η εποχική άνοιξη της Αθήνας – που συνυπάρχει με τη δριμεία κρίση – παραμένει το μείζον έκθεμα και ζητούμενο των επισκεπτών. Σε καμία περίπτωση, πάντως, δεν θα ταύτιζα τον πληθωρισμό των εκθέσεων σε μια πόλη με «πολιτιστική άνοιξη», ούτε θα συνέδεα τη καλλιτεχνική δημιουργία μόνο με την χαρωπή και ανθοφόρα της πλευρά, περιφρονώντας τη συγκρουσιακή ή την πιο σκοτεινή της διάσταση. Αυτή είναι μια παρεξήγηση που υποφώσκει χρόνια στη χώρα μας. Η επικείμενη διόγκωση των καλλιτεχνικών διοργανώσεων έχει να κάνει με την ευφυή επιλογή του Άνταμ Σίμζικ να αναδείξει την Αθήνα σε προνομιούχο πεδίο της 14ης Documenta, η οποία ήδη απέκτησε ζηλωτές. Όπως είναι φυσικό, όλο και περισσότεροι ελπίζουν ν’ ανέβουν στο αναμενόμενο κύμα, χωρίς να λείπουν και εκείνοι που πλειοδοτούν στο φιλανθρωπικό συναισθηματισμό της ένδειας. Μια τέτοια συνθήκη καλλιεργεί προσδοκίες, ωστόσο, το πραγματικό διακύβευμα βρίσκεται στο έλλειμμα: Στην πολιτισμική επεξεργασία του κοιτάσματος της έλλειψης, την οποία όλοι διαισθανόμαστε και λειτουργεί ως αρχή επιθυμίας. Εκεί βρίσκεται η εκκρεμότητα που καλούμαστε να αξιολογήσουμε.

Για τον ρόλο του ΔΕΣΤΕ στην καλλιτεχνική ζωή της πόλης

Το ΔΕΣΤΕ είναι ένας σταθερός συνομιλητής της πόλης, διοργανώνοντας από το 1983 ένα αδιάλειπτο πρόγραμμα εκδηλώσεων με στόχο τη σύντηξη του τοπικού με το διεθνές, σε διαφορετικά σημεία: από το «Εργοστάσιο» της Σχολής Καλών Τεχνών στον Ταύρο, έως το Σπίτι της Κύπρου της Ηρακλείτου, το Νέο Ψυχικό, την Νέα Ιωνία, το Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης και τα δύο κτήρια του Μουσείου Μπενάκη. Και μη ξεχνάμε την Ύδρα του Αργοσαρωνικού. Τη σχέση με την πόλη ο καθένας τη συγκροτεί ως μεταφορά. Υπ’ αυτήν την έννοια, το συνεκτικό στοιχείο του φετινού προγράμματος του ΔΕΣΤΕ είναι η κριτική αναθεώρηση της σχέσης μας με την αρχαιότητα, πέρα από κάθε νοσταλγία και τα γνωστά εθνικά ή ιδεολογικά στερεότυπα. Παράλληλα επιχειρούμε μια επανεξέταση του παρόντος με μια έκθεση Ελλήνων καλλιτεχνών, που βασίζεται στο Βραβείο ΔΕΣΤΕ (1999-2015).

Για την καλλιτεχνική ταυτότητα της Αθήνας

Η «καλλιτεχνική ταυτότητα» της Αθήνας δεν είναι κάτι δεδομένο ή στατικό αλλά μια ένταση που ανακατασκευάζεται συνεχώς. Επομένως, το μείζον ερώτημα δεν είναι η «καλλιτεχνική ταυτότητα» της πόλης αλλά η σχέση της με την «ετερότητα» και το διαφορετικό. Εκεί κρίνεται η πολιτισμική της παραγωγή και καλλιεργείται το «υπόβαθρο». Τα αναμενόμενα πολιτιστικά συμβάντα θα προσδώσουν ασφαλώς μια ώθηση, η οποία θα δοκιμαστεί με την απόσυρση της εφήμερης πολιτιστικής θύελλας. Έτσι λειτουργούν οι διαδικασίες του πολιτισμού. Το ερώτημα είναι πώς θα αποκτήσει βάθος και διάρκεια μια τέτοια ένταση.

Eλίνα Κουντούρη, διευθύντρια του Οργανισμού Πολιτισμού και Ανάπτυξης ΝΕΟΝ

Για την καλλιτεχνική δραστηριότητα στην Αθήνα

Η Ελλάδα πάντοτε, σε περιόδους κοινωνικών και πολιτικών ανακατατάξεων, αντιδρά μέσα από τις τέχνες, το θέατρο, τη μουσική, τα εικαστικά. Ειδικά στον χώρο των εικαστικών, τα τελευταία χρόνια παρατηρείται μια αυξανόμενη κινητικότητα με τη δραστηριοποίηση ιδιωτικών πρωτοβουλιών, καλλιτεχνών και ανεξάρτητων δομών. Μια κινητοποίηση σε δράσεις κοινωνικής διάστασης (grass roots community activation) που γίνεται εμφανής μέσα από την ενθάρρυνση και δημιουργία ανεξάρτητων δομών/χώρων σύγχρονης τέχνης, αλλά και ποικιλία δράσεων στον δημόσιο χώρο, στον λόγο που αρθρώνει αυτή η κοινότητα σε θέματα της πόλης. Το θετικό στην Ελλάδα, που εξελίσσεται μέσα από έντονες κοινωνικοπολιτικές συνθήκες, είναι η ελευθερία της πράξης και του διαλόγου που αναπτύσσεται ανάμεσα στην πραγματικότητα και τη δημιουργία. Ελπίζω αυτή η «πολιτιστική άνοιξη» να μην είναι αποτέλεσμα μόνο συγκυριών αλλά να αποκτήσει θεμέλια και να εξελιχθεί σε ένα νέο πολιτιστικό οικοσύστημα.

Για τον ρόλο του ΝΕΟΝ στην καλλιτεχνική ζωή της πόλης

Ο ρόλος του ΝΕΟΝ, την περίοδο αυτή, είναι καταλυτικός. Ως οργανισμός εργαζόμαστε για να αναδείξουμε τις πολιτιστικές δυνάμεις που αποτελούν κομμάτι της αντίστασης ενάντια στη στασιμότητα που φέρνει η κρίση. Στόχος του εκθεσιακού μας προγράμματος είναι δράσεις που προέρχονται και απευθύνονται στην κοινωνία, τους πολίτες και την πόλη, που ανατροφοδοτούνται από τις κοινωνικές ζυμώσεις και την αλληλεπίδραση. Είναι προγράμματα που προκαλούν τον διάλογο, τις εμπειρίες, την αναψυχή και την εκπαιδευτική διαδικασία που προκύπτει όταν η τέχνη γίνεται μέρος της ζωής μας και μπορεί να «φτάσει» σε χιλιάδες ανθρώπους. Από το 2013 που δημιουργήθηκε ο ΝΕΟΝ, έχουμε προχωρήσει σε 47 νέες παραγωγές έργων από Έλληνες καλλιτέχνες και, μέσα από το ετήσιο χορηγικό μας πρόγραμμα, έχουμε πραγματοποιήσει δωρεές σε πρωτοβουλίες τρίτων όπου παρουσίασαν τη δουλειά τους 823 καλλιτέχνες.

Για την καλλιτεχνική ταυτότητα της Αθήνας

Η Ελλάδα του σήμερα έχει να επιδείξει δημιουργικούς ανθρώπους και έναν πλούτο καλλιτεχνικής δημιουργίας που τροφοδοτεί την εξωστρέφεια και συμβάλλει στο να διαμορφωθεί ένας πολιτιστικός πόλος εδώ. Με την ανάπτυξη συνεργασιών – μεταξύ πολιτιστικών φορέων, δημόσιων και ιδιωτικών – και με στοχευμένο πρόγραμμα, η ελληνική δημιουργικότητα μπορεί να αναδειχθεί σε διεθνή κλίμακα. Έτσι, ως χώρα, θα μπορέσουμε να διαμορφώσουμε μια πολιτιστική στάση προς το εξωτερικό, να φωτίσουμε τον σύγχρονο πολιτισμό της Ελλάδας. Γιατί σήμερα πλέον, δεν είμαστε μόνο οι συνεχιστές του κλασικού πολιτισμού, δεν ζούμε στο πολιτιστικό παρελθόν μας, αλλά έχουμε να παρουσιάσουμε σύγχρονη δημιουργία που η ύπαρξη της κλασικής παιδείας της, της προσδίδει την ιδιαίτερη ταυτότητά της. Για να λειτουργήσει, όμως, αυτό το νέο πολιτιστικό οικοσύστημα, απαιτούνται ουσιαστικές συνεργασίες, συνέργιες και συλλογική δράση.

H Documenta 14 θα λάβει χώρα στην Αθήνα από τις 8 Απριλίου έως τις 16 Ιουλίου και στο Κάσελ από τις 10 Ιουνίου έως τις 17 Σεπτεμβρίου.

ΣΟΦΙΑ ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΥ / [email protected]