Πώς η 11η Σεπτεμβρίου άλλαξε για πάντα τα αεροπορικά ταξίδια
Ο τρόπος που ταξιδεύαμε αεροπορικώς άλλαξε, τόσο για τους ταξιδιώτες όσο και για την αεροπορική βιομηχανία γενικά, το πρωί της 11ης Σεπτεμβρίου του 2001.
Το πρωί της 11ης Σεπτεμβρίου 2001, μια ομάδα 19 αεροπειρατών κατάφερε να επιβιβαστεί σε τέσσερις διαφορετικές εσωτερικές πτήσεις στις βορειοανατολικές ΗΠΑ σε μια σειρά συντονισμένων τρομοκρατικών επιθέσεων που στοίχισαν 3.000 ζωές. Οι αεροπορικές πτήσεις στις ΗΠΑ και τον υπόλοιπο κόσμο δεν θα ήταν ποτέ ξανά ίδιες.
Οι εμπορικές πτήσεις ξανάρχισαν λίγες ημέρες μετά από τις τρομοκρατικές επιθέσεις, αλλά οι ανησυχίες των επιβατών, τα αυστηρότερα μέτρα ασφαλείας και η ασταθής οικονομία κράτησαν για χρόνια.
Πολλά από αυτά που ενοχλούν σήμερα τους επιβάτες όταν πετούν, όπως οι μακρές ουρές ασφαλείας, οι έλεγχοι (ακόμα και σωματικοί), ή η απαγόρευση συνοδείας από κάποιο γνωστό στις πύλες τους, οφείλονται σε εκείνη την ημέρα και τις συνέπειές της.
Οι επιθέσεις ήταν τρομακτικές για τα στελέχη και τους εργαζόμενους των αεροπορικών εταιρειών. Τέσσερα αεροπλάνα, που πετούσαν οι United Airlines και American Airlines, απήχθησαν. Τρία έπεσαν πάνω σε κτίρια και το τέταρτο συνετρίβη σε χωράφι.
Οι επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου άλλαξαν ριζικά τον κόσμο με πολλούς να τις θεωρούν από τα γεγονότα που διαμόρφωσαν την σύγχρονη πραγματικότητα κληρονομώντας ένα μόνιμο αίσθημα φόβου και καχυποψίας στον κόσμο. Οι απώλειες σε ανθρώπινες ζωές και το αίσθημα ανασφάλειας που καλλιέργησαν οι τρομοκρατικές επιθέσεις είχαν επίσης άμεσο αντίκτυπο στην αεροπορική βιομηχανία το μέλλον της οποίας «θόλωσε» αμέσως, με στελέχη της βιομηχανίας να εκτιμούν τότε ότι ήταν ασαφές κατά πόσο ο κόσμος θα ένιωθε ποτέ ασφαλής να πετάξει ξανά.
Τελικά πήρε τρία χρόνια για να επιστρέψει η ταξιδιωτική κυκλοφορία στα επίπεδα που ήταν πριν την 11η Σεπτεμβρίου.
Τι άλλαξε
Στις ΗΠΑ δημιουργήθηκε μια ομοσπονδιακή υπηρεσία, η Υπηρεσία Ασφάλειας Μεταφορών, για να αναλάβει την ασφάλεια των αεροδρομίων σε συνεργασία με τα αεροδρόμια και την Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Αεροπορίας, προσλαμβάνοντας ιδιωτικές εταιρείες ασφαλείας για τη λειτουργία μηχανημάτων με ακτίνες Χ και ανιχνευτών μετάλλων.
Παράλληλα, οι διαδικασίες άλλαζαν συνεχώς για να περιλαμβάνουν νέες απειλές που αναδύονταν. Για παράδειγμα, μετά την αποτυχημένη προσπάθεια του Ρίτσαρντ Ριντ, ο οποίος έγινε γνωστός ως «βομβιστής παπουτσιών» γιατί προσπάθησε να ανατινάξει ένα αεροπλάνο τον Δεκέμβριο του 2001, υιοθετήθηκε η τακτική να ζητείται από τους επιβάτες να βγάζουν τα παπούτσια τους.
Η ανακάλυψη το 2006, από την άλλη, στο Ηνωμένο Βασίλειο ενός σχεδίου ανατίναξης αεροπλάνων χρησιμοποιώντας υγρά που διακινούνται κατά την πτήση, οδήγησε στους σημερινούς περιορισμούς σε υγρά, τζελ και τα σπρέι στις χειραποσκευές.
Τα αεροδρόμια πριν από την 11η Σεπτεμβρίου διέθεταν ανιχνευτές μετάλλων, ωστόσο, από τον Μάρτιο του 2010 και λίγους μήνες αφότου ο «βομβιστής των εσωρούχων» συνελήφθη σε πτήση της ημέρας των Χριστουγέννων μετά από επίθεση στον αέρα χρησιμοποιώντας μια συσκευή κρυμμένη κάτω από τα ρούχα του, στα αεροδρόμια των ΗΠΑ εγκαταστάθηκαν σαρωτές που σκανάρουν ολόκληρο το σώμα.
Επίσης, από τον Ιούλιο του 2017, με βάση τις ανησυχίες ότι οι τρομοκράτες απέκρυπταν αυτοσχέδιες εκρηκτικές συσκευές σε εμπορικά ηλεκτρονικά είδη και άλλα αντικείμενα χειρός, ξεκίνησε να απαιτείται από τους επιβάτες να τοποθετούν όλα τα προσωπικά ηλεκτρονικά είδη μεγαλύτερα από ένα κινητό τηλέφωνο στους κάδους για έλεγχο ακτίνων Χ.
Δεδομένου ότι μερικοί από τους αεροπειρατές της 11ης Σεπτεμβρίου μετέφεραν χαρτοκόπτες και μικρά μαχαίρια, αντικείμενα που θεωρήθηκαν ως πιθανά όπλα όπως λεπίδες, ψαλίδια και βελόνες πλεξίματος δεν επιτρέπονταν πλέον στην καμπίνα και οι εργαζόμενοι στο αεροδρόμιο εκπαιδεύτηκαν καλύτερα στον εντοπισμό όπλων ή εκρηκτικών.
Οι αεροσυνοδοί, που κάποτε λάμβαναν οδηγίες να προσπαθούν να καταπραΰνουν τους αεροπειρατές και να αποκλιμακώσουν την κατάσταση, τώρα εκπαιδεύονται για να είναι η τελευταία γραμμή άμυνας.
Επιμέλεια: Βαρδαλαχάκη Ιωάννα