Κριτική: Αναπαράσταση του ταξιδιού στην ανθρώπινη ενδοχώρα
Από την Ελένη Πετάση.
Τον δύσκολα παραστάσιμο ίλιγγο της ανθρώπινης ενδοχώρας, ξεκινώντας από τον πρώτο βηματισμό στη Γη μέχρι την κατάκτηση άλλων πλανητών, αποπειράται να καταγράψει ο «Μεγάλος Δαμαστής» του Δημήτρη Παπαϊωάννου. Σ’ αυτό το ταξίδι όπου όλοι κουβαλάμε μέσα μας τα υπολείμματα από τη γέννησή μας, την πέτρα, το νερό, το χώμα και, παρ’ όλα τα επιτεύγματα της επιστήμης και της τεχνολογίας, μάταια αγωνιζόμαστε για την επιβίωσή μας, κυρίαρχος είναι ο πανδαμάτωρ χρόνος.
Από την πρώτη σκηνή της παράστασης έρπει, υποδόριος και διαβρωτικός, ο θάνατος. Η υπενθύμισή του, άλλοτε σκοτεινή και άλλοτε παιγνιώδης, αλλά και ένας στρόβιλος εννοιολογικών και οντολογικών προβληματισμών διασχίζει τους αιώνες σταθμεύοντας σε σημαντικά πορθμεία της τέχνης.
Κατ’ επέκταση ο Παπαϊωάννου εμπνέεται από τον «Χριστό νεκρό» του Μαντένια, τους πίνακες του Θεοτοκόπουλου και του Ρέμπραντ, το βιβλίο με τα κατασκευαστικά σχέδια του Ντα Βίντσι και κυρίως τη ζωγραφική των Vanitas (1600), με τις νεκρές φύσεις, τα επιστημονικά όργανα, τα σύμβολα γνώσης και πάντα μια νεκροκεφαλή τοποθετημένη δίπλα τους, που αποτελεί «συμπυκνωμένη συμβολοποίηση της ματαιότητας του κόσμου» και, όπως ο ίδιος επισημαίνει, αντιπροσωπεύει την ουσία του «Μεγάλου Δαμαστή».
Μέσα από μία ισχυρή, γεμάτη συμβολισμούς, οπτική αίσθηση, που συνοδεύεται από το πειραγμένο βαλς του Στράους, εξαιρετικές εικόνες σφραγίζουν τη μνήμη μας: ένα παπούτσι με ρίζες ξεκολλάει από το έδαφος, η πτυχολογία ενός υφάσματος καλύπτει και αποκαλύπτει τελετουργικά ένα γυμνό ανδρικό κορμί, ερωτικά γλυπτικά συμπλέγματα αναδεικνύουν τη ρευστότητα των φύλων, στάχυα εκτοξεύονται και καρφώνονται σαν βέλη στη γη, ένα αγόρι στην αγκαλιά του αστροναύτη παραπέμπει στην Πιετά του Μιχαήλ Άγγελου, το «Μάθημα ανατομίας» του Ρέμπραντ εξελίσσεται σε κανιβαλικό δείπνο και τόσες άλλες.
Σε ένα σεληνιακό τοπίο στρωμένο με γκρίζες πλάκες, όπου ενταφιάζονται και ξεθάβονται γυμνά κορμιά, ο χορογράφος εμβολιάζει την ατμόσφαιρα με μια φαντασιακή αύρα, με μια μπεκετική μελαγχολία, αλλά και με μια διακριτική ομοφυλόφιλη αισθητική (που, ωστόσο, εκτροχιάζεται σε κάποια σημεία).
Στην παράστασή του, παρότι η διάρκεια της επαναληπτικότητας κάποιων στιγμιότυπων είναι υπερβολική, υπερτερεί η τόλμη και η άμετρη φαντασία του.
Έχοντας δίπλα του ένα θαυμάσιο επιτελείο συντελεστών (σκηνικό Τίνα Τζόκα, κοστούμια Άγγελος Μέντης, ήχος Γιώργος Πούλιος, φωτισμοί Εβίνα Βασιλακοπούλου) και 10 εκλεκτούς περφόρμερ (Παυλίνα Ανδριοπούλου, Άλεξ Βαγγέλης, Έκτορας Λιάτσος, Γιάννης Μίχος, Ευαγγελία Ράντου, Καλλιόπη Σίμου, Δρόσος Σκώτης, Χρήστος Στρινόπουλος, Γιώργος Τσιαντούλας, Κώστας Χρυσαφίδης), δημιουργεί ένα ιδιαίτερο ποιητικό θέαμα. Αρκεί να επαναφέρει στη μνήμη του κανείς την τελευταία σκηνή όπου ένα απειροελάχιστο κομμάτι υφάσματος που κινείται στον αέρα με την αναπνοή ενός χορευτή υπενθυμίζει πόσο ο άνθρωπος είναι εντέλει «φτερό στον άνεμο».
Ελένη Πετάση / [email protected]