Κριτική θεάτρου:«Ορφέας στον Αδη»

kritiki-theatrouorfeas-ston-adi

Ο Μηνάς Χατζησάββας με τη Λυδία Φωτοπούλου.

ΔΕΥΤΕΡΑ, 12 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2012

Η Ελένη Πετάση γράφει κριτική για το έργο του Τένεσι Ουίλιαμς, «Ο Ορφέας στον Αδη» που παρουσιάζεται στη Νέα Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου, σε σκηνοθεσία της Μπάρμπαρα Βέμπερ.

Ο «Ορφέας στον Αδη», το δικαιολογημένα ολιγοπαιγμένο έργο του Τένεσι Ουίλιαμς -η διεθνής κριτική το κατακεραύνωσε, χαρακτηρίζοντάς το από «ισχνό» και «φλύαρο» μέχρι «βαρύ και άνευ σημασίας μελόδραμα»- παρουσιάζεται αυτή την περίοδο στη Νέα Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου.

Γραμμένο το 1957 από το σπουδαίο Αμερικανό συγγραφέα, που είχε ήδη γνωρίσει τεράστια αποδοχή κοινού και κριτικών με το «Γυάλινο κόσμο» (1944), το «Λεωφορείον ο πόθος» (1947) κ.ά., αποτελεί την τελευταία εκδοχή της «Μάχης των Αγγέλων», κείμενο το οποίο παρέδωσε σε κοινή θέα το 1940. Ωστόσο παρότι η σύγχρονη μεταφορά του ορφικού μύθου στοίχειωνε τη φαντασία του επί 17 ολόκληρα χρόνια (τον επεξεργάστηκε πέντε φορές), δεν κατάφερε εν τέλει να τον προσγειώσει επιτυχώς στο σκοτεινό Νότο των Ηνωμένων Πολιτειών της εποχής του. Η γνώριμη πρόθεσή του να καυτηριάζει τη ρατσιστική, αμόρφωτη, πουριτανική, θρησκόληπτη, βίαια ταξική και υποκριτική κοινωνία της γενέτειράς του, μια κοινωνία που συντίθεται από λευκά κατακάθια (white trash), όπως αποκαλούν τους υπαίτιους, ακόμη και για τη γέννηση της Κου Κλουξ Κλαν, ανθρώπους της, βούλιαξε αυτή τη φορά στο κενό.

Από την άλλη, η Ελβετίδα Μπάρμπαρα Βέμπερ, καλλιτεχνική διευθύντρια του θεάτρου Neumarkt της Ζυρίχης, μάταια προσπάθησε να αναζωογονήσει το κείμενο με τη «μοντέρνα» σκηνοθετική της ματιά. Το μόνο που κατάφερε ήταν να του αφαιρέσει κάθε ίχνος ηθογραφίας, προσθέτοντας μπρεχτικά στοιχεία και κάποιες εύστοχες νύξεις σαρκασμού, που ξεγλίστρησαν από οιαδήποτε σκόπελο γελοιότητας, χάρη στην πηγαία αμεσότητα της Θέμιδος Μπαζάκα. Από τις καλές στιγμές της παράστασης ξεχωρίζω την αφηγηματική έναρξη, η οποία εισάγει τον θεατή στην ψυχοσύνθεση των προσώπων, συμβολικές εικόνες όπως εκείνη της Μέριλιν Μονρόε, που υπογραμμίζει την ψευδαίσθηση του αμερικανικού ονείρου, τη δυναμική παρουσία του ανάπηρου σύζυγου-εκδικητή Μηνά Χατζησάββα και τον σπαρακτικά παραληρηματικό μονόλογο του τέλους από το έτερόν του ήμισυ, που ερμήνευσε εξαίσια η Λυδία Φωτοπούλου. Ενδιαφέρουσα είναι και η περσόνα που έχτισε η Γιούλικα Σκαφιδά, ενώ η εύστοχη μετάφραση (Γιώργος Δεπάστας) και μουσική (Αγγελος Τριανταφύλλου) συνέβαλαν θετικά στο τελικό αποτέλεσμα.

Ο «Ορφέας» του Ουίλιαμς είναι ένας νέος περιπλανώμενος μουσικός (συμπαθής, αλλά άπειρος ο Ανδρέας Κωνσταντίνου), που, πιστεύοντας στην ελευθερία και τον έρωτα, καταλήγει σε μια διεφθαρμένη επαρχιακή πόλη του αμερικανικού Νότου. Εκεί, βρίσκει δουλειά στο μαγαζί της Λέιντι (Λυδία Φωτοπούλου), μιας βάρβαρα καταπιεσμένης γυναίκας, και συνάπτει μαζί της ερωτικό δεσμό. Ομως η «ευτυχία τους» δεν θα κρατήσει για πολύ. Ο άντρας της, σε συνεργασία με τον σερίφη της περιοχής (πειστικά κυνικός ο Γιώργος Κοτανίδης) και την κλίκα του, θα τους κάψουν ζωντανούς.

Σ’ αυτό το προβληματικό έργο και σ’ αυτήν την άνιση παράσταση, ωστόσο, αποδεικνύεται πως ο Τένεσι Ουίλιαμς κάθε άλλο παρά α-πολιτικός συγγραφέας είναι.

ΕΛΕΝΗ ΠΕΤΑΣΗ, [email protected]