Γρηγόρης Μπαλλάς: «Τι θέατρο θέλω να κάνω; Ένα θέατρο που να μην είναι καταναγκαστικό»

grigoris-mpallas-nuxta-dolofonon
ΤΡΙΤΗ, 02 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2018

Ο ηθοποιός πρωταγωνιστεί στην παράσταση «Η Νύχτα των Δολοφόνων», που κάνει πρεμιέρα στις 5 Οκτωβρίου στο Θέατρο Νέου Κόσμου.

Κλεισμένα στο υπόγειο του σπιτιού τους, τρία αδέλφια, στην προσπάθειά τους να υπερνικήσουν την πατρική εξουσία, σχεδιάζουν τη δολοφονία των γονιών τους. Επιδίδονται σε ένα ενστικτώδες παιχνίδι ενηλικίωσης δίχως τέλος.

«Η Νύχτα των Δολοφόνων» του Χοσέ Τριάνα είναι ένα κουβανέζικο έργο, που τα γεγονότα του Μάη του ’68 ανέδειξαν σε κατεξοχήν έργο σύγκρουσης των γενεών. Θα παρουσιαστεί από 5 Οκτωβρίου στο Θέατρο Νέου Κόσμου, σε σκηνοθεσία Μάνου Βαβαδάκη.

Ο Γρηγόρης Μπαλλάς, εκ των τριών πρωταγωνιστών της παράστασης, μιλά στο click@life για την επικαιρότητα και την ιδιαιτερότητα του έργου, αλλά και για το θέατρο που θέλει να κάνει.

Η αρχή είναι η Θεσσαλονίκη. Εκεί μεγάλωσα, στο κέντρο. Τελείωσα το σχολείο και πάνω που το μέρος από μαγικό άρχισε να μου γίνεται βαρετό, έφυγα και ήρθα στην Αθήνα με τη δικαιολογία του πανεπιστημίου αλλά στην ουσία για να ψαχτώ στο θέατρο, το οποίο είχα αγαπήσει από νωρίς στην εφηβεία μου. Οπότε, πρώτα τελείωσα τη δραματική σχολή και φέτος, μετά από 8 χρόνια πήρα πτυχίο στο τμήμα Επικοινωνίας του Πανεπιστημίου Αθηνών που μου είναι τελικά αδιάφορο.

Μικρός ήθελα να γίνω τραγουδιστής. Μου άρεσαν πολύ οι γυναικείες φωνές και η φωνή μου, που ήταν παιδική τότε, μου άρεσε κι αυτή πολύ γιατί ήταν τόσο λεπτή όσο εκείνες. Οπότε τραγουδούσα σα μανιακός. Και τώρα, όταν είμαι αρκετά λυπημένος ή πολύ χαρούμενος και στις δυο περιπτώσεις τραγουδάω. Είμαι και ήμουν τρομερά ευάλωτος συναισθηματικά με τη μουσική.

Δεν νομίζω ότι υπήρξε η στιγμή της τελεσίδικης απόφασης όσον αφορά την επαγγελματική μου ενασχόληση με την υποκριτική. Τουλάχιστον όχι συνειδητά. Θυμάμαι όμως στην εφηβεία μου που συμμετείχα σε μία σχολική παράσταση (με πολλή μουσική) και ένιωσα για μια στιγμή πραγματικά υπέροχα. Μετέπειτα, τις λίγες φορές που μου ξανατυχαίνει ένα τόσο γενναίο συναίσθημα, προσπαθώ να το βάλω σε λέξεις και δεν με καλύπτουν. Αυτό νομίζω άρχισα να ψάχνω, τον εαυτό μου.

Σκέφτομαι πάντα στις συνεντεύξεις πώς απαντάς με θάρρος στην ερώτηση περί θεατρικών επιρροών. Σαν να παίρνεις δεδομένο ότι φέρεις πάνω σου αυτό που μέχρι πρότινος το έβλεπες και τυφλωνόσουν...

Στην παράστασή μας, «Η Νύχτα των Δολοφόνων», παρακολουθούμε ένα περίεργο παιχνίδι τριών ενήλικων αδελφιών που παίζοντας το ριψοκίνδυνα, μπορεί να τους απελευθερώσει από “Αυτό το Πνίξιμο..” Στη συγκεκριμένη περίπτωση το πνίξιμο είναι οι γονείς. Το παιχνίδι παίζεται στο πατρικό τους. Η ιστορία αυτή λειτουργεί σε πολλά επίπεδα και προεκτάσεις. Είναι ένα έργο που προσπαθεί να ανιχνεύσει σε ποιες συνθήκες μπορεί να υπάρξει ελευθερία και με ποιο μέσο. Χαίρομαι πολύ που συναντήθηκα με τον Μάνο, την Άννα και τη Μαρία γιατί η συνάντηση ήταν ευθεία, αληθινή, γενναιόδωρη και χωρίς σαβουάρ βιβρ.

Στη γειτονιά μου, στο Παγκράτι, ακριβώς απέναντι από μένα, υπάρχει ένα διαμέρισμα με σαπισμένες γρίλιες και διάφορα πράγματα αχρηστευμένα από τον καιρό, στοιβαγμένα στο πλάι. Μερικές μέρες, τις μεσημεριανές ώρες βγαίνει σιγά σιγά ένας 40άρης φορώντας πάντα φανέλα και εσώρουχο φαρδύ και κατευθύνεται προς το μέρος που βαράει λίγο ο ήλιος, ακουμπάει με τα χέρια του τα κάγκελα, κλείνει τα μάτια και κάθεται ακίνητος για ένα τέταρτο κάτω απ τον ήλιο, έτσι. Μετά κάποιος τον φωνάζει και μπαίνει μέσα σέρνοντας τις παντόφλες του. Τον είδα και μια φορά στο σούπερ μάρκετ μαζί με το μυστήριο πρόσωπο που τον φωνάζει πάντα να μπει μέσα. Είναι ο μπαμπάς του, ογδόντα χρονών σύντροφος. Θα περνούσαν τα χρόνια και αυτός θα ήταν ο Λάλο, αν δεν είχε δημιουργήσει το παιχνίδι που βλέπουμε να παίζουν τα αδέρφια στην παράσταση. Ο Λάλο, σε αντίθεση με τον γείτονα μου, έχει ανησυχία με αυτό που του συμβαίνει και προσπαθεί με τον ριψοκίνδυνο χαρακτήρα του παιχνιδιού να σκοτώσει τους γονείς του. Η ελευθερία όμως από τους γονείς δεν έρχεται από το αντιδραστικό «σκότωσέ τους», αλλά από την κατανόηση, τη συγχώρεση, το ''σκότωσε'' που κρύβεται στην αγάπη.

Η ιδιαιτερότητα του έργου βρίσκεται στον καθαρά συμβολικό χαρακτήρα του έργου και του παιχνιδιού του Λάλο. Ποια αδέρφια γύρω στα 30 μαζεύονται στο πατρικό και παίζουν τους γονείς τους αλλά και τους σκοτώνουν; Πόσο ρεαλιστικό μπορεί να είναι ένα τέτοιο πλαίσιο; Επίσης, δεν φαίνεται να ενδιαφέρει καθόλου τον συγγραφέα τι κάνουν αυτοί οι γονείς, πού βρίσκονται, αν είναι όντως πίσω από την πόρτα ή αν έχουν πεθάνει. Γιατί όταν ανοίγει η πόρτα και τα αδέρφια ετοιμάζουν τον φόνο, δεν μιλούν σιγά, μην τους ακούσουν οι γονείς;

Η επικαιρότητά του έγκειται στο γεγονός ότι πάντα θα υπάρχει φόβος και πάντα θα υπάρχει η μάχη του παλιού με το καινούργιο.

Τι θέατρο θέλω να κάνω; Ένα θέατρο που να μην είναι καταναγκαστικό. 

Μετάφραση - Σκηνοθεσία: Μάνος Βαβαδάκης Σκηνικά - Κοστούμια: Τίνα Τζόκα Μουσική: Άγγελος Τριανταφύλλου Σχεδιασμός φωτισμών: Στέλλα Κάλτσου Βοηθός σκηνογράφου: Βίρνα Κούτλα

Ερμηνεύουν οι ηθοποιοί: Άννα Καλαϊτζίδου Γρηγόρης Μπαλλάς Μαρία Παρασύρη

Info
Θέατρο Νέου Κόσμου - Κάτω Χώρος. Από 5.10.2018 έως 6.1.2019. Διάρκεια: 70 λεπτά. Παραστάσεις: Τετάρτη 21:15 Πέμπτη 21:15 Παρασκευή 21:15 Σάββατο 21:15 Κυριακή 19:00. Τιμές εισιτηρίων: Τετάρτη-Παρασκευή Κανονικό 13€ Μειωμένο 10€ Σάββατο-Κυριακή Κανονικό 15€ Μειωμένο 12€.

ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΦΑΡΑΖΗ