Ο Γιώργος Κοτανίδης σε μια παλαιότερη συνομιλία του μαζί μας
Με αφορμή τον θάνατο του ηθοποιού, θυμόμαστε μια παλαιότερη συνέντευξή του για το έργο «Ομπίντα» με τον Γιώργο Κοτανίδη στον ρόλο του Νίκου Ζαχαριάδη.
Αυτό που με ιντριγκάρει είναι ότι οι μεγάλες προσωπικότητες εμπλέκονται στην ουσία με το γίγνεσθαι της ιστορίας, στη μεγάλη σύγκρουση ανάμεσα στο παλιό και το καινούργιο. Συμμετέχουν σε γεγονότα κρίσιμα και σημαντικά, οι πολιτικοί ηγέτες ή παλιότερα οι βασιλείς, παίρνουν δύσκολες αποφάσεις που μπορεί να είναι λάθος, εκτίθενται παίρνοντας ρίσκα. Και άλλοτε δοξάζονται, άλλοτε εκτελούνται ή εξορίζονται.
Αντίστοιχα και οι επιστήμονες που ανοίγουν με τις ανακαλύψεις τους νέους δρόμους, παίρνουν όμως μεγάλα ρίσκα. Μπορεί να δοξαστούν αλλά μπορεί ύστερα από χρόνια έρευνας να κάνουν κάποιο μοιραίο λάθος. Ας σκεφτούμε αυτούς που κατασκεύασαν την ατομική βόμβα όπως ο νεαρός τότε Φάυνμαν, μπορεί να πάρουν το ανάθεμα. Ήταν πρωτοπόροι αλλά για πολλούς και εγκληματίες αφού η ανακάλυψή τους χρησιμοποιήθηκε από τους πολιτικούς με δεκάδες χιλιάδες θύματα. Ή ας σκεφτούμε τον Γαλιλαίο που αναγκάστηκε να αποκηρύξει τις ανακαλύψεις του κάτω από το φόβο να τον κάψει η ιερά εξέταση όπως είχε κάνει με τον Τζορντάνο Μπρούνο. Το ίδιο και οι μεγάλες προσωπικότητες της Τέχνης και της Φιλοσοφίας, εμπλέκονται στο άνοιγμα δρόμων καινούργιων για τον άνθρωπο. Γι αυτό το λόγο ένας τεράστιος αριθμός θεατρικών αλλά και κινηματογραφικών έργων γράφεται για αληθινές και σπουδαίες προσωπικότητες.
Πώς προέκυψε η απόφαση να κάνετε μία παράσταση για τον Νίκο Ζαχαριάδη τη δεδομένη χρονική στιγμή;
Η χρονική στιγμή δεν παίζει κανένα ρόλο. Είναι ένα θέμα που με απασχολούσε πολλά χρόνια και ύστερα από μεγάλη έρευνα κατέληξα στο ότι μπορούσα πλέον να σχεδιάσω ένα θεατρικό έργο. Για μένα ο Ζαχαριάδης είναι ένα τραγικός ήρωας της σύγχρονης ιστορίας μας. Υπήρξε μακράν η σημαντικότερη προσωπικότητα του ΚΚΕ και της ελληνικής αριστεράς, με υψηλό πολιτικό επίπεδο και ικανότητες αλλά και ελαττώματα όπως ο απόλυτος και απότομος χαρακτήρας που του χάριζε εχθρούς. Βρέθηκε στη δίνη των πιο δύσκολων χρόνων και δυστυχώς αναγκάστηκε να διαχειριστεί ήττες. Από το περίφημο γράμμα προς τον ελληνικό λαό μέσα από την απομόνωση του Μεταξά, μέχρι το Νταχάου, την ελπιδοφόρα επιστροφή του και αποδοχή του εμφύλιου υπήρξαν δύσκολες αποφάσεις και στο τέλος αυτοκτόνησε στη Σιβηρία. Όπως είπε και ο ίδιος «στη φυλακή της Κέρκυρας με είχε η δικτατορία, στο Νταχάου οι Ναζί, αλλά στη Σιβηρία με έστειλαν οι δικοί μου» γι αυτό και η πίκρα του, η ΟΜΠΙΝΤΑ, ήταν τεράστια. Αν αυτός δεν είναι ήρωας για το θέατρο, τότε ποιος είναι;
Ποτέ δεν με ενδιέφερε το ποιος θα με πολεμήσει για τις επιλογές μου, ο καθένας κάνει τις επιλογές του και παίρνει το ρίσκο κάποιοι να τον «πολεμήσουν» εγώ πολεμάω με την τέχνη μου. Περίμενα πάντως πιθανές αντιδράσεις από τη λεγόμενη «άκρα δεξιά» αλλά αυτοί που πολέμησαν την παράσταση ήταν κυρίως από το κόμμα που ανήκε.
Σε κριτικές που έχουν γραφτεί σας έχουν «κατηγορήσει» ότι προσπαθείτε να δικαιώσετε τον Νίκο Ζαχαριάδη μέσα από την παράσταση. Ποια η άποψή σας;
Σίγουρα η παράσταση έχει πολύ υλικό που αναδεικνύει την προσωπικότητά του αλλά δεν έχει πρόθεση να τον δικαιώσει, αφήνει τον θεατή να κρίνει. Η παράσταση του δίνει στην ουσία ένα βήμα να απολογηθεί πράγμα που δεν το επέτρεψαν οι διώκτες του.
Ποια η υπόθεση του «Ομπίντα»;
Όπως είπα Ομπίντα σημαίνει πίκρα. Είναι ένα έργο για τις τελευταίες τέσσερις μέρες της ζωής του Ζαχαριάδη, όταν μπροστά στο θάνατο αρχίζει να γράφει ένα μήνυμα προς τους συντρόφους του, το «Μήνυμα από την άλλη μεριά» όπως το αποκαλεί ο ίδιος διευκρινίζοντας ότι όταν θα το διαβάσουν θα είναι νεκρός. Γράφοντας, θυμάται όλες τις κρίσιμες στιγμές της ζωής του, πρόσωπα και πράγματα, συντρόφους και αντιπάλους, ολομέλειες, φυλακές, διαγραφές, προδοσίες, ο εμφύλιος, η εσωκομματική σύγκρουση και τέλος τη Σιβηρία. Όλα αυτά ζωντανεύουν από την αφήγηση, αλλά και την παρουσία δύο ηθοποιών που υποδύονται διαρκώς διαφορετικά πρόσωπα. Ζωντανεύουν και σε μια οθόνη με ένα πλούσιο εικαστικό υλικό. Η οθόνη βρίσκεται ανάμεσα σε μια μεγάλη σκηνική κατασκευή που θυμίζει τη ρωσική πρωτοπορία. Η ρωσική πρωτοπορία εκφράζει την αισιοδοξία των πρώτων χρόνων της επανάστασης και μέσα σε αυτό το φόντο πεθαίνει ένα από τα «παιδιά της επανάστασης». Αυτή ήταν η ιδέα μου. Στο τέλος, ο ήρωας προχωρά στο θάνατο ακούγοντας την Πέμπτη του Μπετόβεν.
Πού επικεντρωθήκατε ερμηνευτικά για να ενσαρκώσετε τον Νίκο Ζαχαριάδη;
Στον χαρακτήρα και τις αντιφάσεις του, νομίζω ότι μπήκα κάπως μέσα στην ψυχή του και ένιωσα αυτά που τον βασανίζουν και τον ταλανίζουν. Κατάλαβα την επαναστατική του ψυχοσύνθεση, την αυστηρότητα και την σκληρότητά του σαν επαναστάτη, την πίστη στον αγώνα του, την άρνησή του να συμβιβαστεί και να επιβιώσει, επειδή τον ενδιέφερε η ζωή και η ελευθερία σαν πρώτιστο αγαθό. Όμως είδα και μια μεγάλη τρυφερότητα και ευαισθησία απέναντι στα παιδιά του, ιδίως στον Σήφη που έζησε μαζί του στην πρώτη εξορία.
Ναι πήγα μαζί με τον γιο του, στη Σιβηρία, στο Σουργούτ, την πόλη όπου έμεινε τα τελευταία έντεκα χρόνια της εξορίας του. Αφορμή ήταν ότι το μεγάλο εργοστάσιο ξυλείας όπου εργαζόταν αλλά και ο Δήμος της πόλης και οι άλλες αρχές, τον τίμησαν για τη συμβολή του στον αντιφασιστικό αγώνα. Δηλαδή οι σύντροφοί του κομμουνιστές τον οδήγησαν στο θάνατο ενώ οι σημερινοί καπιταλιστές τον τίμησαν. Είναι μια από τις αντιφάσεις της ιστορίας.
Ποιος ήταν τελικά ο άνθρωπος Νίκος Ζαχαριάδης;
Ο Ζαχαριάδης σαν άνθρωπος ήταν ο Νίκος, είχε μια μεγάλη απλότητα και αμεσότητα, του άρεσε η κοινωνική ζωή, να πηγαίνει σινεμά, στο θέατρο και στο γήπεδο, ήταν φανατικός οπαδός της ΑΕΚ λόγω καταγωγής του από την Πόλη. Ήταν αγαπητός και χαρισματικός στις παρέες. Ήταν καλός πατέρας. Ήταν ευάλωτος στον έρωτα. Δεν το «έπαιζε» ηγέτης.
Και ποιος ο πολιτικός;
Ήταν ηγέτης. Είχε όλα τα χαρακτηριστικά και τις αντιφάσεις ενός ηγέτη. Να σκεφτούμε μόνο ότι με το «γράμμα» του ’40, ανέτρεψε την επίσημη γραμμή της Μόσχας και της Κομμουνιστικής Διεθνούς που έλεγαν ότι ο πόλεμος είναι μεταξύ των ιμπεριαλιστικών κρατών και οι κομμουνιστές δεν συμμετέχουν σ’ αυτόν. Μετέτρεψε τον πόλεμο σε πατριωτικό και δημιούργησε μαζί με το ΟΧΙ του Μεταξά, την μοναδική στιγμή εθνικής ομοψυχίας σε ολόκληρη τη σύγχρονη ιστορία μας. Ήταν πολύ διαβασμένος σαν μαρξιστής και είχε απαντήσεις σε πολλά από τα ζητήματα που προέκυπταν κάνοντας παράλληλα και λάθη. Σαν ηγέτης ήταν απόλυτος και απότομος δημιουργώντας εσωκομματικούς εχθρούς απέναντι στους οποίους ήταν σκληρός. Αν και επιστρέφοντας από το Νταχάου με την αίγλη του αδιαφιλονίκητου ηγέτη, διατύπωσε τη «θεωρία των δύο πόλων» προσπαθώντας να συμφιλιωθεί με τους Εγγλέζους για το καλό της χώρας, δεν άντεξε τη πίεση και σύρθηκε σε έναν εμφύλιο που στην ουσία δεν τον ήθελε. Στο τέλος είχε να διαχειριστεί την ήττα.
Νομίζω ότι με την παράσταση και τις συζητήσεις που θα ακολουθήσουν θα χυθεί περισσότερο φως στην προσωπικότητά του.
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΦΑΡΑΖΗ