Χοηφόροι: Η Ειρήνη Φαναριώτη κλείνει τον Αισχύλο στο Δώμα του Νέου Κόσμου
Μια παράσταση μελετημένη και σωματική για τη δυναμική του συνόλου.
Μια από τις λιγότερο αναγνωρίσιμες τραγωδίες του Αισχύλου και η δεύτερη κατά σειρά στην τριλογία της Ορέστειας, οι Χοηφόροι, ανεβαίνει στο Δώμα του Θεάτρου του Νέου Κόσμου από την ομάδα Terre de Semis. Η Ειρήνη Φαναριώτη στην πρώτη της αναμέτρηση με αρχαίο κείμενο διασκευάζει με την ομάδα και σκηνοθετεί μια παράσταση συνόλου, χορογραφικά ιδωμένη που στο κέντρο της έχει τον χορό και απέναντί της μία μεγάλη πρόκληση, τον κλειστό χώρο.
Το έργο Χοηφόροι τοποθετείται στο μέσον της τριλογίας της Ορέστειας, είναι ένα έργο που, όπως αρέσει στη Φαναριώτη να λέει, έχει παρελθόν και μέλλον. Έχει προηγηθεί ο Αγαμέμνων και έπονται οι Ευμενίδες. Αυτό το παρελθόν του έργου, η δολοφονία δηλαδή του Αγαμέμνονα από την Κλυταιμνήστρα και τον Αίγισθο, δημιουργεί τη βάση της ιστορίας για το επόμενο, γι’ αυτό και προαπαιτείται η γνώση του. Οι Χοηφόροι αφορούν κυρίως στην απονομή της δικαιοσύνης και στις σχέσεις μέσα σε ένα σύνολο. Ξεκινούν με ένα τελετουργικό θρήνο για τον χαμό του βασιλιά και τελειώνουν με την εκδίκηση για το θάνατό του η οποία πραγματοποιείται με την επιστροφή του Ορέστη στον οίκο των Ατρειδών, τα θεμέλια του οποίου μπορεί να μην είναι μόνο οι κατάρες των προηγούμενων γενεών, αλλά και οι απόγονοι που θα’ ρθουν. Στην παράσταση άλλωστε της Φαναριώτη η ιστορία έχει ήδη γίνει και την αναπαριστούν οι απόγονοι του πολύπαθου οίκου για να την κρατήσουν στη μνήμη.
Ένα στοιχείο που κάνει τη συγκεκριμένη τραγωδία του Αισχύλου να ξεχωρίζει είναι η λειτουργία του χορού. Ο χορός του Αισχύλου δίνει έμφαση στη συλλογικότητα και σχεδόν συμμετέχει στα δραματικά δρώμενα του έργου. Η ιστορία ξεκινάει με την Ηλέκτρα και τον χορό σε ένα τελετουργικό θρήνο κατά τη διάρκεια του οποίου η Ηλέκτρα ωριμάζει και διδάσκεται από το χορό την έννοια της συλλογικότητας ως βασική αρχή της θεμελίωσης της κοινωνίας. Έπειτα ακολουθεί η συνάντηση και αναγνώριση των δύο αδερφών, Ηλέκτρας και Ορέστη, για να αρχίσει εκ νέου η φόρτιση που προκύπτει από την ανάγκη αποκατάστασης του δικαίου σε μια σαθρή κοινωνία. Πλέον η Ηλέκτρα, έπειτα από την παρεμβατική λειτουργία του χορού, οδηγεί τον Ορέστη στη δική του ωρίμανση και τελικά στην εκδίκηση.
Αυτό το στοιχείο της συλλογικότητας του χορού- που εκφράζει τη δυναμική του συνόλου και αποτελεί μικρογραφία της κοινωνίας- φαίνεται να εντυπωσιάζει και την Φαναριώτη η οποία δομεί όλη την παράσταση έχοντας ως βάση τον χορό και το τελετουργικό του. Οι τέσσερις ηθοποιοί που βρίσκονται στη σκηνή (Λάζαρος Βαρτάνης, Άρης Λάσκος, Δήμητρα Μητροπούλου, Ειρήνη Φαναριώτη) είναι ο χορός αλλά παράλληλα και σε συνδυασμούς είναι και τα πρόσωπα της τραγωδίας. Ο ρόλος του καθενός δεν είναι ευδιάκριτος και σ’ αυτό βοηθάνε ιδιαίτερα τα κοστούμια που λίγο διαφέρουν -αλλά διαφέρουν- μεταξύ τους (Σκηνικά - Κοστούμια: Δήμητρα Λιάκουρα). Ειδικά στην αρχή όλοι οι ηθοποιοί είναι όλοι οι ρόλοι, ενώ με την εξέλιξη της ιστορίας κάποιοι ρόλοι ταυτίζονται με συγκεκριμένους ηθοποιούς. Έτσι ο χορός/σύνολο βρίσκεται με γυμνά πόδια πάνω σε μία γυμνή και άδεια σκηνή με ένα άσπρο παραπέτασμα για σκηνικό.
Αυτό το λιτό σκηνικό η Φαναριώτη φροντίζει να το σκεπάσει με μια ατμόσφαιρα ανησυχίας που αποδίδεται μέσα από μια ιδιαίτερη χορογραφία την οποία συνθέτουν η μουσική (τολμηρή κάποιες φορές η μουσική του Γιώργου Πούλιου), η συγχρονισμένη κίνηση (Κίνηση ηθοποιών: Μαργαρίτα Τρίκκα) και η ερμηνεία των ηθοποιών οι οποίοι χρησιμοποιούν το σώμα τους, τους μορφασμούς στο πρόσωπό τους και την ένταση της φωνής του για να λειτουργήσουν τελικά αξιοθαύμαστα ως σύνολο, ως μονάδα. Και με αυτόν τον τρόπο στεγάζουν τελικά μια αρχαία τραγωδία σε έναν κλειστό χώρο. Φωνητικά τα καταφέρνουν εξαίσια προσαρμόζοντας τη φωνή τους στον χώρο (στην παράσταση ακούγονται ελάχιστες κραυγές, ενώ οι ηθοποιοί συχνά ψιθυρίζουν και αρκετές φορές φωνάζουν ψιθυρίζοντας). Κινησιολογικά, ωστόσο, κάποιες φορές τα όσα δραματίζονται φαντάζουν λίγο υπερβολικά λόγω της εγγύτητας της σκηνής με τον θεατή, κάτι που όμως ενδεχομένως να επιλέχθηκε συνειδητά για να λειτουργήσει συμβολικά μιας και δηλωμένα η σκηνοθέτης επιθυμεί να συσχετιστούν τα θέματα που πραγματεύεται το έργο με τη σύγχρονη ζωή. Οπότε ναι, σε αυτή την περίπτωση οι ηθοποιοί όφειλαν να δρουν πολύ κοντά στον θεατή.
ΙΩΑΝΝΑ ΒΑΡΔΑΛΑΧΑΚΗ / [email protected]