Μαρία Γοργία: «Υγιείς είναι οι σχέσεις μόνο αν είναι ισότιμες»

maria-gorgia
ΔΕΥΤΕΡΑ, 08 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2019

Η χορογράφος παρουσιάζει με την ομάδα Αμάλγαμα την παράσταση «Κι αν καταβροχθίζαμε ο ένας τον άλλον» στο Χώρος Αμάλγαμα.

Πώς θα μπορούσαν να συνδυαστούν το πολύ δυνατό και καυστικό «Κουαρτέτο» του Χάινερ Μύλλερ, το μοναδικής σημειολογικής αξίας «Αποσπάσματα του Ερωτικού Λόγου» του Ρολάν Μπαρτ, η καθηλωτική και πλέον ερωτική-οργασμική μουσική του Βάγκνερ από το έργο «Τριστάνος και Ιζόλδη, ένα από τα πιο ερωτικά ποιήματα, ο «Σάρκινος Λόγος» του Γιάννη Ρίτσου, και τα κείμενα που αναφέρονται σε σκηνές καθημερινότητας του ζευγαριού, εμπνευσμένα εν μέρη από προσωπικά βιώματα της χορογράφου, αλλά ταυτόχρονα αναφορικά στις παθογένειες της δυτικής νεωτερικής κοινωνίας;

Όλα αυτά μαζί «παντρεύονται» στο νέο έργο της Μαρίας Γοργία και της ομάδας Αμάλγαμα, "Κι αν καταβροχθίζαμε ο ένας τον άλλον", που φέρνει το πλέον αγαπημένο θέμα της χορογράφου στο προσκήνιο: τον ίδιο τον έρωτα.

Η χορογράφος συστήνεται στο click@life.

Γεννήθηκα και μεγάλωσα στην Αθήνα. Από τα 7 μου χρόνια, με πήγε η μητέρα μου στη Σχολή Χορού Λένα Ζαμπούρα/Καίτη Τσιλιμίγκρα, η οποία ήταν πραγματικά πολύ διαφορετική  και πολύ δημιουργική σχολή σε σχέση με τις σχολές που υπήρχαν τότε, καθώς οι 2 αυτές δασκάλες μου, ήταν η πρώτη φουρνιά αποφοίτων της Κούλας Πράτσικα. Στα 15 μου μπήκα στο φυτώριο της Κρατικής Σχολής Χορού. Στα 18 μου στο επαγγελματικό της Κρατικής. Με υποτροφία της ίδιας σχολής έκανα ένα ΜΑ στις σπουδές χορού, με ειδικότητα στη Χορογραφία στο  Laban Center στο Λονδίνο. Εκτός από χορό, έχω κάνει κατά καιρούς σεμινάρια φιλοσοφίας, πολιτικής θεωρίας, θεάτρου και υποκριτικής, κινηματογράφου και άλλα.

Κατοικώ στο Μαρούσι προς την πλευρά των Μελισσίων. Μου αρέσει το γεγονός ότι μπροστά από το σπίτι μου δεν έχει πολυκατοικίες, ούτε κτίσματα, μα λιβάδια και ο δρόμος είναι σαν αδιέξοδο περίπου, οπότε περνούν ελάχιστα αυτοκίνητα. Ακούω συνεχώς πουλιά και μυρίζω τη φύση. Δε μου αρέσει το ότι χρειάζομαι αυτοκίνητο για να μετακινηθώ, καθώς δεν έχει κοντά τρένο ή μετρό και τα λεωφορεία περνούν πολύ αραιά... Η καλλιτεχνική μου ζωή, αλλά και η διασκέδαση (όταν υπάρχει χρόνος) είναι στο κέντρο της Αθήνας και ο Χώρος του Αμάλγαμα στη Μενάνδρου, είναι ακριβώς στην καρδιά της πόλης...Είμαι άνθρωπος των αντιφάσεων.

Πολύ μικρή ήθελα να γίνω χορεύτρια. Στο γυμνάσιο αμφιταλαντευόμουν ανάμεσα στο μαθηματικός και χορεύτρια. Στο λύκειο άρχισα να γοητεύομαι από τη λογοτεχνία, τα αρχαία ελληνικά και τη φιλοσοφία, μα το πάθος για το χορό επέμενε πολύ. Στα 19 μου, οταν έκανα την πρώτη χορογραφία μου στη σχολή, μαγεύτηκα από το χορογραφείν.

Ήμουν στην πρώτη μου σχολή, της Λένας Ζαμπούρα/Καίτη Τσιλιμίγκρα. Οι δύο δασκάλες μου μού είχαν πάρει δώρο ένα μεγάλο γυάλινο μάτι, σαν αυτά που φοράμε για να μη μας ματιάζουν, μόνο που αυτό ήταν πολύ μεγάλο! Νομίζω μόλις είχα μάθει ότι είχα περάσει τις εξετάσεις για το φυτώριο της Κρατικής Σχολής Χορού. Πήγα σπίτι μου μετά και έβαλα αυτό το μάτι μπροστά από το φως του δωματίου μου και ορκίστηκα μέσα από το φως που περνούσε από το γυάλινο γαλάζιο μάτι, να κάνω αυτή την τέχνη για όσο περισσότερο μπορώ στη ζωή μου! Λάτρευα αυτήν την τέχνη τότε και μέχρι τα 30κάτι μου...Τώρα λατρεύω περισσότερο μάλλον άλλες μορφές σωματικής θεατρικότητας, καθώς και το ιδίωμα που φτιάχνω στα έργα μου (κίνηση,λόγος, αντικείμενο και ενίοτε μουσική). Βέβαια κατά καιρούς, μπορεί να απολαύσω και μια χορογραφία, μα αυτό συμβαίνει πολύ πιο σπάνια πλέον. Δε θεωρώ ότι αυτό οφείλεται μόνο σε εμένα, αλλά θεωρώ ότι ο χορός παγκοσμίως περνά μια κρίση.

Η σχέση μου με τον χορό ξεκίνησε από μια συναισθηματική σχέση: αγαπούσα πολύ αυτές τις δυό δασκάλες μου, οι οποίες συμπεριφέρονταν στα παιδιά σα να ήταν μητέρες, και έδιναν στα παιδιά, όχι μόνο ποιοτική εκπαίδευση, μα και συναισθήματα. Μάλιστα τις λέγαμε «Θείες» (έτσι αποκαλούσαν και την Κούλα Πράτσικα οι μαθήτριές της...). Επίσης τις θαύμαζα γιατί ήταν περσόνες και οι δύο, πολύ διαφορετικές βέβαια, και δοτικές, μορφωμένες και περήφανα άτομα! Με ξεχώρισαν από την αρχή και βρήκα από νωρίς εκεί, ένα μέρος όπου μπορούσα να εκφραστώ και να επικοινωνώ με τους γύρω μου, κάτι που σε όλο το δημοτικό δεν είχα καταφέρει, καθώς ήμουν πολύ ντροπαλό παιδάκι. Από τα 12 μου, που ο πατέρας μου δεν ήθελε πλέον να πηγαίνω στη σχολή και να πληρώνει για σχολή χορού, οι «Θεία Λένα» και η «Θεία Καίτη» με είχαν στη σχολή τζάμπα, ώστε να μη σταματήσω!

Η μαμά μου είχε θείο ζωγράφο και μουσικό (και είχε μπει και εκείνη σε ένα φοιτώριο, αυτό της Καλών Τεχνών). Με την κλασσική ζωγραφική δεν ασχολήθηκα ποτέ η ίδια. Έκανα πιάνο, και γενικά είχα αυτί πάντα πολύ «μουσικό» θα έλεγα...Συνθετικά πάντα θαύμαζα, και ακόμα θαυμάζω την Trisha Brown, διανοητικά-συνθετικά την Yvonne Rainer (ίσως περισσότερο τις ταινίες της) και Συναισθηματικά/Δραματουργικά ή τέλος πάντων σε ό,τι αφορά των ανθρώπινο Ψυχισμό, (του ανθρώπου της δυτικής κοινωνίας), την Pina Baush. Βλέπω αρκετά θέατρο, σινεμά, ντοκυμαντέρ και παρακολουθώ εδώ και καμιά 15αρια χρόνια την πορεία και εξέλιξη της Performace Art.

Η παράσταση "Κι αν καταβροχθίζαμε ο ένας τον άλλον" είναι το αγαπημένο μου θέμα, και συνάμα το θέμα που με ταλανίζει μέχρι τώρα στη ζωή μου περισσότερο από όλα: τον έρωτα και τις ερωτικές σχέσεις. Κάθε φορά κάνω ένα έργο σε σχέση με αυτό που εκείνη την περίοδο με καίει περισσότερο. Ήθελα λοιπόν να μοιραστώ με τον κόσμο το πλέον αγαπημένο μου θέμα, τον έρωτα. Ταυτόχρονα ήθελα να κοιτάξω αυτό το πεδίο με ένα μάτι παρατηρητή, ένα μάτι που αναστοχάζεται το παρελθόν του (όπως συχνά είναι και ο ρόλος που τελικά αποφάσισα να έχω σε αυτό το έργο: παρατηρητής, ιδιοκτήτρια μπουρδέλου για γυναίκες, αφηγητής, κυβερνήτης πλοίου, αλλά και ο θηλυκός θεός Έρωτας). Ο τίτλος είναι από το Κουαρτέτο του Χάινερ Μύλλερ (κι αν καταβροχθίζαμε ο ένας τον άλλον Βαλμόν, για να τελειώνουμε, προτού καταντήσετε ολότελα άγευστος)

Σε ένα μη θεατρικό χώρο, όπως είναι ο Χώρος Αμάλγαμα στη Μενάνδρου 47, και όπου η απόσταση από τους θεατές είναι τόσο κοντινή ώστε να μπορούν να νιώθουν ακόμα και την ανάσα των ερμηνευτών, και όπου το παραστασιακό εσκεμμένα μπερδεύεται με το πραγματικό, ο καμβάς του έργου περιλαμβάνει τα εξής: την πάλη των φύλων, ή την πάλη των ρόλων (κατά τον Μπαρτ),την πλεονεξία του εγωκεντρικά θρεμμένου ατόμου, (προιόν της νεοφιλελεύθερης κοινωνίας αλλά και της σχέσης του με τη μητέρα-τροφό κτλ), το οποίο ασυνείδητα ή συνειδητά επιδιώκει διαρκώς  να επικρατήσει, να καταδυναστεύσει, να εξουσιάσει το ερωτικό του αντικείμενο, τη σχέση θύτη-θύματος, την εξαρτητική σχέση που δεν είναι παρά το προιόν των πρωταρχικών σχέσεων του ατόμου με τους γονείς, το αδιέξοδο των σχέσεων, τον έρωτα ως μορφή ύπνωσης, αλλά και τον ρομαντικό έρωτα, το πάθος και τη ρομαντική αντίληψη που έχουμε για τον Έρωτα στη Δύση ακόμα και στα χρόνια της νεωτερικότητας. Επέλεξα κάποια σημεία από το φοβερό και φλογερό  έργο «Τριστάνος και Ιζόλδη» του Βάγκνερ, γιατί για μένα είναι από τα πιο διαχρονικά έντονα συγκινησιακά μουσικά έργα που έχω ακούσει. Δύο  από αυτά τα σημεία ερμηνεύονται ζωντανά από τη σοπράνο Νάνσυ Παπακωνσταντίνου και η στιχουργική σε αυτά είναι από μέρος από το ποιήμα του Γιάννη Ρίτσου «Σάρκινος Λόγος» στην τελική άρια,και από δικό μου κείμενο στην εισαγωγή.

Η παράσταση έχει διάφορες ιδιαιτερότητες. Το ιδίωμα που φτιάχνω εδώ και μια δεκαετία, το οποίο συνδυάζει κίνηση, λόγο και αντικείμενο για παράδειγμα. Επίσης, στα δύο τελευταία έργα έχει προστεθεί η ζωντανή οπερατική φωνή μαζί με αποσπάσματα από αριστουργηματικά έργα όπερας, (Κατά Ματθαίων Πάθη του Μπαχ στο «από τι υποφέρετε; από Ύπαρξη» και «Τριστάνος και Ιζόλδη» του Βάγκνερ στο «κι αν καταβροχθίζαμε ο ένας τον άλλον;»), με στιχουργική από πολύ σημαντικούς ποιητές (Νίκος Καρούζος, Γιάννης Ρίτσος). Ο χώρος που δεν είναι θεατρικός και η επιλογή του που γίνεται, όχι μονάχα επειδή έχει οριστεί ως Χώρος Αμάλγαμα, αλλά γιατί κάθε φορά αξιοποιούνται σημειολογικά τα δομικά του στοιχεία (βέβαια σε κάθε site specific δουλειά πρέπει να συμβαίνει αυτό, αν θέλουμε οι χώροι να σημαίνουν και όχι απλά να είναι μια διακόσμηση χωρίς νόημα...). Ο συνδυασμός που επέλεξα να κάνω, τόσο διαφορετικών κειμένων: «Κουαρτέτο» του Χάινερ Μύλλερ, «αποσπάσματα του ερωτικού λόγου» του Ρολάν Μπαρτ, και τα προσωπικά μου κείμενα, που αναφέρονται σε σκηνές καθημερινότητας του ζευγαριού και σε μεγάλο βαθμό αναφορικά στα προσωπικά μου βιώματα.

Το θέμα έρωτας-διαπροσωπικές σχέσεις είναι και θα είναι πάντα επίκαιρο. Αν θα ήθελα να υπερθεματίσω τι είναι το πιο επίκαιρο σε αυτό το έργο σε σχέση με την εποχή μας, θα ήταν αυτό που αναφέρω πιο πάνω: η σχέση του ατόμου με τη «μητέρα»-τροφό από τα παιδικά του χρόνια, όπου μαθαίνει, κοπιάρει, ρουφά όλη τη διαχείρηση του συναισθηματικού κόσμου,με την κοινωνία της μετανεωτερικής εποχής, η οποία έχει δώσει τεράστια προτεραιότητα στις ανάγκες του ατόμου, χωρίς να του μαθαίνει το πώς να συνδέεται με τους γύρω του, χωρίς να του μαθαίνει ότι υγιείς μπορεί να είναι οι σχέσεις μόνο αν είναι ισότιμες.

Θέλω να κάνω παραστάσεις για θέματα που με απασχολούν πολύ και σε βάθος. Πάντα με όποια γλώσσα και εργαλεία θεωρήσω ότι πρέπει να χρησιμοποιηθούν, έστω κι αν φαίνονται αταίριαστα ή πολύ δύσχρηστα. Παραστάσεις που να αγγίζουν τους άλλους ανθρώπους, ή να τους προβληματίζουν, να τους κάνουν να σκεφτούν, ακόμα και να τους ενοχλήσουν. Επίσης θέλω να κάνω τουρνέ περισσότερο στο εξωτερικό, αλλά και στην επαρχία και να συνεχίσω να χορογραφώ/σκηνοθετώ, για πάρα πολλά χρόνια ακόμα. Το Αμάλγαμα έχει ανοίξει σε ένα μεγάλο εύρος κοινού, και αυτό είναι πολύ ωραίο! Το σημαντικότερο όμως για μένα, ή ένα από τα σημαντικά, είναι ότι  στόχευσα από την αρχή, ώστε η υβριδική του γλώσσα να απευθύνεται τόσο στο πλέον avant guarde κοινό όσο και στο  «απαίδευτο» κοινό (που έχει όμως ανοιχτές τις κεραίες του), και νομίζω ότι ως ένα σημαντικό βαθμό το έχω καταφέρει. 

Τα τελευταία 15 χρόνια όλο και λιγότερο συχνά βλέπω χορό. Είτε της ελληνικής σκηνής είτε της ξένης. Οπότε δεν είμαι αρμόδια για να μιλήσω για χαρακτηριστικά. Δε θεωρώ ωστόσο ότι υπάρχουν μεγάλες διαφορές πλέον μεταξύ εθνικοτήτων. Ακόμα και στο Τόκυο που είχα πάει πριν 4 χρόνια, και έψαξα τις ομάδες χορού και τις παραστάσεις έντεχνου, μετα-μεταμοντέρνου χορού, ήταν από αρκετές απόψεις, τουλάχιστον αυτές τις οποίες εγώ παρακολούθησα, σα να έβλεπα κάποια ευρωπαική ομάδα.

Επόμενα σχέδια; Τουρνέ στο εξωτερικό αλλά και σε μέρη της επαρχίας, σεμινάριο χορογραφίας, άντληση έμπνευσης για επόμενο έργο.

Κείμενα: Χάινερ Μίλερ, Ρολάν Μπαρτ, Μαρία Γοργία. Σκηνοθεσία - Σκηνικά: Μαρία Γοργία. Παίζουν: Μαρκέλλα Μανωλιάδη, Αλέξανδρος Βαρδαξόγλου, Νάνσυ Παπακωνσταντίνου, Γιάννης Σταυρόπουλος, Μαρία Γοργία. Φωτισμοί: Περικλής Μαθιέλλης

Info
Χώρος Αμάλγαμα: Μενάνδρου 47, 5ος όροφος, Αθήνα. 12, 13, 14, 19, 20, 21. Κάθε Παρασκευή, Σάββατο, στις 9μμ & Κυριακή στις 8.30μμ Είσοδος με ελεύθερη συνεισφορά Απαραίτητη τηλεφωνική κράτηση στο 6944686991 και στο 6974315923 Ο χώρος υποδέχεται αυστηρά έως 45 άτομα.

ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΦΑΡΑΖΗ