Είδαμε «Το ξύπνημα της άνοιξης» του Φρανκ Βέντεκιντ
«Το ξύπνημα της Ανοιξης» ένα έργο προκλητικό έως βλάσφημο για την εποχή του (1891), δεν αποτελεί βέβαια αιχμή για τη δική μας.
Γιατί ο αισθησιασμός, η ελευθεροστομία, η άκρατη σεξουαλικότητα, οι ομοφυλοφιλικές σχέσεις και οι φαντασιώσεις που χαρακτηρίζουν όλα τα κείμενα του Φρανκ Βέντεκιντ είναι σήμερα κοινός τόπος.
Ωστόσο ο Δημήτρης Καραντζάς πιστεύει το αντίθετο. Όπως έχει δηλώσει σε συνέντευξή του, θεωρεί πως «αγγίζει λεπτά θέματα που ακόμη και σήμερα είναι ταμπού - όπως η σεξουαλική ορμή, η επικοινωνία των νέων με τους γονείς, η στέρηση της απόλαυσης, η εμφύτευση ενοχών...η αυτοκτονία ως λύση ....Θα μπορούσε να είναι μια αλληγορία για τον συγκεντρωτισμό, τον θρησκευτικό φανατισμό, την αδυναμία της κοινωνίας να αφομοιώνει την ελευθερία της ύπαρξης και στην ουσία τον ανθρωπισμό».
Στο «Ξύπνημα της Ανοιξης» ο αντισυμβατικός εισβολέας στα καθωσπρέπει γερμανικά γράμματα καταγγέλλει την καταστρεπτική αγωγή που δινόταν στους εφήβους της βικτοριανής εποχής σε μια επαρχιακή πόλη της χώρας του στα 1860.
Θαυμαστής του Στρίντμπεργκ, του Ίψεν και του μεγάλου θεατρανθρώπου της νατουραλιστικής σχολής, Γκέρχαρτ Χάουπμαν, και προάγγελος των ψυχαναλυτικών ιδεών του Σίγκμουντ Φρόυντ, παραδίδει μια ωμή αλλά και ταυτόχρονα ποιητική γραφή με σωστές δόσεις τρυφερότητας και ρομαντισμού.
Από τη μια ο ηθικός σκοταδισμός, οι κοινωνικές προκαταλήψεις, η θρησκοληψία, η σεμνοτυφία και η αψυχολόγητα σκληρή γονεϊκή «διαπαιδαγώγηση» και από την άλλη, η άγνοια, η καταπίεση, ο στραγγαλισμός των αισθήσεων, οι φοβίες των ανηλίκων που αβοήθητοι διερευνούν την σεξουαλική τους ταυτότητα αλλά και η αντίσταση κάποιων, συγκρούονται δημιουργώντας αλυσιδωτές αντιδράσεις που οδηγούν στη βία, την αυτοκτονία και εν τέλει στον θάνατο.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα - και κεντρικό πρόσωπο του δράματος - είναι η μάνα (Μαρία Σκουλά) που, παρότι παλεύει με τον ίδιο της τον εαυτό, η μικροαστική, πουριτανική ανατροφή της την εμποδίζει να εξηγήσει στην δεκατετράχρονη κόρη της το μυστήριο της γενετήσιας πράξης προκειμένου να διατηρήσει η νέα κοπέλα την αθωότητα της. Και ως αποτέλεσμα η ημιμαθής Βέντλα καταλήγει στον βιασμό, στην ανεπιθύμητη εγκυμοσύνη, στην άμβλωση, στην απόλυτη διάλυση.
Η αγωνιώδης ψηλάφηση της σαρκικής ηδονής σκιαγραφείται επίσης στη σκηνή που ο δυναμικός Μέλχιορ εξηγεί στον ευαίσθητο, αυτοκτονικό Μόριτς την διαδικασία της ερωτικής πράξης ή σε εκείνη που ο Χάνσι και ο Έρνστ ανακαλύπτουν την ομοφυλοφιλία.
Η παράσταση του Δημήτρη Καραντζά - σε διασκευή δική του και από την Γκέλυ Καλαμπάκα και σε μετάφραση Γιώργου Δεπάστα - εντοπίζεται σε μικρές αποσπασματικές εικόνες έχοντας περιορίσει τόσο το κείμενο (η παρουσία του μασκοφόρου άντρα, τον οποίο είχε υποδυθεί ο συγγραφέας στη σκηνοθεσία του Μαξ Ράινχαρτ, έχει τελείως εξαλειφθεί) όσο και τους ερμηνευτές του (η μάνα π.χ. αντιπροσωπεύει όλο το ασφυκτικό περιβάλλον). Η αφαιρετική του ματιά, κατ' επέκταση, την καθιστά ανολοκλήρωτη.
Επίσης, ενώ η συνεχής παρουσία του γυμνού δεν σοκάρει, η μεγάλης διάρκειας σκηνή του αυνανισμού δύο αγοριών είναι εξεζητημένη και περιττή.
Ωστόσο, πρόκειται για μια καλοδουλεμένη δουλειά με εξαιρετική αισθητική στην οποία συμβάλλει καθοριστικά το ολάνθιστο σκηνικό της Αρτεμις Φλέσσα που υπαινίσσεται την ζωογόνο δύναμη της φύσης αλλά και τον τάφο των προσώπων. Εξίσου επιτυχημένα είναι τα κοστούμια της Ιωάννας Τσάμη που αρχικά δηλώνουν υποδούλωση στα κοινωνικά πρέπει και στη συνέχεια αντικατοπτρίζουν την εφηβική επανάσταση.
Η άπειρη ομάδα των νέων ηθοποιών αιχμαλωτίζουν τους ήρωες κυρίως από φυσιογνωμικής άποψης. Ανάμεσα τους ξεχωρίζει η Νάνσυ Σιδέρη, ενώ ο Βαγγέλης Αμπατζής (Μόριτς) και ο Γιώργος Δικαίος (Μέλχιορ) είναι επαρκείς.
Ελένη Πετάση - [email protected]
Δείτε λεπτομέρειες για το πρόγραμμα των παραστάσεων